7 Ιουλίου, 2025
2:26 μμ

Ένας από τους φόβους είναι, ο καύσωνας να βάλει φωτιά στις τιμές κυρίως των γεωργικών προϊόντων, ένα θέμα που δεν αφορά αποκλειστικά την Κύπρο, αλλά και την Ευρώπη, την ώρα που ευρωπαϊκές εταιρείες αναφέρουν μείωση των εργασιών τους, αντανακλώντας τις οικονομικές επιπτώσεις των υψηλών θερμοκρασιών που υπάρχουν. Οι υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να προκαλέσουν ζημιές σε καλλιέργειες, με αποτέλεσμα μειωμένη παραγωγή και αύξηση των τιμών.

Επίσης, η αυξημένη ζήτηση για δροσιστικά τρόφιμα και ποτά κατά τη διάρκεια του καύσωνα μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών λόγω περιορισμένης προσφοράς ή αυξημένου κόστους παραγωγής. Επιπλέον, οι καύσωνες μπορεί να επηρεάσουν τις τιμές των ζωοτροφών, κάτι που με τη σειρά του επηρεάζει τις τιμές των προϊόντων ζωικής προέλευσης.

Η σχέση του καύσωνα και των βασικών οικονομικών δεικτών, όπως ο πληθωρισμός και το ΑΕΠ, είναι πολύ σημαντική για να αγνοηθεί, σύμφωνα με τον Φρανκ Ελντερσον, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. «Εχουμε κατανοήσει ότι η συνεκτίμηση των κλιματικών κρίσεων είναι σημαντική. Αν σκεφτείτε το εξαιρετικά ζεστό καλοκαίρι του 2022, ο πληθωρισμός των τροφίμων αυξήθηκε μεταξύ 0,4 και 0,9 ποσοστιαίων μονάδων… και υπήρξε ένα μετρήσιμο πλήγμα στο γερμανικό ΑΕΠ», δήλωσε ο Ελντερσον σε συνέντευξη που έδωσε στη Σίντρα της Πορτογαλίας.  Οι δηλώσεις αυτές συνέπεσαν με την εμφάνιση ενός ακόμη καύσωνα στην Ευρώπη, μεγάλο μέρος της οποίας πλήττεται από ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες λόγω της κλιματικής αλλαγής. Οι καύσωνες μπορούν να προκαλέσουν πληθωριστικά κύματα, κυρίως επειδή πλήττονται οι καλλιέργειες με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι τιμές των τροφίμων.

Στην ομιλία του στη συνάντηση της ομάδας των στελεχών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ανέφερε ότι στην αναθεώρηση της στρατηγικής νομισματικής πολιτικής του 2021, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αναγνώρισε τη σημασία της κλιματικής αλλαγής για τη νομισματική πολιτική. Αυτό οδήγησε στη δημιουργία ενός συγκεκριμένου σχεδίου δράσης για το κλίμα, στο οποίο η ΕΚΤ και το Ευρωσύστημα έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Όπως έχω τονίσει επανειλημμένα στο παρελθόν, ανέφερε στην ομιλία του «αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής για το κλίμα και τη φύση. Αυτές οι πολιτικές καθορίζονται από τις κυβερνήσεις και είναι προνόμιό τους να αντιμετωπίζουν τις κλιματικές και φυσικές κρίσεις. Είμαστε υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής για το κλίμα και τη φύση. Ταυτόχρονα, όπως θα υποστηρίξω λεπτομερέστερα, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να λάβουμε υπόψη τις επιπτώσεις των κλιματικών και φυσικών κρίσεων για να υλοποιήσουμε τις εντολές μας για νομισματική πολιτική και τραπεζική εποπτεία».

Υπέδειξε μεταξύ άλλων  ότι «έρευνα της ΕΚΤ έδειξε ότι το 72% των εταιρειών της ζώνης του ευρώ εξαρτώνται από τουλάχιστον μία από τις υπηρεσίες του οικοσυστήματος της φύσης. Αυτές οι υπηρεσίες μειώνονται με ταχύτερο ρυθμό από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ανθρώπινη ιστορία. Περαιτέρω έρευνα από την ΕΚΤ και το Εργαστήριο Χρηματοδότησης Ανθεκτικού Πλανήτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης εξετάζει τους κινδύνους πιο προσεκτικά. Τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι το 15% της παραγωγής της οικονομίας της ζώνης του ευρώ κινδυνεύει μόνο από τη λειψυδρία και πάνω από 1,3 τρισεκατομμύρια ευρώ τραπεζικών δανείων της ζώνης του ευρώ χορηγούνται επί του παρόντος σε τομείς που εκτίθενται σε υψηλό κίνδυνο λειψυδρίας».

Η φύση είναι περιουσιακό στοιχείο

Στην ομιλία του εξήγησε ότι το κλίμα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία μας. «Η φύση, από την άλλη πλευρά, περιλαμβάνει το σύνολο του φυσικού περιβάλλοντος της γης, συμπεριλαμβανομένων όλων των ζωντανών οργανισμών. Είναι όλα όσα δεν έχουν δημιουργηθεί από τον άνθρωπο. Έτσι, προσθέτοντας την «υποβάθμιση της φύσης», έχουμε πλέον δεσμευτεί να λάβουμε υπόψη ένα πολύ πιο σύνθετο σύνολο παραγόντων κατά τον καθορισμό της νομισματικής μας πολιτικής», σημείωσε. «Από την οπτική γωνία μιας κεντρικής τράπεζας, η φύση είναι ένα περιουσιακό στοιχείο. Παρέχει πολλές υπηρεσίες οικοσυστήματος – γόνιμα εδάφη, ξυλεία, ιχθυαποθέματα, νερό και καθαρό αέρα, για να αναφέρουμε μόνο μερικές – υποστηρίζοντας τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Εάν τα οικοσυστήματα υποβαθμιστούν, ουσιαστικά υποτιμούμε μια ζωτική εισροή στην οικονομία μας».

Exit mobile version