11 Ιουλίου, 2025
12:22 πμ

Προκλητική παράκαμψη ευρωπαϊκής οδηγίας του 2012 που αφορά τα δικαιώματα της καταγγέλλουσας Ν.Τ. στην υπόθεση φερόμενου βιασμού της από πολιτικό πρόσωπο, προκύπτει από τα γεγονότα της υπόθεσης.

Η ευρωπαϊκή οδηγία, που υποτίθεται πως ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο της Κύπρου τα προηγούμενα χρόνια, δίδει το δικαίωμα σε ένα παραπονούμενο πρόσωπο να ζητήσει από την εισαγγελική Αρχή του κράτους του να επανελεγχθεί η απόφαση για μη άσκηση δίωξης σε βάρος ενός υπόπτου.

Μάλιστα, η ίδια οδηγία προνοεί όπως η αρμόδια Αρχή παράσχει χωρίς περιττή καθυστέρηση και με επάρκεια πληροφορίες ως προς την απόφασή της να μη διώξει τον καταγγελλόμενο. Κι αυτό για να διασφαλιστεί το δικαίωμα του παραπονούμενου προσώπου να ζητήσει επανέλεγχο.

Ωστόσο, η κυπριακή Βουλή που θέσπισε εναρμονιστική νομοθεσία το 2016 και την τροποποίησε έξι χρόνια αργότερα, δεν περιλαμβάνει καμία πρόνοια στο Νόμο ώστε το παραπονούμενο άτομο να κινήσει διαδικασία επανελέγχου της απόφασης της Γενικής Εισαγγελίας.

Μάλιστα, η ίδια νομοθεσία της Κύπρου, δεν θεσμοθετεί με ρητή πρόνοια την υποχρέωση του Γενικού Εισαγγελέα προκειμένου να παράσχει χωρίς καθυστέρηση ενημέρωση σε παραπονούμενο για την απόφαση μη δίωξης ή αναστολής δίωξης υπόπτου.

Στην προκειμένη περίπτωση ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, Σάββας Αγγελίδης, αν και έδωσε οδηγίες για καταχώρηση της υπόθεσης στο Δικαστήριο, στη συνέχεια, κι επικαλούμενος νέα στοιχεία που προέκυψαν (σ.σ. ζήτησε να ληφθεί κατάθεση από την παραπονούμενη), αποφάσισε τον Δεκέμβριο του 2021 να διακόψει την ποινική δίωξη σε βάρος του Α.Τ.

Αυτή η απόφασή του, λοιπόν, κινείτο στη σφαίρα του ανέλεγκτου. Κι αυτό γιατί η εναρμονιστική νομοθεσία παρέκαμψε την επίμαχη πρόνοια της ευρωπαϊκής οδηγίας ώστε η παραπονούμενη να μπορεί να αιτηθεί επανέλεγχο της απόφασης του κ. Σαββίδη. Την ίδια στιγμή η Ν.Τ. δεν είχε καμία πρόσβαση στις βασικές πληροφορίες που οδήγησαν στην απόφαση διακοπής της δίωξης, ώστε να μπορέσει να προασπίσει τα όποια δικαιώματά της.

Δεν την ενημέρωναν

Ειδικά γι’ αυτό το τελευταίο σημείο, να αναφέρουμε ότι η προσπάθεια της παραπονούμενης να αποκτήσει πρόσβαση σε λεπτομέρειες για την απόφαση της υπόθεσής της δεν τελεσφόρησε, παρά μόνο όταν παρενέβη καταλυτικά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Στην επίμαχη απόφαση του ΕΔΑΔ, με την οποία μένει εκτεθειμένη ολόκληρη η Κυπριακή Δημοκρατία και οι μηχανισμοί της, αναφέρεται πως η καταγγέλλουσα της υπόθεσης είχε μόνο τηλεφωνική επικοινωνία με τον λειτουργό της Νομικής Υπηρεσίας που χειρίστηκε την υπόθεση.

Παραθέτουμε ενδεικτικά σημεία από την ετυμηγορία του ΕΔΑΔ:

> Στις 3 Δεκεμβρίου 2021, ο δημόσιος κατήγορος ενημέρωσε την προσφεύγουσα τηλεφωνικώς για την απόφαση να παύσει η ποινική δίωξη.

