Ο ένας μετά τον άλλον αθωώνονται οι αστυφύλακες που κατηγορήθηκαν πειθαρχικά για φιλικές σχέσεις με τον δολοφονηθέντα το 2016 Φάνο Καλοψιδιώτη σε εστιατόριο της Αγίας Νάπας, σε ένα άνευ προηγουμένου μακελειό όπου σκοτώθηκαν και ένας λοχίας της Αστυνομίας μαζί με τη σύζυγό του, καθώς και ένας εκτελεστής.
Με δυο αποφάσεις του, το Διοικητικό Δικαστήριο ακύρωσε τις πειθαρχικές ποινές που επικυρώθηκαν από το Συμβούλιο Εφέσεων της Αστυνομίας κατά δύο μελών της Αστυνομίας, ενώ προηγουμένως είχε ακυρωθεί και τρίτη.
Οι δύο αστυφύλακες με τις προσφυγές τους ζητούσαν όπως ακυρωθεί η απόφαση του Συμβουλίου Εφέσεων ημερομηνία 06/04/2021 και με την οποία επικύρωσαν την πρωτοβάθμια πειθαρχική καταδικαστική ετυμηγορία που τους βρήκε ένοχους για τη διάπραξη του πειθαρχικού παραπτώματος της ανάρμοστης συμπεριφοράς και της αμέλειας καθήκοντος. Γι’ αυτά τα αδικήματα, τους επέβαλε την ποινή της αναβολής της ετήσιας προσαύξησης για 3 χρόνια και πρόστιμο 10 ημερομισθίων στον ένα και υποβιβασμό σε τάξη στον άλλο.
Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, με αφορμή τη διερεύνηση των περιστατικών που αφορούσαν την κατά το έτος 2016 δολοφονία του Θ., άλλως Κ., (Καλοψιδιώτη) του λοχία Χ. και της συζύγου του και του γεγονότος ότι στην κατοχή του…, ανευρέθηκε μεγάλο χρηματικό ποσό, διατάχθηκε η διεξαγωγή έρευνας από ποινικούς ανακριτές οι οποίοι διορίστηκαν από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, προκειμένου να διερευνηθεί το ενδεχόμενο ύπαρξης διαφθοράς στην Αστυνομία.
Στη βάση του πορίσματος των ποινικών ανακριτών το οποίο διαβιβάστηκε στον Αρχηγό Αστυνομίας και από το οποίο προέκυπτε πως μέλη της Αστυνομίας είχαν ύποπτες σχέσεις με τον δολοφονηθέντα Θεοφάνους, ο οποίος δραστηριοποιείτο σε εγκληματικές υποθέσεις σε συγκεκριμένη περιοχή, η Αστυνομία αποφάσισε όπως προχωρήσει στη διερεύνηση πειθαρχικών αδικημάτων εναντίον τεσσάρων μελών της, μεταξύ των οποίων και των δύο αιτητών.
Η διερεύνηση αυτή απέληξε στην άσκηση πειθαρχικής δίωξης κατά των τεσσάρων αυτών μελών της Αστυνομίας. Καταχωρίστηκε δε και για τους τέσσερις πειθαρχικά κατηγορούμενους η πειθαρχική υπόθεση αρ. 4/17. Κατόπιν κοινής ακροαματικής διαδικασίας η Πειθαρχική Επιτροπή έκρινε τους αιτητές ένοχους σε δυο κατηγορίες, ήτοι στην πρώτη για το αδίκημα της ανάρμοστης συμπεριφοράς επί το ότι διατηρούσαν φιλικές σχέσεις με το δολοφονηθέντα Κ. και στην τέταρτη για το αδίκημα της αμέλειας καθήκοντος επί του ότι και ενώ ήταν με άδεια ασθενείας παρευρέθηκαν σε νυκτερινή εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε σε υποστατικό με την ονομασία «Καφενείο» συμφερόντων της οικογένειας Καλοψιδιώτη.
Προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης οι δύο αστυφύλακες υποστήριξαν πως λανθασμένα η Πειθαρχική Επιτροπή, αξιολόγησε την μαρτυρία που υπήρχε για να στηρίξει την ενοχή τους, ότι στηρίχθηκε σε πλάνη ως προς τα πραγματικά γεγονότα όπως αυτά αναδείχθηκαν μέσα από αόριστη και αντιφατική προσφερθείσα μαρτυρία εκ της κατηγορούσας αρχής και χωρίς να αξιολογηθεί η αξιοπιστία των μαρτύρων αυτών.
Κριτήριο για την τελική δικαστική κρίση αποτέλεσε η απόφαση στην έφεση άλλου αστυφύλακα που καταδικάστηκε για την ίδια υπόθεση, όπου αθωώθηκε λόγω του τρόπου που η Πειθαρχική Επιτροπή αξιολόγησε την αξιοπιστία ενός μάρτυρα. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην έφεση άλλου αστυφύλακα, έκρινε ότι η Πειθαρχική Επιτροπή ενήργησε κατ΄ εσφαλμένο τρόπο και υπό πλάνη κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Π. Γ. και τα γεγονότα που περιέβαλαν αυτήν ως προς τις φιλικές σχέσεις που διατηρούσε με τον Καλοψιδιώτη, γι’ αυτό και τον αθώωσε.
Σημειώνεται ότι η δικηγόρος της Δημοκρατίας που εμφανίστηκε στη διαδικασία για την προσφυγή, δήλωσε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι αποδέχεται την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Εν τέλει, οι δύο προσφυγές έγιναν αποδεκτές και οι αποφάσεις της Πειθαρχικής Επιτροπής εναντίον τους ακυρώθηκαν με τα δικηγορικά έξοδα να επιδικάζονται υπέρ τους.