Η ιδέα της δημιουργίας κρατικού Μουσείου Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις της Κρατικής Έκθεσης όχι μόνο προωθείται από υψηλά κλιμάκια της Κυβέρνησης και του Δήμου Λευκωσίας, αλλά φαίνεται ότι έχει αρχίσει κιόλας να ωριμάζει.
Το Υφυπουργείο Πολιτισμού προωθεί ενεργά την προοπτική, κάτι που δεν έκρυψε η Λίνα Κασσιανίδου κατά την παρουσίαση του προϋπολογισμού του χαρτοφυλακίου της ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, τη Δευτέρα 20 Οκτωβρίου. Μάλιστα, αποκάλυψε ότι βρίσκεται ήδη σε προχωρημένη σε διαδικασία διαβούλευσης με άλλα κυβερνητικά τμήματα, όπως τα Υπουργεία Οικονομικών και Εμπορίου, όσο και με τον Δήμο Λευκωσίας για την εξασφάλιση χώρου σε κάποιο από τα περίπτερα της Κρατικής Έκθεσης και δη το «Ελληνικό».
Σύμφωνα με την πληροφόρηση του «Φ», η όλη ιδέα υποστηρίζεται θερμά από τη δημοτική αρχή της πρωτεύουσας.
Αυτό που καθίσταται σαφές είναι ότι η προοπτική αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση με τη διαμόρφωση Μητροπολιτικού Πάρκου στην Κρατική Έκθεση, ενός ζωτικής σημασίας πνεύμονα πρασίνου σε μια ευαίσθητη περιοχή· αντιθέτως, τη συμπληρώνει. Ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης μέσα σ’ έναν ζωντανό, ανοιχτό δημόσιο χώρο μπορεί να λειτουργήσει ως πυρήνας πολιτισμού και πρασίνου, συνδέοντας τη φύση με τη δημιουργικότητα.
Ένα πάρκο με μουσείο, αλλά κι ένα μουσείο που αναπνέει μέσα σε δημόσιο χώρο, αποτελεί σήμερα το ιδανικό μοντέλο αστικής αναζωογόνησης, έναν τόπο συνάντησης, περιπάτου και πολιτιστικής εμπειρίας για όλους. Παράλληλα, καλύπτεται κι ένα κενό δεκαετιών που φιλοδοξεί να τοποθετήσει τη χώρα στον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτιστικό χάρτη.
Στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συζήτησης για τη βιωσιμότητα, η αξιοποίηση υφιστάμενων υποδομών θεωρείται σήμερα η πλέον ενδεδειγμένη πρακτική. Πρόκειται για μια διεθνή τάση που δίνει προτεραιότητα στην επανάχρηση και προσαρμοστική αξιοποίηση χώρων, έναντι της ανέγερσης νέων κτηρίων. Η επιλογή αυτή, πέρα από τον μικρότερο οικονομικό και περιβαλλοντικό της αντίκτυπο, εξασφαλίζει και ταχύτερη υλοποίηση, συμβάλλοντας σε μια πιο ρεαλιστική και αποτελεσματική προσέγγιση του έργου.
Σύμφωνα με το Υφυπουργείο Πολιτισμού, η αρχιτεκτονική του νέου μουσείου θα ακολουθεί διεθνή μουσειολογικά πρότυπα, με έμφαση στην ευελιξία και τη βιωσιμότητα. Στόχος είναι ότι η επιλογή του χώρου στην Κρατική Έκθεση, μέσα στον προτεινόμενο χώρο πρασίνου, θα εξυπηρετήσει την ανάγκη ταχείας υλοποίησης με χαμηλότερο κόστος και θα προσφέρει δυνατότητα αναζωογόνησης της περιοχής.
Ο σχεδιασμός του θα συνδυάζει αισθητική καθαρότητα με τεχνική αρτιότητα και θα ενσωματώνει αρχές βιοκλιματικού σχεδιασμού και πράσινης τεχνολογίας. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται συνεργασία με το Κέντρο Αριστείας CYENS που θα επιτρέψει την ανάπτυξη ψηφιακών εκθέσεων, εικονικών περιηγήσεων και διαδραστικών εμπειριών, καθιστώντας το μουσείο πρωτοπόρο στη χρήση νέων τεχνολογιών στον πολιτισμό.
«Η ίδρυση του Μουσείου Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης Κύπρου είναι μια ουσιαστική επένδυση στο μέλλον του πολιτισμού μας» δηλώνει σχετικά στον «Φ» η Υφυπουργός Πολιτισμού Λίνα Κασσιανίδου. «Με σταθερά βήματα και στρατηγικό σχεδιασμό, προχωρούμε με αποφασιστικότητα προς την υλοποίηση ενός οράματος που θα αναδείξει τη δημιουργικότητα της Κύπρου και θα ενισχύσει τη θέση της στον διεθνή πολιτιστικό χάρτη» προσθέτει.
Το Υφυπουργείο θεωρεί ότι δεν πρόκειται απλώς για ένα νέο κτήριο ή έναν ακόμη εκθεσιακό χώρο, αλλά για μια στρατηγική επένδυση στη γνώση, την εκπαίδευση και τη δημιουργία κι ένα έργο με βαθύ αποτύπωμα. Παρότι η Κύπρος διαθέτει πλούσια καλλιτεχνική παραγωγή, μέχρι σήμερα δεν έχει έναν επίσημο θεσμό που να τη συγκεντρώνει, να την ερμηνεύει και να την προβάλει στο διεθνές πεδίο.
