Η Μαρία Παναγιώτου ζήτησε από έξι βιβλιόφιλους να προτείνουν στους αναγνώστες μας τα βιβλία που τους έχουν εντυπωσιάσει με τη γραφή και τη θεματολογία τους.
Η Δέσποινα Πυρκεττή γράφει για ένα μυθιστόρημα όπου η πολιτική αλληγορία παίρνει σάρκα και οστά, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου σχολιάζει μια κυπριακή έκδοση στην οποία ακολουθούμε το ταξίδι του Οδυσσέα προς την αυτογνωσία, ο Χρήστος Αρβανίτης προτείνει ένα βιβλίο το οποίο είναι μεν νουάρ αλλά κάπως αλλιώς, η Νάντια Αναξαγόρα αναφέρεται στις παράλληλες ιστορίες γυναικών της Κωνσταντίας Σωτηρίου, η Δώρα Μυλωνά εστιάζει σε ακόμη μια κυπριακή έκδοση η οποία της άφησε την αίσθηση ότι γνώρισε την αληθινή Κύπρο και ο Γιώργος Τριλλίδης προτείνει ένα συναξάρι των μιλλένιαλ, την αυτοβιογραφία του Σαββόπουλου και μια ιστορία για μια ομοφυλόφιλη καριερίστρια που αποφασίζει να κάνει παιδί.
Δέσποινα Πυρκεττή: Μια φρικώδης πολιτική αλληγορία
Η μελαγχολία της αντίστασης (1989)
Μετάφρ. Ιωάννα Αβραμίδου
Εκδ. Πόλις 2016
Σελ. 416 – €20.00
Όταν εξαφανίζεται το τρένο που εξυπηρετεί μια επαρχιακή πόλη της Ουγγαρίας, η ευυπόληπτη κυρία Πφλάουμ επιβιβάζεται στον συρμό εκτάκτου ανάγκης. Στη διαδρομή παρενοχλείται χυδαία από έναν αγροίκο και παραλύει από ντροπή. Μόλις το τρένο φτάνει στον προορισμό του, οι φανοστάτες σβήνουν και η πόλη βυθίζεται στο σκοτάδι. Οι κάτοικοι τρυπώνουν στα σπίτια τους ώσπου να ξεθυμάνουν τα κακά προμηνύματα. Τον δρόμο διασχίζει μόνο μια αργόσυρτη ρυμούλκα τσίρκου, «με τη μεγαλύτερη φάλαινα του κόσμου». Με την ψυχή στο στόμα, η κυρία Πφλάουμ φτάνει στο διαμέρισμά της, όπου δέχεται την απρόσκλητη επίσκεψη της κυρίας Έστερ, ερωμένης του αρχηγού της Αστυνομίας.
Μέσα στις πρώτες σαράντα σελίδες, ο Κραζναχορκάι προοικονομεί με ασθματική διαύγεια την εργαλειοποίηση της σιωπής, την επικράτηση των μετρίων και την άλογη βία που θα εκραγεί στη συνέχεια: Το τέλος της Πφλάουμ και την ιλιγγιώδη αναρρίχηση της Έστερ που, μαζί με τα τσιράκια της, θα ενορχηστρώσει τον άγριο βανδαλισμό της πόλης, αποδίδοντας την ευθύνη στους ξενόφερτους τσιρκολάνους, ακόλουθους ενός –άφαντου– τρίμματου Πρίγκιπα.
Ο καλοκάγαθος Βάλουσκα, γιος της Πφλάουμ, προσπαθεί να προειδοποιήσει τις Αρχές για την επικείμενη κατάλυση της τάξης, αλλά εξουδετερώνεται ως άφρων. Η τάξη πρέπει να καταλυθεί ώστε να νομιμοποιηθεί η παρέμβαση των «απελευθερωτικών δυνάμεων» και η πλουσιοπάροχη ανταμοιβή της «προνοητικής» Έστερ. Από όλα τα φρικώδη που ενσκήπτουν μέσα σε δύο βδομάδες, τίποτα δεν έχει υλοποιηθεί σε κενό: Η αγέλη των βαρβάρων που εισβάλλουν στα σπίτια των φιλήσυχων πολιτών διεγείρεται από την οσμή του φόβου· η διανόηση σιωπά επειδή θίχτηκε, και όταν αντιδρά είναι πλέον αργά. Πάνω στα χαλάσματα, η άθλια συνομοταξία των διοικούντων εξαγγέλλει ευπρεπιστική εκστρατεία με τίτλο «Αυλή Σκουπισμένη, Οικία Τακτοποιημένη».
