Με αφορμή το 1ο Εναλλακτικό Φεστιβάλ Βιβλίου Λευκωσίας, που διοργανώνεται στις 15 και 16 Νοεμβρίου στο Yalla Collective Space & Café στην οδό Περικλέους, ο κυπριακής καταγωγής συνιδρυτής του εκδοτικού οίκου Ψηφίδες (Θεσσαλονίκη) Χρίστος Μάης μιλά για την ουσία του εγχειρήματος, τη λογοκρισία, τη θέση της κυπριακής γλώσσας και τον ρόλο του βιβλίου ως πολιτικού και πολιτιστικού εργαλείου.
–Το 1ο Εναλλακτικό Φεστιβάλ Βιβλίου Λευκωσίας είναι αποτέλεσμα συλλογικής αυτο-οργάνωσης, χωρίς θεσμική ή εμπορική στήριξη. Πώς προέκυψε αυτή η σύμπραξη με συλλογικότητες από Κύπρο και Ελλάδα και ποια είναι η ουσία ενός τέτοιου «εναλλακτικού» φεστιβάλ; Αφορμή υπήρξαν τα περσινά γεγονότα που μας οδήγησαν (αναφέρομαι στις εκδόσεις Ψηφίδες) στο να αποσύρουμε τη συμμετοχή μας από το Nicosia Book Fest. Το διήμερο που διοργανώσαμε με τη στήριξη του Yalla, αλλά και η παρουσίαση της λογοκριμένης βιβλιοπαρουσίασης του παραμυθιού του Κωνσταντίνου Μαραγκού «Η ντραγκ κουίν που έσωσε τα Χριστούγεννα» στο Υφαντουργείο, μάς έφερε σε επαφή με άτομα και συλλογικότητες από τον χώρο των εκδόσεων και των γραμμάτων εν γένει, αλλά και με το αναγνωστικό κοινό της Λευκωσίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η εκδότρια Μαρία Κελετζή είχε την ιδέα διοργάνωσης ενός φεστιβάλ που να ανταποκρίνεται σ’ αυτό που εμείς θέλουμε για τις εκδόσεις (μας). Η ουσία του συμπυκνώνεται στα εξής πολύ απλά: τα άτομα και τα εγχειρήματα που θα συμμετέχουν θα μπορούν να εκθέτουν τα βιβλία τους και να διοργανώνουν τις παρουσιάσεις τους χωρίς λογοκρισία. Επίσης, ένα φεστιβάλ όπου τα βιβλία που παρεκκλίνουν σε σχέση με τον κυρίαρχο λόγο γύρω από το έθνος, το φύλο, τη φυλή, τη σεξουαλικότητα κ.ο.κ., όχι μόνο δεν θα λογοκρίνονται αλλά θα φιλοξενούνται με μεγάλη μας χαρά. Τέλος, επειδή δεν επιδιώκουμε οποιαδήποτε στήριξη, οικονομική ή άλλη, έχουμε και την ανεξαρτησία να μπορούμε να κινούμαστε με βάση τις αρχές μας και να υπερασπιζόμαστε τις επιλογές μας χωρίς «ναι μεν, αλλά».
–Ποια η θέση του βιβλίου ως πολιτικού και πολιτιστικού εργαλείου; Μπορεί να λειτουργήσει ακόμη ως χώρος αντίστασης και συλλογικής σκέψης; Το βιβλίο είναι ένα κατεξοχήν πολιτιστικό προϊόν και ο πολιτισμός δεν είναι πολιτικά ουδέτερος. Ακόμα και το απολίτικο βιβλίο αποτελεί πολιτικό εργαλείο. Το βιβλίο είναι μέσο διασκέδασης, μόρφωσης, προβληματισμού. Η ανάγνωσή του μπορεί να συγκροτήσει χώρους αντίστασης και η γέννηση συζητήσεων με αφορμή τις αναγνώσεις μπορεί και να συγκροτήσει συλλογικότητες και συγκλίσεις στη σκέψη των ανθρώπων. Εγώ δεν έχω κανένα θέμα ακόμη κι αν αυτό γεννήσει αποκλίσεις, αν μη τι άλλο οι διαφωνίες κάνουν τις συζητήσεις πιο ενδιαφέρουσες. Νομίζω πως αυτό που με χαροποιεί περισσότερο όταν συμμετέχω σε φεστιβάλ βιβλίου είναι ακριβώς αυτός ο διάλογος, με άλλα εκδοτικά εγχειρήματα, με το κοινό, με περαστικούς που βλέπουν φως και μπαίνουν. Άρα, το βιβλίο συνεχίζει να αποτελεί σημαντική παράμετρο στην πολιτική και τον πολιτισμό.
