12 Οκτωβρίου, 2025
11:35 πμ

Το Κυπριακό και η διαχείριση του βρίσκεται στο επίκεντρο και του νέου βιβλίου του πανεπιστημιακού Ανδρέα Θεοφάνους. Τίτλοςτουβιβλίου: «What really happened in Cyprus», στοοποίοαξιολογεί τους βασικούς σταθμούς του πολυπαθούς προβλήματος μας  και  καταθέτει εισηγήσεις για τα επόμενα βήματα με ζητούμενη μια εξελικτική πορεία επίλυσης του Κυπριακού. Ο συγγραφέας αξιολογεί τη ρεαλπολιτίκ και του διεθνούς δικαίου στις διεθνείς σχέσεις, χωρίς να αγνοεί τη γεωγραφική θέση της Κύπρου και την ιστορία της περιφέρειας μας.  Ο κ. Θεοφάνους εκτιμά ότι  κανένα από τα σχέδια λύσης που ετοιμάστηκαν μετά το 1974 θα μπορούσε να βελτιώσει το status quo για τους ελληνοκύπριους και επιχειρηματολογεί πως όσα  συνέβησαν στην χώρα μας ήταν αποτέλεσμα εξωγενών παραγόντων χωρίς να αγνοεί ή να προσπερνά τις ευθύνες των ιδίων των Κυπρίων. Υπογραμμίζει ότι το διαπραγματευτικό κεκτημένο προσέγγισε επικίνδυνα τις θέσεις της τουρκικής πλευράς και επιχειρηματολογεί ότι δενείναιοο τουρκικός μαξιμαλισμός που απέτρεψε μια διευθέτηση του Κυπριακού μετά το 1974και όχι ο μακροχρόνιος αγώναςπουποτέδενέγινε.  ΟΑ. Θεοφάνουςείναιτηςάποψηςπωςη πολιτική της πλευράς μας πρέπει να διαφοροποιηθεί. Καιεστιάζεισε τρεις πυλώνες:Τηνκατάθεση κατευθυντήριων γραμμών για τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος του 1960 με στόχο ένα κανονικό ομοσπονδιακό κράτος, τηνκατάθεση ΜΟΕ και άλλων μορφών συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων μερών καιστην υιοθέτηση μιας εξελικτικής πορείας επίλυσης του Κυπριακού.Πιστεύειότιμεμιατέτοιαστρατηγικήείναι δυνατό να υπάρξει κινητοποίηση και βήματα προόδου. Γιατονίδιοδεν τίθεται πλέον θέμα ενιαίου κράτουςκαιπροειδοποιείότιμπορείναεπανέλθειμόνοανταδεδομέναταδημογραφικάείναιευνοϊκάγιατηνίδια.

-What really happened in Cyprus- το νέο σας βιβλίο για το Κυπριακό. Που πραγματεύεται τι;

-Το νέο μου βιβλίο αξιολογεί τις εξελίξεις στο Κυπριακό από την ανεξαρτησία μέχρι σήμερα. Εξετάζονται συνοπτικά και κριτικά αρκετές περίοδοι της ιστορίας και του ευρύτερου γίγνεσθαι. Ταυτόχρονα καταθέτω εισηγήσεις σε σχέση με την πολιτική που θα πρέπει να ακολουθηθεί.

Αξιολογούνται επίσης τα δεδομένα πριν και μετά το 1974 και προσπαθώ να απαντήσω στο ερώτημα κατά πόσον υπήρχαν χαμένες ευκαιρίες. Θεωρώ ότι πριν το 1974 με πραγματισμό και χωρίς τις ενδογενείς και εξωγενείς αποσταθεροποιητικές ενέργειες εναντίον του κράτους θα ήταν δυνατή η κατάληξη σε ένα ενιαίο κράτος με στοιχεία τοπικής και κοινοτικής αυτοδιοίκησης. Μετά το 1974 υπήρξαν διάφορα σχέδια και ιδέες για την επίλυση του προβλήματος. Όμως κατά τη δική μου άποψη κανένα από αυτά τα σχέδια δεν θα οδηγούσε στη βελτίωση του status quo για τους Ελληνοκύπριους.

