19 Οκτωβρίου, 2025
12:04 μμ

Η εμπορία ανθρώπων για σεξουαλική ή/και εργασιακή εκμετάλλευση, εξακολουθεί να είναι ένα από τα σοβαρότερα εγκλήματα στην Κύπρο και διεθνώς, ωστόσο είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι στην ετήσια έκθεση 2025 του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για το σωματεμπόριο στον κόσμο, για την περίοδο Απριλίου 2024 – Μαρτίου 2025, που δημοσιοποιήθηκε τον Σεπτέμβρη 2025, η Κυπριακή Δημοκρατία παρέμεινε – για τέταρτη συνεχή χρονιά – στην τιμητική κατηγορία 1 (tier 1), των χωρών που πληρούν τα ελάχιστα κριτήρια για την εξάλειψη της εμπορίας προσώπων.

Η έκθεση, που αξιολογεί ξεχωριστά την κατάσταση στις ελεύθερες περιοχές και στα κατεχόμενα, αναφέρει μεταξύ άλλων, ότι «η κυπριακή κυβέρνηση, συνέχισε να καταβάλλει σοβαρές και συνεχείς προσπάθειες κατά την περίοδο αναφοράς, που περιλάμβαναν τη διερεύνηση, ποινική δίωξη και καταδίκη περισσότερων υπόπτων σωματεμπόρων και την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης σε περισσότερα πιθανά και αναγνωρισμένα θύματα».

Εντελώς διαφορετική, είναι η εικόνα που περιγράφεται από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, σε ό,τι αφορά τα κατεχόμενα, όπου, σύμφωνα με την έκθεση, τα δεκάδες νυχτερινά κέντρα στην περιοχή, «λειτουργούν ως πορνεία που εξαναγκάζουν τις γυναίκες σε σωματεμπορία». Οι Αμερικανοί υποδεικνύουν έμμεσα αλλά ξεκάθαρα, ότι αυτό το έγκλημα συμβαίνει με την ανοχή και την κάλυψη των κατοχικών «Αρχών», αφού όπως αναφέρεται στην έκθεση, «οι Τουρκοκύπριοι «εκπρόσωποι», δεν διερεύνησαν, δεν δίωξαν ποινικά και δεν καταδίκασαν κανέναν διακινητή το 2024, δεν αναγνώρισαν κανένα θύμα εμπορίας ανθρώπων και δεν παρείχαν υπηρεσίες προστασίας θυμάτων».

Σημειώνεται ότι στην αμερικανική έκθεση, η κατεχόμενη Κύπρος αναφέρεται ως «η βόρεια περιοχή της Κύπρου που διοικείται από Τουρκοκύπριους, οι οποίοι την ανακήρυξαν το 1983 ως ανεξάρτητη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου». Προστίθεται ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν αναγνωρίζουν την «ΤΔΒΚ», ούτε καμία άλλη χώρα, εκτός από την Τουρκία». Η έκθεση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, περιλαμβάνει λεπτομερή αξιολόγηση των προσπαθειών των κυβερνήσεων, κατά της εμπορίας ανθρώπων, σε 188 χώρες και περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών.

Αναφορά στην αμερικανική έκθεση, έκανε η υπαστυνόμος Ελένη Μιχαήλ, επικεφαλής του Γραφείου Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων (ΓΚΕΠ) του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος στο Αρχηγείο Αστυνομίας, προχθές Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025, σε εκδήλωση της οργάνωσης Cyprus Stop Trafficking στη Λευκωσία, με αφορμή την Ευρωπαϊκή Ημέρα κατά της Εμπορίας Προσώπων που είναι η 18η Οκτωβρίου κάθε έτους. Ομιλήτριες στην εκδήλωση, ήταν επίσης η εκτελεστική πρόεδρος του Cyprus Stop Trafficking Παρασκευή Τζέου, που αναφέρθηκε κυρίως στην εργασιακή εκμετάλλευση και η Τουρκοκύπρια ερευνήτρια Mine Yucel, που περίγραψε συνοπτικά το σωματεμπόριο στα κατεχόμενα. Τη δική της σύντομη παρέμβαση, έκανε και η επίτιμη πρόεδρος και ιδρύτρια του Cyprus Stop Trafficking Ανδρούλα Χριστοφίδου Henriques.

