Στο πρόσωπο ενός πιο «σκληρού» εκφραστή για το χαρτοφυλάκιο της τουρκικής διπλωματίας φαίνεται να προσανατολίζεται ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Σύμφωνα με τουρκικά μέσα, ο Ταγίπ Ερντογάν «φλερτάρει» με ανασχηματισμό με στόχο να απομακρύνει τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Χακάν Φιντάν και να τοποθετήσει στη θέση του τον πρώην εκπρόσωπο της τουρκικής Προεδρίας και νυν επικεφαλής των τουρκικών υπηρεσιών πληροφοριών (MΙΤ), Ιμπραχήμ Καλίν.
Τούρκοι αναλυτές, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει προς ώρας επίσημη διάψευση ή επιβεβαίωση, αναφέρουν ότι ο Χακάν Φιντάν δεν έχει καταφέρει να δώσει σαφή στρατηγική κατεύθυνση στη διπλωματία, παρά τη μεγάλη εμπειρία του στον χώρο των πληροφοριών (πρώην επικεφαλής της ΜΙΤ).
Σύμφωνα με τους ίδιους, το πρόβλημα δεν αφορά προσωπική αποτυχία του Χακάν Φιντάν, αλλά το γεγονός ότι η εξωτερική πολιτική παραμένει «σπορ» και πεδίο δράσης σχεδόν αποκλειστικά από τον ίδιο τον Ερντογάν.
Τούτο διότι ο Φιντάν δεν λειτούργησε ως αυτόνομος Υπουργός Εξωτερικών αλλά πιο πολύ ως εκτελεστικός βραχίονας των επιλογών του Ερντογάν, κάτι που αποτυπώθηκε αρνητικά στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις.
Φθίνει η τουρκική διπλωματία
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο (Gudenmar) αποτυπώθηκε η απογοήτευση των Τούρκων πολιτών.
Από τη μία πλευρά, μεγάλο μέρος των πολιτών στηρίζει μια «ανεξάρτητη και ισχυρή Τουρκία» που δεν υπακούει στη Δύση, ενώ από την άλλη, αυξάνεται η ανησυχία για το κόστος αυτής της πολιτικής: οικονομικές πιέσεις, απομόνωση και αβεβαιότητα στις διεθνείς σχέσεις.
Καταγράφεται, επίσης, η άποψη ότι η εξωτερική πολιτική έχει γίνει εργαλείο εσωτερικής κατανάλωσης, χωρίς απτά οφέλη για την καθημερινότητα των πολιτών, για τη θέση της χώρας σε διεθνείς οργανισμούς, με το 56% να δηλώνει ότι ο ρόλος της σε οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Έθνη, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ είναι ανεπαρκής.
Για τον πόλεμο στη Γάζα, που έχει ρίξει όλο το βάρος της η Τουρκία, το 83% δήλωσε ότι τάσσεται με την Παλαιστίνη και μόλις το 6% με το Ισραήλ.
Την ίδια στιγμή οι απόψεις για την επίθεση της Χαμάς ήταν διχασμένες. Το 44% δήλωσε ότι ήταν δικαιολογημένη ενώ το 32% διαφώνησε.
Οι συμμετέχοντες ήταν επίσης επικριτικοί ως προς τη στάση της Άγκυρας με το 42% να την χαρακτηρίζει αναποτελεσματική και μόνο το 23% ισχυρή και συνεπή.
Ως προς τη Συρία που απασχολεί ιδιαίτερα του Τούρκους πολίτες η δημοσκόπηση αποκάλυψε τη δημόσια ανησυχία για την παρουσία εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων.
Ειδικότερα το 56% δήλωσε ότι όλοι οι Σύροι πρέπει να επιστρέψουν και το 25% υποστήριξε ότι πρέπει να μείνουν μόνο οι επιλέξιμοι.
Αρνητικά αξιολόγησαν συνολικά την εξωτερική πολιτική της Άγκυρας με το 52% να χαρακτηρίζει τη διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων ως ανεπιτυχή και το 40% ως επιτυχημένη, ενώ εξίσου σημαντικά είναι τα αποτελέσματα για το παγκόσμιο status της Τουρκίας με μόνο 32% να την βλέπουν ως περιφερειακή δύναμη, το 24% ως μεσαίου μεγέθους κράτος με περιορισμένη επιρροή και 20% ως παγκόσμια δύναμη.
