28 Απριλίου, 2025
1:18 πμ

Με 100 χιλιάδες Κύπριους, ηλικίας 12 ετών και άνω, να πληρούν σήμερα τα κλινικά κριτήρια για εθισμό σε νικοτίνη, αλκοόλ ή άλλες ουσίες, είναι καιρός να επικεντρωθούν οι προσπάθειες του κράτους και όλων των αρμοδίων, στην πρόληψη της ασθένειας του εθισμού, αντί μόνο στην καταπολέμηση της χρήσης ουσιών, όπως συμβαίνει τώρα, προτάσσει μια πολύ σημαντική μελέτη του ΚΕΝΘΕΑ (Κέντρου Ενημέρωσης και Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων), για αποφασιστική αντιμετώπιση του προβλήματος των εθισμών σε ουσίες και συμπεριφορές στην Κύπρο.

Για τη μελέτη αυτή, μίλησε σε συνέντευξη στον υπογράφοντα για τον «Φ», ο επιστημονικός διευθυντής του Κέντρου νευρολόγος ψυχίατρος δρ Κυριάκος Βερεσιές (M.D.Ph.D), καθηγητής του Πανεπιστημίου Philips, ενόψει του 26ου συνεδρίου του ΚΕΝΘΕΑ, που θα πραγματοποιηθεί το μεθεπόμενο Σάββατο 10 Μαϊου 2025. Το ΚΕΝΘΕΑ συμπλήρωσε τον περασμένο Σεπτέμβρη, 30 χρόνια ζωής και δράσης. Ο δρ Βερεσιές, τόνισε ότι «τα προγράμματα πρωτογενούς πρόληψης, θα πρέπει να θεωρούνται ως μια επένδυση στο μέλλον της κοινωνίας, γιατί μπορούν να αποτρέψουν την εμφάνιση προβλημάτων, η αντιμετώπιση των οποίων θα απαιτούσε πολύ μεγαλύτερες δαπάνες, αργότερα – όπως η κατασκευή ασφαλούς οδικού δικτύου, θεωρείται σωστά, επένδυση για να σωθούν μελλοντικά ζωές, χωρίς να προτάσσεται μόνο το κόστος και το άμεσο όφελος. Ειδικότερα, η αποτυχία επένδυσης στην πρωτογενή πρόληψη της χρήσης ναρκωτικών – πρόσθεσε – οδηγεί σε αύξηση των εθισμών, των προβλημάτων υγείας και της εγκληματικότητας, τα οποία επιβαρύνουν σημαντικά την κοινωνία».

Επεσήμανε ότι ο αριθμός των 100 χιλιάδων εθισμένων στην Κύπρο, «είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των ατόμων με καρδιακές παθήσεις, διαβήτη ή καρκίνο. Επιπλέον – πρόσθεσε – 150 χιλιάδες άτομα, χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνοι χρήστες ουσιών». Ένα εξίσου ανησυχητικό στοιχείο που αποκαλύπτει η μελέτη του ΚΕΝΘΕΑ, είναι ότι «μόνο περίπου 1 στα 10 άτομα με εθισμό σε αλκοόλ ή παράνομες ουσίες (εκτός νικοτίνης), λαμβάνουν οποιαδήποτε μορφή θεραπείας – και από αυτούς, λίγοι λαμβάνουν φροντίδα που βασίζεται σε επιστημονικά δεδομένα». Πρόσθεσε ότι «οι περισσότεροι επαγγελματίες υγείας που θα έπρεπε να κάνουν πρόληψη και να παρέχουν θεραπεία εθισμού, δεν είναι επαρκώς εκπαιδευμένοι για τη διάγνωση ή τη θεραπεία της νόσου και πολλοί από αυτούς που παρέχουν φροντίδα, δεν διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις, δεξιότητες ή πιστοποιήσεις»(!)».