Τουριστικές βίζες, ψευδείς υποσχέσεις, δεσμά χρέους…

Σε ό,τι αφορά τις ελεύθερες περιοχές, η αμερικανική έκθεση, που είναι βασισμένη σε αναφορές και στοιχεία από τον κρατικό, αλλά και τον μη κυβερνητικό τομέα, καταγράφει μεταξύ άλλων ότι «οι έμποροι ανθρώπων, εκμεταλλεύονται Κύπριους εθισμένους στα ναρκωτικά και νεαρές γυναίκες με αναπηρίες, για να διαπράξουν ποινικά αδικήματα, όπως η διανομή παράνομων ουσιών και η απάτη με επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας».

Προστίθεται ότι «η εμπορία ανθρώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση, συμβαίνει σε ιδιωτικά διαμερίσματα και ξενοδοχεία, στο δρόμο και σε μπαρ, παμπ, καφετέριες, αίθουσες μασάζ και καμπαρέ. Το 2024, τα αλλοδαπά θύματα που εντοπίστηκαν στην Κύπρο, ήταν από τη Ρουμανία, τη Σομαλία και τη Σρι Λάνκα». Αναφέρεται επίσης ότι «οι σωματέμποροι εκμεταλλεύονται γυναίκες, κυρίως από την Ανατολική Ευρώπη, τη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία και την υποσαχάρια Αφρική, για σεξουαλική εμπορία.

Οι διακινητές εκμεταλλεύονται τις βραχυπρόθεσμες τουριστικές βίζες, που είναι διαθέσιμες σε Ουκρανούς και Ρώσους, για να στρατολογήσουν νεαρές γυναίκες για σεξουαλική εμπορία σε μπαρ και ιδιωτικά καταστήματα, ενώ στρατολογούν ορισμένα θύματα σεξουαλικής εμπορίας, με ψευδείς υποσχέσεις γάμου, ή εργασίας ως μπαργούμαν ή υπεύθυνης υποδοχής. Οι διακινητές, υποβάλλουν αλλοδαπούς εργαζόμενους, κυρίως από τη Βόρεια Αφρική και από τη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία, που εισέρχονται στη χώρα με βραχυπρόθεσμες άδειες εργασίας, σε καταναγκαστική εργασία στη γεωργία. Μετά τη λήξη των αδειών, οι διακινητές συνεχίζουν να εκμεταλλεύονται τους μετανάστες εργαζόμενους, μέσω των «δεσμών χρέους» («debt bondage»), με απειλές και με κατακράτηση μισθών και εγγράφων. Οι οικιακοί εργαζόμενοι από την Ινδία, το Νεπάλ, τις Φιλιππίνες και τη Σρι Λάνκα, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στην εμπορία ανθρώπων. Τα ασυνόδευτα παιδιά, τα παιδιά μεταναστών, οι Ρομά και οι αιτούντες άσυλο, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στη σεξουαλική εμπορία και την καταναγκαστική εργασία. Τα παιδιά Ρομά, είναι ευάλωτα στην καταναγκαστική επαιτεία».

Η «Αστυνομία», σύμμαχος τωνσωματεμπόρων!

Σε ό,τι αφορά τα κατεχόμενα, η αμερικανική έκθεση σημειώνει ότι «ο Νόμος περί Νυχτερινών Κέντρων και Παρόμοιων Χώρων Διασκέδασης του 2000», ορίζει ότι τα νυχτερινά κέντρα, μπορούν να παρέχουν μόνο ψυχαγωγία, όπως χορευτικές παραστάσεις, αλλά οι Τουρκοκύπριοι «εκπρόσωποι» (σ. σ. η «αστυνομία» και οι αξιωματούχοι του ψευδοκράτους), σπάνια τον εφαρμόζουν».

