Στη σκιά έντονων αντιδράσεων από το Τμήμα Δασών και οργανωμένους φορείς, συζητείται σήμερα στην κοινοβουλευτική επιτροπή Γεωργίας η κυβερνητική απόφαση για μεταφορά μέρους του Τμήματος Δασών στο υπουργείο Εσωτερικών. Στη Βουλή κλήθηκε η ομάδα εργασίας που έχει συσταθεί για την υλοποίηση της απόφασης του υπουργικού Συμβουλίου, η οποία λήφθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2025 και αφορά τη μεταφορά της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, αλλά και του προσωπικού του Τμήματος Δασών που ασχολείται με δράσεις δασοπροστασίας (πρόληψη, ετοιμότητα και καταστολή) κάτω από την ίδια ομπρέλα, μαζί με το Τμήμα Πολιτικής Άμυνας.
Η απόφαση συνοδεύεται από τη μετονομασία του υπουργείου Εσωτερικών σε «υπουργείο Εσωτερικών και Πολιτικής Προστασίας», κίνηση την οποία η κυβέρνηση χαρακτηρίζει κομβική για τον εκσυγχρονισμό του μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων και ακραίων καιρικών φαινομένων.
Στην επιτροπή Γεωργίας αναμένεται να κατατεθούν οι έντονες επιφυλάξεις του Τμήματος Δασών, το οποίο θεωρεί ότι η απόφαση η οποία έχει ήδη ενσωματωθεί στον κρατικό προϋπολογισμό του 2026 μπορεί να αποδυναμώσει την αποτελεσματικότητα στην πρόληψη και καταστολή δασικών πυρκαγιών. Οι εκπρόσωποι του Τμήματος αναμένεται να επαναλάβουν ότι η δασική προστασία δεν μπορεί να κατακερματιστεί, επικαλούμενοι και την Έκθεση Ξανθόπουλου (Φεβρουάριος 2025), η οποία, όπως σημειώνουν, τεκμηριώνει την αποτελεσματικότητα του ενιαίου μοντέλου που εφαρμόζεται στα κρατικά δάση.
Η Έκθεση Ξανθόπουλου
Η μελέτη, που εκπονήθηκε από τον δασολόγο–ερευνητή, Γαβριήλ Ξανθόπουλο, επισημαίνει ότι το φαινόμενο των ακραίων πυρκαγιών δεν μπορεί να εξαλειφθεί, αλλά μπορεί μόνο να αντιμετωπιστεί όπως ένας σεισμός ή ένας τυφώνας με συστήματα πρόληψης, ετοιμότητας και άμεσης αντίδρασης. Σήμερα, αναφέρεται στη μελέτη, η ευθύνη για τις πυρκαγιές στην ύπαιθρο είναι κατανεμημένη μεταξύ δύο κύριων φορέων:
• Το Τμήμα Δασών είναι υπεύθυνο για πυρκαγιές μέσα ή σε ακτίνα 2 χιλιομέτρων από κρατικά δάση και εφαρμόζει ένα ολοκληρωμένο σύστημα πρόληψης, ετοιμότητας και καταστολής.
• Η Πυροσβεστική Υπηρεσία είναι υπεύθυνη για την υπόλοιπη ύπαιθρο και τις αστικές περιοχές, αλλά η πρόληψη βρίσκεται στα χέρια των Επαρχιακών Διοικήσεων και των Τοπικών Αρχών.
Αυτή η διάσπαση αρμοδιοτήτων έχει ως αποτέλεσμα κενά συντονισμού, διαφορετικές προσεγγίσεις και περιοχές που δεν καλύπτονται επιχειρησιακά με τον ίδιο τρόπο. Πολλοί Πυροσβεστικοί Σταθμοί υπαίθρου της Πυροσβεστικής βρίσκονται σε περιοχές ευθύνης του Τμήματος Δασών, ενώ άλλες περιοχές μένουν αραιά καλυμμένες.
Η Πυροσβεστική, πέρα από τις πυρκαγιές, έχει και δεκάδες άλλες αποστολές (διασώσεις, βιομηχανικά ατυχήματα, κ.λπ.), γεγονός που μειώνει τη διαθεσιμότητα προσωπικού και επιχειρησιακής ετοιμότητας στις πυρκαγιές υπαίθρου.
Η μελέτη εισηγείται ριζική ανακατανομή των περιοχών ευθύνης μεταξύ Τμήματος Δασών και Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, με βάση γεωγραφικά, οικολογικά και επιχειρησιακά κριτήρια, ώστε:
• Το Τμήμα Δασών να αναλάβει όλες τις περιοχές με δασική βλάστηση και σχεδόν το σύνολο των περιοχών Natura 2000 (92,75%), δηλαδή τα πιο δύσκολα μέτωπα, με στόχο κάλυψης σε ακτίνα που επιτρέπει την άφιξη πυροσβεστικών δυνάμεων σε έως 10 λεπτά.
• Η Πυροσβεστική Υπηρεσία να επικεντρωθεί σε οικισμούς, καλλιέργειες και περιοχές χαμηλής βλάστησης, όπου η πρόσβαση είναι ευκολότερη και τα περιστατικά συνήθως απαιτούν λιγότερο εξειδικευμένα μέσα.
Η λογική είναι να υπάρχει συμπαγής και ξεκάθαρη ευθύνη: Το Τμήμα Δασών στα δάση, η Πυροσβεστική στους ανθρώπους και στις υποδομές. Οι δύο Υπηρεσίες θα συνεχίσουν να λειτουργούν επικουρικά όπου απαιτείται, αλλά με ξεκάθαρα πρωτόκολλα συντονισμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, το Τμήμα Δασών διαθέτει σήμερα 108 πυροσβεστικά οχήματα, ενώ η Πυροσβεστική 117 και οι υπόλοιποι φορείς και εθελοντές συνολικά 295, κυρίως ελαφρού τύπου.
