Μου λένε: «Μα, αφού χθες έλεγες άλλα. Σήμερα άλλα». «Και αύριο θα πω άλλα!», απαντώ.
Πιστός στο περίφημο εκείνο αξίωμα που είχα απομνημονεύσει κάποτε από τη «Σαββατογεννημένη» και το ‘χω φυλαχτό σε μία άκρη του μυαλού μου: «Χθεσινή μου άποψη, σημερινή μου ανία». Ή σε εκείνους τους στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου που τραγούδησε η Τάνια στο ακλόνητό της στην καρδιά «Μαμά γερνάω» της: «Για να ‘ναι πάντα ίδια, αλλάζουν όλα».
Ποιος μπορεί να εμποδίσει έναν ανθρώπινο εγκέφαλο στον οποίο το αίμα κυλάει, μεταλλάσσεται και ρέει μέρα παρά μέρα λειτουργώντας και επικοινωνώντας με τον έξω κόσμο, με τόση πληροφόρηση καθημερινά -τόσες γνώμες, τόσες απόψεις, τόσες θεωρίες και blocks, θεέ μου-, να δημιουργεί αναιμίες στις άλλοτε βεβαιότητες, το πριν από ένα λεπτό θέσφατο να το κάνει χτικιό και το «σταύρωσον» «ωσαννά» για να επαναπροσδιορίζεται πάλι;
Ποιος μπορεί να αντιτίθεται στους νόμους μιας καθημερινότητας που όσο κινείται ζει, σφάλλει, επανέρχεται, κι είναι έτοιμη να πέσει αγέρωχα σε νέα σφάλματα, σε νέους ζόφους, σε θριαμβευτικές νέες αμαρτίες; «Μα, πριν από δέκα χρόνια να τι έλεγες!». «Και αύριο θα επανέλθω στην παλιά μου άποψη. Ή ίσως και σε κάποια νέα. Και λοιπόν;».
Τα θυμήθηκα αυτά και τα γράφω, κάνοντας ζάπινγκ τις προάλλες και πέφτοντας πάνω σε μια πολιτική συζήτηση της Ζωής Κωνσταντοπούλου με τη Λιάνα Κανέλλη στην ελληνική βουλή («συζήτηση», χάριν συζητήσεως) -είπες, σου ‘πα, μου ‘πες, ξείπες, ανέφερες τότε, σήμερα τι υποστηρίζεις, άρα αθέτησες εκείνο που πίστευες, εγώ παραμένω πιστή σε ό,τι έλεγα πάντα, και λοιπές μπούρδες-, με ανακολουθίες ή όχι σε βάθος 45 ετών που υποτίθεται πως πρέπει να καταδικαστείς ερήμην αν η άνω τελεία της δεκαετίας του ’90 έγινε ξαφνικά αποσιωπητικό.
Μέχρι και το 1972 και την «Κανέλλη επί Χούντας» θυμήθηκε η αθεόφοβη η Ζωή σε πολιτική της συνέντευξη μετά (όπου και εκεί εννοείται πως έκανε τηλεοπτικό «μπάχαλο», προκειμένου να κατσαδιάσει την «κομμουνίστρια»). Θεωρείτο μάλλον ως δεδομένο δε πως η εμμονή του ισχυρογνώμονα ανθρώπου σε μία πίστη είναι και προσόν πολιτικής γυναικός – εγώ έλεγα πάντα αυτά που λέω και τώρα, καμία παρέκκλιση, δείτε τα χάλια σας. Χα!
Έκλεισα την τηλεόραση -είναι και η φωνή της συγκεκριμένης κυρίας τέτοια, σαν τρύπημα από κεντρί πεινασμένης μέλισσας στο τύμπανο- και σκεφτόμουν ποιο κόλλημα κάνει κάποιον να είναι τόσο άτεγκτος και να λιμνάζει, αποκλείοντας το ενδεχόμενο να φωτιστεί και μία άλλη όψη του φεγγαριού του – ίσως πιο ενδιαφέρουσα αλλά, γιατί όχι, να την απορρίψει μετά κι αυτήν αν βρει στο μεταξύ μπροστά του πολλές άλλες ωραίες λακκούβες. «Διαφωνώ με την ετσιθελική ακαμψία, προκειμένου εν τέλει να παραμείνω σταθερός σε όσα αξίζουν– κι είναι πολλά!». Όπως το ‘πε κι η Λίνα, δηλαδή, με λίγες λέξεις.
