Η μη εφαρμογή της αυτόματης εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους από τις βουλευτικές εκλογές μπορεί να φέρει ολική ανατροπή στον τρόπο κατανομής των εδρών της Βουλής και κατά συνέπεια και στη σύνθεση της Βουλής. Τα δεδομένα στον εκλογικό κατάλογο όπως έχουν διαμορφωθεί μετά τις εκλογές για ανάδειξη μελών για την τοπική αυτοδιοίκηση, αλλάζουν τις πληθυσμιακές ισορροπίες των επαρχιών καθώς στις τοπικές εκλογές παρατηρήθηκε αυξημένος αριθμός νέων ψηφοφόρων στην Πάφο σε σχέση με τις υπόλοιπες επαρχίες.
Ως εκ τούτου, εάν δεν αλλάξουν τα δεδομένα και πάλι, μέσα στη γενικότερη ρευστότητα του πολιτικού σκηνικού, ανακύπτει και το ζήτημα της μεταφοράς έδρας από την επαρχία Λευκωσίας στην επαρχία Πάφου. Η μείωση του αριθμού των εδρών στη μία περίπτωση και η αύξηση στην άλλη δεν αποτελεί απλώς θέμα προσθαφαίρεσης αριθμών, αλλά αλλαγή ισορροπιών, η οποία θα επηρεάσει παγκύπρια το εκλογικό αποτέλεσμα και την κατανομή των εδρών.
Με βάση και την ψήφιση της πρόσφατης πρότασης νόμου του ΑΚΕΛ, ο αριθμός των εδρών κάθε επαρχίας θα οριστικοποιηθεί στις 2 Οκτωβρίου, όμως οι εγγραφές νέων ψηφοφόρων για τις βουλευτικές εκλογές μπορούν να συνεχιστούν μέχρι τις 2 Απριλίου. Μετά την οριστικοποίηση του αριθμού των εδρών, θα πρέπει να αναθεωρηθεί και ο σχετικός κατάλογος με τον αριθμό εδρών κάθε επαρχίας, ο οποίος δημοσιεύεται. Ως εκ τούτου, θα απαιτηθεί σχετική τροποποίηση από πλευράς Βουλής.
Εάν τελικά επικρατήσει το σενάριο αυτό – δηλαδή η μείωση του αριθμού των εδρών της Λευκωσίας και η αύξηση των εδρών της Πάφου-, τότε στην πρώτη περίπτωση ο αριθμός των εδρών θα μειωθεί από 20 σε 19, και στη δεύτερη θα αυξηθεί από 4 σε 5.
Από τον αριθμό των εδρών κάθε επαρχίας και τον αριθμό των έγκυρων ψήφων προκύπτει η πράξη για τον υπολογισμό του εκλογικού μέτρου, δηλαδή του αριθμού ψήφων που απαιτείται ώστε ένα κόμμα να εκλέξει βουλευτή και, αντίστοιχα, του αριθμού ψήφων που χρειάζεται ένας υποψήφιος για να εκλεγεί.
Το εκλογικό μέτρο έχει σημασία και για τη συνέχεια, σε ό,τι αφορά τη δεύτερη κατανομή των εδρών, αλλά και τη β΄ φάση αυτής, γνωστή ως τρίτη κατανομή.
Για παράδειγμα, στις βουλευτικές εκλογές του 2021, στην επαρχία Λευκωσίας καταγράφηκαν 122.347 έγκυρες ψήφοι, οι οποίες διαιρέθηκαν με τις 20 διαθέσιμες έδρες της περιφέρειας. Το αποτέλεσμα ήταν 6.117 ψήφοι, που αντιστοιχούσαν στο εκλογικό μέτρο της πρώτης κατανομής.
Με βάση αυτό το εκλογικό μέτρο, διαιρέθηκε το σύνολο των έγκυρων ψήφων του ΔΗΣΥ στην περιφέρεια Λευκωσίας (31.163), και από την πράξη αυτή το κόμμα εξασφάλισε πέντε έδρες από την πρώτη κατανομή. Το υπόλοιπο των ψήφων κάθε κόμματος μεταφέρεται στη δεύτερη κατανομή, κατά την οποία ολόκληρη η Κύπρος θεωρείται ως ενιαία εκλογική περιφέρεια. Ανάλογα με τις αδιάθετες έδρες κάθε επαρχίας, γίνεται η ανακατανομή στα κόμματα, με βάση το υπόλοιπο των ψήφων τους.
Κατ’ αντίστοιχο τρόπο έγινε και η διανομή των εδρών για τα υπόλοιπα κόμματα. Το ΑΚΕΛ για παράδειγμα έβαλε 25,770 ψήφους και κέρδισε από την πρώτη κατανομή τέσσερις έδρες.
Αντίστοιχα, στην επαρχία Πάφου, όπου υπήρχαν τέσσερις έδρες και 32.268 έγκυρες ψήφοι, το εκλογικό μέτρο ήταν 8.067 ψήφοι. Ο ΔΗΣΥ που ήταν το πρώτο κόμμα, έλαβε 9.650 ψήφους, εξασφάλισε μία έδρα από την πρώτη κατανομή. Από τα υπόλοιπα κόμματα δεν έλαβε κανένα έδρα από την πρώτη κατανομή καθώς δεν είχε εξασφαλίσει το εκλογικό μέτρο. Το ΔΗΚΟ είχε πάρει 5,967 ψήφου, το ΑΚΕΛ 5.539 και η ΕΔΕΚ 4,273 ψήφους. Και τα τρία κόμμα πήραν την έδρα στην δεύτερη κατανομή.
