Σε ένα διώροφο κτήριο, ίσως από τα ομορφότερα νεοκλασικά της Λευκωσίας, το πρώην κτήριο Πούλια, γίνεται η εκπαίδευση των νέων δικαστών. Πώς να συμπεριφέρονται, πώς να εκδίδουν αποφάσεις, να ενημερώνονται για νέες εξελίξεις στον χώρο της δικαιοσύνης.
Οι δικαστές, ανέκαθεν, ελάχιστα ή καθόλου τραβούσαν τα φώτα της δημοσιότητας. Ωστόσο το τελευταίο διάστημα υπήρξαν γεγονότα που έφεραν στο προσκήνιο τους δικαστές, στους οποίους ασκήθηκε κριτική. Πρώτα ήταν η απόφαση για την παύση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη από τη θέση του Γενικού Ελεγκτή. Ακολούθησε η περίπτωση της δικαστού Ντόριας Βαρωσιώτου.
Ο «Φ» επιχειρεί να εισέλθει στα άδυτα της δικαστικής εξουσίας, τον τρόπο που εκπαιδεύονται οι δικαστές, τη συμπεριφορά τους όταν βρίσκονται στην έδρα ή και εκτός. Μιλήσαμε με την διευθύντρια της Σχολής Δικαστών, τέως πρόεδρο Εφετείου κ. Ρέα Λιμνατίτου, η οποία άνοιξε τα χαρτιά της και δεν μίλησε ως δικαστής. Απάντησε γιατί οι δικαστές εκπαιδεύονται μετά τον διορισμό τους και όχι πριν κάτσουν στην έδρα, τόνισε πως κάθε δικαστής είναι ανεξάρτητος και πως δεν γίνεται καμιά παρέμβαση στην έκδοση αποφάσεων. Για τις φωνές περί αμεροληψίας ή κατ’ ισχυρισμό διείσδυση της διαφθοράς και στη δικαιοσύνη, η κ. Λιμνατίτου ήταν ξεκάθαρη: Να μην συνδέουμε τα όποια λάθη δικαστών με την ακεραιότητά τους. Ουδέποτε έγινε καταγγελία για διαφθορά δικαστού. Η κριτική είναι λογική, όμως η κριτική που καταλήγει απροβλημάτιστα σε ισοπέδωση και απαξίωση της Δικαιοσύνης, δημιουργεί επικίνδυνες συνθήκες για την κοινωνία.
– Ποιο θεωρείτε ότι είναι το σημερινό επίπεδο των δικαστών μας νοουμένου ότι πρέπει το κύρος της Δικαιοσύνης να είναι ψηλό. Κι’ αυτό γιατί με την μεταρρύθμιση μπήκαν πολλοί νέοι δικαστές, κάποιοι εκ των οποίων μικρής σχετικά ηλικίας.
– Συμφωνώ μαζί σας ότι με τη μεταρρύθμιση και το διορισμό μεγάλου σχετικά αριθμού δικαστών τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν δικαστές μικρής ηλικίας. Αυτό όμως σε τίποτε δεν επηρεάζει το υψηλό κύρος της Δικαιοσύνης. Να μην μπερδεύουμε τα όποια λάθη γίνονται, όχι μόνο από νέους δικαστές, αλλά και από πιο έμπειρους, με την εντιμότητα, την ακεραιότητα και την ελεύθερη κρίση των δικαστών. Η Δικαστική Εξουσία στην Κύπρο διέπεται αναμφίβολα από εντιμότητα, ανεξαρτησία και αμεροληψία και αυτό δεν το λέω εγώ, σαν πρώην δικαστής, αλλά το λένε οι εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρώπης, που το μόνο αρνητικό που εντοπίζουν είναι οι καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση των υποθέσεων, ζήτημα για το οποίο γίνονται προσπάθειες επίλυσης. Ουδέποτε υπήρξε οποιαδήποτε καταγγελία για διαφθορά δικαστικών λειτουργών. Ουδέποτε αμφισβητήθηκε το κύρος και η ανεξαρτησία της Κυπριακής Δικαιοσύνης. Μάλιστα, σε έρευνα του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δικαστικών Συμβουλίων για το 2025 που εκπροσωπεί τα δικαστικά συμβούλια των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμμετείχαν 19.136 δικαστές από 32 δικαιοδοσίες σε 30 χώρες, η Κύπρος συγκαταλέγεται μεταξύ των δέκα πρώτων χωρών, καταγράφοντας όπως αναφέρει η έκθεση, υψηλότατες βαθμολογίες στην αντίληψη περί προσωπικής ανεξαρτησίας των δικαστών, αλλά και στη συνολική αντίληψη περί ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας σε εθνικό επίπεδο.