Βεβαίως υπάρχουν και πράγματα αδιαπραγμάτευτα, ακλόνητα κι ακούνητα. Τέτοια είναι η φιλία. Το παιδί σου. Η μάνα κι ο πατέρας σου. Το «σπίτι» σου. Και αυτά, φυσικά, μετακινούνται -πολλές φορές ανεμοστροβιλικά- αλλά ξέρεις πως υπάρχει πάντα εκεί μία πηγή που τη σέβεσαι, που θα τη σέβεσαι, έστω κι αν παρεμβληθούν ημέρες ξηρασίας – ποτέ δεν χάνονται, ποτέ! Εκ φύσεως, είναι αναγκαίο κάπου πάντα να δίνεις μία «αναφορά» κι ένα «επειδή»– ακόμη και σιωπηλό. Τα άλλα; Τα άλλα είναι «διά ημερήσιαν κατανάλωσιν», που έλεγε κι ο Πρόεδρος.
Μέρες πολιτικών διαλόγων που προθερμαίνονται σιγά σιγά εν όψει των κυπριακών βουλευτικών εκλογών του χρόνου, τέτοια εποχή περίπου, ψάχνω να βρω το νέο μονοπάτι ή το πιο ανθρώπινο στα μέτρα του σημερινού κόσμου – στη φάτσα, στο βλέμμα, στον τρόπο που κινούνται τα χέρια που δεν προδίδουν σχέση με μαθήματα management.
Τελευταία, βάζω στο mute την τηλεόραση και κοιτάω κινήσεις – αφού στο τέλος τέλος δεν αποφασίζουν αυτοί όλοι οι κατακαημένοι -το ξέρουμε- γιατί να σπαταλιέται τόσο σάλιο, τόσα ψέματα στ’ αφτί; Άλλωστε, βαρεθήκαμε όλοι το αραχνιασμένο, τους λεβεντομαλάκες, τους αντιαισθητικούς κι απαίδευτους– φλομώσαμε! Μ’ αρέσει το λοξό, το παθιασμένο, αυτό που δεν ανακατεύει τα πρώτα με τα δευτερεύοντα της ζωής, αυτό που ξέρει να υπερασπίζεται τα σφάλματα αναγνωρίζοντάς τα, έτοιμο όμως να «καεί» ξανά. Πάλι και πάλι. Έτοιμο τον ενεστώτα να τον ξανακάνει αόριστο και τούμπαλιν.
Ας θυμηθούμε αυτό πάλι, αφού όλα τ’ άλλα εξατμίζονται: «Μόνο η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο!» (δεν το λέω εγώ, το έγραψε ο Ντοστογιέφσκι στον «Ηλίθιο»). Κι αυτόν τον κάπως παραλλαγμένο στίχο της αγαπημένης μου, Μαριανίνας Κριεζή: «Τα μάτια λένε πάντα την αλήθεια, ό,τι ψέμα στη ζωή μου και να πω».
Μου ‘ρθαν και τα δύο στο μυαλό ξαφνικά κάνοντας την διαδρομή μέσα από έναν στενό χωματόδρομο, με κρυμμένα στρατόπεδα δεξιά κι αριστερά, στο μήκος του Πενταδαχτύλου, από τον Άγιο Ιλαριώνα μέχρι την στροφή για τον Λάρνακα της Λαπήθου, κοιτώντας απ’ τους γκρεμούς του βουνού την απλωτή θάλασσα της Κερύνειας και των κωμοπόλεών της, κοντά στην Παναγία την Κρινιώτισσα.
Τι παραδεισένιος τόπος! Τι εικόνες ανομολόγητες σε λέξεις– εικόνες που τα φίλτρα των κινητών δεν θα μπορέσουν ποτέ να αποτυπώσουν παρά μόνο τα γυμνά βλέμματα! Σαν το «πείραμα» με την τηλεόραση κι αυτό: Πατήστε το mute. Και «δείτε»…
Ελεύθερα, 11.5.2025