Στο πόδι οι επιστήμονες παγκοσμίως παρακολουθούν την πορεία της γρίπης και συγκεκριμένα του υποστελέχους «Κ» το οποίο φαίνεται να εξαπλώνεται πλέον σε διάφορες περιοχές του πλανήτη. Χθες σχετική ανακοίνωση και συστάσεις εξέδωσε και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC) με τις ανησυχίες των ειδικών να επικεντρώνονται κυρίως στο κατά πόσον τα διαθέσιμα για τη φετινή περίοδο εμβόλια διατηρούν την αποτελεσματικότητα τους.
«Το ενδεχόμενο να επηρεάζονται τα εμβόλια σε κάποιο βαθμό, σίγουρα αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να αποκλειστεί, ωστόσο εκείνο που λέμε και τονίζουμε είναι πως είναι καλύτερα οι άνθρωποι που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμοί και οι ηλικιωμένοι μας που σίγουρα κινδυνεύουν να είναι προστατευμένοι κατά 50% ή 60% παρά να μην έχουν καμία προστασία από τα σοβαρά συμπτώματα και ίσως και τον θάνατο», ανέφερε στον «Φ» ο επιστημονικός συντονιστής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ελέγχου Λοιμώξεων Κωνσταντίνος Τσιούτης.
«Σίγουρα παρακολουθούμε τις εξελίξεις διεθνώς και αναμένουμε τις επίσημες ανακοινώσεις για να μπορέσουμε και εμείς να ενημερώσουμε τους ασθενείς μας και τους πολίτες γενικά, με υπεύθυνο τρόπο», πρόσθεσε.
Το ECDC σε χθεσινή του επίσημη ανακοίνωση, την πρώτη σε ό,τι αφορά το υποστέλεχος «Κ» ανέφερε ότι ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η ταχεία εξάπλωση του μέσα σε λίγους μήνες. «Έχει ανιχνευθεί σε όλες τις ηπείρους. Μεταξύ Μαΐου και Νοεμβρίου 2025, το υπόκλαδο «Κ» αντιπροσώπευσε το ένα τρίτο όλων των παγκόσμιων αλληλουχιών A(H3N2) ενώ στην Ε.Ε. καταγράφηκε ήδη σχεδόν στο 50% των δειγμάτων που έχουν ελεγχθεί».
«Η φετινή σεζόν γρίπης στην Ευρώπη φαίνεται να ξεκινά νωρίτερα από το συνηθισμένο, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία. Μέχρι την 46η εβδομάδα του 2025, οι επισκέψεις σε γιατρούς πρωτοβάθμιας φροντίδας για συμπτώματα γρίπης παρέμεναν χαμηλές, όμως τα εργαστηριακά δεδομένα δείχνουν σαφή ανοδική τάση, η οποία έκανε την εμφάνισή της 3–4 εβδομάδες νωρίτερα σε σχέση με τις δύο προηγούμενες περιόδους».
Το ECDC σημειώνει ότι «η φετινή αύξηση βρίσκεται ανάμεσα στις πιο πρώιμες που έχουν καταγραφεί σε σύγκριση με πέντε προ-πανδημικές σεζόν».
Χαρακτηριστικό της τρέχουσας φάσης της εποχικής δραστηριότητας, «είναι ότι τα υψηλότερα ποσοστά θετικών δειγμάτων εντοπίζονται στα παιδιά 5–14 ετών, μια συνηθισμένη εικόνα, καθώς τα παιδιά αποτελούν συχνά την «πρώτη ομάδα» που εμφανίζει αυξημένη νοσηρότητα και συμβάλλει στη διασπορά του ιού στις οικογένειες και στην κοινότητα».
Το ECDC ξεκαθαρίζει ότι προς το παρόν δεν «έχει αποδειχθεί ποσοστό επηρεασμού των εμβολίων από το «Κ», επισημαίνοντας ότι «παρά τις αντιγονικές διαφορές του νέου υπόκλαδου, και ακόμη και σε περίπτωση χαμηλότερης «αντιστοιχίας» με το εμβόλιο, η ανοσολογική απόκριση του οργανισμού και προηγούμενοι εμβολιασμοί συνεχίζουν να προσφέρουν ουσιαστική προστασία κατά της σοβαρής νόσησης».
Το ECDC υπενθυμίζει ότι «η συνολική πίεση στα συστήματα υγείας της Ευρώπης προκύπτει από τη συνδυασμένη κυκλοφορία πολλών αναπνευστικών ιών, όπως της γρίπης, του SARS-CoV-2 και του RSV. Σε μια τυπική περίοδο, η γρίπη προκαλεί έως και 50 εκατομμύρια συμπτωματικά κρούσματα και 15.000–70.000 θανάτους ετησίως στην Ευρώπη».
«Το Κέντρο σημειώνει ότι εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα ως προς τον αντίκτυπο της νέας υποκατηγορίας, και πως η στενή επιτήρηση και η έγκαιρη διάγνωση παραμένουν κρίσιμες».
Σε ό,τι αφορά την Κύπρο, σύμφωνα με τον δρα Τσιούτη, «βρισκόμαστε στα πολύ αρχικά στάδια της δραστηριότητας της γρίπης. Αρχίσαμε βεβαίως να βλέπουμε κάποια περιστατικά και σίγουρα περιμένουμε ότι τις επόμενες εβδομάδες θα αυξηθούν. Υπάρχει ακόμα χρόνος για εμβολιασμό ο οποίος συστήνεται πέραν από τους ηλικιωμένους και τους χρόνιους ασθενείς για τις έγκυες και τα πολύ μικρά παιδιά».










