Δύο εκατομμύρια δέματα και μικροδέματα διακίνησαν εντός του έτους 2024 τα Κυπριακά Ταχυδρομεία και φέτος εκτιμάται, ότι ο αριθμός των δεμάτων τα οποία θα διακινηθούν, θα είναι μεγαλύτερος. Αισιοδοξία για αυξημένη διακίνηση δεμάτων/μικροδεμάτων επικρατεί και για την επόμενη χρόνιά. Τους σχετικούς αριθμούς παρέθεσε στον «Φ» ο διευθυντής των Ταχυδρομείων κ. Παύλος Παυλίδης, με τον οποίο επικοινωνήσαμε με τη ευκαιρία της πρόσφατης παγκόσμιας μέρας ταχυδρομείων.
Ο κ. Παυλίδης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ανέφερε επίσης, πως καταβάλλεται προσπάθεια για καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση του πολίτη, παρά τον έντονο ανταγωνισμό αλλά και την αλλαγή στον τρόπο επικοινωνίας των ανθρώπων, των υπηρεσιών κοκ. Όπως εξήγησε ο κ Παυλίδης, τα Ταχυδρομεία για να ανταπεξέλθουν προχώρησαν σε συμφωνίες των οποίων η αποτελεσματικότητα θα διαπιστωθεί στην πορεία. Υπάρχουν, είπε, περίοδοι κατά τις οποίες παρατηρείται μεγαλύτερη διακίνηση δεμάτων και περίοδοι με μικρότερη διακίνηση, κάτι το οποίο εξαρτάται από διάφορους παράγοντες.
Αυτό που σίγουρα διαδραματίζει ρόλο, είναι η τιμή και η ποιότητα που προσφέρει ο κάθε ταχυδρομικός οργανισμός μέσω των πλατφορμών ηλεκτρονικού εμπορίου. Είναι σημαντικό, είπε ο κ. Παυλίδης, να παραδίδεις κάτι εγκαίρως και βεβαίως σε καλή κατάσταση.
Πάντως τα ταχυδρομεία, όπως τα γνώρισαν οι παλαιότεροι (με το χαρτί και τους φακέλους) διαφοροποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό και ιδιαίτερα από το 2011 και εντεύθεν, μέχρι και το έτος 2024, ο όγκος διακίνησης μειώθηκε κάτω από το μισό.
Όπως αναφέρει ο κ. Παυλίδης, συνολικά, ενώ η εισερχόμενη και εξερχόμενη αλληλογραφία έφτανε στα 61 εκατομμύρια το χρόνο, το έτος 2024 μειώθηκε στα 20 εκατομμύρια. Περαιτέρω εξηγεί, πως σημείο καμπής στη διακίνηση αλληλογραφίας με τον παραδοσιακό τρόπο, αποτέλεσε η πανδημία του κορωνοϊού και έκτοτε η πτωτική τάση συνεχίζεται. Στη μείωση της έντυπης αλληλογραφίας συνέβαλε το γεγονός ότι καταβαλλόταν προσπάθεια περιορισμού της επαφής μεταξύ των ανθρώπων ώστε να ελεγχθεί η μετάδοση της ασθένειας. Τότε, παρατηρήθηκε αύξηση της επικοινωνίας μέσω ηλεκτρονικών μέσων, μέσων κοινωνικής δικτύωσης κοκ.
Βεβαίως, η στροφή προς τη ψηφιοποίηση είχε παρατηρηθεί και πριν την πανδημία, αλλά ο κορωνοϊός συνέτεινε στην κορύφωση του φαινομένου, λέει ο διευθυντής Ταχυδρομείων.
Σε παρατήρηση ότι δεν αναμένει κανείς πως θα εξαλειφθεί η παραδοσιακή αλληλογραφία, ο κ. Παυλίδης ανέφερε, πως πάντα θα υπάρχουν πολίτες οι οποίοι θα επιλέγουν τον παραδοσιακό τρόπο, είτε επειδή έτσι συνήθισαν είτε επειδή δεν εξοικειώθηκαν με τα πιο σύγχρονα μέσα είτε για άλλους λόγους. Όπως εξηγεί ο κ. Παυλίδης, αυτό συμβαίνει ακόμη και στη Δανία η οποία βρίσκεται αρκετά μπροστά στα θέματα ψηφιοποίησης και επαφής του κράτους με τους πολίτες.