Η μελαγχολία κατακρεουργεί εκείνους που αντιστάθηκαν, σε ένα μυθιστόρημα όπου η πολιτική αλληγορία παίρνει σάρκα και οστά και κυκλοφορεί ανάμεσά μας μειδιώντας.
Χρήστος Αρβανίτης: Αυτό που ξέρει η Ελένα

«Η Ελένα Ξέρει»
Εκδ. Carnivora 2020
Σελ. 176 – €10,50
Στις προτάσεις «βιβλίων για το καλοκαίρι» συνήθως περιλαμβάνονται τα λεγόμενα «ελαφρά», αισθηματικά ή αστυνομικά. Η Αργεντινή συγγραφέας Κλαούδια Πινιέιρο (1960-) γράφει νουάρ λογοτεχνία, είναι μάλιστα η τρίτη πιο μεταφρασμένη συγγραφέας στη χώρα της μετά τον Μπόρχες και τον Κορτάσαρ, Μόνο που αυτό –το νουάρ– όσον αφορά την Πινιέιρο δεν είναι κάτι μονοσήμαντο αλλά πολλά περισσότερα από φόνους και αστυνομικές υποθέσεις. Επιπλέον, η «dama negra» –η «μαύρη κυρία» της αργεντινής λογοτεχνίας– γράφει πραγματικά καλά. Αυτό ισχύει για όλα τα βιβλία της, είναι όμως πολύ χαρακτηριστικό στο «Η Ελένα Ξέρει».
Η Ρίτα, η κόρη της Ελένα, αυτοκτόνησε, βρέθηκε κρεμασμένη στο καμπαναριό. Η Ελένα όμως πιστεύει ότι δολοφονήθηκε, αφού η Ρίτα δεν πλησίαζε εκκλησίες όταν έβρεχε, όπως εκείνη τη ημέρα, πόσο μάλλον το καμπαναριό, εφόσον φοβόταν τους κεραυνούς. Ξέρει επίσης ότι η Ρίτα είχε πείσει μιαν άγνωστη να μην κάνει έκτρωση, γι’ αυτό αποφασίζει να πάει στην άλλη άκρη της πόλης να τη βρει για να μάθει αν εκείνη γνωρίζει κάτι. Μόνο που για την Ελένα αυτό είναι μια φοβερή περιπέτεια, εφόσον πάσχει από προχωρημένη Πάρκινσον. Το σώμα της είναι σχεδόν λυγισμένο στα δυο, με το κεφάλι στραμμένο στο έδαφος και της είναι αδύνατο να κάνει έστω ένα βήμα χωρίς μια δόση λεβοντόπας με συγκεκριμένη διάρκεια. Η περιγραφή αυτής της πορείας, όπως και του συναισθηματικού κόσμου της, είναι συγκλονιστική ως την τελική αποκάλυψη.
«Η Ελένα Ξέρει» έγινε ταινία το 2023 (Netflix), όμως είναι προτιμότερο να διαβάσετε πρώτα το βιβλίο. Η συγγραφέας είναι γνωστή ακτιβίστρια ενάντια στην ενδοοικογενειακή βία και υπέρ των γυναικείων δικαιωμάτων όπως η έκτρωση, θέματα που εμφανίζονται συχνά στα βιβλία της. Εδώ στρέφεται και κατά των ιδιωτικοποιήσεων στο σύστημα Υγείας της χώρας της, τη γραφειοκρατία του και τον ρόλο των ασφαλιστικών εταιρειών.
