Θετική για τις ελληνικές τράπεζες παραμένει η UBS μετά τα αποτελέσματα α’ τριμήνου, δίνοντας σύσταση buy και για τις τέσσερις συστημικές ενώ αλλάζει τις τιμές – στόχους στις περισσότερες.
Ειδικότερα, οι τιμές στόχοι της UBS διαμορφώνονται πλέον στα 3,00 ευρώ από 2,68 ευρώ πριν για την Alpha, στα 3,20 ευρώ για την Eurobank, στα 12,20 ευρώ από 11,60 ευρώ πριν για την Εθνική Τράπεζα και στα 6,70 ευρώ από 6,30 ευρώ πριν για την Τράπεζα Πειραιώς.
Σε ένα γενικότερο σχόλιο της η UBS επισημαίνει πως, έχοντας εξέλθει από την κρίση του ελληνικού χρέους και των τραπεζών, ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος επωφελείται από ευνοϊκές μακροοικονομικές τάσεις, όπως η ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ, έναν ισχυρό επενδυτικό κύκλο και την ομαλοποίηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Αναμένει σχετικά ισχυρή αύξηση των εταιρικών εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά τα επόμενα τρία χρόνια. Τα αυξανόμενα επιτόκια έχουν οδηγήσει σε σημαντική επέκταση του καθαρού επιτοκίου καθαρού εισοδήματος (NIM), καθώς το κόστος χρηματοδότησης από καταθέσεις είναι ιδιαίτερα χαμηλό σε ένα ευρωπαϊκό τραπεζικό πλαίσιο, ενώ οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούσαν να μετακυλίσουν υψηλότερα επιτόκια στην πλευρά των πιστώσεων.
Στον κύκλο της μείωσης των επιτοκίων, η UBS βλέπει κάποια συμπίεση στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM), αν και μετριάζεται από δραστηριότητες αντιστάθμισης κινδύνου και τη συσσώρευση τίτλων σταθερού επιτοκίου. Οι πιστωτικές ζημίες είναι πιθανό να παραμείνουν περιορισμένες και να μειωθούν οδηγώντας σε θετικές εκπλήξεις.
Στο μέτωπο των δανείων, συμπεριλαμβανομένων των στεγαστικών δανείων, η UBS βλέπει δυνατότητες ανάκαμψης, αν και από χαμηλή βάση. Όπως επαναλαμβάνει, οι ελληνικές τράπεζες επωφελούνται από τα ευρωπαϊκά κεφάλαια RRF που αποτελούν καταλύτη για εταιρικές επενδύσεις.
Ειδικότερα, όσον αφορά την Alpha Bank, η UBS επισημαίνει πως μια βασική διαφορά με τις άλλες ελληνικές τράπεζες είναι οι προοπτικές για ισχυρή αύξηση των κερδών ανά μετοχή (EPS), αν και από χαμηλότερη βάση, καθώς προβλέπει άνοδο 13% ετησίως τα επόμενα τρία χρόνiα και έως και το 2027, στα προσαυξημένα κέρδη ανά μετοχή (EPS), με τη βοήθεια ενός υψηλού ποσοστού επαναγορών μετοχών στο μείγμα διανομής (75% των δεδουλευμένων κερδών για το οικονομικό έτος 2024, 60% των κερδών του 2025 και το 50% των κερδών του 2026.
Εξαιρώντας τις επαναγορές μετοχών, βλέπει αύξηση κερδών 8,5% ετησίως. Η κερδοφορία της Alpha είναι χαμηλότερη από αυτή των άλλων τραπεζών, ενώ η χαμηλότερη ευαισθησία στα επιτόκια (-15 εκατ. ευρώ ανά 25 μονάδες βάσης μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ) οδηγεί σε αμετάβλητα καθαρά κέρδη από τόκους (NII) φέτος σε σύγκριση με σημαντικές μειώσεις για τις τράπεζες που είναι πιο ευαίσθητες στα επιτόκια.
Για την Εθνική Τράπεζα η UBS παρατηρεί πως παραμένει σημαντικά “υπερ-κεφαλαιοποιημένη”, καθώς ο δείκτης CET1 αυξήθηκε περαιτέρω κατά 40 μονάδες βάσης στο 18,7% σε σύγκριση με έναν συντηρητικό εσωτερικό στόχο 14% (πιθανό να είναι 13% μόλις βελτιστοποιηθεί η κεφαλαιακή συσσώρευση μέσω της έκδοσης Alt T1 στο μέλλον). Παρόλο που συγκεντρώνει ποσοστό αποπληρωμής 60%, η UBS βλέπει τον CET1 να παραμένει πάνω από 18% μεσοπρόθεσμα, υποδεικνύοντας ότι το ποσοστό payout είναι πιθανό να συνεχίσει να αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου (60% στο μοντέλο σύμφωνα με τις οδηγίες). Παρόλο που αναζητά κάποιες ευκαιρίες εξαγοράς, η UBS εξακολουθεί να πιστεύει ότι το payout θα μπορούσε να είναι πολύ υψηλότερο από 60% μεσοπρόθεσμα.
Για την Τράπεζα Πειραιώς η UBS επισημαίνει τα εταιρικά δάνεια αυξήθηκαν κατά 4,5% σε τριμηνιαία βάση (21,7% σε ετήσια βάση), χάρη σε μερικές μεγάλες συναλλαγές (~15% των συνολικών εκταμιεύσεων), αν και κατά τα άλλα διαφοροποιήθηκαν επαρκώς ανά τομέα, ένα καλό ξεκίνημα προς τον στόχο του οικονομικού έτους 2025, καθώς η δραστηριότητα στο δεύτερο τρίμηνο παραμένει επίσης ισχυρή. Προβλέπει συνολική αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων κατά 9% σε ετήσια βάση στα 36,8 δισ. ευρώ (εξαιρουμένων των ομολογιών senior) έναντι του τρέχοντος στόχου της διοίκησης για 36,3 δισ. ευρώ, ο οποίος πιθανότατα θα αναβαθμιστεί, κατά την άποψή της.
Η ευαισθησία στα επιτόκια αυξήθηκε ελαφρώς στα 30 εκατ. ευρώ για χαμηλότερο επιτόκιο της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης (από 25 εκατ. ευρώ) λόγω της μεταβλητότητας των στεγαστικών δανείων, καθώς τα επιτόκια μειώθηκαν κάτω από το επιτόκιο που εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του κύκλου αύξησης των επιτοκίων. Με το κόστος κινδύνους στις 35 μονάδες βάσης στο πρώτο τρίμηνο, είναι επίσης πιθανό να ξεπεράσει τις προβλέψεις για το 2025, οι οποίες είναι στις 50 μονάδες βάσης.
Για την Eurobank η UBS αναφέρει πως η μετοχή της η οποία και έχει υποαποδώσει φέτος, παραμένει ελκυστική και η τιμή στόχος βασίζεται σε ένα μοντέλο προσαρμοσμένο στην κεφαλαιακή βάση 2 σταδίων, υποθέτοντας βιώσιμο ROTE 17% με στόχο CET1 14,5%, που εξακολουθεί να είναι πάνω από το κανονικό επίπεδο κεφαλαίου. Οι μετοχές της διαπραγματεύονται με P/E 6,8x για το 2025 σύμφωνα με την πρόβλεψη της UBS, ενώ η συστημική τράπεζα έχει κεφαλαιακή ευελιξία για ανάπτυξη και αύξηση των διανομών.
capital.gr