Εμφανής προσπάθεια από την ηγεσία της Αστυνομίας Κύπρου προκειμένου να βελτιωθεί στο μέγιστο βαθμό ο τρόπος που διεξάγονται οι αστυνομικές εξετάσεις σε περιπτώσεις αιφνίδιων/αφύσικων θανάτων, που ενδέχεται να προήλθαν από εγκληματικές ενέργειες.
Συγκεκριμένα, η αστυνομική διάταξη 3/25 με τίτλο «Θανατικές ανακρίσεις – Διερεύνηση Αιφνίδιων/Αφύσικων θανάτων» μέσα σε τρεις μήνες έχει διαφοροποιηθεί δυο φορές. Μια τον περασμένο Ιούνιο και μια τον Σεπτέμβριο.
Σε ό,τι αφορά την ουσία, είναι διακριτό πως πλέον ρυθμίζεται με σαφή αναφορά ποιος έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο για τη διερεύνηση των αιτιών της πρόκλησης του θανάτου. Στο υποκεφάλαιο όπου καταγράφεται το πρωτόκολλο ενεργειών για διερεύνηση αιφνίδιων και αφύσικων θανάτων, έγινε προσθήκη τον περασμένο Σεπτέμβριο που ξεκαθαρίζει ότι ο ανακριτής/εξεταστής της Αστυνομίας έχει την απόλυτη ευθύνη αναφορικά με τη διερεύνηση των αιφνίδιων θανάτων.
Έχει προστεθεί, συγκεκριμένα, η ακόλουθη παράγραφος, την οποία παραθέτουμε αυτούσια: «Νοείται περαιτέρω ότι, η έρευνα για τα αίτια πρόκλησης του θανάτου αποτελεί ευθύνη της Αστυνομίας και όχι του Ιατροδικαστή, ο οποίος καλείται για να παρέχει υποστήριξη στο έργο της Αστυνομίας».
Η περίπτωση Ποταμιάς
Το εν λόγω θέμα, ως προς τον βαθμό ευθύνης των ιατροδικαστών, βρέθηκε στο επίκεντρο δημόσιων συζητήσεων τον περασμένο Ιανουάριο, όταν έχασε τη ζωή του από πυρά αστυνομικού 24χρονος από το Πακιστάν μετά από σοβαρό επεισόδιο στη νεκρή ζώνη και σε σημείο παρά την Ποταμιά.
Το επεισόδιο με τους πυροβολισμούς είχε σημειωθεί στις 6 Ιανουαρίου (2025), ενώ λίγες ώρες αργότερα σε περιοχή στο κέντρο της Λευκωσίας βρέθηκε το πτώμα του νεαρού. Από τις εξετάσεις που είχαν γίνει τότε στη σκηνή δεν είχε γίνει αντιληπτό πως ο 24χρονος απεβίωσε από τον πυροβολισμό που ρίχθηκε στην Ποταμιά λίγες ώρες νωρίτερα. Η σφαίρα δεν είχε σημείο εξόδου και ο ιατροδικαστής Νικόλας Χαραλάμπους κατά την αυτοψία δεν είχε αντιληφθεί το σημείο εισόδου (μαρτυρίες αναφέρουν πως υπήρχε πέτρα στην πληγή, η οποία ήταν καθαρισμένη).
Τελικά, ο ίδιος ο ιατροδικαστής κατά τη νεκροτομή τέσσερις ημέρες αργότερα εντόπισε αμέσως την αιτία θανάτου και ειδοποίησε τους ανακριτές. Ο Γενικός Εισαγγελέας διόρισε τον ανώτερο δικηγόρο της Δημοκρατίας, Νίνο Κέκκο, ως ανεξάρτητο ποινικό ανακριτή, για να προΐσταται των ανακρίσεων.
Ο κ. Κέκκος, κατέληξε ότι δεν προκύπτουν οποιεσδήποτε ποινικές ή πειθαρχικές ευθύνες σε βάρος αστυνομικών ή ιατροδικαστή στη βάση των γεγονότων που περιέβαλλαν την όλη υπόθεση. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι με αφορμή αυτές τις εξελίξεις συζητήθηκε αρκετά ποιος πρέπει να έχει τον τελικό λόγο προκειμένου να αποφανθεί αν ο θάνατος οφείλεται σε εγκληματική ενέργεια ή όχι.