Εκτός ΓΕΣΥ οι εθισμοί, θεραπεία μόνο 1 στους 10

Απαντώντας σε ερώτησή μας, ποιο είναι το ποσοστό των ατόμων που χρειάζονται θεραπεία για εθισμό και τελικά τη λαμβάνουν, ο δρ Βερεσιές παρατήρησε ότι «τα περισσότερα άτομα που χρειάζονται θεραπεία για εθισμό, δεν τη λαμβάνουν! Ενώ – πρόσθεσε – για άλλες χρόνιες παθήσεις, όπως η υπέρταση, η κατάθλιψη και ο διαβήτης, περίπου 7 στα 10 άτομα λαμβάνουν θεραπεία, μόνο 1 στα 10 άτομα με εθισμό σε αλκοόλ ή άλλα ναρκωτικά (εκτός νικοτίνης), λαμβάνει θεραπεία. Υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα θεραπείας, που στην περίπτωση μας, αφορά περίπου 100 χιλιάδες άτομα. Δεν υπάρχουν καν δεδομένα για το χάσμα θεραπείας στον εθισμό στη νικοτίνη. Το ποσοστό των ατόμων που λαμβάνουν θεραπεία για εθισμό σε αλκοόλ και ναρκωτικά, έχει αλλάξει ελάχιστα από το 2000, παραμένοντας γύρω στο 2%». Σε σχέση με τις κύριες πηγές παραπομπών για θεραπεία στην Κύπρο, ο επιστημονικός διευθυντής του ΚΕΝΘΕΑ, τόνισε ότι «είναι ανησυχητικό ότι το ποσοστό παραπομπών από το ΓεΣΥ προς τα κέντρα θεραπείας, είναι μηδενικό. Αντίθετα, ένα σημαντικό ποσοστό παραπομπών (21,7% σύμφωνα με στοιχεία της Υπηρεσίας Καταπολέμησης Ναρκωτικών – ΥΚΑΝ για το 2018), προέρχεται από το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, γεγονός που υπογραμμίζει ότι ο εθισμός αντιμετωπίζεται συχνά μόνο όταν έχει σοβαρές κοινωνικές συνέπειες. Οι παραπομπές από το Γραφείο Ευημερίας, δεν υπερβαίνουν το 5%, και από τα σχολεία είναι μόλις 1,4%. Το μεγαλύτερο ποσοστό παραπομπών (άνω του 50%) προέρχεται από τους ίδιους τους χρήστες, τις οικογένειες και τους φίλους τους». Σύμφωνα με το ΚΕΝΘΕΑ, «υπάρχουν πολλά εμπόδια στην πρόσβαση των ασθενών και στην ολοκλήρωση της θεραπείας απεξάρτησης τους, αφού εκτός από την έλλειψη παραπομπών από το σύστημα υγείας, παρεμβαίνουν και άλλα εμπόδια, όπως η μη ένταξη των εθισμών στο ΓεΣΥ, η παρανόηση της νόσου, οι αρνητικές στάσεις του κοινού, οι ανησυχίες για την ιδιωτικότητα, η ανεπαρκής ασφαλιστική κάλυψη, η έλλειψη πληροφοριών για τη λήψη βοήθειας, η περιορισμένη διαθεσιμότητα υπηρεσιών και ειδικών γιατρών, όπως και εξειδικευμένου και πιστοποιημένου προσωπικού, η ανεπαρκής κοινωνική υποστήριξη, οι αντικρουόμενες χρονικές δεσμεύσεις, οι αρνητικές αντιλήψεις για τη θεραπεία και νομικά εμπόδια».

