24 Νοεμβρίου, 2025
12:17 μμ

Η Κεντρική Ασία βρίσκεται σε ανοδική τροχιά, με προοπτική να αναδιατάξει την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων απέναντι σε Ρωσία, Κίνα και Ιράν. Βασικός δυνητικός ωφελημένος αναδεικνύεται η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, καθώς, εάν οι εμπορικές ροές των κρατών με κατάληξη -στάν ανακατευθυνθούν, θα περνούν μέσα από το τουρκικό έδαφος. Ωστόσο, η εμπλοκή της Άγκυρας στη Μέση Ανατολή – στη Συρία, στη Γάζα και στην αντιπαράθεση γύρω από τη Χαμάς – κινδυνεύει να οδηγήσει την Τουρκία στο ίδιο γεωπολιτικό ναρκοπέδιο με το Ιράν.

Ο λαϊκιστικός προσανατολισμός του Ερντογάν, με υποστήριξη προς τη Χαμάς και ισλαμιστικές δυνάμεις στη Συρία, αρκετές εκ των οποίων βρίσκονται σε αντιπαράθεση με το Ισραήλ, δημιουργεί πολλαπλές εστίες έντασης. Η στάση αυτή εντάσσεται στο νεοοθωμανικό όραμά του και στη δημόσια φιλοδοξία του να αναδειχθεί σε ηγετική φυσιογνωμία του ισλαμικού κόσμου – κάτι που ενοχλεί τη Σαουδική Αραβία και, όπως εκτιμάται, θα οξύνει και τις τριβές με την Ουάσιγκτον, θέτοντας εμπόδια στις Συμφωνίες του Αβραάμ.

Κατά τον αναλυτή Melik Kaylan, αυτή η πορεία τοποθετεί την Τουρκία σε έναν ρόλο παρόμοιο με εκείνον που διαδραμάτιζε το Ιράν: με τους ίδιους εχθρούς, αλλά χωρίς σταθερούς συμμάχους, εκθέτοντας τη χώρα σε μακροπρόθεσμους κινδύνους αντίστοιχους με εκείνους που αντιμετώπισε η Τεχεράνη.

Εικόνα ισχύος προς τα έξω, ελεγχόμενη πληροφόρηση στο εσωτερικό

Με τα μεγαλύτερα τουρκικά ΜΜΕ να ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από το προεδρικό περιβάλλον, η κοινή γνώμη στην Τουρκία εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό ανυποψίαστη για τους κινδύνους της εξωτερικής πολιτικής Ερντογάν. Αντίθετα, μεγάλο τμήμα της κοινωνίας ενθουσιάζεται με τις εικόνες του προέδρου σε Συνόδους Κορυφής με τα κράτη της Κεντρικής Ασίας, με τον ρόλο του στην ανασύσταση των τουρκικών συμμαχιών στην περιοχή και με τις συναντήσεις του με τον Ντόναλντ Τραμπ.

Για τον υπόλοιπο κόσμο, ο επικοινωνιακός λαϊκισμός αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό του τουρκικού καθεστώτος – ιδίως ως προς το πώς η εξωτερική πολιτική αξιοποιείται για εσωτερική κατανάλωση και για την ενίσχυση της προσωπικής εξουσίας. Ο Kaylan παραπέμπει σε συνέντευξη με την ακαδημαϊκό Senem Aydin-Duzgit, η οποία παρουσιάστηκε στο podcast «Turkey Book Talk», όπου –όπως αναφέρεται στην εισαγωγή– «εξετάζεται ο τρόπο με τον οποίο ο Ερντογάν χρησιμοποιεί την εξωτερική και αμυντική πολιτική, καθώς και τη διπλωματία του ισχυρού για να ενισχύσει τη φήμη του και να εδραιώσει την εσωτερική υποστήριξη στο καθεστώς του».

Η Aydin-Duzgit τονίζει ότι, ελλείψει θεσμικών αντίβαρων και ανεξάρτητων ΜΜΕ, οι λαϊκιστές ηγέτες συνάπτουν προσωπικές συμφωνίες μεταξύ τους, με στόχο να αλληλοδιατηρούνται στην εξουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, σημειώνει, ήταν οι εκλογές του 2023 στην Τουρκία, όπου ξένες οικονομικές ενισχύσεις –από χώρες όπως το Κατάρ και η Ρωσία– έδωσαν στο κυβερνών κόμμα τη δυνατότητα να «δωροδοκήσει ουσιαστικά το εκλογικό σώμα». Το κόστος μετά τις εκλογές, υπό τη μορφή χρέους, πληθωρισμού ή γεωστρατηγικών παραχωρήσεων, δεν γίνεται ποτέ πλήρως αντιληπτό από τους πολίτες ούτε ως προς τις αιτίες ούτε ως προς τις συνέπειές του.

