Γέφυρες επικοινωνίας με το Κοινοβούλιο επιδιώκει να στήσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, παρά το γεγονός ότι προχώρησε στην αναπομπή των έξι νόμων για τη ρύθμιση των πολλαπλών συντάξεων προς τους κρατικούς αξιωματούχους.
Και αυτό γιατί κάνει υποδείξεις με το γάντι στους βουλευτές, στους οποίους υποδεικνύει τις αλλαγές στις οποίες πρέπει να προχωρήσουν για να καταστεί συνταγματικό το νέο νομικό πλαίσιο.
Χαρακτηριστική, μάλιστα, είναι η θέση που διατυπώνει στις επιστολές των αναπομπών ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης, ο οποίος επικροτεί την πρόθεση της Βουλής να ρυθμίσει το ζήτημα των πολλαπλών συντάξεων, κάτι το οποίο επιχείρησε να πράξει και η Εκτελεστική Εξουσία μέσω όπως υποστηρίζει της κατάθεσης του νομοσχέδιου, το οποίο απορρίφθηκε.
Ωστόσο, τονίζει πως αναπέμπει τους νόμους καθώς θα προκύψουν αντισυνταγματικά ζητήματα και πρακτικές δυσκολίες στην εφαρμογή τους.
Πάντως, οι τοποθετήσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, δεν φαίνεται να βρίσκει σύμφωνα όλα τα κόμματα, καθώς θεωρούν πως οι αλλαγές που προτείνει δεν είναι εύκολο εγχείρημα το οποίο θα κλείσει μόνο σε μια συνεδρία της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών η οποία θα συνέλθει την ερχόμενη Δευτέρα.
Επί τηςουσίας οι αλλαγές
Κοινοβουλευτικές πηγές θεωρούν πως οι αλλαγές που προτείνει ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης για να καταστούν συνταγματικές οι νομοθεσίες δεν είναι απλές αλλά ουσιαστικές, καθώς διαφοροποιούν το νομικό πλαίσιο.
Στις αναπομπές των νόμων, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης εντοπίζει αντισυνταγματικά σημεία καθώς και πρακτικά προβλήματα στην εφαρμογή τους, παρά το γεγονός ότι ενσωματώθηκε η τροπολογία σύμφωνα με την οποία η νέα ρύθμιση θα αφορά τους μελλοντικούς αξιωματούχους. Συνεπώς, τη Δευτέρα τα μέλη της Επιτροπής Οικονομικών, θα αποφασίσουν εάν τελικά θα αποδεχθούν τις αναπομπές με τις αλλαγές που προτείνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή εάν θα την απορρίψουν.
Οι αναπομπές θα τεθούν την ερχόμενη Τρίτη ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής. Όπως μας λέχθηκε, θα καταβληθεί προσπάθεια η όποια απόφαση τεθεί ενώπιον του Σώματος να είναι συμφωνημένη, καθώς πρόκειται για ένα πολύ περίπλοκο νομικό κείμενο.
Η σύγκρουση με Σύνταγμα
Υπενθυμίζεται πως η νέα νομοθεσία που θα αφορά τους νέους αξιωματούχους, καθώς για τους παλιούς και υφιστάμενους δεν θα υπάρξει καμία διαφορά, προβλέπει επέκταση της καταβολής σύνταξης στο 65ο έτος, στις περιπτώσεις κρατικών αξιωματούχων οι οποίοι σήμερα λαμβάνουν σύνταξη στο 60ό έτος.
Επίσης, θα αναστέλλεται μέρος της κερδηθείσας ή θεμελιωθείσας σύνταξης για υπηρεσία ή θητεία που αρχίζει μετά το νέο νόμο και στην περίπτωση των υπαλλήλων του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και των αξιωματούχων οι οποίοι μετά τη συγκεκριμένη ημερομηνία αναλαμβάνουν αξίωμα, λειτούργημα ή θέση είτε στη Δημοκρατία, είτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θα γίνεται και συμψηφισμός κερδηθεισών ή θεμελιωθεισών συντάξεων για θητεία ή υπηρεσία μετά το νέο νόμο σε διαφορετικά αξιώματα, λειτουργήματα ή θέσεις, στις περιπτώσεις προσώπων που δεν εμπίπτουν στο υφιστάμενο, από το 1980, πλαίσιο αναστολής συντάξεων, ώστε η καταβλητέα σύνταξη στο σύνολό της να μην υπερβαίνει το 1/2 των υψηλότερων συντάξιμων απολαβών.
Προστατεύεται η σύνταξη για υπηρεσία σε θέση στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα και/ή άλλο αξίωμα ή λειτούργημα το οποίο ο δικαιούχος κατείχε πριν από την εφαρμογή των προτεινόμενων ρυθμίσεων, η οποία θα καταβάλλεται επιπροσθέτως. Θα καταβάλλεται και ελάχιστη αμοιβή €500, για σκοπούς μετριασμού των επιφυλάξεων σε σχέση με τη στέρηση σύνταξης.