Την προπερασμένη εβδομάδα, με τους υπερκαύσωνες που μονοπώλησαν την επικαιρότητα και έφεραν νέα ρεκόρ θερμοκρασιών, η υπαίθρια εργασία, ειδικά τις ώρες υψηλού κινδύνου, ήταν απαγορευτική. Σωστά το Υπουργείο Εργασίας προχώρησε σε συνεχόμενα διατάγματα για απαγόρευση της εργασίας σε ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, των οποίων τα επαγγέλματα εκ των πραγμάτων ασκούνται σε ανοιχτούς, υπαίθριους χώρους χωρίς σκίαση, κατονομάζοντας μάλιστα τις συγκεκριμένες ομάδες. Αυτό ορίζει η νομοθεσία και αυτό έπρεπε να γίνει.
Έλα όμως που δεν ίσχυσε για όλους τους εργαζομένους που ανήκαν σε αυτές τις κατηγορίες. Χρειάστηκε να κινηθώ με το αυτοκίνητό μου στους κατά τα άλλα έρημους δρόμους της Λευκωσίας, τις ώρες που τα διατάγματα ήταν σε ισχύ, και διαπίστωσα την παραβίασή τους από τους ταχυμεταφορείς φαγητού, τους γνωστούς «delivery».
Χαρακτηριστικά, τη μία από τις δύο μέρες, λίγο μετά το μεσημέρι, σταμάτησα σε φώτα τροχαίας κεντρικού δρόμου της Λευκωσίας και, εκτός από εμένα, σταματημένες ήταν και πέντε μοτοσικλέτες που μετέφεραν φαγητό ή καφέδες σε κάποιους που δεν θα ήθελα να χαρακτηρίσω. Το ερώτημά μου έχει δύο κατευθύνσεις: η μία προς το Υπουργείο Εργασίας, κατά πόσον έγιναν έλεγχοι για την τήρηση των διαταγμάτων από εργαζόμενους και εταιρείες, και η άλλη προς τους «πολίτες» που παρήγγειλαν, ενώ τα διατάγματα ήταν σε ισχύ.
ΠΡΟΚΕ