Παρά τη θεωρούμενη θωράκιση του νέου νομικού πλαισίου για κατάργηση των πολλαπλών συντάξεων και της ταυτόχρονης καταβολής σύνταξης και μισθού στους μελλοντικούς αξιωματούχους με την τροπολογία των Οικολόγων και του ΔΗΚΟ, καθώς πιστεύεται από τους εισηγητές πως συνάδει με το Σύνταγμα και τις αποφάσεις του Δικαστηρίου, νομικοί κύκλοι φαίνεται να εντοπίζουν και πάλι αντισυνταγματικές πρόνοιες.
Και αυτό γιατί, όπως επισημαίνεται, δημιουργούνται κρατικοί αξιωματούχοι δύο ταχυτήτων στις ίδιες θέσεις, ενώ παραβιάζονται και συγκεκριμένα άρθρα του Συντάγματος. Πλέον, τον τελικό λόγο έχει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, ο οποίος αφού λάβει την νομική συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα θα αποφανθεί εάν θα υπογράψει ή όχι το νόμο.
Το Προεδρικό θα αναμένει από τη Βουλή να του προωθήσει το τελικό κείμενο του νόμου, το οποίο θα σταλθεί στη Νομική Υπηρεσία για να το εξετάσει και να δ’ωσει τις εισηγήσεις της.
Βλέπουν κενά, ασάφειες
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ», τεχνοκράτες εξετάζουν επιστάμενα το νέο πλαίσιο, θεωρώντας πως κάποιες πρόνοιες προσκρούουν στο Σύνταγμα. Κάτι, όπως μας λέχθηκε, για το οποίο είχε προειδοποιήσει εδώ και καιρό η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας τους βουλευτές, όταν συζητείτο τον τελευταίο ενάμιση χρόνο το θέμα στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών.
Αρμόδια πηγή δήλωσε στον «Φ» πως εκ πρώτης όψεως οι νέοι νόμοι, πέραν των συνταγματικών και νομικών ζητημάτων, δεν είναι ξεκάθαροι, έχουν κενά και δεν είναι εύκολη η πρακτική εφαρμογή τους.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης έχει στη διάθεση του 15 ημέρες από την ημέρα που θα του σταλθούν οι νομοθεσίες, για να αποφανθεί. Είτε θα υπογράψει τη νομοθεσία και θα τη θέσει σε ισχύ, είτε θα προχωρήσει σε αναπομπή είτε σε απευθείας αναφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο. Σε περιπτώσεις διαφωνίας του Προέδρου με έναν νόμο, συνήθως επιλέγεται να γίνει αναπομπή του νόμου, αλλά εξαιτίας των εκ διαμέτρου αντίθετων θέσεων κυβέρνησης και κομμάτων στο θέμα των συντάξεων, δεν αποκλείεται να επιλεχθεί η αναφορά στο Ανώτατο. Εάν αποφασιστεί να γίνει αναπομπή του νόμου, πριν το τέλος του μήνα οι βουλευτές θα αφήσουν για λίγο τις καλοκαιρινές τους διακοπές και θα επιστρέψουν στα κοινοβουλευτικά έδρανα.
Χθες τα κόμματα απηύθυναν έκκληση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αποδεχθεί το νέο νομικό πλαίσιο, καθώς με αυτό γίνεται μια νέα αρχή, έστω για τους επόμενους αξιωματούχους, που θα υπηρετήσουν για πρώτη φορά.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ Γιώργος Λουκαίδης προχώρησε ένα βήμα παρακάτω, διαμηνύοντας στον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη πως σε περίπτωση που κάνει αναφορά του νόμου στο δικαστήριο, θα πρέπει από κοινού κυβέρνηση και κόμματα να βρουν μια συναινετική λύση. «Μαζί Βουλή και εκτελεστική εξουσία να εξετάσουμε την πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ που είναι πρόταση του Γενικού Λογιστή».
Τι θα δικαιούνται οι νέοι αξιωματούχοι
Υπέρ του νέου νομικού πλαισίου τάχθηκαν 41 βουλευτές από όλα τα κόμματα, πλην των έξι βουλευτών της ΕΔΕΚ και ΔΗΠΑ που τήρησαν αποχή και του ανεξάρτητου βουλευτή Ανδρέα Θεμιστοκλέους που το καταψήφισε. Μετά τη ψήφιση του νέου πλαισίου και της τροπολογίας Οικολόγων και ΔΗΚΟ, για τους νέους αξιωματούχους που θα εκλεγούν και θα διοριστούν για πρώτη φορά από την 1η Ιουνίου 2026 θα ισχύουν τα εξής:
– Επέκταση της καταβολής σύνταξης στο 65ο έτος, στις περιπτώσεις κρατικών αξιωματούχων οι οποίοι σήμερα λαμβάνουν σύνταξη στο 60ό έτος. Σε αυτούς περιλαμβάνονται υπουργοί, υφυπουργοί, βουλευτές, δήμαρχοι, προέδροι και μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) και της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ). Θα αφορά τη σύνταξη που κερδίζεται ή θεμελιώνεται από θητεία ή υπηρεσία μετά την 1η Ιουνίου 2026.