Στην Κύπρο εξακολουθούν να πληρώνονται με τον παραδοσιακό τρόπο διάφοροι λογαριασμοί (αν και οι λογαριασμοί των οργανισμών κοινής ωφελείας άρχισαν να εξοφλούνται και με άλλες μεθόδους κυρίως με την ψηφιοποίηση της υπηρεσίας), ενώ διακινούνται αρκετά έγγραφα κοκ. Και βεβαίως, ο όγκος διακίνησης μέσω έντυπης μορφής, μειώνεται χρόνο με τον χρόνο.
Πάντως, οι πολίτες μπορούν να εξοφλούν στα ταχυδρομεία και τους λογαριασμούς της ΑΗΚ και του ΕΟΑ Λεμεσού (ύδρευση και αποχετευτικά) και θα επεκταθεί και στον ΕΟΑ Λάρνακας και σε μεταγενέστερο στάδιο θα εξοφλούνται και λογαριασμοί άλλων οργανισμών.
Μαζί με τους λογαριασμούς διακινούνται και έγγραφα πολιτών, ενώ με τον παραδοσιακό τρόπο διεξάγουν την αλληλογραφία τους τα δικαστήρια (με τις κλήσεις, πχ φωτοεπισήμανση) αν και αυτές οι ειδοποιήσεις τείνουν να υποκατασταθούν με τις σύγχρονες μεθόδους. Υπάρχει, για παράδειγμα, η ηλεκτρονική υπογραφή, η ηλεκτρονική ταυτότητα και άλλες μέθοδοι, οι οποίες δεν είναι μεν τόσο πολύ διαδεδομένες αλλά σταδιακά εκτιμάται ότι θα κερδίζουν έδαφος. Βεβαίως, η διαδικασία αυτή δεν θα ολοκληρωθεί από τη μία μέρα στην άλλη αλλά θα πάρει χρόνο.
Ο διευθυντής Ταχυδρομείων παρατηρεί, πως δεν μιλάμε για κυπριακό φαινόμενο αλλά για παγκόσμια τάση την οποία αντιμετωπίζουν όλα τα ταχυδρομεία.
Σε σχέση με την κατάσταση που επικρατεί στις ευρωπαϊκές χώρες, η Κύπρος κατατάσσεται σε αυτές στις οποίες παρατηρείται μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης της παραδοσιακής αλληλογραφίας. Όπως εξηγεί, σε όλα τα ταχυδρομεία παγκοσμίως παρατηρείται τάση στροφής προς το ηλεκτρονικό εμπόριο. Σε αυτό βοηθά και το γεγονός ότι τα ταχυδρομεία διαθέτουν το μεγαλύτερο δίκτυο παγκοσμίως, μέσω του οποίου διακινούν σχετικά μεγάλο όγκο αντικειμένων ηλεκτρονικού εμπορίου. Για να ανταπεξέλθουν τα όπου γης ταχυδρομεία, μπήκαν στο παιγνίδι του ηλεκτρονικού εμπορίου, αλλά, πέραν αυτού, όπως εξηγεί ο κ. Παυλίδης, τα ταχυδρομεία προσφέρουν και άλλες υπηρεσίες, όπως και το ταχυδρομείο της Κύπρου το οποίο διακινεί σχετικά μεγάλο όγκο δεμάτων και μικροδαμάτων, όμως, όπως αναγνωρίζει, δεν είναι εύκολο να διακινήσει τα εκατομμύρια αντικείμενα του επιστολικού ταχυδρομείου.
Σημειώνεται, πως πολλά από τα μικροδέματα προέρχονται από την Κίνα. Ωστόσο, αρκετά από αυτά φτάνουν στην Κύπρο μέσω Βουδαπέστης ή μέσω Ολλανδίας, εκτελωνίζονται και στη συνέχεια φτάνουν στο νησί ως ευρωπαϊκά.
Τζίρος €73 εκατ.