–Μια από τις δημόσιες συζητήσεις κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ είναι τα «70 χρόνια από την ίδρυση της ΕΟΚΑ», με αφορμή το βιβλίο του Αντρίκκου Βαρνάβα «Δολοφονία στη βρετανική Κύπρο το 1934 και οι απαρχές της ΕΟΚΑ». Πώς βλέπετε τη συμβολή αυτής της έκδοσης στην ιστορική συζήτηση; Νομίζω πως ο Βαρνάβα διαφοροποιείται σε σχέση με τη συζήτηση περί μεγάλων αντρών κι εξιδανίκευσης που χαρακτηρίζει τη φιλολογία γύρω από την ΕΟΚΑ. Ταυτόχρονα, αναδεικνύει τη γενεαλογία κι άρα το βάθος του εθνικισμού που χαρακτήριζε αυτούς που οραματίστηκαν την ΕΟΚΑ, ενός εθνικισμού που επέλεγε τη χρήση της πολιτικής βίας απέναντι στους πολιτικούς του αντιπάλους, είτε αυτοί αφορούσαν φιλελεύθερους αστούς, όπως ο Αντώνιος Τριανταφυλλίδης, είτε αριστερούς εργάτες όπως ο Σάββας Μένοικος. Η ανάδειξη της γενεαλογίας της πολιτικής βίας από πλευράς της εθνικιστικής κυπριακής δεξιάς ως εργαλείο για πάσα χρήση κι όχι μόνο απέναντι στους αποικιοκράτες, θεωρώ πως συμβάλλει στη συζήτηση. Ή, μάλλον, θα συνέβαλε αν υπήρχε ουσιαστική συζήτηση. Συνάμα, τονίζει για μένα, την υποκρισία και τη θρασυδειλία του εθνικισμού. Ας μην ξεχνάμε πως ποτέ δεν έγινε ανάληψη ευθύνης για τη δολοφονία Τριανταφυλλίδη και η ΕΟΚΑ βάφτιζε συλλήβδην τους πολιτικούς της αντιπάλους ως «προδότες», χωρίς να μπαίνει στη διαδικασία να το τεκμηριώνει.
Η λογοκρισία συχνά υπερασπίζεται το τρίπτυχο Πατρίς- Θρησκεία- Οικογένεια
–Η λογοκρισία αποτελεί επίσης κεντρικό άξονα των συζητήσεων του φεστιβάλ. Ποια μορφή παίρνει σήμερα η λογοκρισία στην Ελλάδα και στην Κύπρο και πώς συνδέεται με την εκδοτική και καλλιτεχνική παραγωγή; Καταρχάς, αφορμή για τη δημιουργία του ίδιου φεστιβάλ υπήρξε περιστατικό λογοκρισίας, ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε από το να μας απασχολήσει το θέμα. Θεωρώ πως οι λογοκριτικοί μηχανισμοί δεν εξαφανίστηκαν ποτέ ακόμη κι αν θεωρητικά έχουμε κατοχυρωμένη ελευθερία της έκφρασης. Σ’ αυτή την πλευρά της Μεσογείου η λογοκρισία συχνά λαμβάνει τη μορφή υπεράσπισης του τριπτύχου Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια. Ό,τι παρεκκλίνει από το τρίπτυχο, καταστέλλεται. Παρέκκλιση μπορεί να θεωρηθεί η χρήση των κυπριακών, η κριτική στην εκκλησία, η κριτική στον εθνικισμό και στην ανάδειξη αδυναμιών, λαθών ή και εγκλημάτων της, ας την πούμε, δικής μας πλευράς, η αναφορά σε μη-ετεροκανονική σεξουαλικότητα κ.ο.κ.. Η εκδοτική και καλλιτεχνική παραγωγή, ή έστω μέρος της, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, επιχειρεί συχνά να υπερβεί αυτό το συντηρητικό και αντιδραστικό τρίπτυχο που προέρχεται από τη μεταξική δικτατορία, αλλά σχεδόν ένα αιώνα μετά καλά κρατεί. Και τότε αντιμετωπίζει λογοκριτικούς μηχανισμούς, είτε κρατικούς, είτε παρακρατικούς. Θεωρώ πως κάθε φορά που δεν αντιστεκόμαστε στη λογοκρισία δίνουμε έδαφος ακριβώς σε αυτές τις αντιδραστικές και σκοταδιστικές απόψεις να κάνουν βήματα προς τα μπρος. Γι’ αυτό και χαίρομαι που τα τελευταία περιστατικά λογοκρισίας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο δεν έχουν μείνει αναπάντητα.
