16 Ιουνίου, 2025
12:54 πμ

Η οικογενειακή γαλήνη και ηρεμία είναι προϋποθέσεις απαραίτητες για την ομαλή συγκατοίκηση των συζύγων, καθώς επίσης και για την ψυχολογική εξέλιξη και υγεία των παιδιών τους. Εκεί όπου αυτές δεν υπάρχουν, τότε η παραχώρηση της συζυγικής στέγης στον ένα από τους δύο συζύγους αποτελεί την καλύτερη λύση και αποσκοπεί στο να περιορίσει όσο είναι δυνατό τις δυσμενείς επιπτώσεις που προκαλούνται στην οικογένεια από τη διακοπή της συμβίωσης.

Είναι όμως συχνό το φαινόμενο σε αυτές τις περιπτώσεις να διεκδικείται η χρήση της οικογενειακής στέγης και από τους δύο συζύγους. Κανένας από τους δύο δεν αποδέχεται να εγκαταλείψει τη συζυγική κατοικία προς όφελος του άλλου, προβάλλοντας ως επιχείρημα τη συνεισφορά του στην απόκτηση της ή ακόμη την οικονομική του αδυναμία να βρει αλλού στέγη. Προσωρινή λύση σ’ αυτό το πρόβλημα, μέχρις ότου ρυθμιστούν οι περιουσιακές σχέσεις μεταξύ των συζύγων, μπορεί να δώσει το Οικογενειακό Δικαστήριο μέσα στα πλαίσια των εξουσιών που του παρέχει το άρθρο 17(1) του Νόμου 23/1990.

Η πρόνοια του άρθρου 17(1) του Ν.23/90

Η σχετική διάταξη του άρθρου 17(1) του Νόμου 23/90 προνοεί μεταξύ άλλων ότι, σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, το Οικογενειακό Δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση ενός από τους συζύγους, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας και ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός και του συμφέροντος των παιδιών, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση της οικογενειακής στέγης, ανεξάρτητα ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει το δικαίωμα της χρήσης του.

Απόφαση Εφετείου

Το Εφετείο στην απόφαση που εξέδωσε στην Π.Ε. Ε39/2024, ημερ.3.04.2025, εξέτασε αφενός την έφεση του συζύγου εναντίον του οποίου εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα να εγκαταλείψει την οικογενειακή στέγη, καθώς και προσωρινό διάταγμα, το οποίο απαγορεύει σε αυτόν να εισέρχεται σε αυτή και αφετέρου την αντέφεση της συζύγου αναφορικά με τη διαταγή για τα έξοδα ως επιτυχών διάδικος. Έκρινε ότι, δεν αμφισβητείτο πως εφόσον οι διάδικοι βρίσκονταν σε διάσταση, η σύζυγος είχε δικαίωμα να αξιώνει την αποκλειστική χρήση της οικογενειακής στέγης και επομένως, υπήρχε σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση.

Περαιτέρω έκρινε ότι, πληρείτο και η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/60 και παρέπεμψε στο σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι, τόσο από τη μαρτυρία της συζύγου, όσο και εκείνη του συζύγου, συνάγεται πως οι σχέσεις τους είναι τεταμένες και η συνύπαρξη τους κάτω από την ίδια στέγη είναι προβληματική.

Σημασία έχει ότι από τη μαρτυρία και των δύο προκύπτει αναμφίβολα ότι η συμβίωση τους είναι προβληματική και πληρείται η δεύτερη προϋπόθεση, που απαιτεί την ύπαρξη πιθανότητας να δικαιούται η σύζυγος σε θεραπεία κατά την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης.

Το Εφετείο αναφορικά με την τρίτη προϋπόθεση παρέπεμψε σε νομολογία, όπου κρίθηκε η δυνατότητα του Δικαστηρίου για άμεση παρέμβαση με παρεμπίπτον διάταγμα στις περιπτώσεις οικογενειακών διαφορών που απολήγουν σε πράξεις βίας ή που επηρεάζουν την ευημερία ανηλίκων, με την κατάληξη πως οι πληγωμένες σχέσεις και τα τραυματισθέντα συναισθήματα των διαδίκων και των ανηλίκων δεν αποτιμώνται σε χρήμα και δεν αποκαθίστανται μεταγενέστερα. Αυτή εξάλλου ήταν και η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, κρίνοντας ότι λόγω των έντονων συγκρούσεων, δημιουργούνταν σοβαρές επιπτώσεις τόσο στους ίδιους τους διαδίκους όσο και στα παιδιά τους.

Κατάληξη Εφετείου

Το Εφετείο συμφώνησε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι πληρούνταν και οι τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60 και πρόσθεσε επίσης ότι η προσέγγισή του ήταν ορθή και συμβατή με το άρθρο 17(1) του Ν.23/90 και τη νομολογία.
Ένα από τα κριτήρια που θέτει το εν λόγω άρθρο είναι οι λόγοι επιείκειας και το συμφέρον των παιδιών. Στην υπό κρίση υπόθεση, τόνισε ότι ήταν παραδεκτό ότι εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα με το οποίο ανατέθηκε στη σύζυγο η φύλαξη και φροντίδα των ανηλίκων και ως τόπος διαμονής των ανηλίκων καθορίστηκε ο εκάστοτε τόπος διαμονής της μητέρας τους.

Ο παράγοντας αυτός προσμετρά προς όφελος της συζύγου, με την έννοια ότι ο ένας από τους δύο συζύγους και ως ο γονέας με τον οποίο διαμένουν τα τέκνα, έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Οι λόγοι επιείκειας υπαγορεύουν, συνήθως, την παραχώρηση της οικογενειακής στέγης στον σύζυγο με τον οποίο διαμένουν τα παιδιά. Γι’ αυτό και απέρριψε την έφεση, κρίνοντας όμως ότι ήταν εσφαλμένη η πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με τα έξοδα, τα οποία το Εφετείο επιδίκασε προς όφελος της συζύγου ως επιτυχόντα διαδίκου.

*Δικηγόρος στη Λάρνακα

Exit mobile version