Το υδατικό αποτελεί πολύ σοβαρό πρόβλημα για την Κύπρο. Το τραγικό όμως είναι ότι θυμόμαστε να ασχοληθούμε με το θέμα κάθε φορά που φτάνουμε στα όρια να διψάσουμε. Το βιώσαμε και το 2008, το βιώνουμε και σήμερα. Υπό άλλες συνθήκες, ενδεχομένως και οι σοβαρότατες επισημάνσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας να περνούσαν απαρατήρητες. Όπως άλλωστε και για όλα τα προβλήματα που έχουμε στην Κύπρο, τα οποία τα θυμόμαστε μόνο όταν η ο κόμπος έχει ήδη φτάσει στο χτένι.
Το υδατικό δεν είναι ζήτημα για πολιτική εκμετάλλευση, αλλά είναι θέμα εθνικής στρατηγικής. Συνεπώς, το ζητούμενο δεν είναι η άσκηση κριτικής αλλά η εγρήγορση που πρέπει να έχουμε ως κράτος για τα δύσκολα χρόνια που έρχονται. Η λύση των μονάδων αφαλάτωσης από τα ΗΑΕ ήταν σίγουρα μια αποτελεσματική κίνηση από πλευράς κυβέρνησης. Προσωρινή όμως. Η λειψυδρία θα είναι μόνιμο πρόβλημα για την Κύπρο και άρα χρειάζεται μια διαρκής μακροπρόθεσμη στρατηγική αντιμετώπισης της.
Όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στην έκθεσης της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, καταγράφεται σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας τα τελευταία 100 χρόνια, η οποία στη Λευκωσία και τη Λεμεσό ανήλθε σε 1,8 και 2,9 βαθμούς Κελσίου αντίστοιχα, τη στιγμή που η καταγραφόμενη αύξηση στην παγκόσμια μέση θερμοκρασία (1906-2005), υπολογίζεται σε 0,74 βαθμούς Κελσίου.
Σύμφωνα επίσης με τα στοιχεία που παρατίθενται στην έκθεση, προβλέπεται επίσης αύξηση σε ακραίες καταγραφές θερμοκρασιών όπου αναμένονται καύσωνες με αυξημένη διάρκεια 8-12 ημερών ανά δεκαετία, αύξηση καλοκαιρινών ημερών έως και 8 ανά δεκαετία, αύξηση έως 13 οι τροπικές νύκτες ανά δεκαετία, αύξηση των ημερών με θερμοκρασία 40 βαθμών Κελσίου και άνω και μείωση των ημερών με θερμοκρασίες κάτω των 0 βαθμών Κελσίου καθώς επίσης και αύξηση των φαινομένων ξηρασίας, τόσο σε ένταση όσο και σε συχνότητα. Το 91% της Κύπρου κρίνεται ως να εμπίπτει σε κρίσιμη ή ευαίσθητη κλιματικά περιοχή.
Παράλληλα σημειώνεται ότι αναμένεται μείωσης της ετήσιας βροχόπτωσης και υψηλή μεταβλητότητα βροχοπτώσεων.
Αναμένεται επίσης επιδείνωση των ήδη περιορισμένων ποσοτήτων και της ποιότητας του νερού το 2021-2050 σε σύγκριση με την περίοδο 2000-2020. Θα υπάρξει συνέχιση της πτωτικής τάσης της στάθμης των υπόγειων υδάτων λόγων μειωμένης βροχόπτωσης και αυξημένης εξάτμισης και μείωση της αναπλήρωσης των υπόγειων υδάτων λόγω αλλαγής στην αποτελεσματική βροχόπτωση και τη διάρκεια της περιόδου επαναφόρτισης.
Επισημαίνεται ακόμα, η πιθανή αύξηση της ζήτησης νερού άρδευσης λόγων αυξημένης εξατμισοδιαπνοής και/η μειωμένης αποτελεσματικής βροχόπτωσης.
Ανάμεσα σε άλλα, στην έκθεση τονίζονται και οι πολλοί σοβαροί κίνδυνοι που εγκυμονούνται για τις υποδομές ως συνεπακόλουθο της κλιματικής αλλαγής. Συγκεκριμένα στην έκθεση αναφέρονται τα εξής:
>> Κίνδυνος υλικών ζημιών και διακοπής λειτουργίας των υποδομών όπως μονάδων αφαλάτωσης και επεξεργασίας λυμάτων, που βρίσκονται στις παράκτιες περιοχές, λόγω έντονων βροχοπτώσεων και ανόδου της στάθμης της θάλασσας.
>> Επιπτώσεις από την αυξημένη παραγωγής αφαλατωμένου νερού στο ενεργειακό ισοζύγιο
>> Αύξηση του απαιτούμενου κόστους λειτουργίας και συντήρησης των υποδομών λόγω ανόδου της στάθμης της θάλασσας και πιθανή ανάγκη για νέες επενδύσεις.
>> Ευπάθεια των υποδομών σε ζημιές από πλημμύρες για αστικές και θαλάσσιες και κατολισθήσεις και υποδεικνύεται η ανάγκη για λήψη προστατευτικών μέτρων από το κράτος για τις πλημμύρες, όπως έργα προστασίας ακτών, αλιευτικά καταφύγια, φράγματα, συστήματα βιώσιμης αστικής αποχέτευσης.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία στην έκθεση της υποδεικνύει ότι η έλλειψη επαρκών στοιχείων για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των υφιστάμενων μέτρων και της αναγκαιότητας λήψης πρόσθετων μέτρων απαιτεί περαιτέρω έρευνα για λεπτομερέστερη αξιολόγηση της ευπάθειας των υποδομών στην κλιματική αλλαγή
Η Ελεγκτική Υπηρεσία, καταγράφει επίσης και μία σειρά συμπερασμάτων μεταξύ των οποίων και το γεγονός ότι υπάρχουν αδυναμίες στην ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτινων πόρων και ότι η εφαρμογή στρατηγικών και σχεδίων παρουσιάζει καθυστερήσεις και δεν αξιοποιείται πλήρως για τη βέλτιστη λειτουργία των υποδομών.
Στις επισημάνσεις αυτές είναι που πρέπει να εστιάσουν οι πολιτικές του κράτους προκειμένου να αποφύγουμε πολύ χειρότερες καταστάσεις στο άμεσο μέλλον, διότι δυστυχώς, το μέλλον δεν προδιαγράφεται ευοίωνο και η Κύπρος βρίσκεται στην ζώνη υψηλού κινδύνου από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.