–Πιστεύετε ότι η καθιέρωση των κυπριακών στον γραπτό λόγο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πολιτισμική χειραφέτηση; Πώς βλέπετε την προσπάθεια νεότερων δημιουργών να γράφουν στα κυπριακά; Ως άνθρωπος που γενικώς δεν γράφω στα κυπριακά και που μιλώ κυπριακά μόνο στην Κύπρο ή όταν συναναστρέφομαι με Κυπραίους, θεωρώ πως δεν είμαι κατάλληλος για να απαντήσω. Προφανώς και θεωρώ απόλυτα λογικό κάποιος να εκφράζεται στη γλώσσα που τον εκφράζει. Η γλώσσα είναι μέσο έκφρασης και επικοινωνίας, τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο. Ο διαχωρισμός μεταξύ κυπριακών, για τη σφαίρα του ιδιωτικού, και της κοινής νέας ελληνικής για τον δημόσιο λόγο θεωρώ πως δεν έχει καμιά λογική βάση. Αν δυο επιστήμονες μπορούν να συνεννοηθούν στα κυπριακά, ας το κάνουν. Μάλιστα, αν γινόταν αυτό θα διαβάζαμε και θ’ ακούγαμε λιγότερα μαργαριτάρια στον κυπριακό Λόγο (Τύπος, Ραδιόφωνο, Τηλεόραση) από δημόσια πρόσωπα που προσπαθούν να «καλαμαρίσουν» ανεπιτυχώς. Οπότε, ναι, θεωρώ πως η αυτοέκφραση είναι χειραφετητική πολιτισμικά.
O έντυπος λόγος συνεχίζει να είναι χρήσιμος
–Σε μια εποχή ψηφιακής υπερπληροφόρησης, τι περιθώρια αφήνει ο έντυπος λόγος για βαθύτερη πολιτική και κοινωνική σκέψη; Θεωρώ πως ο έντυπος λόγος, συγκεκριμένα το βιβλίο, συνεχίζει να είναι χρήσιμο γιατί από τη φύση του συγκροτεί ένα συνεκτικό αφήγημα με αρχή, μέση και τέλος. Η πληροφορία δεν εμπεριέχεται απομονωμένη αλλά ως τμήμα μιας ολότητας. Άρα τη λαμβάνεις πλαισιωμένη κι όχι σαν μεμονωμένη πληροφορία όπως από μία διαδικτυακή μηχανή αναζήτησης ή ως απάντηση σε ερώτηση σε μια μηχανή Τεχνητής Νοημοσύνης. Εγώ μεγάλωσα την εποχή της μετάβασης από το αναλογικό στο ψηφιακό και απολαμβάνω τη χρήση και των δύο. Δεν φταίνε τα εργαλεία, αλλά οι χρήσεις τους. Από την άλλη θεωρώ πως το συγκροτημένο κείμενο που παράγει ένα αφήγημα, είτε αυτό είναι έντυπο ή ψηφιακό, παραμένει χρήσιμο και κρίσιμο στην κατανόηση του κόσμου και στη συγκρότηση της σκέψης μας.
–Πως γεννήθηκαν οι Εκδόσεις Ψηφίδες και ποια ανάγκη ήρθαν να καλύψουν; Οι Ψηφίδες, με τη μορφή που έχουν σήμερα, γεννήθηκαν το 2019 από εμένα και τη Μαρία Κελετζή. Η ιδέα όμως για τη δημιουργία ενός εκδοτικού οίκου με σαφές πολιτικό πρόσημο υπήρχε ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 2000. Οι Ψηφίδες ήρθαν να καλύψουν, ή να επιχειρήσουν να καλύψουν, δυο ανάγκες. Η μία είναι βιοποριστική και σχετίζεται με την ανάγκη μας να έχουμε την αυτονομία και την ανεξαρτησία μας σε σχέση με εργοδότες και ταυτόχρονα να ζούμε αξιοπρεπώς. Η έτερη ανάγκη αφορούσε την πολιτική έκφραση. Θέλαμε και θέλουμε να εκδίδουμε βιβλία για θέματα που θα χαιρόμασταν να διαβάζουμε ως αναγνώστες, με φροντίδα αισθητική και τεχνική αρτιότητα. Προφανώς κι έχουμε πολλά περιθώρια βελτίωσης αλλά κάνουμε ό,τι μπορούμε στη βάση των δυνατοτήτων μας. Θέλουμε να παράγουμε βιβλία που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τον σύγχρονο κόσμο προκειμένου να τον αλλάξουμε. Αυτό βέβαια δεν μπορούμε να το κάνουμε μόνοι μας κι ευτυχώς πληθαίνουν τα όμορα εκδοτικά εγχειρήματα, γεγονός που μας χαροποιεί.