Για να καλυφθούν οι απαιτήσεις σε 24ωρη βάση (με δωδεκάωρη υπηρεσία ανά βάρδια) αλλά και τις ανάγκες ρεπό, σύμφωνα με τη μελέτη για τη λειτουργία κάθε νέου Δασικού Σταθμού απαιτούνται 6 δασικοί λειτουργοί (ένας επικεφαλής δασικός λειτουργός 1ης Τάξης και πέντε δασικοί λειτουργοί) και 20 έως 32 δασοπυροσβέστες, ανάλογα με τον αριθμό και τύπο των πυροσβεστικών οχημάτων. Μετά από εξειδίκευση ανά σταθμό προκύπτει η ανάγκη για 108 λειτουργούς και 476 δασοπυροσβέστες για τους νέους σταθμούς. Επιπλέον αυτών, όμως, απαιτείται η στελέχωση των τεσσάρων ειδικών ομάδων υποστήριξης, αλλά και των 26 νέων θέσεων παρατήρησης σε προϋπάρχοντες και νέους Δασικούς Σταθμούς. Για την κάθε ειδική ομάδα υποστήριξης απαιτούνται 5 δασικοί λειτουργοί και 20 δασοπυροσβέστες, δηλαδή συνολικά 20 δασικοί λειτουργοί και 80 δασοπυροσβέστες. Για τη σωστή λειτουργία όλων των ανωτέρω, απαιτείται και ανώτερο προσωπικό: Ανά 3 νέους Δασικούς Σταθμούς προβλέπεται μία θέση ανώτερου δασικού λειτουργού. Επιπλέον, απαιτείται κάλυψη ορισμένων κενών προσωπικού στους υπάρχοντες σταθμούς.
Εμμένει στην απόφαση η κυβέρνηση – Ανησυχία του Τμήματος Δασών
Από την άλλη, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η συγκέντρωση υπηρεσιών υπό μία κοινή διοίκηση ενισχύει την επιχειρησιακή ανταπόκριση και τον συντονισμό, κάτι που κατέδειξαν όπως αναφέρει οι πρόσφατες εμπειρίες αντιμετώπισης ακραίων φαινομένων.
Ανακοινώνοντας την απόφαση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, τη χαρακτήρισε «σημαντικότατη μεταρρύθμιση», τονίζοντας πως η συνένωση Πυροσβεστικής, Δασοπυροσβεστών, Πολιτικής Άμυνας και συναφών Υπηρεσιών σε έναν ενιαίο μηχανισμό θα οδηγήσει σε πιο αποτελεσματικό και σύγχρονο Εθνικό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, αντίστοιχο με τα μοντέλα άλλων ευρωπαϊκών κρατών.
Ωστόσο, το Τμήμα Δασών εκφράζει βαθιά ανησυχία και έντονη διαφωνία. Ο διευθυντής του Τμήματος, Σάββας Ιεζεκιήλ, προειδοποιεί πως η διάσπαση της ενιαίας δασικής διαχείρισης «αποτελεί σοβαρή απειλή» για την προστασία των κυπριακών δασών, επισημαίνοντας ότι η δασοπροστασία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το σύνολο των λειτουργιών του Τμήματος. «Η δασική διαχείριση είναι αδιαίρετη. Οποιαδήποτε απομόνωση της πυροπροστασίας από τις υπόλοιπες δράσεις είναι άκρως επικίνδυνη», ανέφερε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι πάνω από το 95% του προσωπικού του Τμήματος εμπλέκεται άμεσα στα προγράμματα ετοιμότητας και επιφυλακής για δασικές πυρκαγιές.
Ανάλογη στάση τηρεί και ο Κλάδος Υπαλλήλων του Τμήματος Δασών της ΠΑΣΥΔΥ, ο οποίος με ανακοίνωσή του κάνει λόγο για «διάσπαση της δασικής διαχείρισης» και προειδοποιεί ότι η μεταφορά μέρους του προσωπικού και αρμοδιοτήτων «συνιστά τεράστια απειλή» για τα δάση, το περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία.
Σε δηλώσεις της, μετά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 17 Σεπτεμβρίου 2025, η υφυπουργός παρά τω Προέδρω, Ειρήνη Πική, υπογράμμισε ότι η μεταρρύθμιση αυτή αποτελεί συνέχεια της απόφασης του 2023 για δημιουργία Εθνικού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας. Η κ. Πική αναφέρθηκε σε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για τη μεταρρύθμιση του συστήματος πολιτικής προστασίας.
Απαντώντας στις επικρίσεις, επισήμανε ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής καθιστούν επιτακτικό έναν ενιαίο συντονισμό όλων των εμπλεκομένων Υπηρεσιών. Τόνισε, ακόμη, ότι θα επικαιροποιηθούν τα εθνικά επιχειρησιακά σχέδια, ενώ σε ερώτηση για πιθανή μεταφορά αστυνομικών Τμημάτων, ξεκαθάρισε ότι η Αστυνομία δεν περιλαμβάνεται στην απόφαση. Παράλληλα, αναφέρθηκε στη δημιουργία θέσης Εθνικού Συντονιστή και σε πιθανές μελλοντικές αλλαγές στη διοικητική δομή του Υπουργείου.









