Τεράστια είναι η διαφορά στο κόστος αποκατάστασης ζημιών μεταξύ των τελευταίων μεγάλων πυρκαγιών. Η σύγκριση ανάμεσα στη μεγάλη φωτιά του Αρακαπά το 2021 και τις καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν την επαρχία Λεμεσού στην περιοχή Μαλλιά τον Ιούλιο του 2025 καταδεικνύει πολλαπλάσια επιβάρυνση για το κράτος, όπως προκύπτει από απάντηση του Υπουργού Εσωτερικών, Κωνσταντίνου Ιωάννου προς τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση, το συνολικό κόστος αποκατάστασης των ζημιών που προκάλεσε η πυρκαγιά στον Αρακαπά το 2021 ανήλθε μέχρι σήμερα στα €1.725.055. Ο Υπουργός διευκρίνισε ότι η διαδικασία καταβολής των αποζημιώσεων δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, γεγονός που αφήνει περιθώριο για μικρή περαιτέρω αύξηση του συνολικού ποσού.
Για τις πυρκαγιές που έπληξαν την επαρχία Λεμεσού τον Ιούλιο 2025, το Υπουργείο Εσωτερικών εκτιμά ότι το συνολικό κόστος αποκατάστασης των ζημιών θα εκτοξευθεί στα €60 εκατομμύρια, ποσό σχεδόν 35 φορές υψηλότερο από την πυρκαγιά στον Αρακαπά.
Μέχρι τις 5 Νοεμβρίου 2025 έχουν ήδη δαπανηθεί €4.227.961 από το Υπουργείο Εσωτερικών, ενώ η απογραφή των νέων αιτήσεων συνεχίζεται, κάτι που υποδηλώνει ότι η τελική δαπάνη ενδέχεται να προσεγγίσει ή και να ξεπεράσει την αρχική εκτίμηση.
Στο εκτιμώμενο συνολικό ποσό περιλαμβάνονται ζημιές σε κτήρια, ακόμη και σε μη αδειοδοτημένες ή ασφαλισμένες κατασκευές, στοιχείο που αυξάνει σημαντικά τον όγκο των απαιτήσεων.
Ο Υπουργός σημειώνει ότι οι αποζημιώσεις για επιχειρήσεις, γεωργικές καλλιέργειες, εξοπλισμό και άλλες συναφείς ζημιές δεν περιλαμβάνονται στο ποσό των €60 εκατ. Αυτές εμπίπτουν στις αρμοδιότητες άλλων υπουργείων (Ενέργειας, Γεωργίας και Εργασίας) γεγονός που σημαίνει ότι το συνολικό οικονομικό αποτύπωμα των πυρκαγιών του 2025 ενδέχεται να είναι σημαντικά μεγαλύτερο.
Η απάντηση του Υπουργού είναι σε ερώτηση του βουλευτή Γιώργου Κάρουλα που ζήτησε ενημέρωση για το κόστος αποκατάστασης των δύο πυρκαγιών. Μέσα από την απάντηση αναδεικνύεται η δραματική αύξηση του οικονομικού κόστους που συνεπάγονται οι μεγάλες πυρκαγιές, είτε εξαιτίας της έντασης των φαινομένων, είτε λόγω της αυξημένης δόμησης και των υψηλότερων αξιών περιουσίας στις πληγείσες περιοχές.









