Με επίκληση την «ενίσχυση της δημόσιας ασφάλειας και τη διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων», αρχίζει σήμερα στη Βουλή η συζήτηση των κανονισμών που αφορούν την ταυτοποίηση κατόχων και χρηστών υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας και που κυριολεκτικά «σπάνε κόκκαλα». Συγκεκριμένα, για όσους δίνουν ψευδή στοιχεία με σκοπό να αποκρύψουν την ταυτότητα τους προβλέπεται πρόστιμο μέχρι €50.000 ή και φυλάκιση μέχρι πέντε χρόνια.
Στους υπό συζήτηση κανονισμούς προνοείται ότι: «Όποιος προβαίνει σε ψευδή δήλωση ή παραχωρεί αναληθή στοιχεία είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €50.000 ή και στις δύο αυτές ποινές.
Με βάση τους κανονισμούς, όσοι επιθυμούν να προμηθευτούν κάρτα κινητής τηλεφωνίας SIM ή και eSIM, θα υπογράφουν δήλωση στην οποία θα αναφέρονται και τα ακόλουθα: «Σε περίπτωση ψευδούς δήλωσης αναγνωρίζω ότι θα υπόκειμαι στις συνέπειες που προβλέπονται από τις διατάξεις του “περί Ταυτοποίησης των Κατόχων ή/και χρηστών καρτών ταυτότητας συνδρομητή SIM ή/και eSIM Υπηρεσιών Προπληρωμένης Κινητής Τηλεφωνίας Νόμου του 2024”, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ( Ν. 63(Ι)/2024). Συγκεκριμένα, αναγνωρίζω πως σύμφωνα με το άρθρο 4(4) του Νόμου, κάτοχος ο οποίος προβαίνει σε ψευδή δήλωση ή/ και παραχωρεί αναληθή στοιχεία είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές. Επιπλέον, αναγνωρίζω ότι κάτοχος ο οποίος παραλείπει να δηλώσει τα στοιχεία ταυτότητας χρήστη είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο αυτές ποινές».
Οι κανονισμοί προνοούν, επίσης, πως όταν δεν καθίσταται δυνατή η ταυτοποίηση οποιουδήποτε προσώπου, απλώς η κάρτα του θα είναι για τα μπάζα. Συγκεκριμένα προνοείται πως «όπου δεν είναι διαθέσιμα τα απαιτούμενα στοιχεία που καθορίζονται στον Νόμο, δεν είναι δυνατή η ταυτοποίηση και ως εκ τούτου δεν επιτρέπεται η ενεργοποίηση της υπηρεσίας προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας».
Σε όσους επιθυμούν να αποκτήσουν και να ενεργοποιήσουν κάρτα κινητής τηλεφωνίας δίδεται δυνατότητα να προσκομίζουν, με σχετικό ανέβασμα (upload), υπεύθυνη δήλωση. Οι κανονισμοί προβλέπουν, επίσης, τη δυνατότητα αναγνώρισης της προσπάθειας ανήλικου για εγγραφή, οπόταν το αίτημα ταυτοποίησης απορρίπτεται με σχετικό «μήνυμα λάθους».
Υπεύθυνος για τη διαχείριση της όλης διαδικασίας είναι ο Επίτροπος Επικοινωνιών, ο οποίος αναλαμβάνει την εφαρμογή των κανονισμών, οι οποίοι εναρμονίζουν την κυπριακή νομοθεσία με τον «Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679» , δηλαδή τον Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Στόχος, η προστασία της δημόσιας ασφάλειας
Όπως αναφέρεται σχετικά, σκοπός των Κανονισμών είναι η καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου (εγκρίθηκε ήδη) για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας και τη διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι τηρούνται οι βασικές αρχές που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ειδικότερα:
(α) Ο καθορισμός των διαδικασιών ταυτοποίησης των κατόχων και χρηστών καρτών ταυτότητας συνδρομητή SIM ή/και eSIM υπηρεσιών προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας.
(β) Ο καθορισμός οποιονδήποτε άλλων θεμάτων τεχνικής φύσεως, τα οποία ο Επίτροπος θεωρεί πως χρήζουν καθορισμού ή πως είναι δεκτικά καθορισμού.