Σύμφωνα με το Γραφείο Επιτρόπου για τη Ρύθμιση Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΓΕΡΗΕΤ) ο τομέας των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Κύπρο λειτουργεί χωρίς περιορισμούς όσο αφορά τη δραστηριοποίηση τόσο σε υπηρεσίες που εξυπηρετούν τοπικές και διεθνείς ταχυμεταφορές όσον και σε ότι αφορά στο πεδίο της καθολικής υπηρεσίας. Πέραν του καθολικού παροχέα (Κυπριακό Ταχυδρομείο) υπάρχουν ακόμα 21 αδειοδοτημένοι παροχείς που δραστηριοποιούνται στην αγορά. Ο κύκλος εργασιών όλων των αδειοδοτήμένων εταιρειών και οργανισμών ανήλθε για το 2022 στα 73 εκατομμύρια ευρώ. Στο πεδίο της καθολικής υπηρεσίας δραστηριοποιείται μόνο το Κυπριακό Ταχυδρομείο ενώ οι άλλοι ταχυδρομικοί παροχείς δραστηριοποιούνται κυρίως στις τοπικές και διεθνείς ταχυμεταφορές.
Όπως προκύπτει και από τα πιο πάνω, τα Κυπριακά Ταχυδρομεία αναλαμβάνουν και τις δύσκολες μη κερδοφόρες εργασίες για να εξυπηρετηθεί μέχρι και ο τελευταίος πολίτης της πιο απομακρυσμένης κοινότητας ενώ οι ιδιωτικές εταιρείες επικεντρώνονται εκεί που υπάρχει το κέρδος.
Μέσα στο πιο πάνω εξελισσόμενο και ρευστό τοπίο, τα Κυπριακά Ταχυδρομεία καταβάλλουν συνεχή προσπάθεια με διάφορες κινήσεις, συνεργασίες και νέα προϊόντα να ανταγωνιστούν τις ιδιωτικές εταιρείες οι οποίες μπήκαν στο παιγνίδι από την 1/1/2013, όταν ελευθεροποιήθηκε η ταχυδρομική αγορά στην Κύπρο.
Αξίζει να αναφερθεί, πως το 90% της αλληλογραφίας «Α’ Προτεραιότητας εσωτερικού» πρέπει να παραδίδεται την επόμενη μέρα από την ταχυδρόμηση και η επίτευξη του στόχου αυτού αποτελεί διαρκή αγώνα.
Μαζί με όλα τ’ άλλα, το 2021 αποτέλεσε, κατά το Τμήμα Ταχυδρομείων, χρονιά-πρόκληση λόγω της εφαρμογής νέων κανονιστικών μέτρων εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωση, οι οποίες έχουν προκαλέσει σημαντικές διαφοροποιήσεις στο επιχειρησιακό μοντέλο των ταχυδρομικών οργανισμών. Η εφαρμογή αφορά την κατάργηση της απαλλαγής από την επιβολή ΦΠΑ για τα αντικείμενα που περιέχουν εμπορεύματα, εισάγονται από μη μέλη της ΕΕ και έχουν αξία κάτω των €17,09 κάτι το οποίο οδήγησε στη μείωση του αριθμού των αντικειμένων ηλεκτρονικού εμπορίου χαμηλής αξίας που εισάγονται στην ΕΕ και κατ’ επέκταση και στην Κύπρο.
Από τις αρχές του 2014, το Τμήμα έχει διευρύνει τον τομέα δραστηριοποίησης του και στην εξυπηρέτηση του πολίτη παρέχοντας υπηρεσίες και εκ μέρους άλλων Κυβερνητικών Τμημάτων ενώ από τον Οκτώβριο του 2015, λειτούργησαν τα Κέντρα Πολίτη (ΚΕΠΟ), από τα οποία και προσφέρονται όλες οι υπηρεσίες των Κέντρων Εξυπηρέτησης του Πολίτη (ΚΕΠ).
Έντονος ανταγωνισμός στα μικροδέματα
Σε έκθεση του ΓΕΡΗΕΤ, αναφέρεται, πως ο έντονος ανταγωνισμός μεταξύ των παροχέων υπηρεσιών τοπικών ταχυμεταφορών τα τελευταία χρόνια οδηγούσε σε αυξομειώσεις των μεριδίων αγοράς. Κατά το 2022 δεν παρατηρήθηκαν οι έντονες αυξομειώσεις στα μερίδια των μεγάλων παρόχων που παρατηρούνταν τα προηγούμενα έτη.
Τα μερίδια αγοράς (βάσει αριθμού αντικειμένων) διαφέρουν από τα μερίδια αγοράς (βάσει κύκλου εργασιών) αφενός επειδή μεγάλος αριθμός ταχυδρομικών αντικειμένων είναι μικρά σε μέγεθος με σχετικά μικρό κόστος αποστολής και αφετέρου λόγω των διαφορετικών τιμολογήσεων των παροχέων. Τα μερίδια των δύο μεγαλύτερων παροχέων τοπικών ταχυμεταφορών δεν έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά το 2022 σε σχέση με το 2021.