Δεν ωραιοποιώ τα πράγματα. Γνωρίζω ότι μπορεί να εκδοθούν λανθασμένες αποφάσεις, γι’ αυτό εξάλλου υπάρχει το Εφετείο και υπάρχουν σε μεμονωμένες περιπτώσεις άσχημες συμπεριφορές που πρέπει να καταγγέλλονται. Πολλές φορές έχουν εκδοθεί και θα εκδοθούν αποφάσεις με τις οποίες δεν συμφωνεί η κοινή γνώμη και είναι λογικό και θεμιτό να κριθούν από την κοινωνία.
Η κριτική όμως που καταλήγει απροβλημάτιστα σε ισοπέδωση και απαξίωση της Δικαιοσύνης, δημιουργεί επικίνδυνες συνθήκες για την κοινωνία. Στις οργανωμένες πολιτισμένες και δημοκρατικές κοινωνίες, οι διαφορές επιλύονται μόνο από τα δικαστήρια και είναι υποχρέωση όλων μας να μην επιτρέψουμε την απαξίωση τους που στο τέλος υπονομεύει τα θεμέλια του κράτους δικαίου.
-Ποιο είναι το όραμα πίσω από τη Σχολή Δικαστών και ποιες οι αρμοδιότητες της;
– Σύμφωνα με τον περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Σχολής Δικαστών Νόμο 101(Ι)/2020, η Σχολή Δικαστών έχει αρμοδιότητα να επιλαμβάνεται όλων των θεμάτων που αφορούν την επαγγελματική κατάρτιση και επιμόρφωση των δικαστών, καθώς και να διεξάγει έρευνες σε θέματα που σχετίζονται με τη δικαιοσύνη. Να παρέχει προγράμματα που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες που δημιουργούνται και να προωθεί τις βασικές αξίες της δικαστικής ανεξαρτησίας, της δικαστικής ηθικής και δεοντολογίας. Όραμα της Σχολής είναι η συνεχής παροχή υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης και κατάρτισης, συμβάλλοντας στη δημιουργία ενός δίκαιου και αποδοτικού δικαστικού συστήματος.
-Ποιοι μπορούν να διδάσκουν στη Σχολή και πού επικεντρώνονται τα εκπαιδευτικά προγράμματα;
– Ανάλογα με το θέμα, οι εκπαιδευτές μπορεί να είναι κύπριοι δικαστές οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί κατάλληλα, μπορεί να είναι δικαστές από το εξωτερικό, όπως πρόσφατα σε σεμινάριο που έγινε σε συνεργασία με το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο εκπαιδευτές ήταν δικαστές του Συμβουλίου, με την ενεργό παρέμβαση του Προέδρου του Συμβουλίου ή σε σεμινάριο στο οποίο κύριος ομιλητής ήταν ο κύπριος δικαστής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κ. Κωνσταντίνος Λυκούργος, με εκπαιδευτές τους συνεργάτες του. Ανάλογα επίσης με το θέμα, μπορεί εκπαιδευτές να είναι καθηγητές πανεπιστημίου ή ειδικοί εμπειρογνώμονες, όπως στην περίπτωση του σεμιναρίου με θέμα «Τεχνητή Νοημοσύνη και Δικαιοσύνη» που οργανώσαμε αυτό τον χρόνο.
