Ο ΠΑΟΚ κατέβηκε στην OPAP Arena με νοοτροπία πρωταθλητή, και αυτό φάνηκε από το πρώτο λεπτό. Μόλις 64 δευτερόλεπτα χρειάστηκαν για να αποτυπωθεί στο γήπεδο πνευματική ετοιμότητα της ομάδας του Λουτσέσκου και η αποφασιστικότητά της, στοιχεία που δεν είχε η ΑΕΚ. Ένα εύκολο λάθος του Γκρούγιτς σε παράλληλη πάσα, το κλέψιμο του Ζίβκοβιτς και η φάση του Γιακουμάκη αποτέλεσαν τον πρόλογο για όσα θα ακολουθούσαν στο ντέρμπι.
Η πνευματική και αγωνιστική ανετοιμότητα της ΑΕΚ ήταν φανερή σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού. Οι παίκτες της δεν έμπαιναν δυνατά στις μονομαχίες, τα λάθη διαδέχονταν το ένα το άλλο, ειδικά στον άξονα, ενώ οι αποφάσεις στην τελική πάσα ή στην εκτέλεση δεν ήταν οι σωστές. Ο ΠΑΟΚ, αντίθετα, επικράτησε πλήρως. Πίεζε έξυπνα και σε συγκεκριμένα σημεία του παιχνιδιού, κινούνταν με ταχύτητα χωρίς την μπάλα και είχε μεγαλύτερη ένταση και ενέργεια σε κάθε φάση.
Ακόμα κι όταν η Ένωση αμυνόταν σε χαμηλά μέτρα, ο ΠΑΟΚ κατάφερνε, μέσα από συνεχή κίνηση και εναλλαγές θέσεων, να βρει χώρους στα μεσοδιαστήματα και να δηλώνει παρών κοντά στην περιοχή της ΑΕΚ. Άλλωστε, από ένα κερδισμένο φάουλ του Κωνσταντέλια σε εκείνο τον χώρο του γηπέδου προήλθε και το 1-0 του Μπάμπα. Από την άλλη πλευρά, η ομάδα του Νίκολιτς περιορίστηκε στο να περιμένει και να στοχεύει σε αντεπιθέσεις ή στημένες φάσεις. Αν είχε σκοράρει σε κάποια από αυτές, ίσως η ιστορία να άλλαζε. Όμως, το γεγονός ότι βρέθηκε πίσω στο σκορ και δεν αντέδρασε δείχνει ξεκάθαρα πως η ομάδα ακόμη δεν έχει αποκτήσει αυτοπεποίθηση και σταθερότητα.
Η ΑΕΚ ακόμα χτίζεται και χρειάζεται να ωριμάσει. Παρ’ όλα αυτά, στο συγκεκριμένο ντέρμπι ο Νίκολιτς δεν προετοίμασε σωστά το σύνολό του. Το πλάνο υπήρχε, αλλά εξαφανίστηκε από τη στιγμή που η ΑΕΚ δέχτηκε το πρώτο γκολ. Ίσως γιατί δεν υπήρχε εναλλακτική στρατηγική, ίσως γιατί τα δύο γκολ μέσα σε πέντε λεπτά ήταν πολύ βαριά ψυχολογικά για τους παίκτες του. Από εκεί και πέρα, η ομάδα βρισκόταν σε πανικό και δεν μπόρεσε να αντιδράσει ουσιαστικά.
Απέναντί της βρέθηκε ένας ΠΑΟΚ εξαιρετικά διαβασμένος και έτοιμος να εκμεταλλευτεί κάθε αδυναμία του αντιπάλου. Από το 45′ έως το 60′, κάθε φορά που παίκτης της ΑΕΚ δεχόταν πίεση, έδειχνε νευρικότητα και έκανε λάθη. Η ομάδα του Λουτσέσκου εκμεταλλεύτηκε κάθε τέτοια στιγμή, με τη μεσοεπιθετική τριάδα πίσω από τον Γιακουμάκη να λειτουργεί άψογα. Ο Κωνσταντέλιας έδειξε ξανά το ταλέντο του, με την προσποίησή του στο γκολ να είναι χαρακτηριστική της κλάσης του. Η εμπειρία του Τάισον, τα ανεβάσματα του Μπάμπα και η σταθερότητα των Όζντοεφ και Μεϊτέ έδωσαν στον ΠΑΟΚ πλήρη έλεγχο του ρυθμού και της έντασης του αγώνα.
Κορυφαίος όλων, ο Αντρίγια Ζίβκοβιτς. Πέρα από την ασίστ στο 1-0, ήταν ο παίκτης που έβλεπε πάντα ένα βήμα μπροστά. Από τη δική του πίεση, άλλωστε, ξεκινά και το 2-0: τρέχει πάνω στον Μουκουντί, τον αναγκάζει να πάρει απόφαση υπό πίεση, και ο Κωνσταντέλιας τελειώνει τη φάση, «γράφοντας» ουσιαστικά το τέλος του ντέρμπι. Ο Ζίβκοβιτς ήταν ο καθρέφτης της νοοτροπίας όλης της ομάδας του Λουτσέσκου.
Ο ΠΑΟΚ βρίσκεται πλέον στην κορυφή και καλείται να διαχειριστεί αυτό το προβάδισμα με ψυχραιμία και συνέπεια. Από την άλλη, η ΑΕΚ πρέπει να αντιμετωπίσει την αμφιβολία που αρχίζει να εισχωρεί στην καθημερινότητά της, καθώς η κακή εικόνα στα ματς της είναι πλέον επαναλαμβανόμενη. Το θετικό για εκείνη είναι πως ακολουθεί το ευρωπαϊκό ματς με την Αμπερντίν, μια ευκαιρία για αντίδραση, για πιο συμπαγή εμφάνιση και επιστροφή στις άνετες νίκες.