Με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας αναλυτές επισημαίνουν πως το αφήγημα της Άγκυρας περί περιφερειακής δύναμης και ρυθμιστή των θεμάτων στην περιοχή δεν απέδωσε απτά αποτελέσματα όχι μόνο για του Τούρκους πολίτες αλλά και για τη διεθνή κοινότητα.
Στο πλαίσιο αυτό και σε ό,τι αφορά τον ελληνοτουρκικό διάλογο, παρά το γεγονός ότι ο Χακάν Φιντάν είχε βρει το «modus operandi» -χωρίς να κάνει βήμα πίσω από τις πάγιες θέσεις της Άγκυρας- φαίνεται ότι ο Ταγίπ Ερντογάν έχει άλλες.. διαθέσεις.
Έτσι, η φημολογούμενη μετακίνηση του Ιμπραήμ Καλίν στο Υπουργείο Εξωτερικών ερμηνεύεται από τουρκικά μέσα (Sabah, Yeni Şafak) ως επιλογή «απόλυτης εμπιστοσύνης», ως πρόσωπο που κατανοεί πλήρως το όραμα του Ερντογάν, που μπορεί να το επικοινωνήσει διεθνώς και να διαχειριστεί καλύτερα το αφήγημα της Τουρκίας στο εξωτερικό, ειδικά σε μια περίοδο που η τουρκική εξωτερική πολιτική αμφισβητείται τόσο στο εσωτερικό όσο και σε διεθνές πεδίο.
Ο Καλίν και τα ελληνοτουρκικά
Ο προσανατολισμός Ερντογάν στον Καλίν δεν είναι καθόλου τυχαίος, άλλωστε πως μπορεί να είναι καθώς υπήρξε επί χρόνια εκπρόσωπος τύπου και βασικός σύμβουλος του Τούρκου Προέδρου για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας.
Στο θέμα της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου που αφορά άμεσα την Αθήνα είχε επανειλημμένα μιλήσει για την ανάγκη διαπραγματεύσεων και προώθησης του τουρκικού «σχεδίου», τόνιζε ότι η Τουρκία δεν επιδιώκει στρατιωτικές εντάσεις ή κρίσεις, αλλά διαπραγματεύσεις με βάση το διεθνές δίκαιο για θέματα όπως η υφαλοκρηπίδα και οι θαλάσσιες ζώνες, καλώντας για δίκαιη διαδικασία διαλόγου με την Ελλάδα.
Παράλληλα, έχει καταγγείλει συγκεκριμένες ενέργειες της Ελλάδας ως «υπερβολικές» και «αντίθετες στη λογική και στη γεωγραφία», ειδικά σε σχέση με την αξιοποίηση ενεργειακών πόρων και ερευνητικές δραστηριότητες στην Ανατολική Μεσόγειο και προειδοποιήσει για πιθανές σοβαρές συνέπειες σε περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει μονομερώς σε επέκταση των χωρικών υδάτων της στην Κρήτη, υπογραμμίζοντας ότι τέτοια βήματα δεν θα γίνουν αποδεκτά από την Άγκυρα και θα απαντηθούν διπλωματικά ή πολιτικά.
Η επόμενη μέρα
Συμπερασματικά, εφόσον επιβεβαιωθεί η τοποθέτηση Καλίν στη θέση του Χακάν Φιντάν, η Τουρκία θα συνεχίσει να ασκεί σκληρή, στρατηγικά μεθοδευμένη και με διάθεση διαλόγου υπό τους όρους της Άγκυρας, εξωτερική πολιτική ειδικά σε χρόνο που προγραμματίζονται οι επόμενες συναντήσεις Ελλάδας – Τουρκίας για τον Πολιτικό Διάλογο και τη Θετική Ατζέντα (20-21/01/2026) αλλά και η επικείμενη συνάντηση Κυριάκου Μητσοτάκη – Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Ακόμα και σε περίπτωση που, όπως εκτιμούν Έλληνες με γνώση επί των ελληνοτουρκικών σχέσεων, διεκδικήσει ο Ερντογάν και άλλη θητεία τον οποίο χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα σκληρό και απρόβλεπτο απέναντι στην Αθήνα.










