Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε άρθρο της που δημοσιεύθηκε κατά αποκλειστικότητα στην Ελλάδα από το iefimerida.gr, ανέλυσε τη νέα εμπορική συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η φον ντερ Λάιεν χαρακτήρισε τη συμφωνία για τις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις «ισχυρό κεφάλαιο, αν και όχι τέλειο», υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για μια συνειδητή πολιτική επιλογή που ενισχύει τη συνεργασία των δύο πλευρών.
Στο άρθρο της, η Πρόεδρος της Κομισιόν απαντά σε κρίσιμα ζητήματα που έχουν τεθεί γύρω από το περιεχόμενο της συμφωνίας. «Με τη συμφωνία κλείνει ένα κεφάλαιο, αλλά η ιστορία της μελλοντικής ευημερίας της Ευρώπης δεν έχει ακόμα γραφτεί», αναφέρει.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν:
Ένα νέο κεφάλαιο στις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις: Ισχυρό κι ας μην είναι τέλειο
Κάθε ημέρα, αγαθά και υπηρεσίες αξίας άνω των 4,6 δισεκατομμυρίων ευρώ διασχίζουν τον Ατλαντικό. Με εμπορικές συναλλαγές συνολικής αξίας 1,68 τρισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως, η οικονομική σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο. Γι’ αυτό η συμφωνία που επιτεύχθηκε τον περασμένο μήνα είναι εξαιρετικά σημαντική.
Πολλά έχουν γραφτεί για τη συμφωνία αυτή. Κάποια σημαντικά ζητήματα χρήζουν άμεσης απάντησης. Η συμφωνία αντιπροσωπεύει μια συνειδητή επιλογή: σταθερότητα και προβλεψιμότητα αντί για κλιμάκωση και αντιπαράθεση. Φανταστείτε τι θα γινόταν αν οι δύο μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις του δημοκρατικού κόσμου δεν κατάφερναν να συμφωνήσουν και οδηγούνταν σε εμπορικό πόλεμο —οι μόνοι που θα χαίρονταν θα ήταν η Μόσχα και το Πεκίνο.
Αντ’ αυτού, καταλήξαμε σε συμφωνία. Αν και δεν είναι τέλεια, είναι μια ισχυρή συμφωνία.
Πιστεύουμε ότι οι δασμοί είναι φόροι που επιβαρύνουν τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Αυξάνουν το κόστος, μειώνουν τις επιλογές και καθιστούν τις οικονομίες λιγότερο ανταγωνιστικές. Αν απαντούσαμε επιβάλλοντας αντίποινα με δικούς μας δασμούς, θα κινδυνεύαμε να πυροδοτήσουμε έναν δαπανηρό εμπορικό πόλεμο, με αρνητικές συνέπειες για τους εργαζομένους, τους καταναλωτές και τις βιομηχανίες μας, ενώ μία κλιμάκωση δεν θα άλλαζε την πραγματικότητα: οι δασμοί των ΗΠΑ θα συνέχιζαν να είναι πιο υψηλοί και πιο απρόβλεπτοι.
Το πιο σημαντικό στοιχείο της συμφωνίας μας είναι ότι θέσαμε το πολύ σαφές όριο του 15% για τη συντριπτική πλειονότητα των προϊόντων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων και των φαρμακευτικών προϊόντων. Με τη συμφωνία θέσαμε ένα ανώτατο όριο για τους δασμούς, το οποίο εξασφαλίζει σαφήνεια και σταθερότητα για τα εκατομμύρια Ευρωπαίων που εξαρτώνται από το εμπόριο με τις Ηνωμένες Πολιτείες για τον βιοπορισμό τους.
Το 15% είναι ο δασμολογικός συντελεστής για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο οποίος έχει καθολική εφαρμογή. Η ΕΕ είναι η μόνη για την οποία ισχύει το δασμολογικό αυτό το ανώτατο όριο με καθολική εφαρμογή. 15 % και τίποτα περισσότερο, σε αντίθεση με τις συμφωνίες που σύναψαν οι ΗΠΑ με άλλες χώρες, όπου οι νέοι βασικοί δασμολογικοί συντελεστές θα προστεθούν στους δασμούς που ίσχυαν ήδη ως τώρα. Έτσι, τα ευρωπαϊκά αγαθά θα εισέρχονται στην αγορά των ΗΠΑ με ευνοϊκότερους όρους, κάτι που εξασφαλίζει σαφές πλεονέκτημα στις επιχειρήσεις της ΕΕ.