Χρήση ουσιών και εθιστικές συμπεριφορές

«Ο εθισμός είναι μια σύνθετη ασθένεια του εγκεφάλου που χαρακτηρίζεται από σημαντικές αλλαγές στη συμπεριφορά», ανέφερε στον «Φ» ο δρ Βερεσιές όταν του ζητήσαμε να μας δώσει έναν σύντομο ορισμό του εθισμού. Σε ερώτηση για το ποιες είναι οι ουσίες που συνήθως συνδέονται με τον εθισμό και πώς επηρεάζουν τον εγκέφαλο, ανέφερε ότι «η νικοτίνη, το αλκοόλ, τα παράνομα ναρκωτικά και ορισμένα συνταγογραφούμενα φάρμακα, επηρεάζουν το κύκλωμα ευχαρίστησης και ανταμοιβής του εγκεφάλου, με παρόμοιους τρόπους. Εξάλλου, νεότερες έρευνες δείχνουν ότι συμπεριφορές όπως η παχυσαρκία, ο τζόγος, ο σεξουαλικός εθισμός, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και η υπερβολική χρήση του διαδικτύου, μπορεί να μοιράζονται κοινές νευροψυχολογικές και γενετικές οδούς, με τον εθισμό σε ουσίες. Και είναι σημαντικό να αντιμετωπίζονται αυτές οι συμπεριφορικές εκδηλώσεις, γιατί μπορεί να αποτελούν ένδειξη μιας υποκείμενης ασθένειας εθισμού, ή να οδηγήσουν σε υποκατάσταση εθισμού, όπου ένα άτομο υποκαθιστά μια εθιστική συμπεριφορά, με μια άλλη. Με την πάροδο του χρόνου, η συνεχής χρήση εθιστικών ουσιών στον εγκέφαλο, μπορεί να αλλάξει σωματικά τη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου, επηρεάζοντας αρνητικά τη λογική, την κρίση και τη συμπεριφορά, οδηγώντας σε έναν εξαναγκασμό για την απόκτηση και χρήση τους, παρά τις αρνητικές συνέπειες». Απαντώντας σε ερώτηση κατά πόσο κάποια άτομα, είναι πιο ευάλωτα στον εθισμό, μας είπε ότι «όλο και περισσότερες αποδείξεις, δείχνουν δομικές και λειτουργικές διαφορές στον εγκέφαλο και γενετικούς παράγοντες, που μπορεί να προδιαθέτουν ορισμένα άτομα στον εθισμό. Οι παράγοντες κινδύνου, περιλαμβάνουν τη γενετική προδιάθεση, τις δομικές και λειτουργικές ευπάθειες του εγκεφάλου, ατομικούς ψυχολογικούς παράγοντες και περιβαλλοντικές ψυχοκοινωνικές επιρροές.

Βλάβες στο κύκλωμα ανταμοιβής του εγκεφάλου, η εύκολη πρόσβαση, η χρήση ουσιών στην οικογένεια, ή οι επιρροές από τα μέσα ενημέρωσης και τους συνομηλίκους, παίζουν σημαντικό ρόλο στο εάν ένα άτομο, θα αρχίσει να καπνίζει, να πίνει ή να χρησιμοποιεί άλλες ουσίες. Στο 90% των περιπτώσεων, ο εθισμός που ξεκινά πριν από την ηλικία των 21-30 ετών, όταν ο εγκέφαλος εξακολουθεί να αναπτύσσεται και είναι πιο ευάλωτος στις επιπτώσεις των εθιστικών ουσιών, μπορεί να συμβάλει ή να προκαλέσει ένα ευρύ φάσμα ιατρικών προβλημάτων. Ο εθισμός μπορεί να καταστεί χρόνια νόσος και υπάρχει μεγάλη διακύμανση στη σοβαρότητα και την πορεία της νόσου και των συμπτωμάτων της. Μερικά άτομα μπορεί να εμφανίσουν ένα μόνο επεισόδιο, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, ο εθισμός εκδηλώνεται ως μια χρόνια, επίμονη ασθένεια που απαιτεί συνεχή επαγγελματική θεραπεία και διαχείριση. Όταν προκύπτει από χρήση και κατάχρηση, μετατρέπεται σε ασθένεια και, όπως και άλλες ασθένειες, μπορεί και συνεπώς πρέπει να διαγνωστεί και να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο του συστήματος δημόσιας υγείας, χρησιμοποιώντας πρακτικές που βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία».