Σε συνοδευτικό έγγραφο αναφέρεται, πως τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4 του Νόμου, για την ταυτοποίηση κατόχου και χρήστη υπηρεσιών προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας, απαιτείται η εφαρμογή της ακόλουθης διαδικασίας:
>> Ο παροχέας και/ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος διασφαλίζει ότι η υπεύθυνη δήλωση υποβολής στοιχείων ταυτότητας κατόχου και χρήστη προπληρωμένης κάρτας κινητής τηλεφωνίας περιλαμβάνει το ελάχιστο περιεχόμενο (απαιτούμενα στοιχεία του χρήστη).
>> Για την ταυτοποίηση κατόχου και ειδικότερα την επαλήθευση των στοιχείων που καταχωρούνται στην υπεύθυνη δήλωση είναι δυνατό να χρησιμοποιείται η υφιστάμενη διαδικασία που ακολουθούν οι παροχείς κατά την σύναψη συμβάσεων με τους συνδρομητές (φυσικά και νομικά πρόσωπα) των υπηρεσιών κινητής συμβολαίου και, όπου αυτό είναι εφικτό, η διαδικασία ταυτοποίησης μπορεί να διεξάγεται μέσω ηλεκτρονικού συστήματος το οποίο δύναται να αναπτύξει ο εκάστοτε παροχέας.
Όπου υφίσταται αλλαγή χρήστη, οι παροχείς οφείλουν να διατηρούν τα στοιχεία προηγούμενων χρηστών για σκοπούς διερεύνησης τυχόν ποινικών αδικημάτων για χρονική περίοδο τριών (3) μηνών.
Σε περίπτωση κλοπής ή απώλειας κάρτας είναι δυνατό να εφαρμόζεται η υφιστάμενη διαδικασία που ακολουθούν οι παροχείς σε περιπτώσεις κλοπής ή απώλεια κάρτας SIM των συνδρομητών συμβολαίου.
Οι Κανονισμοί τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Σημειώνεται, πως για σκοπούς ταυτοποίησης πρέπει να προσκομίζονται όλα τα απαραίτητα έγγραφα ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος από την πλευρά του παροχέα. Τα στοιχεία της δήλωσής θεωρούνται απόρρητα, εκτός σε περιπτώσεις άρσης του απορρήτου. Αιτήσεις οι οποίες δεν συνοδεύονται από τα απαιτούμενα πιστοποιητικά ή δεν συμπληρώνονται κανονικά θα απορρίπτονται και δεν θα ενεργοποιείται η κάρτα ταυτότητας συνδρομητή SIM ή/και eSIM.
Προηγήθηκε δημόσια διαβούλευση
Το Υπουργικό Συμβούλιο σε συνεδρία του, ημερομηνίας 11 Ιουνίου 2025 ενέκρινε την έκδοση των Κανονισμών «περί Ταυτοποίησης των Κατόχων ή/και χρηστών καρτών ταυτότητας συνδρομητή SIM ή/και eSIM υπηρεσιών προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας Κανονισμοί του 2025» και ενέκρινε την κατάθεση τους ενώπιον του Κοινοβουλίου προς έγκριση. Όπως αναφέρεται σε σχετικό συνοδευτικό κείμενο, το περιεχόμενο των Κανονισμών ετοιμάστηκε από τον Επίτροπο Επικοινωνιών και τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση κατά την περίοδο από 21/10/2024 έως 18/11/2024, η οποία ήταν ανοικτή σε όλα τα ενδιαφερόμενο μέρη.
Πριν την έναρξη της δημόσιας διαβούλευσης, διενεργήθηκε διαβούλευση με το υφυπουργείο Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, το υπουργείο Δικαιοσύνης, την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών και την Αστυνομία Κύπρου. Επιπλέον, πριν τη λήξη της δημόσιας διαβούλευσης, διενεργήθηκε διαβούλευση με την Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Ακολούθως, διενεργήθηκε νενομισμένος νομοτεχνικός έλεγχος επί των σχετικών Κανονισμών από τη Νομική Υπηρεσία.