Έντονος παραμένει ο πολιτικός απόηχος των όσων ανέφερε ο τέως Γενικός Ελεγκτής, Οδυσσέας Μιχαηλίδης, σχετικά με στενό συνεργάτη του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος –κατά τους ισχυρισμούς του– γνώριζε ήδη από τον περασμένο Ιούλιο ότι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την παύση του θα ήταν ομόφωνη και εις βάρος του.
Ο ίδιος επανήλθε πρόσφατα στις αναφορές του, επιμένοντας στις καταγγελίες, παρόλο που, όπως διαπιστώθηκε, δεν έδωσε επιπρόσθετες λεπτομέρειες κατά την κατάθεσή του στην Αστυνομία.
Την ίδια ώρα, οι δημόσιες τοποθετήσεις και κινήσεις του Οδυσσέα Μιχαηλίδη έχουν προκαλέσει αντιδράσεις και επικρίσεις, σχετικά με τον τρόπο που δραστηριοποιείται πλέον ως πολιτικός. Ιδιαίτερα αιχμηρές ήταν οι τοποθετήσεις της Κυβέρνησης και του ΔΗΚΟ, ενώ χθες τοποθετήθηκε και η Δημοκρατική Παράταξη. Ο ΔΗΣΥ δεν έχει τοποθετηθεί μέχρι στιγμής, γεγονός που σχολιάστηκε πολιτικά, ενώ αποστάσεις τηρεί προς το παρόν και το ΑΚΕΛ, καθώς και τα υπόλοιπα κόμματα, από την αντιπαράθεση μεταξύ Μιχαηλίδη, Κυβέρνησης και συμπολιτευόμενων κομμάτων.
Η τοποθέτηση του νέου πολιτικού κινήματος «ΑΛΜΑ», που ίδρυσε ο τέως Γενικός Ελεγκτής, στον χώρο του ριζοσπαστικού κέντρου, τον φέρνει αυτόματα απέναντι από τις δυνάμεις του χώρου αυτού. Η αντίδραση του ΔΗΚΟ, το οποίο στο παρελθόν είχε στηρίξει τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη και είχε βασίσει σε μεγάλο βαθμό τη ρητορική του στις τότε τοποθετήσεις του ως Γενικού Ελεγκτή, είναι χαρακτηριστική. Ενδεικτικό παράδειγμα, η καταψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού από το ΔΗΚΟ, συνοδευόμενη από το σύνθημα «δώστε τους φακέλους στον Ελεγκτή», εννοώντας τους φακέλους των πολιτογραφήσεων.
Ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης επανήλθε χθες με νέα ανάρτηση, δηλώνοντας ότι πλέον, μετά την παύση του, αισθάνεται ελεύθερος να μιλήσει. Συγκεκριμένα, στην ανάρτησή του ανέφερε:
«Επανέλαβα χθες ενυπογράφως σε αστυνομικούς που με επισκέφθηκαν όσα δημόσια δήλωσα στην εκπομπή “Αιχμές”, προστατεύοντας την πηγή της πληροφόρησής μου, όπως ακριβώς έπραττα κατά τη δεκαετή μου θητεία ως Γενικός Ελεγκτής. Ανέφερα επίσης ότι, σε συνεννόηση με τον δικηγόρο μου, εξετάζω το ενδεχόμενο να ενημερώσω το ΕΔΑΔ για το θέμα, στο πλαίσιο της προσφυγής που έχω ήδη καταχωρίσει».
Προσθέτει επίσης: «Είναι ομολογουμένως εντυπωσιακή η ταχύτητα και η αποφασιστικότητα με την οποία η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και ο Γενικός Εισαγγελέας αντέδρασαν σε μία δημόσια αναφορά μου, που εκθέτει πολιτικά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Εύχομαι και ελπίζω ότι, από τούδε και στο εξής, θα επιδεικνύουν την ίδια αποφασιστικότητα και για τα πολύ σοβαρά ζητήματα διαφθοράς και διαπλοκής που ταλανίζουν τον τόπο μας».