> Στις 27 Δεκεμβρίου 2021, η προσφεύγουσα ζήτησε αντίγραφο της απόφασης του Γενικού Εισαγγελέα για την παύση της δίωξης στην υπόθεση και να πληροφορηθεί τους λόγους της απόφασης αυτής. Ζήτησε, επίσης, να επανεξεταστεί η απόφαση περί τερματισμού των διαδικασιών κατά του Α.Τ.

> Με επιστολή της 4ης Ιανουαρίου 2022, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας απάντησε ότι η ανωτέρω απόφαση είχε κοινοποιηθεί στην προσφεύγουσα από τον δημόσιο κατήγορο του γραφείου του. Ο αρμόδιος εισαγγελέας είχε εξηγήσει στην προσφεύγουσα ότι η δίωξη είχε παύσει κατόπιν επανεξέτασης των αποδεικτικών στοιχείων, και συγκεκριμένα των καταθέσεων που είχε δώσει η προσφεύγουσα μετά την καταχώρηση της υπόθεσης στο δικαστήριο (σ.σ. η Αστυνομία δεν αναθεώρησε την αρχική θέση της για δίωξη μετά τα νέα δεδομένα, όπως αποκάλυψε ο «Φ» χθες), οι οποίες περιλάμβαναν νέους ισχυρισμούς και αποδεικτικά στοιχεία που δεν υπήρχαν στον φάκελο της υπόθεσης όταν ελήφθη η απόφαση να διωχθεί ο Α.Τ. Αυτό οδήγησε στην επαναξιολόγηση της απόφασης για δίωξη.

> Με επιστολή της 4ης Φεβρουαρίου 2022, η προσφεύγουσα απάντησε ότι, αν και είχε συζητήσει εν συντομία τους λόγους της απόφασης με τον δημόσιο κατήγορο τηλεφωνικώς, εξακολουθούσε να επιθυμεί την επίσημη ενημέρωση για τους λόγους παύσης της δίωξης μετά την επανεξέταση των συμπληρωματικών της καταθέσεων και των αποδεικτικών στοιχείων. Η προσφεύγουσα ζήτησε, επιπλέον, αντίγραφο του φακέλου της ποινικής υπόθεσης με αριθμό 3428/21, αντίγραφα των καταθέσεών της στην αστυνομία, κάθε άλλο έγγραφο ή υλικό σχετικό με την καταγγελία της στις 10 Απριλίου 2021 και πρακτικά των συναντήσεων μεταξύ αυτής, δικηγόρων του Νομικού Γραφείου και της αστυνομίας που είχαν λάβει χώρα για την επανεξέταση της καταγγελίας της.

> Με επιστολή της 21ης Φεβρουαρίου 2022, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας απάντησε ότι οι λόγοι για την παύση της δίωξης είχαν ήδη εξηγηθεί από τον δημόσιο κατήγορο. Επανέλαβε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία έπρεπε να επανεξεταστούν επειδή η προσφεύγουσα είχε δώσει δύο συμπληρωματικές καταθέσεις στις οποίες διατύπωνε νέους ισχυρισμούς, για τους οποίους το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα δεν είχε προηγουμένως γνώση όταν ελήφθη η απόφαση να διωχθεί ο φερόμενος δράστης. Το αίτημα της προσφεύγουσας για αντίγραφο του φακέλου της υπόθεσης απορρίφθηκε.

> Τον Σεπτέμβριο του 2022 το ΕΔΑΔ μετά από νομικά διαβήματα της παραπονούμενης κάλεσε τις «κυβερνητικές Αρχές να υποβάλουν αντίγραφο του φακέλου που αφορά την ποινική έρευνα σχετικά με την καταγγελία της προσφεύγουσας για βιασμό». Ακολούθησε ανταπόκριση στο αίτημα.

Η Αστυνομία για το δημοσίευμά μας

Χθες η Αστυνομία Κύπρου εξέδωσε ανακοίνωση με αφορμή το χθεσινό πρωτοσέλιδο μας δημοσίευμα, στο οποίο καταγράφαμε, μεταξύ άλλων, τις πληροφορίες μας ότι «παρά τα νέα δεδομένα που είχαν προκύψει» μετά την καταχώρηση της υπόθεσης στο Δικαστήριο «η θέση της Αστυνομίας, δεν είχε διαφοροποιηθεί».

