Η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου να θέσει ως ελάχιστο όριο ηλικίας τα 16 έτη για πρόσβαση στα social media, έδωσε αρκετό υλικό στους διαδρόμους των Βρυξελλών. Κάποιοι ευρωβουλευτές έσπευσαν να πανηγυρίσουν ότι «επιτέλους μπαίνει τάξη», άλλοι όμως χαμογελούσαν πονηρά διότι ξέρουν πολύ καλά πως, όσο εύκολο είναι να θεσπίσεις ένα όριο, τόσο δύσκολο είναι να το εφαρμόσεις σε ένα σύμπαν όπου τα παιδιά γεννιούνται με account στο χέρι.
Στις συζητήσεις η ανησυχία είναι εμφανής. Κανείς δεν θέλει να κατηγορηθεί ότι άφησε ανυπεράσπιστους τους ανήλικους απέναντι σε αλγορίθμους που δεν κοιμούνται ποτέ. Από την άλλη, οι πιο πραγματιστές υπενθυμίζουν ότι η ευρηματικότητα των εφήβων ξεπερνά κατά πολύ τη φαντασία των νομοθετών κι ότι η καθολική απαγόρευση μοιάζει περισσότερο με ψηφιακό πατερναλισμό παρά με λύση.
Στο παρασκήνιο βέβαια ο πραγματικός καημός είναι άλλος: ποιος θα πληρώσει το πολιτικό κόστος της αυστηρής ταυτοποίησης ηλικίας; Και ποιος θα εξηγήσει στους πολίτες ότι η ιδιωτικότητά τους μπαίνει στο ζύγι; Έτσι, το νέο όριο ηλικίας κινδυνεύει να μείνει ένα ακόμη ευρωπαϊκό «μήνυμα καλών προθέσεων». Γιατί, ως γνωστόν, στην ΕΕ οι συμβολισμοί θεσπίζονται εύκολα, η ουσία, όμως, θέλει δουλειά.
Π.Χ.