Σε αυτό το έλλειμμα διαφάνειας, υπογραμμίζει η αναλύτρια, οφείλουν οι λαϊκιστές την παραμονή τους στην εξουσία, γεγονός που καθιστά την ύπαρξη πολλών και πραγματικά ανεξάρτητων ΜΜΕ ζήτημα δημοκρατικής επιβίωσης.

«Πρώτα η Τουρκία» μόνο κατ’ όνομα

Το συμπέρασμα που αναδεικνύει το άρθρο είναι ότι η πολιτική «Πρώτα η Τουρκία» δεν ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο που υπονοεί το σύνθημα. Ο χρόνος και η ενέργεια που επενδύει ο Ερντογάν στο να προβάλλεται ως ηγέτης παγκόσμιου βεληνεκούς και οι περιπέτειες στις οποίες εμπλέκει τη χώρα του –σε διπλωματικό, στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο– έρχονται σε αντίθεση με την έννοια μιας πολιτικής που βάζει πράγματι «πρώτα» την Τουρκία.

Όπως επισημαίνει η Aydin-Duzgit στο podcast, οι λαϊκιστές ηγέτες ενθαρρύνουν τους πολίτες να ταυτίζουν την αξία τους με την αξία του ηγέτη. Τα ΜΜΕ καλλιεργούν συστηματικά αυτή την εικόνα. Ο Ερντογάν προτιμά να εμφανίζεται στο πλευρό του Τραμπ και του Πούτιν, ως ισότιμος συνομιλητής, ώστε, μέσω αυτής της εικόνας, να παρουσιάζεται και η Τουρκία ως ισότιμη με τις μεγάλες δυνάμεις.

Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η Άγκυρα αγόρασε πυραύλους S-400 από τη Μόσχα και συνεργάζεται με τη Ρωσία για τη λειτουργία πυρηνικών σταθμών στην Τουρκία. Κατά τον Kaylan, ο Ερντογάν οδηγεί τη χώρα του στον δρόμο του Ιράν, με δυσοίωνες συνέπειες για το μέλλον, τόσο στο επίπεδο των κυρώσεων και της διπλωματικής απομόνωσης, όσο και στο επίπεδο των περιφερειακών συγκρούσεων.

Το «μοντέλο Ερντογάν» για τα αυταρχικά-λαϊκιστικά καθεστώτα

Η εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Ερντογάν παρουσιάζεται ως πρότυπο λειτουργίας για παρόμοια καθεστώτα, ιδιαίτερα ως προς τον τρόπο με τον οποίο οι ηγέτες αλληλοϋποστηρίζονται για να παραμένουν στην εξουσία. Το μοντέλο αυτό περιλαμβάνει συγκεκριμένα μοτίβα εξουσίας:

  • δημιουργία πυραμιδικής οικονομίας με ολιγάρχες στην κορυφή,
  • εμπλοκή μελών της οικογένειας σε κρατικές επιχειρηματικές συναλλαγές,
  • πολιτικοποίηση της Δικαιοσύνης και άλλων νομικών οντοτήτων,
  • εργαλειοποίηση της εξωτερικής πολιτικής για ενίσχυση της προσωπικής ισχύος του ηγέτη,
  • υπονόμευση της ποιότητας της ενημέρωσης και θυσία της αλήθειας στον βωμό της προπαγάνδας,
  • στήριξη πολιτικών συμμάχων στο εξωτερικό μέσω αμοιβαίων ανταλλαγών, πολλές πλευρές των οποίων δεν γίνονται ποτέ γνωστές στο ευρύ κοινό.

Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι οι λαϊκιστές ηγέτες δεν έρχονται ποτέ σε σύγκρουση μεταξύ τους. Ο Ερντογάν κατέρριψε ρωσικό στρατιωτικό αεροσκάφος πάνω από τα σύνορα της Συρίας το 2015, ενώ η Μόσχα έχει επιτεθεί σε φορτηγό πλοίο με τουρκική σημαία στα ύδατα της Ουκρανίας. Ωστόσο, εκτιμάται ότι είναι απίθανο να αλληλοεξουδετερωθούν, καθώς επιδιώκουν να οικοδομήσουν μια εναλλακτική παγκόσμια τάξη και οι οικονομικές τους εξαρτήσεις –σε κρατικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο– λειτουργούν ως ισχυρά κίνητρα διατήρησης των δεσμών.

Forbes

Exit mobile version