Δυο πόλεις, ένας τίτλος: Λάρνακα και Λεμεσός στην τελευταία στροφή, με ανοιχτά χαρτιά.
Λίγες μέρες πριν από την τελική κρίση για το χρίσμα της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2030 εκ μέρους της Κύπρου, οι ομάδες της Λάρνακας και της Λεμεσού ζουν μια περίοδο δημιουργικής αγωνίας. Μετά από σχεδόν τρία χρόνια προετοιμασίας και σκληρής δουλειάς, η διαδικασία ολοκληρώνεται στις 11 Δεκεμβρίου με την ανακοίνωση της απόφασης από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων. Με τους τελικούς φακέλους υποψηφιότητας να έχουν ήδη κατατεθεί, οι καλλιτεχνικές διευθύντριες Ελεάνα Αλεξάνδρου (Λεμεσός 2030) και Κέλλυ Διαπούλη (Λάρνακα 2030) μοιράζονται μαζί μας τις εμπειρίες, τις προκλήσεις, τις προσδοκίες και τις προβλέψεις τους για τις πόλεις που εκπροσωπούν. Παράλληλα, τονίζουν την ανάγκη να στηριχτεί και η πόλη που θα μείνει εκτός, ώστε όλη αυτή η δουλειά να μην πάει χαμένη. Οι δύο συνεντεύξεις δημοσιεύονται παράλληλα, σαν να συνομιλούν μεταξύ τους, αποτυπώνοντας την ενέργεια, τη δυναμική και την αφοσίωση που συνοδεύει τη διεκδίκηση αυτού του καθοριστικού τίτλου. Δίνουμε το βήμα στην Κέλλυ Διαπούλη:
–Ποια είναι η πιο ουσιαστική αλλαγή που μπορεί να αφήσει πίσω του το 2030; Στη Λάρνακα, η αλλαγή θα είναι πραγματικά καταλυτική. Ήδη μέσα στα τρία χρόνια της διεκδίκησης βλέπουμε μια πόλη που ανεβαίνει επίπεδο: ο ανεξάρτητος χώρος, που κάποτε ήταν στο περιθώριο, βρίσκεται πλέον στο προσκήνιο· οι δράσεις στον δημόσιο χώρο έχουν πολλαπλασιαστεί· έχει ενεργοποιηθεί νέο κοινό κι έχει αναπτυχθεί μια εντελώς διαφορετική πολιτιστική ενέργεια. Από ένα μοντέλο μνημειακής, θεσμικής κουλτούρας, η Λάρνακα μετατοπίζεται στην τέχνη της γειτονιάς και στις συμμετοχικές πρακτικές. Κι αν πάρουμε τον τίτλο, αυτή η μεταμόρφωση θα ενισχυθεί εντυπωσιακά. Ταυτόχρονα, οι διεθνείς συνεργασίες και η δικτύωση που χτίζονται ήδη αποτελούν ένα πολύτιμο κεφάλαιο που θα μείνει στην πόλη και μετά το 2030.
–Μπορεί ένας τέτοιος θεσμός να λειτουργήσει χωρίς ανταγωνισμό; Η αλήθεια είναι ότι ο ανταγωνισμός λειτουργεί σαν «θηλιά στον λαιμό», αλλά ταυτόχρονα είναι και απαραίτητος: χωρίς αυτόν υπάρχει ο κίνδυνος του εφησυχασμού. Από την άλλη, είναι σκληρό να πηγαίνει χαμένη η δουλειά των πόλεων που δεν παίρνουν τον τίτλο. Σπάνια βλέπουμε παραδείγματα που συνεχίζουν με την ίδια ορμή μετά. Χάνεται το μομέντουμ, υπάρχει απογοήτευση, ενώ λείπουν οι πόροι και οι μηχανισμοί που θα στήριζαν αυτή τη συνέχεια. Την περίοδο της υποψηφιότητας οι πόλεις υπερβαίνουν τον εαυτό τους· δουλεύουν με ρυθμούς που δεν είναι κανονικοί. Για να μπορέσει μια πόλη να συνεχίσει ακόμη κι αν δεν προκριθεί, χρειάζεται ξεκάθαρη υποστήριξη από την κεντρική κυβέρνηση.
