Μηνύματα σε ότι αφορά το Κυπριακό αλλά και τις σχέσεις Κύπρου –Γερμανίας στέλνει η πρέσβειρα της Γερμανίας στη Λευκωσία Anke Schlimm με την ολοκλήρωση της θητείας της στη Λευκωσία. Η Γερμανίδα διπλωμάτης τονίζει την ανάγκη όπως αξιοποιηθεί το διεθνές ενδιαφέρον για την εξεύρεση μόνιμης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό. Και τονίζει την ανάγκη για ενίσχυση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
-Σε μια περιοχή όπως η Μέση Ανατολή, όπου υπάρχουν συνεχείς συγκρούσεις, ποιος είναι ο ρόλος της Γερμανίας και πώς μπορεί να συμβάλει στην επίλυση των συγκρούσεων;
-Η Μέση Ανατολή επηρεάζει άμεσα το έργο μας στη Λευκωσία , γεωγραφικά λόγω της γειτνίασης της Κύπρου με περιοχές που μαστίζονται από κρίσεις, πολιτικά λόγω του ρόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως σημαντικού παράγοντα και ως φορέα παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, και πρακτικά λόγω της προξενικής πρόνοιας που παρέχουμε στους υπηκόους μας σε μια ασταθή γειτονιά.
Η γραμμή μας είναι σαφής. Συμπορευόμαστε με το Ισραήλ ως προς το νόμιμο δικαίωμά του για ασφάλεια και αυτοάμυνα έναντι τρομοκρατικών επιθέσεων. Η αυτοάμυνα αυτή πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του ανθρωπιστικού διεθνούς δικαίου. Για τη Γάζα ζητούμε άμεση κατάπαυση του πυρός και την απελευθέρωση όλων των ομήρων. Επιμένουμε με έμφαση ότι η ανθρωπιστική βοήθεια πρέπει να φτάσει γρήγορα, με ασφάλεια και σε επαρκή ποσότητα στους ανθρώπους στη Γάζα και να ανακουφιστεί ο πόνος των ανθρώπων εκεί με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις ανθρωπιστικές αρχές. Οι εξελίξεις στη Δυτική Όχθη είναι ανησυχητικές. Μια διαπραγματευμένη λύση δύο κρατών παραμένει η μόνη λύση που θα επιτρέψει στους Παλαιστινίους και στους Ισραηλινούς να ζήσουν με ειρήνη, ασφάλεια και αξιοπρέπεια. Η Γερμανία εξακολουθεί να στέκεται στο πλευρό όλων όσων αγωνίζονται για την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή. Αυτή η προσέγγιση της γερμανικής κυβέρνησης επιβεβαιώθηκε πρόσφατα και από τον υπουργό Εξωτερικών Johann Wadephul προς τον Κύπριο ομόλογό του Κωνσταντίνο Κομπόη.
Η Κύπρος, ως κράτος μέλος της ΕΕ με τη μεγαλύτερη γεωγραφική εγγύτητα με τη Μέση Ανατολή, αποτελεί φυσική γέφυρα από πολιτική άποψη: Επιχειρήσεις εκκένωσης και διαμετακόμισης, συντονισμός ευρωπαϊκών και διεθνών αποστολών βοήθειας, διατήρηση διπλωματικών επαφών σε μια εξαιρετικά δυναμική κατάσταση – όλα αυτά τα έχουμε δοκιμάσει επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια μαζί με τους Κύπριους εταίρους μας. Για παράδειγμα κατά τον σχεδιασμό εκκενώσεων από την περιοχή μετά τις επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, με πτήσεις προς υποστήριξη των υπηκόων μας που επιθυμούσαν να εγκαταλείψουν το Ισραήλ και κατά τη διάρκεια της κλιμάκωσης στην περιοχή, μετά την ανταλλαγή πυραύλων μεταξύ Ισραήλ και Ιράν. Η συνεργασία μεταξύ Γερμανίας και Κύπρου σε αυτό το εξειδικευμένο πεδίο εργασίας ανέδειξε το υψηλό επίπεδο αμοιβαίας εμπιστοσύνης, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης.
