Συνεχώς αλλάζει το σκηνικό στο χρηματοπιστωτικό περιβάλλον της χώρας, με νέες ισορροπίες και συσχετισμούς δυνάμεων και την ίδια ώρα σε φάση αναδιάταξης μπαίνει ο ασφαλιστικός τομέας και το ένα deal κλείνει μετά το άλλο.
Πέρα από τον ανταγωνισμό των ασφαλιστικών εταιρειών να διευρύνουν το πελατολόγειό τους, τώρα οι συμφωνίες είναι στο μέτωπο των εξαγορών και η ασφαλιστική βιομηχανία είναι στα πάνω της.
Η επενδυτική όρεξη για την αγορά της Κύπρου είχε ως αποτέλεσμα να κλείσει η τρίτη συμφωνία σε διάστημα μερικών μηνών, σε μια περίοδο που ο ασφαλιστικός κλάδος αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, κυρίως λόγω της κλιματικής αλλαγής και της ανάγκης προώθησης σύγχρονων ασφαλιστικών προϊόντων.
Αυτό προϋποθέτει εταιρείες μεγάλης κλίμακας, να μπορούν να αντιμετωπίσουν την ταχύτερη αύξηση των ασφαλισμένων ζημιών, οικονομικά εύρωστες, που να έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τον μετασχηματισμό του κλάδου.
H τελευταία εξαγορά που ανακοινώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα είναι της Prime Insurance από την αυστριακή εταιρεία Grazer Wechselseitige Versicherung AG (GRAWE), η οποία εισέρχεται για πρώτη φορά στην κυπριακή αγορά ως ασφαλιστική εταιρεία.
Η συμφωνία δεν έκλεισε γιατί η Prime Insurance ήθελε να «μεγαλώσει», αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση αιτία ήταν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Πιο συγκεκριμένα, πωλητής είναι η Eurobank, καθώς η Prime πέρασε στον τραπεζικό όμιλο μέσω των κόκκινων δανείων του εκλιπόντος Έλληνα επιχειρηματία Δημήτρη Κοντομηνά, στον οποίο ανήκε η ασφαλιστική εταιρεία. Η Prime Insurance δραστηριοποιείται τόσο στον κλάδο ζωής, όσο και στις γενικές καλύψεις και έκανε την εμφάνισή της στην Κύπρο το 1999, με την ίδρυση της ασφαλιστικής εταιρείας Interlife.
Λόγω επέκτασης των εργασιών της εταιρείας στην Ελλάδα μετά τη συγχώνευσή της με την Demco Ασφαλιστική το 2011, μετονομάστηκε σε Prime Insurance. Το μερίδιο που έχει στην αγορά είναι στο 4,7%.
Η Grazer Wechselseitige Versicherung AG έχει έδρα το Γκρατς της Αυστρίας και προσφέρει ασφαλιστικά προϊόντα και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Η εταιρεία, όπως αναφέρεται, στοχεύει σε στρατηγική ανάπτυξης, εστιασμένη στην αξία για τον πελάτη και τη γεωγραφική διαφοροποίηση.
Ήταν γνωστό ότι πριν μερικά χρόνια είχε εκδηλωθεί αγοραστικό ενδιαφέρον για την Prime Insurance από μικρή μαλτέζικη εταιρεία, η οποία ωστόσο δεν είχε καταφέρει να βρει τρόπο χρηματοδότησης του deal και γινόντουσαν διαπραγματεύσεις με την αυστριακή εταιρεία. Όποιος και να είναι ο λόγος που έκλεισε η συμφωνία, γεγονός είναι ότι υπάρχει κινητικότητα και δεν αποκλείεται το επόμενο διάστημα να ανακοινωθεί και κάτι άλλο στον ασφαλιστικό τομέα.
Οι σημαντικές ανακατατάξεις που έχουν γίνει στην ασφαλιστική βιομηχανία μέσω εξαγορών έχουν ως αποτέλεσμα ανταγωνιστικό μερίδιο να κατέχει ο ελληνικός όμιλος Eurobank μέσω της Ελληνικής (θα ονομαστεί Eurobank) με τη συμφωνία εξαγοράς της CNP Ασφαλιστικής Κύπρου.
Aνταγωνιστικό πλεονέκτημα αποκτά και η Τράπεζα Κύπρου με την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής, η οποία είναι θυγατρική της Εθνικής Ασφαλιστικής (Ελλάδος). Απομένει να φανεί ποια θα είναι η κίνηση του τρίτου τραπεζικού παίκτη της αγοράς, της Alpha Bank, η οποία μετά την εξαγορά της Astrobank πληροφορίες τη θέλουν να αναζητά τρόπους ενίσχυσης των μη επιτοκιακών εσόδων, μεταξύ άλλων από τον τομέα των ασφαλιστικών εργασιών.