–Πού υπολείπεται η Λάρνακα σε σχέσεις με τις άλλες πόλεις; Στο εξωτερικό αρκετοί δεν γνωρίζουν καν ότι η Λάρνακα είναι πόλη, τη συνδέουν μόνο με το αεροδρόμιο. Αυτό όμως αλλάζει. Η εικόνα της ενισχύεται ως πόλης με ουσιαστικό πολιτιστικό περιεχόμενο. Φυσικά, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί θεσμικά κέντρα όπως η Λευκωσία ή η Λεμεσός, όπου υπάρχουν εθνικοί φορείς, θέατρα και μουσεία. Είναι μια μικρή περιφερειακή πόλη κι αυτό θέτει περιορισμούς. Από την άλλη, η Λάρνακα έχει κάτι που πηγάζει από την ιστορία και τη φυσιογνωμία της: μια αίσθηση ανθρωπιάς και αλληλεγγύης. Γι’ αυτό και θέλουμε να αναδειχθεί σε σημείο αναφοράς για την κοινωνικά συμμετοχική τέχνη. Στο δικό μας μοντέλο ο καλλιτέχνης δεν δημιουργεί αποκομμένος, αλλά σε συνεργασία με κοινότητες και ομάδες. Το 80% του προγράμματος κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Υπάρχει μια παρανόηση ότι η κοινωνική τέχνη είναι «δευτερεύουσα». Εμείς, αντίθετα, θέλουμε σημαντικοί καλλιτέχνες να δουλέψουν μέσα στις γειτονιές, με τους ανθρώπους της πόλης.
–Σ’ αυτή τη φάση, τι είναι πιο δύσκολο να διαχειριστείς: την εσωτερική πίστη ή την εξωτερική πειθώ; Η εσωτερική πίστη είναι ισχυρή. Είμαι απόλυτα ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα του φακέλου κι αυτό δεν το λέω εύκολα, γιατί είμαι τελειομανής. Πιστεύω ότι έχουμε έναν φάκελο που μπορεί να κερδίσει τον τίτλο. Έχουμε επίσης μια πολύ καλή ομάδα, από τον πυρήνα του γραφείου μέχρι τη μεγαλύτερη κοινότητα γύρω μας. Το κλίμα είναι εξαιρετικό και ο κόσμος της Λάρνακας είναι ήδη πεπεισμένος για τη σημασία του τίτλου. Στην πραγματικότητα, δεν χρειάστηκε ποτέ πειθώ, ήταν σαν έτοιμος από καιρό. Αυτό που απομένει είναι να πείσουμε και την Επιτροπή. Προετοιμαζόμαστε συστηματικά για την επίσκεψη και την τελική παρουσίαση, με συγκρατημένη αισιοδοξία και δημιουργική αγωνία.
–Αν έπρεπε να περιγράψεις την πόλη με μία λέξη ή εικόνα που να συνοψίζει το πνεύμα της υποψηφιότητας, ποια θα ήταν; Κοινός τόπος. Αυτό είναι η Λάρνακα. Ένα κοινό έδαφος για συνάντηση, για επαφή, για ανταλλαγή απόψεων και σκέψεων. Το «Common Ground», το σύνθημά μας, αναφέρεται και σε διανοητικούς και ψηφιακούς τόπους, σε νοοτροπίες. Είναι δύσκολο να το οπτικοποιήσουμε, γιατί είναι μια ευρύτερη έννοια. Αυτό που αποτελεί όμως κεντρική αξία και χαρακτηριστικό είναι η ανθρωπιά.
-Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση; Όταν πρωτοήρθα ένιωσα ότι ο ανεξάρτητος χώρος δεν υπήρχε ή δεν ήταν ορατός. Η πρώτη εντύπωση ήταν ότι η πόλη δεν έχει τους ανθρώπινους πόρους να ανταπεξέλθει σ’ ένα τέτοιο εγχείρημα. Σταδιακά, στόμα με στόμα, άνθρωπο με άνθρωπο, άρχισα ν’ ανακαλύπτω την τοπική σκηνή και τους καλλιτέχνες. Μόλις τους δόθηκε ο χώρος, η αίσθηση άλλαξε άρδην.
–Και τι σε εξέπληξε θετικά; Η ωριμότητα, ο βαθμός ετοιμότητας. Είναι ένα momentum για το οποίο η Λάρνακα ήταν έτοιμη και αποζητούσε αυτή την αλλαγή, απλά δεν ήξερε πώς να το κάνει. Τα τελευταία χρόνια όλες οι δυνάμεις της πόλης έχουν συσπειρωθεί. Ο επιχειρηματικός κόσμος, η δημοτική αρχή, οι δημότες. Μάλιστα, το λένε συχνά: κόμμα μας είναι η Λάρνακα. Υπάρχει ένας μακροχρόνιος σχεδιασμός, ο οποίος είναι πολύ συνεπής. Είναι εκπληκτικό πόσα έργα υλοποιήθηκαν μέσα σε μόλις πέντε χρόνια: η Οικία Ματέι, η Πλατεία Ζουχουρί, η Πιαλέ Πασά, το Πάρκο των Καλλιτεχνών, το Πάρκο Σαλίνα. Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει περίπτωση να δεις σε μια πόλη τόσα έργα σε τόσο σύντομο διάστημα. Κι έρχονται κι άλλα. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει ένας μηχανισμός που λειτουργεί στο φουλ.