Καταλήγει, τονίζοντας: «Η Κύπρος έχει ανάγκη από καθαρούς πολιτικούς, όχι από επικοινωνιακά τεχνάσματα και υποκριτικές συμπεριφορές».
Στο ζήτημα παρενέβη και ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Παράταξης, Μάριος Καρογιάν, ο οποίος με γραπτή δήλωσή του σημείωσε πώς με «με αφορμή τις πρόσφατες δημόσιες τοποθετήσεις και καταγγελίες, που αφήνουν αιχμές, υπονοούμενα και σκιές για διαπλοκή της Δικαστικής με την Εκτελεστική εξουσία, η ΔΗΠΑ με σαφήνεια και καθαρότητα δηλώνει ότι η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν προσφέρεται για ανέξοδο εντυπωσιασμό, ούτε μπορεί να μετατρέπεται σε παιχνίδι στα χέρια όσων επιδιώκουν την εργαλειοποίησή της, προωθώντας προσωπικά ή πολιτικά συμφέροντα και σκοπιμότητες» .
Συνεχίζοντας, υπογράμμισε: «Οι θεσμοί ούτε απειλούνται, ούτε εκβιάζονται. Κρίνονται αυστηρά, αλλά με θεσμικό τρόπο – με βάση το Σύνταγμα, τους νόμους και τη δημοκρατική διαδικασία. Όσοι επιλέγουν να ρίχνουν σκιές μέσα από τηλεοπτικά παράθυρα και πυροτεχνήματα εντυπώσεων, παίζουν με τη φωτιά. Και η ζημιά, δυστυχώς, δεν είναι προσωρινή ή επιδερμική. Πλήττει βαθιά την εμπιστοσύνη των πολιτών και οδηγεί τον τόπο σε αχαρτογράφητα νερά.»
Καταλήγοντας, ο κ. Καρογιάν ανέφερε: «Η ΔΗΠΑ κάνει το αυτονόητο. Βρίσκεται απέναντι σε κάθε προσπάθεια, από όπου και αν προέρχεται, υπονόμευσης των θεσμών του κράτους. Υπερασπιζόμαστε τη θεσμική αυτονομία της Δικαστικής Εξουσίας, τη λειτουργική της ανεξαρτησία και την αξιοπρέπεια των λειτουργών της. Καλούμε κάθε πολιτικό, κάθε θεσμικό φορέα και κάθε πολίτη με αίσθημα ευθύνης να σταθεί απέναντι στον λαϊκισμό, τη θεσμική εκτροπή και την επικίνδυνη συνωμοσιολογία, που στο βωμό υποτιθέμενων αρχών και αξιών, διαβρώνει καθημερινά τη Δημοκρατία και το κύρος των θεσμών της.»
Τέλος, επεσήμανε ότι «λόγω της σοβαρότητας των καταγγελιών, αλλά και για λόγους διαφάνειας, ελπίζουμε να κατατέθηκαν όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν και επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς, όπως διατυπώθηκαν. Σε αντίθετη περίπτωση, η μη τεκμηρίωση ή οποιαδήποτε γενικολογία ή υπεκφυγή θα συνιστά ανεπίτρεπτη στοχοποίηση προσώπων και θεσμών και, το χειρότερο, θα μπορεί να εκληφθεί ως συγκάλυψη. Για εμάς, ο αγώνας κατά της διαφθοράς και η προστασία του δημοσίου συμφέροντος δεν προωθούνται με διαβολές, κουτσομπολιά ή πυροτεχνήματα εντυπώσεων, αλλά με υπεύθυνη και συντεταγμένη προσπάθεια. Μόνο έτσι μπορούν να διορθωθούν τα κακώς κείμενα και να προχωρήσει ο τόπος μπροστά».