Με δυο λόγια, πρόκειται για ένα ποιοτικό και καλογραμμένο μυθιστόρημα, για άντρες και γυναίκες, χωρίς έκπτωση στο βασικό συστατικό του νουάρ: Το σασπένς.
Γιώργος Τριλλίδης: Ψηφιακοί νομάδες, απολογισμός ζωής, καταλανικό queer

Τελειότητα
Εκδ. Loggia, 2025
Σελ. 143 – €12,60
Φίκοι μπέντζαμιν, ντιφενμπάχιες, Primavera Sound, sans serif, Club Mate, Dreamweaver, Berghain, landing pages, LCD Soundsystem, front-end developers, λάτκες, newsletter, Χούντερτβασερ, Carcassonne, horny jail, rimming, dark rooms, Slack, harness, k-hole, interface designer, Animal Collective, ταγκάρω, grid, feed, ντομάτες-κειμήλιο, ουμάμι, κασπό, τάιμλαϊν, κομπούχα, Command-Z, IPO, Vetements, τιλάντσιες, brushed inox, interaction designer, flash talks, angel investors. Αυτές και άλλες λέξεις που δεν ξέρετε ενώνονται με λέξεις που ξέρετε για να φτιάξουν ομάδες αλυσιδωτών πλην αλυσιτελών ψηφίδων ζωής των ψηφιακών νομάδων οι οποίοι ζουν ανάμεσα μας αλλά όχι ακριβώς μαζί μας. Συναξάρι (και βίβλος) των μιλλένιαλς, εγκόλπιο (και μάνιουαλ) των υπολοίπων – για να μαθαίνουν οι παλιοί και να θυμούνται οι νέοι. Ιστορικό μυθιστόρημα.

Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα
Εκδ. Πατάκη 2025
Σελ. 334 – €17,70
Εν πολλοίς ένα best of ιστοριών που έχει πει και ξαναπεί σε συνεντεύξεις και συναυλίες μασκαρεμένο ως βιβλίο. Εν πολλοίς – διότι το καλό το πράμα έρχεται από κει που δεν το περιμένεις, εκεί που βγάζει τα εν οίκω για πρώτη φορά εν δήμω, εκεί που βγάζει στη φόρα συζυγικές παρασπονδίες και γονικές ανεπάρκειες με ειλικρίνεια ασυνήθιστη στις εξάρσεις του εθνικού μας βίου. Υπάρχουν, βέβαια, στρογγυλέματα, αποσιωπήσεις, καλοπιάσματα· εντάξει, αποχαιρετισμός είναι: και συγχωροχάρτια θα δοθούν και εξωραϊσμοί θα γίνουν και λογαριασμοί θα κλείσουν. Τελικά, δεν διαβάζουμε την αυτοβιογραφία του σημαντικότερου εν ζωή Έλληνα. Συμμετέχουμε στην τελευταία(;) παράστασή του και αποχωρούμε πάντα καλύτερα, πάντα καλύτεροι, ευεργετημένοι και ευγνώμονες. Φτάσαμε στ’ ανείπωτα, δεν πετάμε τίποτα.

Μπόουλντερ
Εκδ. Πατάκη 2025
Σελ. 142 – €10,90
Γραμμένο στα καταλανικά δίχως τίποτα το καταλανικό – διότι άλλο η γλώσσα που μας έλαχε κι άλλο το γούστο που καλλιεργήσαμε (κι άλλο οι προβληματισμοί που επιλέγουμε). Ομοφυλόφιλη καριερίστρια αποφασίζει να κάνει παιδί και σέρνει την underachiever σύντροφό της στη μητρότητα με το στανιό. Η γκαστρωμένη λεσβία λέγεται Σάμσα ίσως επειδή ο καφκικός εφιάλτης εγκυμονεί πια αντεστραμμένους κινδύνους και η χειρώνακτας λεσβία αποκαλείται Μπόουλντερ (βράχος) ίσως επειδή λέει κάτι τέτοια: «Δεν πηδιόμαστε πια. Η Σάμσα είναι ανέραστη, είναι ένα ναυπηγείο φρακαρισμένο από ένα μοναδικό πλοίο». Η στοχαστική πρόζα της Μπαλταζάρ επιβάλλεται αυθωρεί παρά τις κατά τόπους ποιητικούρες. Πιο επίκαιρο τώρα παρά το 2020 που πρωτοβγήκε, κάνει μπαμ και ίσως τζιζ. To queer που χρειαζόμαστε.