–Πώς επιλέγετε τα έργα που εκδίδετε; Υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια ή θεματικές που σας καθοδηγούν; Οι επιλογές είναι κατά βάση δικές μου μιας και έχω τον ρόλο του συμβούλου εκδόσεων. Σε μεγάλο βαθμό αυτές σχετίζονται με τα ενδιαφέροντά μου ως προς τις θεματικές που είναι αρκετά ευρείες μιας και καλύπτουν το φάσμα αυτού που θα ονομάζαμε ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες. Το κριτήριό μας είναι θεωρητικά απλό, επιλέγουμε τίτλους που θέτουν είτε νέα ερωτήματα είτε νέες προσεγγίσεις σε παλαιότερα ερωτήματα που θεωρούμε πως θα έπρεπε να μας απασχολούν. Δεν μας ενδιαφέρουν τόσο οι απαντήσεις που δίνονται και κατά πόσο συμφωνούμε με αυτές. Μας απασχολούν περισσότερο τα ερωτήματα και οι μεθοδολογίες που ακολουθούνται. Επίσης, ορισμένες φορές επιλέγουμε τίτλους που έχουμε ανακαλύψει εμείς κι άλλοτε τίτλους που μας προτείνονται από γνωστούς ή και αγνώστους σε εμάς ανθρώπους.
–Τι σημαίνει «βιωσιμότητα» για έναν εκδοτικό οίκο που δεν ακολουθεί εμπορικές συνταγές; Βιωσιμότητα σημαίνει να μπορείς να επιβιώνεις εκδίδοντας αυτά που θέλεις. Δηλαδή, να κερδίζεις όσα χρειάζεσαι για να ζήσεις και για να συνεχίζεις να εκδίδεις. Δεν είναι εύκολο γιατί και το αναγνωστικό κοινό είναι περιορισμένο, αλλά και γιατί η αγοραστική του δύναμη περιορίζεται με τη συνεχιζόμενη παγκόσμια οικονομική κρίση. Παρόλα αυτά, με δράσεις όπως τα φεστιβάλ, τις παρουσιάσεις βιβλίων και τη στήριξη του αναγνωστικού κοινού, είμαστε ακόμη εδώ, κι ας ελπίσουμε για πολύ ακόμα καιρό.
–Τι θα θέλατε να κρατήσει κάποιος που θα επισκεφθεί το φεστιβάλ στη Λευκωσία; Είναι μια γιορτή του βιβλίου, μια πολιτική πράξη, ή και τα δύο μαζί; Για μένα, είναι και τα δύο. Αν μη τι άλλο η πολιτική θα έπρεπε να έχει κάτι το γιορτινό, παλεύουμε για να βελτιώσουμε τις ζωές μας κι αυτό θα έπρεπε να είναι κάτι το χαρμόσυνο, το γιορτινό, έτσι δεν είναι; Επιπλέον, το βιβλίο, ακόμη και το πολιτικό, το διαβάζουμε και για ευχαρίστηση, όταν διαβάζω κάτι που διευρύνει τους ορίζοντές μου χαίρομαι, άρα γιορτάζω τη βελτίωσή μου ως άνθρωπος ενώ συνάμα αποκτώ και ένα πολιτικό εργαλείο. Νομίζω πως τα άτομα που θα περάσουν από το φεστιβάλ θα περάσουν καλά ενώ ταυτόχρονα θα προβαίνουν σε μια πολιτική πράξη στήριξης των ανεξάρτητων εκδοτικών εγχειρημάτων που συμμετέχουν.
- INFO: 1ο Εναλλακτικό Φεστιβάλ Βιβλίου Λευκωσίας, Yalla Collective Space & Café, 15 και 16 Νοεμβρίου (11π.μ.- 8μ.μ.). Συμμετέχουν: Affect Editions, Ajar, Αναρχική Προοπτική, Fisherwomxn, IWW, Moufflon Bookshop, Faura Books, OWK Press, Βιβλιοπωλείο Ιδεοδρόμιο, Βιβλιοπωλείο Περιδιάβαση, Κοινότητα Αγώνα ΑΦΟΑ, Εκτός Γραμμής, Πανοπτικόν, Πολιτιστικό Ίδρυμα 1948, Πότλατς, Ψηφίδες