Η απουσία αυτή δεν είναι μόνο πολιτιστική, αλλά και θεσμική, αναπτυξιακή και βαθιά συμβολική, καθώς η χώρα αδυνατεί να χαρτογραφήσει τη δική της νεότερη καλλιτεχνική ιστορία και να συμμετάσχει ισότιμα στον παγκόσμιο διάλογο της τέχνης. Μια τέτοια υποδομή, άλλωστε, αποτελούσε πάγιο αίτημα και της καλλιτεχνικής κοινότητας.
Μια ιδέα ώριμη και τεκμηριωμένη
Σύμφωνα με την αρμόδια αρχή, η πρόταση για το νέο Μουσείο είναι «ώριμη, θεσμικά τεκμηριωμένη και εθνικά αναγκαία». Επισημαίνεται μάλιστα ότι δεν γεννήθηκε αποσπασματικά, αλλά στηρίχθηκε σε προηγούμενες προσπάθειες των Πολιτιστικών Υπηρεσιών του ΥΠΑΝ και σε εξειδικευμένες μελέτες του Visual Sociology & Museum Studies Lab του ΤΕΠΑΚ και του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου και ευθυγραμμίζεται με τη Στρατηγική του Τμήματος Σύγχρονου Πολιτισμού 2025–2030.
Αποτελεί προϊόν συστηματικής εργασίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τη Σύσταση και Λειτουργία του Μουσείου Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης Κύπρου, η οποία συγκροτήθηκε με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου τον Ιανουάριο του 2025.
Αυτό που προτείνει η Συμβουλευτική Επιτροπή είναι το Μουσείο να λειτουργήσει ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), εξασφαλίζοντας θεσμική ανεξαρτησία, ευελιξία και διαφάνεια. Η διεθνής πρακτική έχει δείξει ότι αυτή η μορφή επιτρέπει την ανάπτυξη σύγχρονων μηχανισμών διαχείρισης, την προσέλκυση πόρων από χορηγίες και ευρωπαϊκά προγράμματα και τη λογοδοσία μέσω Συμβολαίου Απόδοσης και μετρήσιμων δεικτών αποτελεσματικότητας.
Το Υφυπουργείο ξεκαθαρίζει ότι αυτονομία του Μουσείου δεν σημαίνει αποκοπή από το κράτος, αλλά σύγχρονη και υπεύθυνη διακυβέρνηση με κοινωνικό πρόσημο.
Τι θα γίνει με την ΣΠΕΛ και την Majestic

Το Υφυπουργείο Πολιτισμού έχει ήδη καταγράψει και το όραμα του Μουσείου, χαρακτηρίζοντάς το «φιλόδοξο αλλά βαθιά ρεαλιστικό»: να αποτελέσει έναν ζωντανό οργανισμό πολιτισμού, ανοιχτό στην κοινωνία, την εκπαίδευση και τη διεθνή συνεργασία. Θα είναι χώρος συνάντησης καλλιτεχνών, φοιτητών, παιδιών, επιστημόνων και πολιτών και θα ενθαρρύνει την ελευθερία έκφρασης, τη διαφορετικότητα και την καινοτομία.
Μάλιστα, η λειτουργία του δεν θα περιορίζεται στη Λευκωσία, αλλά ιδανικά προορίζεται να αναπτύξει αποκεντρωμένη παρουσία σε περισσότερες πόλεις.
Η στρατηγική προβλέπει, επίσης, την ενοποίηση υπαρχουσών πολιτιστικών υποδομών. Συνεπώς, ο νέος χώρος που θα εξασφαλιστεί στην Κρατική Έκθεση θα αποτελέσει μαζί με τη ΣΠΕΛ και την Κρατική Πινακοθήκη Majestic ένα συνεκτικό μουσειολογικό δίκτυο. Προβλέπεται επίσης ότι η ΣΠΕΛ θα επικεντρωθεί στη μοντέρνα κυπριακή τέχνη του 20ού αιώνα, η Majestic θα εξελιχθεί σε κέντρο περιοδικών εκθέσεων, ενώ ο χώρος της Κρατικής Έκθεσης θα μεταμορφωθεί σε νέο μουσείο αφιερωμένο στη σύγχρονη τέχνη και στις νέες μορφές δημιουργίας. Εκεί θα αναπτυχθούν επίσης εκπαιδευτικές αίθουσες και χώροι έρευνας, ώστε ο θεσμός να λειτουργεί ως ζωντανό εργαστήριο πολιτισμού.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, προβλέπεται επίσης ανάπτυξη ιδίων εσόδων από εισιτήρια, πωλητήρια, εκδόσεις και συνεργασίες, με στόχο τη μερική αυτοχρηματοδότησή του. Η πορεία του Μουσείου θα παρακολουθείται βάσει συγκεκριμένων δεικτών, όπως η επισκεψιμότητα, η συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα, η διεθνής παρουσία, η αναλογία ιδίων εσόδων προς κρατική επιχορήγηση και η συνολική κοινωνική απήχηση, διασφαλίζοντας διαφάνεια και λογοδοσία.