Τα εκπαιδευτικά προγράμματα απευθύνονται σε όλους τους δικαστές, αλλά και στο προσωπικό των δικαστηρίων και διοργανώνονται εξειδικευμένα σεμινάρια για τους δικαστές κάθε δικαιοδοσίας. Δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση των νεοδιορισθέντων δικαστών και ξεχωριστή θέση κατέχουν τα Σεμινάρια Δικαστικής Δεοντολογίας και Ηθικής, τα οποία εστιάζουν στον ηθικό πυρήνα της δικαστικής λειτουργίας, καθώς και το Σεμινάριο Δικαστικών Δεξιοτήτων, όπου καλλιεργούνται ουσιαστικά εργαλεία άσκησης του δικαστικού λειτουργήματος σε πρακτικό επίπεδο. Η Σχολή προχώρησε το 2024 στην υλοποίηση ενός νέου εκπαιδευτικού προγράμματος για νεοδιορισθέντες δικαστές, το οποίο στοχεύει σε πρακτικό προσανατολισμό και άμεση συσχέτιση με τις καθημερινές ανάγκες του δικαστή.
Οι θεματικές ενότητες που καλύφθηκαν είναι:
◗ Διαχείριση δικαστικού χρόνου και συμπεριφορά δικαστών στην έδρα
◗ Δικαιοσύνη στην εποχή της ψηφιοποίησης
◗ Αξιολόγηση μαρτυρίας
◗Συγγραφή αποφάσεων
◗ Θανατικές ανακρίσεις
◗ Διαδικασία εξέτασης αιτήματος για ψυχασθενείς
◗ Εντάλματα σύλληψης και έρευνας
◗ Διατάγματα προσωποκράτησης
-Αντιλαμβανόμαστε ότι όταν μιλάμε για Σχολή Δικαστών δεν εννοούμε μια σχολή Πανεπιστημίου αλλά για σεμινάρια που παρακολουθούν οι δικαστές;
– Ναι, ακριβώς, όπως σας ανέφερα σκοπός της Σχολής είναι η επιμόρφωση των δικαστών, μετά τον διορισμό τους. Εκτός από τα σεμινάρια που διοργανώνει η Σχολή στην Κύπρο για τους κύπριους δικαστές, φροντίζει για τη συμμετοχή τους σε εκπαιδευτικά προγράμματα στο εξωτερικό, σε συνεργασία με άλλους ευρωπαϊκούς οργανισμούς, όπως το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Δικαστικής Κατάρτισης, την Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο της Ευρώπης κ.α.
Η Σχολή έχει επίσης τη δυνατότητα συνεργασίας με πανεπιστήμια, οργανισμούς ή πρόσωπα που κατά την κρίση της δυνατόν να συμβάλουν στην επίτευξη των σκοπών της. Στα πλαίσια μιας τέτοιας συνεργασίας η Σχολή μαζί με το Hope for Children, εκπροσώπησαν την Κύπρο το 2023 στο διαγωνισμό «Crystal Scales of Justice» που αποτελεί θεσμό του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η Κύπρος ήταν η νικήτρια χώρα το 2023, με πρόταση που αφορούσε καινοτόμο εργαλείο για την προετοιμασία παιδιών θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης και πρόκειται να εμφανιστούν ενώπιον δικαστηρίου και ως η νικήτρια χώρα, θα αναλάβει την πραγματοποίηση της φετινής διοργάνωσης.
Εκπαίδευση πριν ή μετά την έδρα
-Είναι η θέση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου ότι η Σχολή Δικαστών πρέπει να προηγείται της έδρας, δηλαδή κάποιος πρώτα να περνά από τη Σχολή και μετά να διορίζεται δικαστής. Ποια είναι η άποψη σας;
– Έχω ακούσει τη θέση αυτή πρόσφατα και από πολλούς άλλους. Αντιλαμβάνομαι ότι έχουν σαν παράδειγμα την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών που υπάρχει στην Ελλάδα, με έργο της, την επιλογή, την εκπαίδευση και την κατάρτιση των προοριζόμενων να διοριστούν σε θέσεις δικαστικών λειτουργών στα διάφορα δικαστήρια.
Στην Κύπρο δεν μπορεί να ισχύσει κάτι αντίστοιχο και να δημιουργηθεί Σχολή με αυτή την έννοια, λόγω του μικρού αριθμού γενικά των δικαστών και του πολύ μικρού αριθμού δικαστών που μπορεί να διορίζονται κάθε χρόνο. Τα τελευταία χρόνια, λόγω της δικαστικής μεταρρύθμισης, έγιναν αρκετοί διορισμοί νέων δικαστών, όμως αυτό δεν πιστεύω ότι θα συνεχίσει με τον ίδιο ρυθμό στο μέλλον.