Αυστηρό πλαίσιο
Οι ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούν κάτω από ένα αυστηρό εποπτικό πλαίσιο, ευθυγραμμισμένο σε ορισμένα σημεία, όπως ρευστότητα, φερεγγυότητα, επάρκεια κεφαλαίων, με αυτό των τραπεζών.
Εκ των πραγμάτων, λόγω των αυστηρών οδηγιών, η διατήρηση υγιών δεικτών δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες πρέπει να ευθυγραμμιστούν με το τρίπτυχο- περιβάλλον, κοινωνική υπευθυνότητα , εταιρική διακυβέρνηση (- Environmental, Social and Governance – ESG Criteria).
Οι ρυθμιστικές εξελίξεις στον τομέα των ασφαλίσεων είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της σταθερότητας, της προστασίας των καταναλωτών και του θεμιτού ανταγωνισμού στον ασφαλιστικό κλάδο.
Η ασφαλιστική βιομηχανία στην Κύπρο εποπτεύεται από τον Έφορο Ασφαλίσεων, ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών και ενεργεί σε κάθε περίπτωση εξ ‘ονόματος και κατ’ εντολή του Εφόρου Ασφαλίσεων. Η Υπηρεσία δεν είναι ανεξάρτητη, όπως για παράδειγμα η Κεντρική Τράπεζα, που εποπτεύει τις τράπεζες, αλλά ανήκει στο Υπουργείο Οικονομικών.
Η οδηγία Solvency II είναι ένα ολοκληρωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο για ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Στοχεύει στην εναρμόνιση των ασφαλιστικών κανονισμών στα κράτη μέλη της ΕΕ, στην ενίσχυση των πρακτικών διαχείρισης κινδύνων και στη διασφάλιση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας στον ασφαλιστικό κλάδο.
Η οδηγία Solvency II καθορίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, τα πρότυπα διαχείρισης κινδύνου και τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων για τους ασφαλιστές, συμβάλλοντας στη διασφάλιση των συμφερόντων των αντισυμβαλλομένων και στον μετριασμό των συστημικών κινδύνων.
Οι ρυθμιστικές αρχές εστιάζουν όλο και περισσότερο στους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα και στις γνωστοποιήσεις στον ασφαλιστικό τομέα. Οι κανονισμοί που σχετίζονται με το κλίμα στοχεύουν στην ενίσχυση της διαφάνειας, της ανθεκτικότητας και της βιωσιμότητας στον ασφαλιστικό κλάδο και προωθούν την ευθυγράμμιση με τους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους.
Μεγάλη πρόκληση η κλιματική αλλαγή
Μια από τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ασφαλιστική βιομηχανία είναι η κλιματική αλλαγή, δηλαδή οι καιρικές συνθήκες, οι αυξημένες συχνότητες ακραίων φαινομένων όπως καταιγίδες, πλημμύρες και πυρκαγιές που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην ασφάλιση ακινήτων.
Σε αντίθεση με το τι ίσχυε μέχρι πριν μερικά χρόνια, η ασφαλιστική βιομηχανία σήμερα καλείται να υπολογίσει και να προσμετρήσει όλους τους πιο πάνω κινδύνους σε σχέση με κάθε ασφαλιστικό συμβόλαιο που παρέχει προς τους πελάτες της. Η κλιματολογική αλλαγή αυξάνει τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οποία προκαλούν μεγαλύτερες ζημιές και κατ’ επέκταση την καταβολή μεγαλύτερων αποζημιώσεων στους πελάτες των ασφαλιστικών εταιρειών.
Παρόλη τη σημαντικότητα ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου για τις επιχειρήσεις, η ασφάλιση αποτελεί μόνο ένα μέρος της λύσης. Πρέπει να είναι προετοιμασμένες για τις αλλαγές στις καιρικές συνθήκες και να λαμβάνουν τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα για την προστασία των εργαζομένων, του εξοπλισμού και γενικότερα των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων.
Όπως αναφέρουν δημοσιεύματα στον διεθνή τύπο, στις Ηνωμένες Πολιτείες πολλές ασφαλιστικές εταιρείες ακυρώνουν ισχύουσες καλύψεις σε παραθαλάσσιες, κυρίως, περιοχές, ανεβάζουν τα ασφάλιστρα ή επιβάλλουν αυστηρότερες ρήτρες. Ως εκ τούτου, η προσιτή ασφαλιστική κάλυψη μίας κατοικίας – για πολλούς μια βασική ετήσια δαπάνη, συχνά ως προϋπόθεση του ενυπόθηκου χρέους τους – γίνεται όλο και πιο δύσκολο να εξασφαλιστεί. Οι Ευρωπαίοι ασφαλιστές, στο σύνολό τους, σε συνεργασία με τους πολιτικούς, αναζητούν τρόπο να ενημερώσουν καλύτερα και να φέρουν πιο κοντά τους πολίτες στο μείζον πρόβλημα της απειλής της κλιματικής κρίσης.