Είμαστε επίσης οι μόνοι εταίροι που απέσπασαν αποκλειστική εγγύηση για ανώτατο όριο δασμών στον φαρμακευτικό τομέα, τους ημιαγωγούς και την ξυλεία. Επιπλέον, διασφαλίσαμε μηδενικούς δασμούς για στρατηγικά προϊόντα, όπως τα εξαρτήματα αεροσκαφών και τα γενόσημα φάρμακα. Εδώ δεν μιλάμε για αφηρημένες κατηγορίες εμπορευμάτων: πρόκειται για προϊόντα με καίρια σημασία για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Το γεγονός ότι εξακολουθούν να μην υπόκεινται σε δασμούς δυναμώνει τόσο την ΕΕ όσο και τις ΗΠΑ. Και οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν να συνεχίσουν να εργάζονται για την επέκταση αυτού του καταλόγου.
Ταυτόχρονα, η ΕΕ έμεινε αταλάντευτη στις θεμελιώδεις αρχές της. Οι κανόνες μας παραμένουν αμετάβλητοι. Εμείς αποφασίζουμε πώς θα διαφυλάξουμε την ασφάλεια των τροφίμων, πώς θα προστατεύσουμε τους Ευρωπαίους πολίτες στο διαδίκτυο και πώς θα εγγυηθούμε την υγεία και την ασφάλεια. Η συμφωνία αυτή προστατεύει τις αξίες μας, προάγοντας παράλληλα τα συμφέροντά μας.
Με τη συμφωνία κλείνει ένα κεφάλαιο, αλλά η ιστορία της μελλοντικής ευημερίας της Ευρώπης δεν έχει ακόμα γραφτεί. Η οικονομική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να συνιστά τη σημαντικότερη για εμάς σχέση, αλλά αποτελεί μέρος μόνο μιας πολύ ευρύτερης εικόνας. Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος προορισμός για το ευρωπαϊκό εμπόριο, αλλά εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει μόλις το 20 % περίπου των εμπορευματικών εξαγωγών μας.
Γι’ αυτό τον λόγο η Ευρώπη θα συνεχίσει να ενισχύει και να διαφοροποιεί τους εμπορικούς δεσμούς της με κάθε γωνιά του κόσμου για να στηρίζει τις εξαγωγές, τις θέσεις εργασίας και την ανάπτυξη της ΕΕ. Γι’ αυτό τον λόγο τους τελευταίους μήνες καταλήξαμε σε εμπορικές συμφωνίες με το Μεξικό και τη Mercosur και εμβαθύναμε τους δεσμούς μας με την Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Γι’ αυτό τον λόγο ολοκληρώσαμε τις συνομιλίες μας με την Ινδονησία και σκοπεύουμε να συνάψουμε συμφωνία με την Ινδία έως το τέλος του έτους. Αυτές οι εταιρικές σχέσεις ενισχύουν τους δεσμούς εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τους εταίρους μας και μας δίνουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουμε μαζί τις κοινές παγκόσμιες προκλήσεις, όπως ο εκσυγχρονισμός του εμπορικού συστήματος που λειτουργεί βάσει κανόνων.
Η Ευρώπη —και αυτό είναι το πιο σημαντικό— πρέπει να ενισχύει την ικανότητά της να λειτουργεί σε έναν πιο ασταθή κόσμο. Αυτό ξεκινά από το εσωτερικό της, με την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς μας. Όπως σωστά έχει πει ο Μάριο Ντράγκι, «οι υψηλοί εσωτερικοί φραγμοί και ο κανονιστικός κατακερματισμός βλάπτουν την ανάπτυξη πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε δασμό που μπορεί να επιβάλει μια τρίτη χώρα». Αυτή τη στιγμή, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ δεν φτάνει ούτε κατά το ήμισυ τον όγκο των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των πολιτειών των ΗΠΑ. Εάν η Ευρώπη θέλει να αξιοποιήσει το δυναμικό της, αυτή είναι η πλέον επείγουσα πρόκληση που αντιμετωπίζουμε. Από τη μείωση της γραφειοκρατίας έως την ενίσχυση των διασυνοριακών υπηρεσιών, γνωρίζουμε τι πρέπει να γίνει ώστε να απελευθερωθεί η ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα —και η παρούσα Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αφιερώσει τις προσπάθειές της ώστε να πετύχει αυτούς τους στόχους.
Η Ευρώπη συνεχίζει να κοιτάζει τον ορίζοντα. Από εμάς εξαρτάται να ολοκληρώσουμε την ενιαία αγορά μας, να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητά μας στις βιομηχανίες του αύριο και να διασφαλίσουμε ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να αποτελεί πυλώνα σταθερότητας σε έναν ολοένα πιο αβέβαιο κόσμο. Εάν θέλουμε μια ισχυρή και ανεξάρτητη Ευρώπη, πρέπει να έχουμε τόσο τη φιλοδοξία όσο και την ενότητα που απαιτούνται για να την κάνουμε πραγματικότητα.
iefimerida.gr