Τι θα συμβεί όμως σε περίπτωση που οι έδρες της Λευκωσίας μειωθούν σε 19 και οι έδρες της Πάφου αυξηθούν σε πέντε; Με βάση τα δεδομένα του 2021, το εκλογικό μέτρο στη Λευκωσία αυξάνεται στις 6.438 ψήφους. Αυτό σημαίνει ότι, με τον ίδιο αριθμό ψήφων, ο ΔΗΣΥ δεν θα εξασφάλιζε πέντε αλλά τέσσερις έδρες στην πρώτη κατανομή, και το υπόλοιπο θα μεταφερθούν στη β΄ κατανομή.
Αντίστοιχα το ΑΚΕΛ θα πάρε πάλι και τις τέσσερις έδρες του από την πρώτη κατανομή, αλλά θα έχει πολύ λιγότερο υπόλοιπο ψήφων για να μεταφέρει στην β’ κατανομή.
Στην επαρχία Πάφου, αν οι γίνουν πέντε πλέον έδρες, με τον ίδιο αριθμό έγκυρων ψήφων όπως το 2021, το εκλογικό μέτρο θα μειωνόταν από 8.067 σε 6.459 ψήφους. Ο ΔΗΣΥ, με τις ίδιες ψήφους που έλαβε το 2021, θα εξασφάλιζε και πάλι μία έδρα στην πρώτη κατανομή, ωστόσο το υπόλοιπό του θα ήταν σημαντικά μεγαλύτερο. Τα υπόλοιπα όμως κόμματα, με βάση τις ψήφους που έλαβαν το 2021 πάλι δεν θα εξασφάλιζαν έδρα από την πρώτη κατανομή.
Θα έπαιρναν την έδρα τους στη β’ κατανομή. Θα έμενε όμως και μία έδρα αδιάθετη. Στην περίπτωση αυτή και με βάση τα δεδομένα που έχουμε ενώπιον μας, σε ένα σενάριο όπου η Πάφος θα εκλέγει πέντε βουλευτές, τότε πολύ πιθανόν αυτή θα κατέληγε είτε στο ΕΛΑΜ, είτε στο Άλμα.
Συνεπώς, όπως προκύπτει, η αλλαγή στον αριθμό των εδρών των δύο επαρχιών, θα επηρεάσει την κατανομή των εδρών παγκύπρια και άρα και τη σύνθεση των κομματικών εδράνων. Για παράδειγμα το 2021, στην β’ φάση της β΄κατανομής, της λεγόμενης γ’ κατανομής υπήρχαν τέσσερις αδιάθετες έδρες. Δύο στην επαρχία Λευκωσίας, μία στην επαρχία Αμμοχώστου και μία στην επαρχία Κερύνεια. Οι έδρες μοιράστηκαν με βάση την εκλογική δύναμη των κομμάτων που μετείχαν στην γ’ κατανομή ως εξής: ΔΗΚΟ 2, ΔΗΣΥ 1, ΑΚΕΛ 1. Το ΔΗΚΟ πήρε έδρα σε Λευκωσία με την εκλογή του Χρύση Παντελίδη και στην Αμμόχωστο με τον Ζαχαρία Κουλία, ο ΔΗΣΥ πήρε την έδρα στην Κερύνεια με την Ρίτα Σούπερμαν και το ΑΚΕΛ πήρε την έδρα στη Λευκωσία με τον Χρίστο Χριστοφίδη.
Εάν η έδρα από τη Λευκωσία πάει στην Πάφο, είναι πολύ πιθανόν η Λευκωσία να μην έχει έδρα αδιάθετη στην γ’ κατανομή. Πέραν αυτού βέβαια, στην εξίσωση πρέπει να μπει και το γεγονός ότι στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές στην γ’ κατανομή μπορεί να συμμετάσχουν κόμματα που έχουν συμπληρώσει εκλογικό ποσοστό 7,2% και άνω. Το 2016 και το 2021 συμμετείχαν μόνο ΔΗΣΥ, ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ. Εάν τα ποσοστό των ευρωεκλογών ισχύουν και στις βουλευτικές σημαίνει ότι στη γ’ κατανομή μπαίνει και το ΕΛΑΜ. Ίσως το απαιτούμενο ποσοστό πάρει και το Άλμα. Συνεπώς στην γ’ κατανομή μπορεί να έχουμε πέντε ή και περισσότερα κόμματα, ενώ ο αριθμός των αδιάθετων εδρών να είναι μικρότερος.
Σημειώνεται ότι βάσει της νομοθεσίας, στη β΄ κατανομή εδρών συμμετέχουν μόνο κόμματα και συνασπισμοί κομμάτων. Το εκλογικό μέτρο σε αυτή τη φάση υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των αδιάθετων ψήφων διά του συνόλου των αδιάθετων εδρών. Στη συνέχεια, ο αριθμός των αδιάθετων ψήφων κάθε κόμματος διαιρείται με το εκλογικό μέτρο και προκύπτει ο αριθμός των εδρών που λαμβάνει το κάθε κόμμα στη β΄ κατανομή, αρχίζοντας από την επαρχία όπου το κόμμα διαθέτει το μεγαλύτερο υπόλοιπο ψήφων.
Εάν μετά και τη δεύτερη κατανομή παραμείνουν αδιάθετες έδρες, εφαρμόζεται η διαδικασία της τρίτης κατανομής. Σε αυτή τη φάση, οι έδρες αποδίδονται μία προς μία στο κόμμα ή στον συνασπισμό κομμάτων που διαθέτει το υψηλότερο αχρησιμοποίητο υπόλοιπο από τη δεύτερη κατανομή και παραχωρούνται στους συνδυασμούς των κομμάτων που έχουν ήδη δικαιωθεί εδρών, σύμφωνα με τις προβλέψεις της σχετικής νομοθεσίας.