Η πιο παραμελημένη ασθένεια

«Δυστυχώς, ο εθισμός και η επικίνδυνη χρήση ουσιών, είναι από τα μεγαλύτερα προβλήματα υγείας σήμερα στην Κύπρο», μας είπε ο δρ Βερεσιές. «Αυτά τα προβλήματα – τόνισε – προκαλούν ή συμβάλλουν σε περισσότερες από 70 άλλες καταστάσεις που απαιτούν ιατρική φροντίδα, όπως καρκίνος, αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις, HIV/AIDS, επιπλοκές εγκυμοσύνης, κίρρωση, έλκη και τραύματα, καθώς και διαταραχές ψυχικής υγείας και συμπεριφοράς, όπως κατάθλιψη, άγχος, μετατραυματικό στρες, διπολική διαταραχή και σχιζοφρένεια. Επιπλέον, οδηγούν και συμβάλλουν σε ένα ευρύ φάσμα δαπανηρών κοινωνικών συνεπειών, όπως το έγκλημα, τα ατυχήματα, η αυτοκτονία, η οικογενειακή βία, η παραμέληση και κακοποίηση παιδιών, η οικογενειακή δυσλειτουργία, οι απρογραμμάτιστες εγκυμοσύνες και η απώλεια παραγωγικότητας». Ανησυχητικά στοιχεία για την έναρξη χρήσης ουσιών σε νεαρή ηλικία στην Κύπρο, καταγράφει η μελέτη του ΚΕΝΘΕΑ, όπως μας τα μετέφερε ο επιστημονικός του διευθυντής, αφού, «15% των παιδιών, δοκιμάζει το πρώτο του τσιγάρο πριν από την ηλικία των 15 ετών, το 8% δοκιμάζει κάνναβη και το 4,5% έχει μεθύσει από κατάχρηση αλκοόλ, πριν τα 15. Επιπλέον, ένα σημαντικό ποσοστό, 31,1%, μεθά για πρώτη φορά μεταξύ 15 και 17 ετών. Το οικονομικό κόστος του εθισμού και της επικίνδυνης χρήσης ουσιών για την κυβέρνηση στην Κύπρο, ανέρχεται σε τουλάχιστον 60 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο, σύμφωνα με στοιχεία της Αρχής Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων Κύπρου (ΑΑΕΚ) για το 2016 και σε αυτό το ποσό, δεν συμπεριλαμβάνονται επιπλέον 20 εκατομμύρια ευρώ που δαπανώνται ετησίως για περίπου 100 άτομα που εισέρχονται στις κεντρικές φυλακές (με συνολικά περίπου 800 χρόνια φυλάκισης), καθώς και τα έξοδα συντήρησης των οικογενειών τους και οι πολλαπλές κοινωνικές και αντικοινωνικές επιπτώσεις, που προκύπτουν από ενέργειες αυτών των ατόμων. Δεν υπάρχει άλλη ασθένεια, που να επηρεάζει τόσους πολλούς ανθρώπους, να έχει τόσο εκτεταμένες συνέπειες και για την οποία υπάρχει τόσο ευρύ φάσμα αποτελεσματικών παρεμβάσεων και θεραπειών, που να είναι τόσο παραμελημένη, όσο η ασθένεια του εθισμού».