Η Τουρκία δεν πέτυχε το 1974 να καταστρέψει την κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Προσπαθεί όμως έκτοτε να την παραμερίσει και να την αντικαταστήσει με ένα νέο κρατικό μόρφωμα το οποίο θα ελέγχει. Άλλωστε η Τουρκία αποκαλεί την Κυπριακή Δημοκρατία ως εκλιπούσα (defunct state).

Επιπρόσθετα, προβαίνω σε μια αξιολόγηση της σημασίας της Ρεαλπολιτίκ και του Διεθνούς Δικαίου στις Διεθνείς Σχέσεις. Με το ίδιο σκεπτικό τονίζω δεν μπορεί να αγνοηθεί η Γεωγραφία και η Ιστορία. Υπογραμμίζω επίσης ότι όλα τα σχέδια λύσης μετά το 1974 αντικατόπτριζαν το ανισοζύγιο δυνάμεων. Αυτά τα δεδομένα πρέπει να κατανοηθούν επαρκώς από το πολιτικό σύστημα καθώς και από τους πολίτες.

Επιπρόσθετα, αξιολογώ τον ρόλο των Εγγυητριών Χωρών, των Μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ καθώς και άλλων Δυνάμεων στις εξελίξεις του Κυπριακού. Τολμώ να πω ότι το τι έλαβε χώρα στην Κύπρο ήταν περισσότερο αποτέλεσμα εξωγενών παραγόντων παρά ενδογενών. Η διαπίστωση αυτή δεν απαλλάσσει οποιουσδήποτε Κυπρίους από τις δικές τους ευθύνες.

Διερωτούμαι επίσης κατά πόσον αφ’ ενός η πορεία της Κύπρου θα μπορούσε να ήταν διαφορετική και αφ’ ετέρου ποιό θα είναι το μέλλον της χώρας μας και του Κυπριακού Ελληνισμού.

Πως προέκυψε η ανάγκη να καταθέσετε θέσεις και εισηγήσεις σε ένα πεδίο που φαίνεται τελματωμένο εδώ και καιρό;

-Κατ’ επανάληψιν  έχω σημειώσει ότι η πολιτική που έχει ακολουθηθεί εδώ και χρόνια δεν έχει οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα το διαπραγματευτικό κεκτημένο προσέγγισε επικίνδυνα τις θέσεις της τουρκικής πλευράς. Είναι ο τουρκικός μαξιμαλισμός που απέτρεψε μια διευθέτηση του Κυπριακού μετά το 1974 και όχι ο μακροχρόνιος αγώνας που στην πραγματικότητα δεν διεξήχθη ποτέ. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλατα δεδομένα κατέληξα στο συμπέρασμα εδώ και αρκετά χρόνια ότι η πολιτική της πλευράς μας θα πρέπει να διαφοροποιηθεί.   Οι εισηγήσεις μου εμπεριέχουν τρεις πυλώνες:

α) Πρώτο, κατάθεση κατευθυντήριων γραμμών για τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος του 1960 με στόχο ένα κανονικό ομοσπονδιακό κράτος

β) Δεύτερο, κατάθεση Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και άλλων μορφών συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων μερών, και

γ) Τρίτον, υιοθέτηση μιας εξελικτικής πορείας επίλυσης του Κυπριακού.

Θεωρώ τη φιλοσοφία αυτή ως στρατηγικό μονόδρομο. Όχι επειδή θα ανταποκριθεί η Τουρκία άμεσα. Πάνω απ’ όλα είναι σημαντικό να πιστέψει η διεθνής κοινότητα ότι ξέρουμε όχι μόνο τι δεν θέλουμε αλλά και τι θέλουμε. Επιπρόσθετα,προσδιορίζεταιο ελάχιστος στόχος – η μη επιδείνωση του status quo – και ο μέγιστος στόχος – η ολοκλήρωση της κυπριακής ανεξαρτησίας. Με αυτή την προσέγγιση θεωρώ ότι είναι δυνατό να υπάρξει κινητοποίηση καθώς και βήματα προόδου.