Δώρα Μυλωνά: Μνήμες από την παλιά Κύπρο

Όταν σωπάσαν τα πουλιά
Εκδ. Κάρβας 2024
Σελ. 268 – €14,56
Ο συγγραφέας, γνωστός σε Κύπρο και Ελλάδα για την εξαιρετική του δημιουργία σε ποίηση και διηγήματα, κάνει την εμφάνισή του ξανά στα λογοτεχνικά φωτισμένα δώματα, μ’ ένα συνταρακτικό ιστορικό μυθιστόρημα· ένα δύσκολο λογοτεχνικό είδος που θέλει αληθινό αφηγηματικό ταλέντο αλλά και έρευνα για να διασταυρωθούν οι πληροφορίες και τ’ ακούσματα από την οικογενειακή προφορική παράδοση.
Ο Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ πέτυχε, με μοναδική αφηγηματική μαεστρία, να συνδέσει τα ιστορικά γεγονότα (αρχές της Αγγλοκρατίας στο νησί) με την προφορική οικογενειακή παράδοση που από παιδί άκουγε ν’ αφηγούνται οι συγγενείς του.
Διαβάζοντας το μυθιστόρημα, έρχεται στον νου ο πίνακας του Αδ. Διαμαντή «Ο κόσμος της Κύπρου» με τον λεβέντη ιερέα στο κέντρο, όπως ακριβώς ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, Παπαγιάννης. Ένα πρόσωπο πραγματικό, που αγωνιζόταν για την πρόοδο του τόπου του, δυναμικός και ντόμπρος, που δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με την Εκκλησία όταν θεώρησε άδικους κάποιους κανόνες της.
Το μυθιστόρημα διαβάζεται με κομμένη την ανάσα και με την αίσθηση πως γνώρισες την αληθινή Κύπρο «όπου το θαύμα λειτουργούσε ακόμα». Καθηλώνει τον αναγνώστη με την απλότητα στην αφήγηση (θέλω να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη, έγραφε ο Σεφέρης) την τρυφερότητα αλλά και τη δύναμη που κρύβουν οι ήρωές του.
Το χωριό της Καρπασίας δεν είναι ένα απλό σκηνικό όπου κινούνται οι πρωταγωνιστές. Είναι το ίδιο πρωταγωνιστής με τους ανθρώπους του, τη γη και την προδομένη, από τη μοίρα και τη ζωή, αγάπη τους. Η αφήγηση γίνεται σε χρόνο που δεν κυλά ευθύγραμμα, είναι μνήμη, είναι κύκλος, είναι παράδοση που σπαρταρά μέσα από τις φωνές των ανθρώπων και τη σιωπή των πουλιών. Κάθε λέξη είναι διαλεγμένη με φροντίδα, γεμάτη άρωμα παρελθόντος, φωνές παππούδων, που κουβαλούν το βάρος όλης της ιστορίας του τόπου τους με αξιοπρέπεια και στοχασμό.
Ευτυχής που διάβασα αυτό το μυθιστόρημα! Ευγνώμων που υπάρχουν συγγραφείς όπως ο Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ που ξέρουν ν’ ακούουν τη σιωπή, την παράδοση και την ιστορία του τόπου, και να την κάνουν λογοτεχνία. Ένα βιβλίο πληγή και βάλσαμο μαζί.