– Αναστολή μέρους της κερδηθείσας ή θεμελιωθείσας σύνταξης για υπηρεσία ή θητεία που αρχίζει από την 1η Ιουνίου 2026 και μετά, στην περίπτωση των υπαλλήλων του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και των αξιωματούχων οι οποίοι μετά τη συγκεκριμένη ημερομηνία αναλαμβάνουν αξίωμα, λειτούργημα ή θέση είτε στη Δημοκρατία, είτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
– Συμψηφισμός κερδηθεισών ή θεμελιωθεισών συντάξεων για θητεία ή υπηρεσία από την 1η Ιουνίου 2026 και μετά σε διαφορετικά αξιώματα, λειτουργήματα ή θέσεις, στις περιπτώσεις προσώπων που δεν εμπίπτουν στο υφιστάμενο, από το 1980, πλαίσιο αναστολής συντάξεων, ώστε η καταβλητέα σύνταξη στο σύνολό της να μην υπερβαίνει το 1/2 των υψηλότερων συντάξιμων απολαβών.
– Προστασία του δικαιώματος σε θεμελιωθείσα σύνταξη για υπηρεσία σε θέση στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα και/ή άλλο αξίωμα ή λειτούργημα το οποίο ο δικαιούχος κατείχε πριν από την εφαρμογή των προτεινόμενων ρυθμίσεων, η οποία θα καταβάλλεται επιπροσθέτως.
– Παράλληλα, περιλήφθηκε και πρόνοια για την καταβολή ελάχιστης αμοιβής, ύψους €500, για σκοπούς μετριασμού των επιφυλάξεων σε σχέση με τη στέρηση σύνταξης.
Μπέρδεμα και ασάφεια για την αποποίηση της σύνταξης
Πήρε ώρες σε αρκετούς βουλευτές για να καταλάβουν τι ψήφισαν χθες σε σχέση με την οικειοθελή αποποίηση της σύνταξης από κρατικούς αξιωματούχους. Με την πρόταση νόμου δίνεται η δυνατότητα σε αξιωματούχο που διορίζεται ή εκλέγεται σε δημόσιο αξίωμα, λειτούργημα ή θέση να υποβάλλει προς τον υπουργό Οικονομικών δήλωση αποποίησης κρατικής σύνταξης για τη χρονική περίοδο κατά την οποία υπηρετεί στο συγκεκριμένο αξίωμα. Κάποια μέλη του Κοινοβουλίου υποστήριζαν λίγο μετά την απόφαση πως η νέα ρύθμιση αγγίζει και τους υφιστάμενους κρατικούς αξιωματούχους, οι οποίοι, σε περίπτωση που υπογραφεί ο νόμος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, θα πρέπει να προχωρήσουν σε δήλωση αποποίησης της σύνταξης και σε περίπτωση που δεν το επιθυμούν θα γνωστοποιείται το όνομά τους στη Βουλή από τον υπουργό.
Άλλοι βουλευτές υποστήριζαν χθες -και υποστηρίζουν ακόμα- πως είναι θέμα ερμηνείας της νομοθεσίας, η οποία, παρόλο που δεν αναγκάζει τους εν ενεργεία αξιωματούχους να αποποιηθούν τη σύνταξη για όσο χρόνο θα αμοίβονται για τις υπηρεσίες τους, θα υποχρεώσει τους αξιωματούχους, λόγω της κοινωνικής κατακραυγής, θα υπάρξει, να αποποιηθούν και τη δεδομένη στιγμή τη σύνταξη. Κάτι το όποιο πράττουν και σήμερα κάποιοι αξιωματούχοι, χωρίς να υπάρχει θεσμοθετημένο νομικό πλαίσιο.
Οι ασάφειες στη νέα νομοθεσία ανοίγουν παράθυρο παρερμηνείας. Κάποιοι υποστηρίζουν πως το ζήτημα είναι πρωτίστως πολιτικό και όχι νομικό, καθώς η αποποίηση της σύνταξης είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική.
Ασάφειες βλέπουν οι τεχνοκράτες
Τεχνοκράτες με τους οποίους μίλησε ο «Φ» ανέφεραν πως η νομοθετική ρύθμιση δεν ξεκαθαρίζει πλήρως ποιοι επηρεάζονται. Όπως μας λέχθηκε, εάν ο σκοπός της πρότασης νόμου ήταν η κάλυψη και των υφιστάμενων αξιωματούχων θα έπρεπε να ήταν πιο ξεκάθαρη η πρόνοια στο νόμο, επισημαίνοντας όπως είναι διατυπωμένο το κείμενο η πρόνοια είναι ασαφής.
Σύμφωνα με την πρόταση που ψηφίστηκε, «αξιωματούχος ο οποίος εκλέγεται ή διορίζεται σε δημόσιο αξίωμα, λειτούργημα ή θέση στη Δημοκρατία ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δύναται να αποποιηθεί την παροχή σύνταξης για τη χρονική περίοδο που λαμβάνει μισθό, αντιμισθία ή αποζημίωση συνεπεία της εκλογής ή του διορισμού του, υποβάλλοντας στον Υπουργό Οικονομικών Δήλωση Αποποίησης Σύνταξης». Παράλληλα, αναφέρεται πως «η Δήλωση Αποποίησης Σύνταξης υπογράφεται και υποβάλλεται αμέσως μετά την εκλογή ή τον διορισμό του αξιωματούχου ή το αργότερο εντός δεκαπέντε ημερών από την εκλογή ή τον διορισμό αυτού και ο Υπουργός Οικονομικών προβαίνει σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες». Στην περίπτωση που ο κρατικός αξιωματούχος επιλέξει να μην αποποιηθεί τη σύνταξη, ο Υπουργός Οικονομικών ενημερώνει σχετικά τον Πρόεδρο της Βουλής γραπτώς μετά την παρέλευση δεκαπέντε ημερών από την εκλογή ή τον διορισμό του εν λόγω αξιωματούχου.