Οι προτάσεις του ΚΕΝΘΕΑ – έμφαση στη μείωση ζήτησης

Αναπτύσσοντας τις βασικές προτάσεις του ΚΕΝΘΕΑ, για την αντιμετώπιση του προβλήματος των εθισμών στην Κύπρο, με βάση τα συμπεράσματά της μελέτης, ο δρ Βερεσιές τόνισε ότι «πρέπει πρωταρχικά να γίνει μια αποφασιστική στροφή, από την ενίσχυση της μείωσης της προσφοράς, στην ενίσχυση της μείωσης της ζήτησης. Τώρα ο συσχετισμός είναι 1 ευρώ στην πρόληψη και 57 ευρώ στην καταστολή». Και συνέχισε: «Οι προτάσεις μας περιλαμβάνουν την ολοκληρωτική εφαρμογή προγραμμάτων πρωτογενούς και δευτερογενούς πρόληψης, σε όλα τα επίπεδα, την ενσωμάτωση του ελέγχου και της παρέμβασης για επικίνδυνη χρήση ουσιών στην καθημερινή ιατρική πρακτική, την ενσωμάτωση της διάγνωσης και της θεραπείας του εθισμού στη συνήθη ιατρική πρακτική, την προσαρμογή των προγραμμάτων υποχρεωτικής θεραπείας για ψυχωσικές καταστάσεις που προκαλούνται από ουσίες, ενσωματώνοντας και τη θεραπεία απεξάρτησης στον ίδιο χώρο». Οι προτάσεις του ΚΕΝΘΕΑ περιλαμβάνουν επίσης τη δημιουργία προγραμμάτων εκπαίδευσης για όλους τους λειτουργούς υγείας, σχετικά με την αντιμετώπιση της επικίνδυνης χρήσης ουσιών και του εθισμού, τη δημιουργία πρωτοκόλλου προτύπων διαπίστευσης, αναγνώρισης και πιστοποίησης συμβούλων εθισμού για επαγγελματίες υγείας, τη συλλογική παρέμβαση στο ΓεΣΥ και στις ασφαλιστικές εταιρείες για παροχή κάλυψης για ολοκληρωμένη φροντίδα για τον εθισμό και τέλος, τη διεύρυνση του πρωτοκόλλου ΥΚΑΝ/Εισαγγελίας, που αφορά την παραπομπή σε θεραπεία, αντί για δίωξη, για όλες τις ουσίες και όλες τις ηλικίες – και όχι μόνο ατόμων μέχρι 24 χρόνων».

Διαλέξεις σε γονείς για την αγωγή των παιδιών τους

Μια κοινή πρωτοβουλία του ΚΕΝΘΕΑ και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου, εγκεκριμένη από την Αρχή Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων Κύπρου ( ΑΑΕΚ), υπό την αιγίδα της υπουργού Παιδείας Αθηνάς Μιχαηλίδου, θα ανακοινωθεί στο επικείμενο συνέδριο του οργανισμού στις 10 Μαϊου. Αφορά την υλοποίηση του προγράμματος πρωτογενούς πρόληψης ΑΚ.Ο.ΜΑ (Ακαδημία Οικογένειας Μαθητή), που πρωτολειτούργησε το ΚΕΝΘΕΑ το 1998 και απευθύνεται στους 87 χιλιάδες γονείς της Κύπρου. Όπως μας είπε ο δρ Βερεσιές, το πρόγραμμα «δίνει τη δυνατότητα στους γονείς, να μάθουν πώς μπορούν να ενισχύσουν την υγιή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών τους, ανάλογα με το ηλικιακό στάδιο στο οποίο αυτά βρίσκονται. Περιλαμβάνει 36 δωρεάν διαλέξεις μέσω TEAM, το 2025-2026, για θέματα αγωγής των παιδιών, για καλύτερη επικοινωνία στην οικογένεια και απόκτηση γνώσεων από τους γονείς για πρόληψη των εξαρτήσεων. Οι διαλέξεις θα πραγματοποιούνται κάθε Δευτέρα διαδικτυακά, από τις 19.00-20.30 από ψυχίατρους, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, κοινωνιολόγους και εκπαιδευτικούς. Η σχετική εκστρατεία αναμένεται να αρχίσει τον Σεπτέμβρη 2025. Ανάλογα με τις ανάγκες, και αφού γίνει αξιολόγηση για την προθυμία των γονιών να συμμετάσχουν, μπορεί να ακολουθήσει πρόγραμμα κατάρτισης, όπως σχολές γονέων και βιωματικά εργαστήρια. Το πρόγραμμα αυτό, πριν εφαρμοστεί, θα υποβληθεί στην ΑΑΕΚ για έγκριση.

Exit mobile version