Τα μικροδέματα έκαναν πιο έντονη την εμφάνιση τους γύρω στο 2019. Ο μεγαλύτερος όγκος μικροδεμάτων (μέχρι 2kg) προέρχεται από το εξωτερικό και αποτελούν περίπου το 88,5% του συνόλου τους για το 2022. Το 2022 τα εξερχόμενα και εισερχόμενα (10%) μικροδέματα παρουσιάζουν πτώση με τα τοπικά να παρουσιάζουν μικρή άνοδο αλλά αποτελούν μόλις το 1,5% του συνόλου των μικροδεμάτων.
Από τους Λουζινιανούς άρχισε η ταχυδρομική επικοινωνία
Τα Κυπριακά Ταχυδρομεία περηφανεύονται πως έχουν μακραίωνη ιστορία, την οποία προφανώς δεν γνωρίζει η πλειοψηφία των πολιτών. Μάλιστα, εκφράζεται ο ισχυρισμός πως λίγα έθνη μπορούν να καυχηθούν ότι έχουν τόσο πλούσια παράδοση στον τομέα των ταχυδρομικών επικοινωνιών όσο η Κύπρος.
Για του λόγου το αληθές, τα Ταχυδρομεία υποδεικνύουν πως, λόγω της θέσης της Κύπρου, η οποία αποτελεί σταυροδρόμι στην Ανατολική Μεσόγειο και σταθμό διέλευσης και εφοδιασμού πλοίων, λειτούργησαν ταχυδρομικές υπηρεσίες από τέλος του δωδέκατου αιώνα με σκοπό την κάλυψη βασικών αναγκών στη διακίνηση προσώπων και αγαθών ιδιαίτερα μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Λουζινιανούς και στη συνέχεια από τους Ενετούς που αποτελούσαν την τότε μεγαλύτερη εμπορική δύναμη.
Την περίοδο των Λουζινιανών (το 1192) αναφέρεται ότι όταν κατέλαβαν το νησί άρχισαν να κατασκευάζουν και τους πρώτους δρόμους, κάτι που βοήθησε και προώθησε την ταχυδρομική επικοινωνία μεταξύ των κατοίκων του νησιού.
Στη συνέχεια, οι Ενετοί με την άφιξη τους στο νησί το 1489 έδωσαν μεγαλύτερη σημασία στο οδικό δίκτυο, και εκτός από την κατασκευή δρόμων, έκτισαν γεφύρια για τη σύνδεση πόλεων και χωριών καθώς και λιμάνια για εξυπηρέτηση των εμπορικών τους δραστηριοτήτων. Η συγκοινωνιακή αυτή ανάπτυξη συνέβαλε στην καλύτερη επικοινωνία των ανθρώπων μέσω επιστολών, μηνυμάτων, εμπορευμάτων.
Την περίοδο εκείνη παρατηρείται και αυξημένη διακίνηση επιστολών από και προς το εξωτερικό. Στο εσωτερικό, η διακίνηση είναι λιγότερη λόγω του χαμηλού αριθμού των εγγραμμάτων και των δυσκολιών της μεταφοράς της αλληλογραφίας, η οποία μεταφέρεται μέσω αμαξιτών χωματόδρομων που συνέδεαν τις πόλεις μεταξύ τους, καθώς και τα μεγάλα χωριά.
Οι Ενετοί κατά την παραμονή τους στην Κύπρο ίδρυσαν το πρώτο Ταχυδρομείο.
Σύμφωνα πάντα με τα Ταχυδρομεία, η ταχυδρομική ανάπτυξη που παρατηρείται κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας, διακόπτεται κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όπου και η ταχυδρομική υπηρεσία είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Τουρκικό Ταχυδρομικό Γραφείο ιδρύθηκε μόλις το 1871 με έδρα τη Λευκωσία, το οποίο λειτούργησε μόνο για επτά χρόνια.
Στα χρόνια της λειτουργίας του έκανε πωλήσεις μόνο 14 στερλίνες. Δεν ήταν ανεξάρτητο, αλλά παράρτημα του κεντρικού τουρκικού ταχυδρομείου που έδρευε στη Δαμασκό.