Γιώργος Παπακωνσταντίνου: Οδύσσεια προς την αυτογνωσία

Η Σκιά του Οδυσσέα
Σελ. 112 – €15,00
Αν έπρεπε να δώσω ένα πιο περιγραφικό τίτλο για το κείμενο, θα ήταν «Tο ταξίδι του Οδυσσέα αλλιώς» ή, πιο σωστά, «Η ανδρική και ψυχική φύση του Οδυσσέα κάτω από ένα μεγεθυντικό φακό». Η συγγραφέας κατορθώνει να μας παρουσιάσει το ταξίδι της επιστροφής του Οδυσσέα, όχι τόσο στην πατρίδα του την Ιθάκη όσο στα ανθρώπινά του. Ολόκληρο το βιβλίο μοιάζει σαν ένα νανούρισμα, για να μπορέσει να ησυχάσει τον Οδυσσέα, να τον αγκαλιάσει και να του επιτρέψει να γλύψει σε μια γωνιά τις πληγές που του άφησε ο Τρωικός Πόλεμος.
Η Άρτεμις Ευαγόρου παίρνει τον έξυπνο, πολυμήχανο και σχεδόν θεϊκό χαρακτήρα των Ομηρικών Επών και μέσα από αυτό χτυπάει, πολύ στοχευμένα, τα πρότυπα της τοξικής αρρενωπότητας της σύγχρονης εποχής με καθρέφτη τη μυθολογική αρχαία Ελλάδα. Όπως και η ίδια αναφέρει στο οπισθόφυλλο της έκδοσης, στη δική της αναδόμηση του ομηρικού κόσμου δεν υπάρχουν θεοί και τέρατα. Κάτι που, αναλύοντας το κείμενο, ίσως αποδεικνύεται ψέμα, καθότι το μεγαλύτερο τέρας της ιστορίας εμφανίζεται να είναι ο βάρβαρος και απάνθρωπος πρωταγωνιστής μέσα από τις σκιές του πολέμου. Όμως η συγγραφέας δεν έφτιαξε ένα μανιφέστο με υπερβολές. Αντίθετα, κράτησε τη ρεαλιστικότητα της εσωτερικής σύγκρουσης του χαρακτήρα όταν εμφανίζονται μπροστά του η Κίρκη, η Καλυψώ, η ίδια του η μητέρα Αντίκλεια και, τέλος, η Πηνελόπη, η γυναίκα της ζωής του.
Αξίζει επίσης να αναφερθεί η σημασιολογία με την οποία ακροβατεί η κ. Ευαγόρου, καθώς ο Οδυσσέας περνάει μέσα από διάφορα στάδια μέχρι την τελική αναμέτρηση με τον παλιό του εαυτό. Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη επαφή και υπενθύμιση του έρωτα, το ξεκλείδωμα δηλαδή του συναισθηματικού κόσμου του. Μετά, μέσω της συμβολικής αναφοράς της μητέρας στον Κάτω Κόσμο, περνάμε στη χαμένη παιδικότητά του: Ένας νεαρός εικοσάχρονος που καλείται να αφήσει την ενηλικίωση στην άκρη και να αναλάβει την εξουσία. Η πατρότητα και η διαρκής σύγκριση με τον γιο του Τηλέμαχο, αποκαλύπτει έναν Οδυσσέα ευαίσθητο και στοργικό στη γέννα του –πριν δηλαδή τον πόλεμο– και την απουσία των πιο πάνω στα παιδιά του με την Καλυψώ, στη μεταπολεμική του ζωή. Εδώ εμφανίζεται εντέλει και η ανάγκη του να επιστρέψει πλέον στα γνώριμα εδάφη της Ιθάκης, να μπορέσει να βρει τον άνθρωπο που ήταν κάποτε – ή έστω τον νέο άνθρωπο που βαδίζει για να γίνει.
Τέλος, η ιδιαιτερότητα της γραφής στην κυπριακή διάλεκτο του όλου βιβλίου επιτρέπει μια μεγαλύτερη επαφή και σύνδεση με το υποκείμενο του έργου, αφαιρώντας σε αρκετά σημεία την απόσταση που υπάρχει στην εν γένει αφηγηματική συνθήκη του Όμηρου. Αυτό επιτρέπει στον αναγνώστη να πάρει θέση, να αντιληφθεί ή και ακόμη να αναστοχαστεί τις δικές του σκιές και τις δικές του μάχες, καθώς και πώς επιβιώνει μέσα από αυτές.
