Αν υπάρχει ένα σταθερό δεδομένο στο ρευστό πολιτικό σκηνικό, αυτό είναι η δυναμική που έχει αναπτύξει το ΕΛΑΜ στην κυπριακή κοινωνία – κάτι που αποτυπώνεται πλέον και στις μετρήσεις κοινής γνώμης. Η διαρκής άνοδος των ποσοστών του ωθεί από τη μια την κυπριακή ακροδεξιά σε τροχιά εξουσίας και από την άλλη προκαλεί περαιτέρω αποδυνάμωση της παραδοσιακής Δεξιάς και Κεντροδεξιάς.
Το συνέδριο του ΕΛΑΜ την περασμένη Παρασκευή και η ομιλία του προέδρου του κόμματος αποτελούν ενδεικτικά παραδείγματα της νέας πολιτικής πραγματικότητας. Όπως ανέφερε ο Χρίστος Χρίστου, το 2026 δεν θα είναι απλώς μια ακόμη εκλογική αναμέτρηση, αλλά μια χρονιά-ορόσημο για την καθιέρωση του ΕΛΑΜ ως «κυρίαρχης πατριωτικής δύναμης», όπως χαρακτηριστικά είπε.
«Μιας δύναμης που μπορεί να εφαρμόσει πολιτικές, να ανατρέψει τα δεδομένα και να οδηγηθεί στην εξουσία. Είμαι απόλυτα βέβαιος πως με τη δική σας στήριξη μπορούμε να το πετύχουμε», δήλωσε.
Ο στόχος της εξουσίας τίθεται πλέον ανοιχτά, ως φυσική εξέλιξη της δυναμικής που καταγράφει το κόμμα. Ο ίδιος ο Χρίστου υπενθύμισε ότι στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση το ΕΛΑΜ συγκέντρωσε μόλις 663 ψήφους, ενώ το 2024 ξεπέρασε τις 41.000. Πρόσθεσε ότι σήμερα το κόμμα διαθέτει, όπως είπε, «την ωριμότητα και την εμπειρία» για να περάσει στο επόμενο στάδιο.
Ακόμη πιο αποκαλυπτικές της πορείας αυτής είναι οι καταστατικές αλλαγές που ενέκρινε το συνέδριο, οι οποίες πέρασαν σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητες, αλλά αποσκοπούν σε μια στρατηγική αποστασιοποίηση από το παρελθόν. Οι αλλαγές αυτές απαντούν –με το δικό τους αφήγημα– στις κατηγορίες περί φασιστικής ή ναζιστικής ιδεολογίας, ενώ επιχειρείται σαφής διαχωρισμός από τη Χρυσή Αυγή.
Παράλληλα, υπερτονίζονται θέσεις σε ζητήματα όπως η μετανάστευση και η «Woke ατζέντα», που αποσκοπούν στη διατήρηση της πολιτικής ταυτότητας του κόμματος. Οι ελιγμοί αυτοί δείχνουν μια στοχευμένη στροφή από την ηγεσία του ΕΛΑΜ, που φαίνεται να διαπιστώνει την αδυναμία κυρίως του ΔΗΣΥ –και σε μικρότερο βαθμό του ΔΗΚΟ– να απαντήσουν πολιτικά στη δυναμική του.
Μία από τις βασικές αλλαγές αφορά την προσθήκη στο άρθρο 2 του καταστατικού, με τις εξής διατάξεις:
>> Καταδικάζει απερίφραστα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του φασισμού, του ναζισμού και του κομμουνισμού.
>> Επιδιώκει την αποτροπή της δημογραφικής αλλοίωσης του Κυπριακού Ελληνισμού.
>> Επιδιώκει τη διατήρηση της Ορθοδοξίας και του θεσμού της οικογένειας.
Οι λόγοι που ωθούν το ΕΛΑΜ σε πορεία ενίσχυσης είναι πολλοί και δεν περιορίζονται μόνο σε πολιτικά χαρακτηριστικά. Η τρέχουσα δυναμική του κόμματος, ωστόσο, εδράζεται σε δύο βασικούς παράγοντες:
Πρώτον: Το ρήγμα που κυριαρχεί στον χώρο της ευρύτερης Δεξιάς μετά τις προεδρικές εκλογές. Οι πληγές παραμένουν ανοικτές και όσο μεγαλώνει η απόσταση μεταξύ Πινδάρου και Χριστοδουλίδη, τόσο διευρύνεται το πεδίο στο οποίο το ΕΛΑΜ βρίσκει χώρο να ενισχύεται.
Δεύτερον: Η αδυναμία της Πινδάρου να διαχειριστεί την κατάσταση. Η ηγεσία του ΔΗΣΥ εμφανίζεται αδύναμη να εμπνεύσει πολιτικά, ενώ κατηγορείται ότι έχει απωλέσει την πολιτική αίγλη που είχε ιστορικά ως φιλελεύθερη δύναμη με πολιτική στιβαρότητα. Η πολιτική παραδοξότητα του να είναι στην αντιπολίτευση απέναντι σε μια κυβέρνηση που εφαρμόζει πολιτικές του ίδιου ιδεολογικού χώρου, ενισχύει τη σύγχυση στους ψηφοφόρους. Διότι, πέρα από τη διαχείριση ίσως κάποιων πολιτικών αποφάσεων, ιδεολογικά οι δύο πλευρές δεν έχουν ουσιώδεις διαφορές και η κρίση στο χώρο ήταν κυρίως προσωπική.
Από την εξίσωση δεν απουσιάζει και η αποτυχία των κομμάτων του λεγόμενου ενδιάμεσου χώρου – κυρίως του ΔΗΚΟ και της ΔΗΠΑ – να αποτελέσουν αξιόπιστη εναλλακτική για τους δεξιούς ψηφοφόρους που απομακρύνονται από τον ΔΗΣΥ.
Με αυτά τα δεδομένα ως βάση προβληματισμού, καλούνται τόσο ο Νίκος Χριστοδουλίδης όσο και η Αννίτα Δημητρίου, μαζί με τους πολιτικούς τους κύκλους, να επανεξετάσουν τη στρατηγική και την πορεία τους στο μεταβαλλόμενο πολιτικό σκηνικό, προκειμένου να μην μείνουν και οι δύο είτε θεατές της νέας κατάστασης πραγμάτων, είτε συνένοχοι για το τέλος μιας ιστορικής παράταξης.