Οι επιστολές με προορισμό το εξωτερικό, μαζεύονταν στη Λευκωσία και οι Τούρκοι ζαπτιέδες τις προωθούσαν στη Λάρνακα, από όπου στη συνέχεια αποστέλλονταν με τα πλοία της γραμμής για το εξωτερικό. (Οι ζαπτιέδες ήταν τούρκοι αστυνομικοί οι οποίοι, εκτός από τα κανονικά τους καθήκοντα, εκτελούσαν και ό,τι άλλο τους ανατίθετο).
Η διακίνηση της αλληλογραφίας εσωτερικού διεξαγόταν από ιδιοκτήτες ή μισθωμένους οδηγούς αμαξών εκεί όπου υπήρχαν δρόμοι, έναντι αμοιβής, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις δωρεάν, αφού ικανοποιούνταν με το κέρασμα έστω και ενός καφέ από τον παραλήπτη. Οι επιστολές έφεραν σφραγίδα με την ένδειξη «ΚΙΠΡΙΣ» στην αραβική γραφή.
Οι έμποροι χρησιμοποιούσαν για την αποστολή της αλληλογραφίας κυρίως στο εξωτερικό, τις αυστριακές ταχυδρομικές υπηρεσίες αντί τις τουρκικές, οι οποίες υπό την αιγίδα του Προξενείου της Αυστρίας είχαν εγκατασταθεί στην παλιά μαρίνα Λάρνακας το 1846. Ως γραμματόσημα χρησιμοποιούνταν τα γραμματόσημα της Αυστρίας και σφραγίζονταν με χειροποίητες σφραγίδες.

Πραγματικό Ταχυδρομείο (με τη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα) που εξασφάλιζε τη μεταφορά επιστολών όχι μόνο στο εξωτερικό αλλά και εντός της Κύπρου, οργανώνεται από τους Άγγλους από τον πρώτο κιόλας μήνα που ανέλαβαν τη διοίκηση της Κύπρου τον Ιούλιο του 1878.
Μια από τις προτεραιότητες του πρώτου Ύπατου Αρμοστή αλλά και Κυβερνήτη της νήσου Sir Garnet η ίδρυση Ταχυδρομείου. Από τον πρώτο κιόλας μήνα της άφιξής του, ίδρυσε Ταχυδρομικό Γραφείο στη Λάρνακα, εξαρτώμενο από το Γενικό Ταχυδρομείο του Λονδίνου. Μεταξύ των υπαλλήλων του ταχυδρομείου υπήρχαν και 4 Κύπριοι. Έτσι, έχουμε το πρώτο Ταχυδρομικό Γραφείο στις 22 Ιουλίου, 1878.
Για τη σωστή λειτουργία του έπρεπε όμως να μπουν κάποιες βάσεις. Μέσα σε ένα μήνα υπογράφεται συμβόλαιο μεταξύ κυβέρνησης και ιδιώτη για μεταφορά επιστολών από τη Λευκωσία στη Λάρνακα, μια φορά την ημέρα με άμαξα που έσερναν άλογα. Στο συμφωνητικό έγγραφο αναφέρεται ότι η ταχύτητα του μεταφορικού μέσου που θα χρησιμοποιείτο έπρεπε να ήταν 6 μίλια την ώρα. Στην άμαξα θα έπρεπε πάντα να υπάρχουν, διαθέσιμες 2 θέσεις για δημόσιους υπαλλήλους. Σε περίπτωση που έφθανε ταχυδρομείο από την Αγγλία, εκτός των συνηθισμένων ωρών που προωθείτο η αλληλογραφία, αυτή θα έπρεπε να μεταφερθεί οπωσδήποτε στον προορισμό της.

Λίγους μήνες αργότερα ιδρύθηκαν παραρτήματα του Ταχυδρομείου της Λάρνακας, στη Λευκωσία, Κερύνεια, Αμμόχωστο, Λεμεσό και Πάφο. Στη συνέχεια, για εξυπηρέτηση της υπαίθρου άρχισαν να λειτουργούν ταχυδρομικά πρακτορεία σε διάφορα μέρη της Κύπρου, κυρίως σε δρόμους που ένωναν τις πόλεις μεταξύ τους. Τα πρακτορεία αυτά χρησιμοποιούνταν ως διαμετακομιστικοί σταθμοί και για άλλα εμπορεύματα.
Και βεβαίως, από την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέχρι και σήμερα, έγιναν άλματα στον ταχυδρομικό τομέα.