Μια πρόταση λοιπόν για όλους∙ μια ευκαιρία να ταξιδέψει ο αναγνώστης σε έναν κόσμο οικείο, με μια πιο ανθρώπινη και βαθιά προέκταση.
Νάτια Αναξαγόρου: Σαν μεσαιωνικά χρονογραφήματα

«Η κεφαλή του Τσάτσγουερθ»
Εκδ. Πατάκης 2025
Σελ. 144 – €9,90

«Πικρία Χώρα»
Εκδ. Πατάκης 2019
Σελ. 120 – €8,00
Μια συναρπαστική αφηγήτρια αποβαίνει η Κωνσταντία Σωτηρίου μέσα από παράλληλες ιστορίες γυναικών για την τραγωδία της σύγχρονης Κύπρου, που συνθέτουν τη νουβέλα «Πικρία Χώρα» (2019) με τίτλο που αντιστρέφει τη «Γλυκεία Χώρα» του Λεοντίου Μαχαιρά.
Τόσο εδώ όσο και στο τελευταίο της μυθιστόρημα «Η κεφαλή του Τσάτσγουερθ» (2025), όπου περιπλέκει, γύρω από την Κόκκινη Λίμνη, διηγήσεις αρχαιοκαπηλίας, μεταλλωρύχων και δολοφονημένων ξένων γυναικόπαιδων, εισρέει το προφορικό ύφος του μεσαιωνικού χρονογράφου με χαρακτηριστικά τον πλεονασμό, την επανάληψη λέξεων και φράσεων, την παράταξη και τον ευθύ λόγο, που ανάγλυφα αναπαριστά συναισθήματα έκπληξης και φόβου.
Η γραφή της Σωτηρίου για την εύρεση της χάλκινης κεφαλής του Απόλλωνα ανασυνθέτει ευρηματικά την αφήγηση του Μαχαιρά για την εύρεση του Τιμίου Σταυρού:
«Και εκεί σε έναν από τους ποταμούς του τόπου αυτού, στον Πεδιαίον τον ποταμόν, εβρέθηκεν μιαν μέρα μια κεφαλή μεγάλη, εβρέθηκεν μες σε έναν λάκκον με πολλά χώματα η κεφαλή, που επήγεν ένας γεωργός να οργώσει την γη, … , και είδεν το κεφάλι με τα μάτια όφκερα να τον κοιτάζει και εφοβήθηκεν αυτός και έβαλεν φωνήν μεγάλη και εφώναξεν τους άλλους χωριανούς, “Eλάτε να δείτε που βρήκα στον λάκκον που έσκαβα μια κεφαλή μεγάλη, ελάτε να δείτε την κεφαλήν με τα όφκερα μάτια” τους είπε, “ελάτε να δείτε”.»
«…[έναν βοσκαρίδιν] ως γοιόν έβοσκεν … θωρεί ένα κεράτζιν εις το κλαδίν της κερατζίας. Εσηκώθην και επεθύμησεν να το φάγη. Και ’σηκώθην και σύρνει το ραβδίν του να ρίψη το κεράτζιν, και επεριπλέκτην εις τα κλαδία το ραβδίν. Τότε επίασεν πέτραν και έσυρε να ρίψη το ραβδίν, και ως γοιόν επήγεν να σύρη την πέτραν, θωρεί λαμπρόν μέσα εις την κερατζίαν και εφοβήθην. Πιάννει το ραβδίν, και επήγεν τρεχάτος εις το χωργιόν και έβαλε φωνές: “Ελάτε, ότι λαμπρόν εβάλαν εις την κερατζίαν, … διά να κάψουν το δεντρόν!” … Ο παιδίος θεωρεί τον σταυρόν κ’ έβαλεν φωνήν μεγάλην: “…’Δέτε τον σταυρόν του κυρίου!”.»