–Πώς αξιολογείτε, στο τέλος της θητείας σας στην Κύπρο, την πολιτική κατάσταση που επικρατεί σήμερα στο νησί σε σύγκριση με την άφιξή σας; Η κατάσταση έχει βελτιωθεί ή έχει επιδεινωθεί;
-Μετά από τέσσερα πολύ έντονα χρόνια, αποχωρώ από την Κύπρο με ανάμεικτα συναισθήματα. Η δομική διαίρεση του νησιού συνεχίζεται και δεν διαφαίνεται ακόμη καμία άμεση συνολική λύση. Ταυτόχρονα, τους τελευταίους μήνες έχει διαμορφωθεί μια επιφυλακτική, αλλά πραγματική προσέγγιση για νέες συνομιλίες, – όχι λιγότερο μέσω της αναθεωρημένης δέσμευσης του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Antonio Guterres, και της Προσωπικής Αντιπροσώπου του, της κυρίας Maria Angela Holguin Cuellar, η οποία επέστρεψε πρόσφατα στο νησί μετά από την ανεπίσημη συνάντηση στη Γενεύη τον Μάρτιο του 2025, για να διερευνήσει το έδαφος για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Αυτή τη διεθνή προσοχή θα πρέπει να αξιοποιήσουν και οι δύο πλευρές.
Ταυτόχρονα, διαπιστώνω πόσο βαθιά είναι η απογοήτευση μετά την αποτυχία του Crans Montana και πώς έχουν εδραιωθεί συγκεκριμένα αφηγήματα για εναλλακτικές λύσεις σε ότι υποστηρίζονται διεθνώς εδώ και δεκαετίες για μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με διατήρηση της κυριαρχίας και της διεθνούς νομικής προσωπικότητας της Κύπρου. Για τη Γερμανία και την ΕΕ, αυτοί οι παράμετροι των ΗΕ παραμένουν το πλαίσιο αναφοράς. Οποιαδήποτε στροφή σε ένα μοντέλο δύο κρατών θα δημιουργούσε νέα προβλήματα, περιπλέκοντας περαιτέρω μια ήδη εύθραυστη κατάσταση. Αυτή η θέση υπογραμμίστηκε και από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο Steinmeier κατά την επίσκεψή του στην Κύπρο τον Φεβρουάριο του 2024.
Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να ενισχυθούν τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Για τον λόγο αυτό υποστηρίζουμε δικοινοτικές εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες όπως το πρόγραμμα «IMAGINE», το οποίο φέρνει σε επαφή μαθητές και μαθήτριες και τους εκπαιδευτικούς τους από τις δύο κοινότητες και έχει επανειλημμένα αναγνωριστεί σε εκθέσεις του ΗΕ ως θετικό παράδειγμα. Η Γερμανία υποστηρίζει πολιτικά και οικονομικά αυτό το πρόγραμμα εδώ και χρόνια. Επίσης ενισχύουμε εδώ και χρόνια το έργο της δικοινοτικής Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους στην Κύπρο (ΔΕΑ/CMP), της οποίας η ανθρωπιστική σημασία είναι ανεκτίμητη. Τον Οκτώβριο του 2024, καταθέσαμε εκ νέου σημαντική οικονομική συνεισφορά για να καταστεί δυνατή η εκταφή, η ταυτοποίηση και η επιστροφή των λειψάνων στις οικογένειες – μια διαδικασία που συμβάλλει βαθιά στη συμφιλίωση. Προσωπικά, έχω προσκαλέσει επανειλημμένα Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους επιχειρηματίες σε συναντήσεις και ανταλλαγές απόψεων, με στόχο την ενίσχυση της αμοιβαίας κατανόησης και εμπιστοσύνης στον οικονομικό τομέα.
-Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι έχουν γίνει πολλά για να έρθουν πιο κοντά οι δύο κοινότητες. Έχει επιτευχθεί όμως η οικοδόμηση εμπιστοσύνης;
-Η εμπιστοσύνη σε μακροχρόνιες συγκρούσεις σπάνια αναπτύσσεται με θεαματικό τρόπο. Αναπτύσσεται μέσα από μικρές, επαναλαμβανόμενες συναντήσεις και από την εμπειρία ότι οι υποσχέσεις τηρούνται. Προγράμματα όπως το «IMAGINE», κοινά έργα πολιτιστικής κληρονομιάς, το έργο της CMP ή ακόμη και η τεχνική ανταλλαγή σε θέματα ενέργειας, προστασίας του κλίματος και δημόσιας υγείας δημιουργούν τέτοιους χώρους εμπειριών πέρα από τη διαχωριστική γραμμή. Όπου είναι δυνατή η συνεύρεση, αναπτύσσεται η βάση για την εμπιστοσύνη – ειδικά μεταξύ των νέων, των εκπαιδευτικών και των τοπικών φορέων.
