Δεν είμαι ειδήμονας του θεάτρου. Αλλά είμαι θεατής. Όχι πιστή, αλλά μάλλον επιλεκτική. Η διαδικασία επιλογής καθορίζεται απλούστατα από τον ελεύθερο χρόνο μου και τις (υποκειμενικές) προτιμήσεις μου. Επίσης, προτιμώ να μην εκφράζομαι για κάτι που είδα και δεν μου άρεσε. Αν δεν έχεις κάτι καλό να πεις, καλύτερα να μην πεις τίποτα. Αρκετή τοξικότητα καταναλώνουμε.
Eίδα, λοιπόν, την πρεμιέρα της παράστασης «Δωδέκατη Νύχτα ή Ό,τι Προτιμάτε». Μου αρέσουν οι πρεμιέρες- οι επίσημες πρώτες- γιατί στον χώρο των πολιτιστικών παραγωγών δουλεύεις πυρετωδώς για τη ημέρα των εγκαινίων, των «αποκαλυπτηρίων», της πρεμιέρας. Οπότε, αυτή είναι και η στιγμή του «make it or break it».
Μπαίνεις, λοιπόν, στο περβόλι. Και καθώς πίνεις την μπύρα σου χαλαρά, ξεκινά η παράσταση. Οργανικά. Η κίνηση των ηθοποιών σε παροτρύνει να τους ακολουθήσεις, να τους δεις πίσω από φυλλωσιές δέντρων να έχουν διαλόγους, να τους ακολουθήσεις πάλι με γοργό βήμα, να ακούεις το συλλογικό βάδι να επιταχύνει, να σπρώχνετε κλαδιά για να περάσετε και να ακούγεται ο ήχος των ποδιών σας στα ξερά χόρτα. Σαν μια παρέα που επιχειρεί ένα home movie και εσύ είσαι η κάμεραγουμαν (ή -μαν, ό,τι προτιμάτε). Και τους ακολουθείς. Μέχρι που φτάνετε σε ένα ξέφωτο.
Ο ρόλος του θεατή, καθώς και η εμπειρία του (γι’ αυτό άλλωστε φτιάχνεται η τέχνη, για να δώσει κάτι στον παρατηρητή της, να του δοθεί), λήφθηκαν υπόψη. Σεβασμός στην εμπειρία του θεατή… όχι εγωισμός. Φτάνει με τις ομφαλοσκοπήσεις. Ο θεατής γίνεται μαζί και κάμερα και οθόνη, και θεατής και ρόλος, και- τέλος πάντων- ένα με αυτή την αισθητηριακή εμπειρία. Μια αίσθηση όπως όταν το νερό μπαίνει στο στόμα του διψασμένου. Αναπάντεχης χαράς. Κάτι που, προσωπικά, έψαχνα να δω στην τέχνη μας.
Τη μαγνητική Νιόβη Χαραλάμπους– τουλάχιστον στους ρόλους που την έχω δει εγώ στο πρόσφατο και μικρό χρονικό διάστημα πολιτιστικής κατανάλωσής μου- δεν βαριέμαι ποτέ να τη βλέπω. Η χροιά της φωνής της, η κίνησή της, ο τρόπος που μπορεί να υπάρξει στην σκηνή -όσο αχανές και να είναι- και το βλέμμα σου να είναι καρφωμένο πάνω της. Λίγες γυναίκες ηθοποιοί της κατηγορίας στην οποία ανήκει η Νιόβη έχουν διαχρονικά περάσει από το κυπριακό θέατρο. Μετρημένες στο ένα χέρι.
Τη Λένια Σορόκου στον ρόλο του Δούκα θα έλεγα ότι όλοι πρέπει να τη δούμε. Μπορεί να την εντάξουν στις πρακτικές slapstick comedy, αλλά η Σορόκου μπορεί όπως δεν θα μπορέσει κανείς. Οι Della & Αlex, μαγευτικές. Θέλω να τις δω και παρακάτω. Κατ΄ακρίβεια, αν παρακολουθούσα λίγο την κυπριακή μουσική σκηνή, θα έτρεχα να τις δω- μάλλον- στον Φέγγαρο.
Παρατηρώ μια εξωστρέφεια των πολιτιστικών παραγωγών μας, και αυτό με χαροποιεί. Γιατί ζούμε εδώ που ζούμε. Και βλέπουμε αυτά που βλέπουμε. Και είναι καλά. Η ποιότητα* και η ταυτότητα** της δουλειάς, δηλώνει ότι τουλάχιστον κάτι κάνουμε σωστά αν αναλογιστούμε το περιβάλλον και τους υφιστάμενους μηχανισμούς στα οποία πρέπει να λειτουργήσουμε.
*χμ… αντικειμενική ή υποκειμενική;
**η σύνθεση των συντελεστών μια παραγωγής
Αν ζούσα σε άλλη εποχή και άλλον αιώνα, σε άλλα πολιτικά συστήματα, σε βορινές συντεταγμένες, θα αναφερόμουν στην παρούσα τάση που παρατηρώ ως «Η Άνοιξη της Κυπριακής Τέχνης».
[…]
Τη χαρά της συμμετοχής. Τη χαρά της συλλογικότητας και της συμμετοχικότητας. Αυτό μου προξένησε η παράσταση.
Να πάτε να το δείτε.***
*Αν δεν σας αρέσει, καμία ευθύνη δεν φέρω για τα γούστα σας…
Περισσότερα για την παράσταση ΕΔΩ.
* Η Μαρία Σωφρονίου είναι παρατηρητής κινούμενων στόχων.