Σύμφωνα με την έκθεση, «οι Τουρκοκύπριοι «εκπρόσωποι» ανέφεραν ότι 27 νυχτερινά κέντρα στην περιοχή που διοικείται από Τουρκοκύπριους, απασχολούσαν 98 γυναίκες τον Μάρτιο του 2025 (σε σύγκριση με 743 το 2023), ενώ οι παρατηρητές, ανέφεραν ότι τα νυχτερινά κέντρα, λειτουργούσαν ως πορνεία, που συνήθως εξαναγκάζουν τις γυναίκες σε σωματεμπορία. Οι Τουρκοκύπριοι «εκπρόσωποι», κατάσχεσαν τα διαβατήρια των ξένων γυναικών που εργάζονταν σε νυχτερινά κέντρα και τους εξέδωσαν «βίζες» για «συνοδούς», κατά την είσοδό τους στην περιοχή που διοικείται από Τουρκοκύπριους.Παρόλο που η εμπορία ανθρώπων ποινικοποιήθηκε από το 2020, οι Τουρκοκύπριοι εκπρόσωποι δεν διερεύνησαν, δεν δίωξαν ποινικά και δεν καταδίκασαν κανέναν διακινητή το 2024. Επίσης δεν αναγνώρισαν κανένα θύμα εμπορίας ανθρώπων και δεν παρείχαν υπηρεσίες προστασίας θυμάτων».

Τα πιο πάνω επιβεβαίωσε στην παρέμβασή της στην εκδήλωση του Cyprus Stop Trafficking, η Τουρκοκύπρια ερευνήτρια Mine Yucel, που ανέφερε μεταξύ άλλων ότι το καταφύγιο του «δήμου» Λευκωσίας που προορίζεται για θύματα ενδοοικογενειακής βίας, είναι το μόνο διαθέσιμο καταφύγιο στις κατεχόμενες περιοχές, που περιστασιακά φιλοξενεί περιορισμένο αριθμό θυμάτων εμπορίας ανθρώπων, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα του χώρου. Τόνισε ότι «καμία συστηματική καμπάνια, δεν στοχεύει στην πρόληψη της εμπορίας ανθρώπων, την ευαισθητοποίηση, την εκπαίδευση ή τη ρύθμιση τομέων υψηλού κινδύνου, όπως της γεωργίας, των οικιακών εργασιών ή της ψυχαγωγίας, ενώ αυτό που συμβαίνει, είναι ο εντοπισμός και η απέλαση αλλοδαπών, που έχουν υπερβεί τη διάρκεια παραμονής τους στις «βίζες» τους». Πρόσθεσε ότι «στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, δεν υπάρχει συντονιστικό όργανο κατά της εμπορίας ανθρώπων, γεγονός που καθιστά την εμπορία, αποκλειστικά «αστυνομικό» ζήτημα – δεν υπάρχουν δημόσιες υπηρεσίες, διαθέσιμες για τα θύματα εμπορίας ανθρώπων και δεν υπάρχει δημόσιο καταφύγιο, ή τηλεφωνική γραμμή. Δεν υπάρχει μηχανισμός αναφοράς, ούτε δημόσιος μηχανισμός αναγνώρισης θυμάτων.

Η αναγνώριση, βασίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε «μη κυβερνητικές» οργανώσεις και ιδιαίτερα στην Human Rights Platform, η οποία διεξάγει ad hoc ελέγχους, βάσει διεθνών πρωτοκόλλων. Αναγνωρίζονται μόνο όσα θύματα ζητούν ενεργά βοήθεια και ακόμη και τότε, η απέλαση παραμένει το τυπικό αποτέλεσμα, γεγονός που εμποδίζει περίπου το 80% των πιθανών θυμάτων να εμφανιστούν, λόγω φόβου απέλασης. Η απέλαση, παραμένει η προεπιλεγμένη αντίδραση, ακόμη και για τα αναγνωρισμένα θύματα. Λόγω της τραυματικής εμπειρίας, τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, επιλέγουν επίσης να απελαθούν».