Ανακρίτης ή επικεφαλής
Η προσπάθεια για βελτίωση του τρόπου διερεύνησης περιστατικών αιφνίδιων/αφύσικων θανάτων είναι διακριτή και μέσω μιας άλλης αλλαγής που έγινε στην σχετική αστυνομική διάταξη του περασμένου Σεπτεμβρίου. Βάσει των όσων ίσχυαν σε περιπτώσεις υπονοιών για εγκληματική ενέργεια ο φωτογράφος του ΤΑΕ που πήγαινε στη σκηνή όπου υπήρχε νεκρό πρόσωπο ήταν επιφορτισμένος να ενημερώνει τον ιατροδικαστή για τις συνθήκες, σε περίπτωση που κρίνεται απαραίτητο ο τελευταίος να μεταβεί στη σκηνή. Στην τροποποιημένη αστυνομική διάταξη αυτός ο ρόλος ανατίθεται σε «ανακριτή ή επικεφαλής αξιωματικό».
Υπόθεση Θανάση
Επιπρόσθετα, πλέον ο ανακριτής καλείται -με βάση τις αλλαγές- να ζητεί όπως ακτινογραφηθεί η σορός «όταν υπάρχουν πολλαπλά τραύματα ή κατάγματα ή όταν ο θάνατος προήλθε από πυροβολισμό».
Από τη νέα αστυνομική διάταξη του Σεπτεμβρίου έγινε απάλειψη της ακόλουθης πρόνοιας: «Στις περιπτώσεις που ο θάνατος προήλθε μετά από πτώση από ύψος, η μετάβαση του ιατροδικαστή στη σκηνή δυνατόν να μην είναι αναγκαία».
Πάντως, τα δυο προαναφερθέντα σημεία, δηλαδή, η ακτινογράφηση της σορού και η πτώση εξ ύψους, είχαν εγερθεί σε κάποιες περιπτώσεις απ΄ όσους ασχολήθηκαν με τις συνθήκες υπό τις οποίες έχασε τη ζωή του ο Θανάσης Νικολάου.
Τοποθετήσεις Απαισιώτη
Ο «Φ» ζήτησε σχόλιο από τον δικηγόρο Δημήτρη Απαισιώτη, ο οποίος είχε θητεύσει και στην Αστυνομία υπηρετώντας το Σώμα και ως ανακριτής του ΤΑΕ Λευκωσίας.
Αναφερόμενος στην τροποποίηση με την οποία καθορίζονται ο ανακριτής ή επικεφαλής αξιωματικός ως αρμόδιοι για να συνεννοηθούν με τον ιατροδικαστή, σχολίασε: «Το γεγονός ότι πριν την τροποποίηση της εν λόγω αστυνομικής διάταξης υπείχε υποχρέωση ο φωτογράφος αντί ο ανακριτής να ενημερώνει τον ιατροδικαστή, ήταν ασύμβατο. Τον πρώτο λόγο έχει ο ανακριτής, στις περιπτώσεις αιφνίδιου θανάτου. Αν αυτός θα κατανέμει εργασίες σε άλλα μέλη της Αστυνομίας, είναι κατανοητό, όμως τις οποιεσδήποτε ενημερώσεις ο ίδιος πρέπει να τις κάνει».
Θετικά σχολίασε και την προσθήκη που επιβάλλει την ακτινογράφηση της σορού: «Μπήκαμε σε νέο αιώνα, αυτόν της τεχνολογίας και είναι οπισθοδρομικό να μην γίνεται χρήση αυτής προς την διερεύνηση αιτιών θανάτου».
Τέλος, ο κ. Απαισιώτης υποδεικνύει πως θα έπρεπε να επιβάλλεται η κλήση ιατροδικαστή σε περιπτώσεις πτώσεως εξ ύψους. Πιο συγκεκριμένα αναφερόμενος στην απάλειψη της εν λόγω πρόνοιας μάς ανέφερε: «Σκοπός είναι να γίνεται σωστή διερεύνηση εξαρχής και ο ανακριτής να έχει όλη την βοήθεια που μπορεί να έχει από ένα ιατροδικαστή».