Η προσωπική μου άποψη, η οποία όμως πηγάζει μέσα από την επαφή μου με τους νέους δικαστές, είναι ότι δεν χρειάζονται ακόμη δύο ή τρία χρόνια φοίτησης σε Σχολή Δικαστών με μια θεωρητική προσέγγιση, αλλά καθοδήγηση για την καθημερινή πρακτική και τα θέματα που θα αντιμετωπίσουν άμεσα με την ανάληψη των καθηκόντων τους και αυτή την καθοδήγηση μόνο οι πιο έμπειροι δικαστές μπορεί να τους την δώσουν. Σε αυτό ακριβώς στοχεύει η Σχολή μέσα από τη σειρά των σεμιναρίων που απευθύνονται στους νέους δικαστές, τα οποία παρουσιάζουν δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Εφετείου και επικεντρώνονται σε πρακτικά θέματα.
Πιστεύω ότι η εμπειρία που αποκτά κάποιος κατά την άσκηση της δικηγορίας πριν τον διορισμό του σαν δικαστής, η επαφή του με το δικαστήριο, ο χειρισμός των υποθέσεων και η επαφή του με τους διαδίκους, είναι σημαντικό υπόβαθρο στην πορεία του σαν δικαστής. Αυτό που ίσως βοηθήσει περισσότερο και πάλι εκφράζω την προσωπική μου άποψη, είναι η αύξηση του ορίου άσκησης δικηγορίας πριν κάποιος να μπορεί να υποβάλει αίτηση για διορισμό σαν δικαστής και αυτό όχι μόνο για σκοπούς απόκτησης γνώσεων και εμπειρίας, αλλά γιατί στο διάστημα αυτό με την παρουσία του στις αίθουσες των δικαστηρίων, τον χειρισμό των υποθέσεων, τις σχέσεις του με συναδέλφους του και διαδίκους, θα αποκαλύψει την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του που είναι στοιχεία πολύ πιο σημαντικά για έναν δικαστή από τις γνώσεις που μπορούν να βελτιωθούν.
Η δικαστική επιμόρφωση αποτελεί εγγύηση επάρκειας και επαγγελματισμού
-Τι γίνεται με τους νέους δικαστές;
– Αυτό που έχει διαφοροποιηθεί τα τελευταία χρόνια, είναι ότι κάθε νέος δικαστής θα καθίσει στην έδρα για κάποιες μέρες με έναν έμπειρο δικαστή, ώστε να εξοικειωθεί με την έδρα και να δει πώς χειρίζεται τις καθημερινές υποθέσεις. Αμέσως μετά θα αναλάβει μόνος του τη δικαιοδοσία που του έχει ανατεθεί και ταυτόχρονα θα παρακολουθήσει τα σεμινάρια που ανέφερα σε μέρες που θα ενημερωθεί εκ των προτέρων, ώστε να καθορίσει ανάλογα το πρόγραμμα του για να μη δημιουργηθεί πρόβλημα με τις υποθέσεις του στις μέρες που θα απουσιάζει από το δικαστήριο.
-Ποιοι μπορούν να διοριστούν στη θέση δικαστή και ποιες αρμοδιότητες τους ανατίθενται.
– Στη θέση δικαστή μπορεί να διοριστούν δικηγόροι που ασκούν δικηγορία με την έννοια που περιγράφεται στον περί Δικαστηρίων Νόμο, για έξι χρόνια. Η διαδικασία και τα κριτήρια διορισμού καθορίστηκαν από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Δεν υπάρχει καμιά διαφορά στις αρμοδιότητες που ανατίθενται στους νεοδιοριζόμενους δικαστές από ότι στο παρελθόν, αλλά και δεν υπάρχει διαφορά από παλαιότερους δικαστές.
Ανάλογα με τις ανάγκες του δικαστηρίου στο οποίο θα τοποθετηθούν, η δικαιοδοσία τους αφορά όλα τα τροχαία αδικήματα, τις ιδιωτικές ποινικές (υποθέσεις Δήμων, Συμβουλίων, Φόρου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κλπ) και αστικές υποθέσεις στην κλίμακα του επαρχιακού δικαστή. Στη δικαιοδοσία των υποθέσεων τροχαίας και ιδιωτικών ποινικών υποθέσεων, συμπεριλαμβάνονται ανάλογα με το πρόγραμμα του κάθε δικαστηρίου και οι θανατικές ανακρίσεις. Οι πρωτοδιοριζόμενοι δικαστές, ασχολούνται όπως και όλοι οι επαρχιακοί δικαστές και με παραπομπές στο κακουργιοδικείο, προσωποκρατήσεις, εντάλματα έρευνας και σύλληψης, ιδιαίτερα κατά την υπηρεσία τους στις εκτός ωρών εργασία.