Τα θύματα «ψαρεύονται» online με ψεύτικες υποσχέσεις για υψηλές αμοιβές

«Η εργασιακή εκμετάλλευση, είναι μία από τις πιο συνηθισμένες μορφές εμπορίας προσώπων στην Κύπρο και εξακολουθεί να αποτελεί μία σκοτεινή πτυχή της σύγχρονης κοινωνίας μας, με τους διακινητές να προσαρμόζουν τις τακτικές τους στα νέα δεδομένα του 2025», είπε μεταξύ άλλων η  εκτελεστική πρόεδρος του Cyprus Stop Trafficking Παρασκευή Τζέου. Πρόσθεσε ότι «ενώ η επίσημη καταγραφή θυμάτων για εργασιακή εκμετάλλευση, παρουσίασε φθίνουσα τάση από το 2020 μέχρι σήμερα, οι αναφορές πιθανών θυμάτων αυξάνονται, υποδηλώνοντας ότι το πρόβλημα παραμένει βαθύ και εξελίσσεται. Στην καρδιά του ζητήματος, βρίσκεται η εκμετάλλευση ευάλωτων ομάδων, κυρίως μεταναστών εργαζομένων και αιτητών ασύλου, για τους οποίους η ειδική ομάδα εμπειρογνωμόνων (GRETA) του Συμβουλίου της Ευρώπης, ζήτησε πρόσφατα, τον Απρίλιο του 2025, περισσότερη προστασία. Η έλλειψη διαφάνειας στις διαδικασίες πρόσληψης και η ανάγκη για εργατικό δυναμικό σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η γεωργία, οι κατασκευές και ο τομέας HoReCa (σ. σ. επιχειρήσεις τουρισμού και εστίασης – ξενοδοχεία, εστιατόρια, καφετέριες), δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για αθέμιτες πρακτικές».

 Η κυρία Τζέου τόνισε ότι «πέρα από τις κλασικές μεθόδους, όπως η κατακράτηση ταξιδιωτικών εγγράφων και ο εξαναγκασμός θυμάτων να δουλεύουν, για να ξεπληρώσουν υπέρογκες «χρεώσεις» μεταφοράς και διαμονής, οι διακινητές υιοθετούν πιο εξελιγμένες τακτικές, όπως τη ψηφιακή εξαπάτηση και τις εικονικές θέσεις. Με τη ψηφιακή αναβάθμιση των επιχειρήσεων, να αποτελεί προτεραιότητα και την αγορά εργασίας να γίνεται πιο ρευστή, οι σωματέμποροι χρησιμοποιούν πλέον το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να δημοσιεύουν ψευδείς, ελκυστικές αγγελίες εργασίας.

Τα υποψήφια θύματα, «ψαρεύονται» online, με ψεύτικες υποσχέσεις για υψηλές αμοιβές και καλές συνθήκες, αλλά διαπιστώνουν ότι εξαπατήθηκαν,  μόλις φτάσουν στην Κύπρο. Παραμένουν οι πρακτικές στέρησης των μέσων επικοινωνίας και η διαμονή σε απομονωμένες περιοχές, συχνά σε χώρους με απαράδεκτες συνθήκες υγιεινής, γεγονός που καθιστά δύσκολη την επαφή των θυμάτων με τις Αρχές, ή τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους. Επίσης, η αυξημένη χρήση ευέλικτης και μερικής απασχόλησης, ενώ θεσμικά αποτελεί θετική εξέλιξη, μπορεί να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά. Οι εκμεταλλευτές, παρουσιάζουν τις συμβάσεις ως «ευέλικτες», αλλά στην πραγματικότητα επιβάλλουν εξαντλητικά ωράρια και ανασφάλιστη/αδήλωτη εργασία, αποφεύγοντας τον έλεγχο και τις νόμιμες αποδοχές».

Η Παρασκευή Τζέου ανέφερε τέλος ότι «με την έγκριση του Πλαισίου Εργοδότησης Αλλοδαπών Εργαζομένων τον Φεβρουάριο 2025, δημιουργήθηκε μία Τριμερής Συμβουλευτική Επιτροπή για την παρακολούθηση της εφαρμογής. Παρόλα αυτά – υπογράμμισε – οι αιτητές ασύλου παραμένουν ιδιαίτερα ευάλωτοι, καθώς η αβεβαιότητα του νομικού τους καθεστώτος, τους καθιστά εύκολους στόχους για εκμετάλλευση, με πολύ χαμηλούς μισθούς και απουσία βασικών δικαιωμάτων».

Exit mobile version