Περιορίζουν κάθε χρόνο τη χρήση των μετρητών οι Κύπριοι και προτιμούν να πληρώνουν με κάρτες, που είναι και το επικρατέστερο μέσο πληρωμής για τις οικονομικές συναλλαγές στη χώρα.
Τα στατιστικά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τα οποία αφορούν τις πληρωμές χωρίς μετρητά για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, επιβεβαιώνουν ακόμη ένα φαινόμενο της εποχής: Συρρικνώνεται το δίκτυο των ATM σε όλη την Ευρωζώνη και οι τράπεζες σταδιακά τα κλείνουν, σπρώχνοντας με αυτό τον τρόπο τους πελάτες σε άλλο τρόπο συναλλαγών, με στόχο να περιορίσουν το κόστος λειτουργίας και συντήρησης τους.
Στο τέλος του δεύτερου εξαμήνου του 2024, ο συνολικός αριθμός των αυτόματων ταμειακών μηχανημάτων (ATM) στη ζώνη του ευρώ είχε μειωθεί κατά 3,1%, σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και περιορίστηκαν στις 253,7 χιλιάδες. Από αυτά, το 33% δέχτηκε ανέπαφες συναλλαγές.
Να θυμίσουμε ότι πέρυσι υπήρξε έντονη πολιτική συζήτηση στην Κύπρο, με τους βουλευτές αλλά και την Κυβέρνηση να πιέζουν τις τραπεζικές διοικήσεις να αυξήσουν τα ΑΤΜ σε απομακρυσμένες περιοχές, ώστε να υπάρχει ένα τουλάχιστον διαθέσιμο μηχάνημα, για την εξυπηρέτηση κυρίως των ηλικιωμένων πελατών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν στην ετήσια έκθεση του Συνδέσμου Τραπεζών, το 2024 υπήρχαν 332 ΑΤΜ, ενώ το 2023 ήταν 336.
Η ανάλυση των στοιχείων δείχνει ότι στην Κύπρο οι πληρωμές με κάρτες αυξήθηκαν 1,1% σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023, ποσοστό που αντιπροσωπεύει το 74% του συνολικού αριθμού πληρωμών χωρίς μετρητά, το τέταρτο ψηλότερο στην Ευρωζώνη. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΚΤ, οι μεταφορές πίστωσης αντιπροσώπευαν το 15,9% των συναλλαγών στην Κύπρο, παρουσιάζοντας άνοδο 0,9% σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023, οι άμεσες χρεώσεις ήταν 4% σημειώνοντας μείωση 1%, οι πληρωμές με ηλεκτρονικό χρήμα ήταν 3,6% με οριακή αύξηση 0,2%.
Σε εθνικό επίπεδο, η Λιθουανία είχε το μεγαλύτερο μερίδιο πληρωμών με κάρτα ως ποσοστό του συνολικού αριθμού πληρωμών χωρίς μετρητά το δεύτερο εξάμηνο του 2024, στο 79,5%, ακολουθεί η Πορτογαλία με 78,6% και η Ελλάδα με 73,6%.
Στα υπόλοιπα κράτη, η εικόνα για το δεύτερο εξάμηνο του 2024 διαμορφώνεται ως εξής: Βέλγιο 59,1%, Γερμανία 43,5%, Εσθονία 64,9%, Ιρλανδία 64,2%, Ισπανία 67,6%, Γαλλία 64,6%, Κροατία 57,3%, Ιταλία 59,9%, Λετονία 61%, Μάλτα 51,3%, Ολλανδία 50,4%, Αυστρία 58,3%, Σλοβενία 62,6%, Σλοβακία 67,5% και Φιλανδία 64,8%.
Αύξηση στην Ευρωζώνη
Ο συνολικός αριθμός των πληρωμών χωρίς μετρητά στην Ευρωζώνη το δεύτερο εξάμηνο του 2024 αυξήθηκε κατά 8,6% σε €77,6 δισ., σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023, ενώ η συνολική αξία αυτών αυξήθηκε κατά 3,8% σε €116,9 τρις.
Για την ίδια περίοδο, οι πληρωμές με κάρτα αντιστοιχούν στο 57% του συνολικού αριθμού των πληρωμών χωρίς μετρητά, οι μεταφορές πίστωσης στο 21%, οι άμεσες χρεώσεις στο 15% και οι πληρωμές με ηλεκτρονικό χρήμα στο 6%. Για τη χρήση των καρτών ενδεικτικά είναι τα στοιχεία που αναφέρει η ΕΚΤ.
Ο αριθμός των καρτών σε κυκλοφορία στο τέλος του δεύτερου εξαμήνου του 2024 αυξήθηκε κατά 8,2% σε €750 εκατ. σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023, με μέσο όρο 2,1 κάρτες πληρωμών ανά κάτοικο της Ευρωζώνης, και μέση αξία περίπου 39 ευρώ ανά συναλλαγή με κάρτα.
Ταυτόχρονα, ο αριθμός των ανέπαφων πληρωμών με κάρτες αυξήθηκε κατά 15,5% σε €29,5 δισ. σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023, ενώ η συνολική αξία των πληρωμών αυτών αυξήθηκε κατά 15,1% σε €0,8 τρις.
Ο συνολικός αριθμός των POS (τερματικά αποδοχής καρτών) είχε αυξηθεί κατά 7,9% σε περίπου 20,7 εκατομμύρια σε σύγκριση με τον αντίστοιχο αριθμό στο τέλος του δεύτερου εξαμήνου του 2023. Από αυτά, το 92% αποδέχονταν ανέπαφες συναλλαγές. Συνολικά, περίπου 56,1 δισ. συναλλαγές που διεκπεραιώθηκαν από τα συστήματα πληρωμών λιανικής στην Ευρωζώνη ανήλθαν σε αξία στα €26,4 τρις.
Η ΕΚΤ σημειώνει ότι τα συστήματα πληρωμών λιανικής που βρίσκονται στη ζώνη του ευρώ χειρίζονται κυρίως πληρωμές που πραγματοποιούνται από ιδιώτες και επιχειρήσεις, με σχετικά χαμηλή αξία και υψηλό συνολικό όγκο. Το δεύτερο εξάμηνο του 2024, τα συστήματα πληρωμών μεγάλης αξίας που βρίσκονται στη ζώνη του ευρώ διευθέτησαν 74,7 εκατομμύρια πληρωμές συνολικής αξίας 223,7 τρισεκατομμυρίων ευρώ σε πληρωμές σε ευρώ, με τα δύο κύρια συστήματα T2 και EURO1/STEP1.