-Ποια πρακτική ακολουθείται σε άλλες χώρες όσον αφορά στην εκπαίδευση των δικαστών;
-Γνωρίζω ότι στην Αγγλία, Ιρλανδία και Μάλτα που έχουν σύστημα διορισμού δικαστών περίπου όπως το δικό μας, αφού είναι χώρες όπου ισχύει το κοινοδίκαιο, η εκπαίδευση των νέων δικαστών γίνεται μετά τον διορισμό τους.
Όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν Σχολή Δικαστικής Επιμόρφωσης για τους δικαστές μετά τον διορισμό τους, ανεξάρτητα αν έχουν και Σχολή Δικαστών όπως π.χ. η Ελλάδα, που στηρίζονται στις Οικουμενικές Αρχές Δικαστικής Επιμόρφωσης. Η δικαστική επιμόρφωση αποτελεί εγγύηση επάρκειας και επαγγελματισμού και γι’ αυτό θεωρείται απαραίτητη για όλους τους δικαστές. Διασφαλίζει όχι μόνο την ποιότητα στην απονομή της δικαιοσύνης, αλλά και την ανεξαρτησία των δικαστών.
Ταπεινότητα και υπομονή είναι τα κύρια στοιχεία
-Όσον αφορά στη συμπεριφορά των δικαστών ή ακόμη και για την έκδοση αποφάσεων, υπάρχει καθοδήγηση από τη Σχολή, ή ο δικαστής αφήνεται να ενεργήσει με βάση τις αρχές που έφερε μαζί του;
– Κάθε δικαστής είναι ανεξάρτητος και η δικαστική ανεξαρτησία, όπως έχω αναφέρει, είναι το θεμέλιο της δημοκρατικής κοινωνίας και του κράτους δικαίου και κάθε δικαστής ενεργεί με βάση τις αρχές που περιλαμβάνονται στον δικαστικό όρκο που έδωσε.
Υπάρχει όμως η θεσμική υποχρέωση όλων των δικαστών και όχι μόνο όσων υπηρετούν, αλλά και όσων έχουν αφυπηρετήσει έναντι της υπόληψης του δικαστικού λειτουργήματος και της δικαστικής ανεξαρτησίας όπως αυτή περιγράφεται στον Οδηγό Δικαστικής Συμπεριφοράς.
Κάθε δικαστής στην ουσία αντιπροσωπεύει όλο το Δικαστικό Σώμα και η εντύπωση που αποκομίζει ένας διάδικος από τον κάθε δικαστή, αντανακλά σε όλο το Δικαστικό Σώμα. Η ταπεινότητα και η υπομονή είναι για μένα τα ουσιαστικότερα στοιχεία ενός δικαστή. Ο δικαστής δεν προβάλλει τον εαυτό του και εκτελεί το καθήκον του ακούγοντας με υπομονή όσα θα τεθούν ενώπιον του για να αποφασίσει. Γι’ αυτό η Σχολή δίδει ιδιαίτερη έμφαση στα σεμινάρια Δικαστικής Δεοντολογίας και Ηθικής και ακριβώς επειδή θεωρούμε τη συμπεριφορά των δικαστών σημαντικό παράγοντα, τα σεμινάρια αυτά γίνονται από δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Εφετείου.
Όσον αφορά την έκδοση αποφάσεων, σίγουρα κανένας δεν θα παρέμβει στην έκδοση μιας δικαστικής απόφασης. Αυτό είναι απόλυτο έργο του δικαστή που εκδικάζει την υπόθεση. Εκείνο όμως που η Σχολή μπορεί να κάνει και το έχει ήδη εντάξει στο πρόγραμμά της για τους νέους δικαστές, είναι να τους βοηθήσει στον τρόπο συγγραφής μιας απόφασης που είναι έργο δύσκολο.