Επιπρόσθετα, θεώρησα χρήσιμο να καλύψω ένα κενό στην αγγλική βιβλιογραφία. Στα πλαίσια αυτά ήθελα να τοποθετηθώ έναντι πολλών διαστρεβλώσεων που αδικούν την ελληνική πλευρά. Γι’ αυτούς τους λόγους είναι σημαντικό να υπάρχει αυτό το βιβλίο σε κάθε βιβλιοθήκη εντός και εκτός Κύπρου.

Σε προσωπικό επίπεδο θα έχω συναντήσεις με διπλωμάτες καθώς και συναδέλφους μου από δεξαμενές σκέψεις του εξωτερικού για να προωθήσω το συγκεκριμένο αφήγημα και τις εισηγήσεις που καταθέτω.Δράττομαι της ευκαιρίας αυτής να σημειώσω ότι στις 30-31 Οκτωβρίου θα συνδιοργανώσουμε και θα φιλοξενήσουμε ένα Πανευρωπαϊκό Συνέδριο στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Είμαι πεπεισμένος ότι θα είναι πολύ χρήσιμο. Επί τούτου, θα επανέλθω.

Αλήθεια ακούν οι πολιτικοί ή/και διαβάζουν τους επιστήμονες είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν με τις απόψεις τους όταν οι δεξαμενές σκέψης είναι υποτιμημένες στον τόπο μας;

-Είναι βαρύ το κόστος της μη επιστράτευσης της εξειδικευμένης γνώσης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων καθώς και της υποτίμησης του ρόλου των δεξαμενών σκέψης. Αυτό που συμβαίνει στην Κύπρο είναι πραγματικά αδιανόητο. Η υποτίμηση των δεξαμενών σκέψης στη χώρα μας δεν είναι ανεξάρτητη από την κρίση του πολιτικού συστήματος.

Η ελληνοκυπριακή πλευρά απεδέχθη την ομοσπονδία υπό το βάρος των περιστάσεων. Δεν υπήρχε επαρκής γνώση του αντικειμένου και το τι συνεπαγόταν. Είναι όμως αδιανόητο 51 χρόνια μετά την εισβολή να μην υπάρχει συστηματική μελέτη ζητημάτων διακυβέρνησης διεθνικών και πολυεθνικών κρατών. Ένα από τα ερωτήματα που τίθενται είναι τι είδους ομοσπονδιακό πολίτευμα μπορεί να είναι λειτουργικό στην Κύπρο. Αυτό είναι ένα από τα ερωτήματα που απαντώ στο βιβλίο αυτό.

Η Κύπρος επίσης έχει πενιχρή παρουσία στη διεθνή αγορά προβολής και ανταλλαγής ιδεών. Και αυτό είναι απαράδεκτο και ζημιογόνο. Πρέπει να διατεθούν οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι για ενίσχυση της προσπάθειας αυτής. Δυστυχώς δεν δίνεται η πρέπουσα σημασία στον τομέα αυτό. Οι οποιεσδήποτε συνεργασίες που είχαμε και έχουμε ήταν σε ad hoc basis (κατά περίπτωση) και αποτέλεσμα ενεργειών εξαίρετων δημοσίων  προσώπων ή και λειτουργών. Το ζητούμενο είναι η θεσμοθετημένη συνεργασία.

