Οι πραξικοπηματίες θα οργάνωναν επιχείρηση απαγωγής του Μακάριου και των συνεργατών του στη Νέα Υόρκη, στην οποία βρέθηκαν μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974. Αυτό αποκαλύπτει σε συνομιλία που είχαμε ο Κώστας Περαίος, ο οποίος έζησε δίπλα στον Μακάριο εκείνες τις κρίσιμες στιγμές για την πατρίδα μας. Το απειλητικό μήνυμα για την απαγωγή έδωσε τηλεφωνικά ο υπουργός της πραξικοπηματικές κυβέρνησης, Ντίμης Δημητρίου στον Κώστα Περαίο.
Σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της ιστορίας της Κύπρου βρέθηκε, ο φοιτητής τότε, το 1974, Κώστας Περαίος και έγινε μάρτυρας σημαντικών γεγονότων. Η τύχη τον έφερε κοντά στα γεγονότα. Ηγέτης της νεολαίας της Ένωσης Κυπρίων Φοιτητών, στη Νέα Υόρκη, την κρίσιμη ημέρα για τον τόπο μας, 15 Ιουλίου 1974, δέχθηκε ένα ανεπάντεχο τηλεφώνημα. Ήταν από τον διπλωμάτη, Ντίνο Μουσιούττα, ο οποίος τον πληροφορούσε ότι έγινε πραξικόπημα στην Κύπρο και ζητούσε, για λόγους ασφαλείας, να διανυκτερεύσει στο σπίτι του. Εκείνη την περίοδο, σύμφωνα με τον νεαρό τότε φοιτητή, οι περισσότεροι στην ομογένεια δεν ήταν φίλα προσκείμενοι προς τον Πρόεδρο Μακάριο.
Μετά το τηλεφώνημα εκείνο από τον Ντίνο Μουσιούττα, βρέθηκε αναμεμιγμένος με τις κρίσιμες εξελίξεις για τον τόπο. Και εκείνο το τηλεφώνημα ήταν μόνο η αρχή.
Τρεις ημέρες μετά, στις 18 Ιουλίου, έφθασε στη Νέα Υόρκη, ο Μακάριος, ο οποίος συνοδευόταν από τους Θρασυβούλου, Νεοφύτου και Ποταμάρη. Στο αεροδρόμιο τους υποδέχθηκαν ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Κύπρου στα Ηνωμένα Έθνη, Ζήνων Ρωσσίδης, ο πρέσβης μας στην Ουάσιγκτον, Νίκος Δημητρίου, ο πρόξενος στη Νέα Υόρκη Ντίνος Μουσιούττας και ο Κούλης Γιαπανάς, υπάλληλος του Προξενείου, μετέπειτα του ΚΟΤ.
Στο ξενοδοχείο Carlyle, στο οποίο έφθασε ο Μακάριος, βρισκόταν ο φίλος του, Θεόδωρος Λάππας και ο Κώστας Περαίος. Ο Μακάριος αναγνώρισε τον νεαρό φοιτητή καθώς τον είχε συναντήσει και το καλοκαίρι του 1973 στην Κύπρο, στο προεδρικό. Παρά το γεγονός ΄ότι υπήρχε αμερικανική ασφάλεια, που προσφέρθηκε στον Κύπριο Πρόεδρο αποφασίσθηκε να υπάρχει και κυπριακή. Ως εκ τούτου αγοράσθηκαν τρία όπλα, στο όνομα του Ζήνωνα Ρωσσίδη, για την ασφάλεια του Μακάρίου. Το ένα όπλο το πήρε ο Περαίος, το άλλο ο Γιαπανάς. Ο Περαίος, ωστόσο, το έδωσε στη συνέχεια ( το Σεπτέμβριο) στον Τάκη Τσαγγάρη του Εφεδρικο. Εκείνες τις ημέρες ο Κώστας περνούσε τις περισσότερες ώρες στο ξενοδοχείο του Προέδρου, πολλές φορές δε κοιμόταν σε ένα από τα δωμάτια της σουίτας του Μακάρίου. Κοιμόταν στον καναπέ.