Ωστόσο, η εμπιστοσύνη παραμένει εύθραυστη. Σε κοινωνικές έρευνες διαβάζω και ακούω ότι η πλειοψηφία υποστηρίζει κατ’ αρχήν την ευημερούσα συνύπαρξη σε μια επανενωμένη Κύπρο, αλλά ταυτόχρονα εκφράζει ανησυχίες για την ασφάλεια, τα ζητήματα ιδιοκτησίας και την πολιτική συμμετοχή – παράγοντες που περιορίζουν την εμπιστοσύνη, αν δεν αντιμετωπιστούν σοβαρά και με προθυμία για συμβιβασμό.
Από γερμανική σκοπιά, η μακροπρόθεσμη δέσμευση αξίζει τον κόπο: κάθε αγνοούμενος που εντοπίζεται, κάθε υποδομή που αποκαθίσταται από κοινού, κάθε νέα τάξη που υποδέχεται μαθητές και μαθήτριες και από τις δύο πλευρές, αποτελεί μια πράξη εμπιστοσύνης για μια μελλοντική πολιτική συμφωνία.
–Πιστεύετε ότι πρέπει να ληφθούν τολμηρά μέτρα, όχι από τον λαό, αλλά από την ηγεσία; Δεν πρέπει να μείνουμε μόνο στις συναντήσεις στη Γενεύη και τη Νέα Υόρκη.
-Έχετε απόλυτο δίκιο. Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο: η πολιτική βούληση και από τις δύο πλευρές παραμένει απαραίτητη. Ο ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών, με το διορισμό των προσωπικών του απεσταλμένων, κατέστησε σαφές ότι πρέπει να αξιοποιηθεί το χρονικό περιθώριο για νέα κινητικότητα. Η κ. Holguin συνεργάζεται με τις δύο ηγεσίες για να καταστήσει λειτουργικό ένα σύνολο συγκεκριμένων μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως πρόσθετες διανοίξεις οδοφραγμάτων στην νεκρή ζώνη, κοινά έργα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αποναρκοθέτηση. Τέτοια έργα μπορούν να διευρύνουν τον πολιτικό χώρο για ουσιαστικές συνομιλίες, δείχνοντας ότι η συνεργασία αποφέρει συγκεκριμένα οφέλη και για τις δύο κοινότητες. Στις συνομιλίες μας με την πολιτική ηγεσία όλων των εμπλεκόμενων παραγόντων – της Κυπριακής Δημοκρατίας, της τουρκοκυπριακής πλευράς, των εγγυητριών δυνάμεων, των θεσμικών οργάνων της ΕΕ – προωθούμε τον πραγματισμό και την προθυμία για συμβιβασμό. Οι ακραίες θέσεις – είτε συνεπάγονται μόνιμη διαίρεση είτε αναγνώριση δύο κρατών – μας απομακρύνουν από το πλαίσιο των ΗΕ και δυσχεραίνουν την αντιμετώπιση του κυπριακού ζητήματος από την ΕΕ. Η εκτίμηση αυτή είναι επίσης σημαντική για την περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας.
-Θα ήθελα να επανέλθω στο παράδειγμα της Γερμανίας και να ρωτήσω τι μπορεί να μάθει η Κύπρος από αυτό.
-Ως Γερμανίδα που βίωσα την επανένωση της χώρας μου, το θέμα αυτό με συγκινεί ιδιαίτερα. Βεβαίως, το ιστορικό πλαίσιο είναι διαφορετικό: στη Γερμανία συνυπήρχαν δύο κράτη του ίδιου λαού, με κοινή γλώσσα και σε μεγάλο βαθμό κοινή ιστορική αφήγηση. Στην Κύπρο, δύο κοινότητες με διαφορετικές γλωσσικές, πολιτισμικές αναφορές και διαφορετικό αίσθημα ασφάλειας, καθώς και μια πολύπλοκη αρχιτεκτονική εγγυητικών δυνάμεων, έρχονται σε επαφή. Οπότε ο συγκριτικός παράγοντας υστερεί, ωστόσο οι εμπειρίες μπορούν να μεταφερθούν: η συμφιλίωση και η ενσωμάτωση είναι μακρόπνοο εγχείρημα. Οι διαφορετικές οικονομικές συνθήκες εξακολουθούν να είναι αισθητές για μεγάλο χρονικό διάστημα, η εξομάλυνση απαιτεί πολιτική υπομονή, αξιόπιστους μηχανισμούς αλλαγής, αμοιβαίο σεβασμό και αναγνώριση των διαφορετικών ταυτοτήτων εντός ενός κοινού συνταγματικού πλαισίου. Το μάθημα που μας διδάσκει η γερμανική ενοποίηση – ότι η δουλειά αρχίζει μετά την ημέρα Χ – είναι καθολικό.