Το αστυνομικό Σώμα στην ανακοίνωση σημειώνει τα ακόλουθα: «Σε σχέση με σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας «Ο Φιλελεύθερος» με τίτλο: «Η Αστυνομία επέμενε σε δίκη για βιασμό», διευκρινίζονται τα ακόλουθα: Η Αστυνομία Κύπρου μετά από τη διερεύνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης, εισηγήθηκε την ποινική δίωξη του υπόπτου προσώπου, θέση, η οποία έγινε αποδεκτή και από τη Νομική Υπηρεσία και ως εκ τούτου, καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση ενώπιον Δικαστηρίου. Ενόσω η υπόθεση βρισκόταν ενώπιον Δικαστηρίου, προέκυψαν νέα δεδομένα, τα οποία διερευνήθηκαν κατόπιν οδηγιών της Νομικής Υπηρεσίας. Τα νέα δεδομένα τέθηκαν ενώπιον της Νομικής Υπηρεσίας, η οποία βάση του Συντάγματος έχει αρμοδιότητα για τη λήψη απόφασης ως προς τον παραπέρα χειρισμό της υπόθεσης. Διευκρινίζεται ότι, η υπόθεση βρισκόταν ήδη ενώπιον Δικαστηρίου και η Αστυνομία δεν είχε αρμοδιότητα για υποβολή οποιασδήποτε εισήγησης».

Το επίμαχο άρθρο 11 της ευρωπαϊκής πράξης και ο «εναρμονισμός» μας

Η οδηγία 2012/29 της Ευρωπαϊκής Ένωσης (25/10/2012) αποσκοπούσε στη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας. Η κυπριακή Βουλή ψήφισε το Νόμο «περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας» (2016 (51(I)/2016) για εναρμονισμό με την ευρωπαϊκή αυτή πράξη.

Το επίμαχο άρθρο 11 της ευρωπαϊκής οδηγίας έχει δύο βασικές παραμέτρους: (1) Την χωρίς καθυστέρηση επαρκή ενημέρωση της παραπονούμενης για τους λόγους που αποφασίστηκε να διακοπεί η ποινική δίωξη του καταγγελλόμενου, ώστε (2) να της παρασχεθεί το δικαίωμα να ζητήσει επανέλεγχο της απόφασης της εισαγγελικής Αρχής.

Παρουσιάζουμε αυτούσιο το άρθρο 11:

> Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα, σύμφωνα με τον ρόλο τους στο σχετικό σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, να έχουν το δικαίωμα να ζητούν επανεξέταση της απόφασης να μην ασκηθεί δίωξη. Οι δικονομικοί κανόνες της επανεξέτασης αυτής καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

> Όταν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ο ρόλος του θύματος στο σχετικό σύστημα ποινικής δικαιοσύνης καθορίζεται μόνο αφού ληφθεί απόφαση για τη δίωξη του δράστη, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τουλάχιστον τα θύματα σοβαρών αδικημάτων να έχουν το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης να μην ασκηθεί δίωξη. Οι δικονομικοί κανόνες της επανεξέτασης αυτής καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

> Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα θύματα να ενημερώνονται χωρίς περιττή καθυστέρηση σχετικά με το δικαίωμά τους να λαμβάνουν, καθώς και να λαμβάνουν επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να αποφασίσουν αν θα ζητήσουν να επανεξετασθεί η απόφαση μη άσκησης δίωξης εφόσον το ζητήσουν.

> Όταν η απόφαση μη άσκησης δίωξης λαμβάνεται από την ανώτατη εισαγγελική Αρχή, της οποίας η απόφαση δεν επιδέχεται επανεξέταση βάσει του εθνικού δικαίου, η επανεξέταση δύναται να διενεργηθεί από την ίδια Αρχή.

Η σχετική νομοθεσία που ψήφισε η Βουλή (Ο περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας Νόμος του 2016 (51(I)/2016)), όπως σημειώσαμε, δεν περιλαμβάνει καμία πρόνοια επανελέγχου, ούτε διακριτή αναφορά στη βάση της ευρωπαϊκής οδηγίας, ώστε το φερόμενο θύμα να ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση και με επάρκεια για την απόφαση της Νομικής Υπηρεσίας για αναστολή δίωξης ή μη δίωξη του υπόπτου. Και φυσικά, στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρχε αμέσως και επαρκής ενημέρωση για την απόφαση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, Σάββα Αγγελίδη, να ανασταλεί η διαδικασία.

Exit mobile version