–Πόσο έχει αλλάξει η δική σου ματιά πάνω στην πόλη αυτά τα τρία χρόνια που είσαι εδώ; Έχω πια ενσωματωθεί, αισθάνομαι μ’ έναν τρόπο κι εγώ ντόπια, Σκαλιώτισσα. Είναι κι ο τύπος της δουλειάς. Όταν εργάζεσαι πάνω σ’ ένα project που έχει να κάνει με το μέλλον της πόλης, δεν μπορείς να μη γίνεις μέρος της. Βλέπω την ανθρωπιά της, όσο και τα προβλήματα και τις προκλήσεις. Πιστεύω πολύ στις δυνατότητες αυτής της πόλης. Με συγκινεί να βλέπω τα «soft powers» της Λάρνακας, την αλληλεγγύη, την ταπεινότητα, στοιχεία στα οποία θα έπρεπε να επενδύει κάθε πόλη.

–Είσαι καλλιτεχνική διευθύντρια με εμπειρία από άλλες πόλεις και διοργανώσεις. Τι κάνει την περίπτωση αυτή διαφορετική; Είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων, αλλά αν έπρεπε να ξεχωρίσω ένα, θα έλεγα την ετοιμότητά της. Έχει κάνει την προεργασία της, έχει περάσει από μακρά και επίπονη διαδικασία και τώρα βρίσκεται στο σημείο όπου όλα αρχίζουν να αποδίδουν. Η εμπειρία μου λέει ότι δεν είναι καθόλου εύκολο ή αυτονόητο να συστρατευθούν όλες οι δυνάμεις μιας πόλης, να σχεδιάσουν μακροπρόθεσμα και να τηρήσουν κιόλας τη στρατηγική. Στην Ελλάδα συνήθως βλέπεις διαφωνίες, διχογνωμίες, η μια παράταξη να κατηγορεί την άλλη, κάθε δημοτική θητεία να ξηλώνει ό,τι έκανε η προηγούμενη. Με εντυπωσιάζει αυτή η ομοψυχία κι ο σταθερός προσανατολισμός.

–Αυτή τη διαδικασία σ’ έχει αλλάξει ως δημιουργό ή ως άνθρωπο; Συχνά βρισκόμαστε μέσα στα ίδια τα concept που παράγουμε και στην περίπτωσή μου αυτό σημαίνει ότι άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο κεντρική είναι η ανθρωπιά και η φροντίδα, όχι ως αφηρημένες αξίες, αλλά ως καθημερινές πρακτικές. Η δική μου γενιά μεγάλωσε με το πρόταγμα της αριστείας: να είσαι καλός μαθητής, επαγγελματίας, ανταγωνιστικός, επιτυχημένος. Κανείς δεν μας μίλησε για την αριστεία της ενσυναίσθησης, του να βλέπεις τον εαυτό σου ως κομμάτι ενός συνόλου. Δεν σου κρύβω ότι στην αρχή ήταν δύσκολο, γιατί είχα μάθει να λειτουργώ αλλιώς, να πετυχαίνω στόχους. Αυτά τα χρόνια όμως με άλλαξαν. Σήμερα λειτουργώ πιο συνειδητά, πιο συλλογικά και, πάνω απ’ όλα, πιο φροντιστικά.
–Τι εκτιμάς ιδιαίτερα στην πρόταση ή στο πνεύμα της υποψηφιότητας της Λεμεσού; Εκτιμώ συνολικά την προσπάθεια της Λεμεσού. Είναι σαφές ότι είναι σοβαρή, συστηματική και με ουσία. Βλέπω μια ομάδα με τεχνογνωσία και πραγματική θέληση. Δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες του φακέλου, αλλά η υποψηφιότητα δείχνει να έχει γεννηθεί μέσα από τον ανεξάρτητο χώρο της πόλης, κάτι που θεωρώ σημαντικό. Είναι μια απολύτως υπολογίσιμη διεκδίκηση. Δεν θα μου φανεί παράξενο αν τελικά επιλεγεί η Λεμεσός, πιστεύω ότι έχουμε ίσες πιθανότητες και ισάξιες προτάσεις. Η Λεμεσός διαθέτει ένα αντικειμενικό πλεονέκτημα: το λεγόμενο capacity to deliver. Δηλαδή χώρους, δομές, διοργανώσεις και μια ήδη ανεπτυγμένη πολιτιστική ζωή, με καλλιτέχνες και σύνολα που ζουν και εργάζονται εκεί. Δεν πιστεύω ότι είμαστε φαβορί, πιστεύω όμως βαθιά στη δουλειά που έχουμε κάνει. Από εκεί και πέρα, δεν είναι όλα στο χέρι μας. Ο διαγωνισμός είναι ανοιχτός και η αγωνία θα υπάρχει μέχρι την ανακοίνωση.
Ελεύθερα, 23.11.2025