–Όταν μιλάτε με Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, τι αισθάνεστε; Αισθάνονται Κύπριοι, Έλληνες, Τούρκοι ή κάτι ενδιάμεσο;
-Κατά τη διάρκεια της θητείας μου, μίλησα με πολλούς ανθρώπους σε όλα τα μέρη του νησιού, σε πόλεις, χωριά και αγροτικές περιοχές – μαθητές, επιχειρηματίες, βετεράνους, μη κυβερνητικές οργανώσεις, θρησκευτικούς φορείς. Οι απαντήσεις στο ερώτημα της ταυτότητας ήταν διαφορετικές, συχνά αναφέρονταν ταυτόχρονα πολλαπλές ταυτότητες: κυπριακή, ελληνική, τουρκική, ευρωπαϊκή. Οι νεότεροι αναφέρονται συχνότερα στην ευρωπαϊκή τους ταυτότητα και στις καθημερινές επαφές τους πέρα από τη διαχωριστική γραμμή – ψηφιακά, στις σπουδές, στην εργασία. Οι ηλικιωμένοι συνομιλητές θυμούνται τις εποχές της στενότερης συνύπαρξης πριν από το 1974 και την κοινή διάλεκτο. Οι εμπειρικές έρευνες των τελευταίων μηνών δείχνουν μια συνεχιζόμενη ανάγκη για ειρηνική συνύπαρξη, αλλά ταυτόχρονα και ανησυχίες για την ασφάλεια, την ιδιοκτησία και την πολιτική συμμετοχή.
Αυτό που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα είναι η προθυμία πολλών Κυπρίων να αναζητήσουν πρακτικές συνεργασίες όπου η πολιτική εξακολουθεί να ψάχνει – για παράδειγμα στην κοινωνία των πολιτών, σε εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες ή στην κοινή προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτές οι καθημερινές συνεργασίες δίνουν περιεχόμενο στην αφηρημένη έννοια της εμπιστοσύνης. Προγράμματα όπως το «IMAGINE» ή το έργο της CMP ενσαρκώνουν αυτό το αίσθημα κοινής ευθύνης και, ως εκ τούτου, αξίζουν τη συνεχή υποστήριξή μας.
-Ποιο είναι το μήνυμά σας;
-Όλοι όσοι ζουν σε αυτό το νησί, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, άνθρωποι με ρίζες από αλλού που ζουν και εργάζονται εδώ, καθώς και οι πολιτικοί αξιωματούχοι θα πρέπει να διατηρήσουν τους διαύλους επικοινωνίας, να καλλιεργήσουν την προθυμία να ακούνε και να υποστηρίξουν πρωτοβουλίες που καθιστούν δυνατή την πρακτική συνεργασία. Οι πολιτικές λύσεις ωριμάζουν καλύτερα όπου υπάρχουν ήδη δίκτυα αμοιβαίας αξιοπιστίας. Τους επόμενους μήνες και ενόψει της Προεδρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Συμβούλιο της ΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 2026, ανοίγεται ένα σημαντικό παράθυρο για την ενίσχυση αυτών των δικτύων – τόσο σε διμερές επίπεδο μεταξύ Γερμανίας και Κύπρου όσο και σε ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Η Γερμανία είναι έτοιμη να εμβαθύνει περαιτέρω τη συνεργασία της με την Κύπρο στους τομείς της ασφάλειας και της άμυνας, της μετανάστευσης, της συνεργασίας σε περιπτώσεις κρίσεων, του ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς και στον τομέα του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Η στρατηγική θέση της Κύπρου, ως ανατολικότερου κράτους μέλους της ΕΕ και γέφυρας προς τη Μέση Ανατολή, μας καθιστά φυσικούς εταίρους.
Τέλος θα ήθελα να πω, πως πέρασα πολύ καλά στην Κύπρο και θα παραμείνω συνδεδεμένη με αυτό το νησί και τους κατοίκους του, τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους, και είμαι βέβαιη ότι οι προσπάθειες, ο ρεαλισμός και η ευρωπαϊκή ταυτότητα της Κύπρου θα ανοίξουν το δρόμο για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση. Η Γερμανία θα συνεχίσει να είναι ένας αξιόπιστος εταίρος σε αυτή την προσπάθεια.