Ως πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καταβάλλω κάθε προσπάθεια για τη συνέχιση και την αναβάθμιση του έργου αυτού, το οποίο θεωρώ απαραίτητο. Η Κύπρος σήμερα έχει πρωτογενή πλεονάσματα ενώ παράλληλα πληρώνει σε πρόστιμα εκατομμύρια ευρώγια ρύπους στην ΕΕ. Όμως δεν υπάρχει καμία επένδυση στον τομέα των δεξαμενών σκέψης. Προφανώς στο πεδίο αυτό η Κύπρος υστερεί απελπιστικά. Αυτή η αντίφαση φανερώνει μια ανησυχητική έλλειψη στρατηγικών προτεραιοτήτων: το κράτος δαπανά σημαντικούς πόρους σε κυρώσεις που θα μπορούσαν να αποφευχθούν, ενώ αδυνατεί να επενδύσει σε φορείς που έχουν τη δυνατότητα να ενισχύσουν σημαντικά την παρουσία και τις θέσεις του σε σημαντικά κέντρα αποφάσεων καθώς και στη διεθνή αγορά προβολής και ανταλλαγής ιδεών. Επαναλαμβάνω ότι στο κρίσιμο αυτό πεδίο, η Κύπρος υστερεί δραματικά.

Στο βιβλίο σας τονίζεται την  ανάγκη αναγνώρισης του τιμήματος του λαϊκισμού και της έλλειψης πραγματισμού. Σε μια εποχή που ο λαϊκισμός βρίσκεται στο απόγειο του ανά το παγκόσμιο είναι εφικτή η προτροπή σας;

-Ο λαϊκισμός και η έλλειψη πραγματισμού πριν από το 1974 συνέβαλαν σε πολύ αρνητικές εξελίξεις με οδυνηρά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, εάν είχε κατανοηθεί ότι η ένωση ήταν ανέφικτη και υπό τα δεδομένα το ενιαίο κράτος έπρεπε να ήταν ο μέγιστος στόχος ενδεχομένως οι εξελίξεις θα ήταν διαφορετικές.

Μετά το 1974 δεν τίθεται πλέον θέμα ενιαίου κράτους. Άλλωστε το Σύνταγμα του 1960 το οποίο ήταν βασισμένο στο μοντέλο της Συναινετικής Δημοκρατίας ήταν μια μορφή διοικητικής ομοσπονδίας. Η Τουρκία ενδεχομένως θα θέσει θέμα ενιαίου κράτους εάν σε κάποιο χρονικό σημείο τα δημογραφικά δεδομένα θα είναι ευνοϊκά για αυτήν.

Υπάρχουν επίσης σήμερα υπερβολές σε διάφορα επίπεδα. Αφ’ ενός ακούγοντας κάποια συνθήματα είναι ως εάν η Κύπρος διαθέτει 300 πολεμικά αεροσκάφη, 300 άρματα μάχης, 30.000 drones και 300.000 στρατό. Αφ’ ετέρου τα συνθήματα υπέρ της οποιασδήποτε λύσης αγνοούν τις πραγματικότητες και στηρίζονται σε ψευδαισθήσεις και λανθασμένες υποθέσεις εργασίας. Οι υπερβολές σε όλα τα επίπεδα δεν εξυπηρετούν τους στόχους μας.

Εξ ορισμού λοιπόν καταβάλλω κάθε προσπάθεια για να προωθήσω μια φιλοσοφία πατριωτικού πραγματισμού καθώς και επιστράτευση της επιστημονικής προσέγγισης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Προφανώς το έργο που επιτελείται δεν περιορίζεται στον ακαδημαϊκό τομέα. Με ενδιαφέρει η παρέμβαση εντός και εκτός της χώρας για την προώθηση συγκεκριμένων στόχων. Αντιλαμβάνομαι τις δυσκολίες, αλλά θεωρώ υποχρέωσή μου να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό και να συμβάλω σε ένα αναβαθμισμένο πολιτικό λόγο καθώς και σε μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την εξυπηρέτηση των επιδιώξεων αυτών. Επιπρόσθετα, θέλω να συμβάλω στην πλήρη επανάκτηση της ηθικής υπεροχής της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Exit mobile version