Η επόμενη ημέρα της άφιξης του Μακάριου, η 19η Ιουλίου, ήταν κρίσιμη για πολλούς λόγους. Ο Πρόεδρος θα προσφωνούσε το Συμβούλιο Ασφάλειας των Ηνωμένων Εθνών, για να ενημερώσει για το πραξικόπημα, ενώ στην εξέλιξη της ημέρας, τα νέα από την Κύπρο ήταν τραγικά.
Το τηλεφώνημα του Ντίμη
Στις 19 Ιουλίου πήγαν όλοι στο κτίριο του ΟΗΕ για την ομιλία του Μακάριου στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Ο Περαίος έμεινε στο ξενοδοχείο. «Κάποια στιγμή δεχθήκαμε ένα τηλεφώνημα από την Κύπρο. Ήταν από τον Ντίμη Δημητρίου, υπουργό Εξωτερικών της πραξικοπηματικής κυβέρνησης και αδελφός του πρέσβη μας στην Ουάσινγκτον, Νίκου Δημητρίου, ο οποίος εκείνη την ώρα βρισκόταν με τον Μακάριο στο κτίριο του ΟΗΕ», ανέφερε ο Περαίος.
-Ποιος είστε;
-Κώστας Περαίος.
– Θέλω να διαβιβάσεις το εξής μήνυμα προς όλους: Θα στείλουμε operation Ekhmann.
Ο Περαίος δεν ήξερε τι εννοούσε ο πραξικοπηματίας υπουργός, ούτε και πώς βρήκε τον αριθμό του τηλεφώνου, που εγκαταστάθηκε μετά και ήταν ανεξάρτητη γραμμή από την κεντρική του ξενοδοχείου. Τότε ο Ντίμης τον ρώτησε «ποιοι είναι άλλοι εκεί;».
«Είναι και η Αλεξάνδρα Δημητρίου» ( σ.σ. μετέπειτα Αλέξη Γαλανού), του απάντησε. Η Αλεξάνδρα ήταν κόρη του πρέσβη μας στην Ουάσιγκτον και ανιψιά του Ντίμη. Μίλησε και μαζί της και ο πραξικοπηματίας αναφέρθηκε σε κατάσχεση διαβατηρίων, περιουσιών και operation Eichmann ( σ.σ. ο Eichmann ήταν Γερμανός που σκότωσε πολλούς Εβραίους, τον απήγαγε η ΜΟΣΑΝΤ και τον μετέφερε στο Ισραήλ). Δηλαδή, το μήνυμα από τους πραξικοπηματίες ήταν απαγωγή αλλά και κατάργηση διαβατηρίων, πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων στην Κύπρο.
Μόλις επέστρεψε ο Μακάριος στο ξενοδοχείο, ο Περαίος τον ενημέρωσε. Στο μεταξύ την ίδια ημέρα, μέσω της ίδιας τηλεφωνική γραμμή, που δεν ήταν γνωστή σε πολλούς, ο Κώστας απάντησε τηλεφώνημα και άκουσε κάποιον άγνωστο να του λέει: «Είστε όλοι τελειωμένοι. Θα πάτε που βόμβα όλοι και ο παπάς» ( σ.σ. εννοούσε τον Μακάριο). Ενημέρωσε αμέσως τον Ποταμάρη και στη συνέχεια τον κάλεσε ο Μακάριος, ο οποίος του ζήτησε να τον ενημερώσει για το περίεργο τηλεφώνημα. Ο Αρχιεπίσκοπος του είπε να ενημερώσει την ασφάλεια. Οι Αμερικανοί έφεραν σκυλιά και έλεγξαν τα δωμάτια. Ο Μακάριος καθόταν ήρεμος σε μια πολυθρόνα. Δεν φοβόταν. Με όσα πέρασε πώς να φοβόταν άλλωστε;
Όπως θυμάται ο Περαίος, πριν φύγει για το σπίτι του, το βράδυ της 19ης Ιουλίου του είχαν ζητήσει να πάει στο ισόγειο του ξενοδοχείου και να συνοδεύσει στη σουίτα του Μακάριου Ρώσο διπλωμάτη. Ήταν ο Επιτετραμμένος της Σοβιετικής Ένωσης, τον οποίον γνώριζε καθώς τις προηγούμενες ημέρες του επέδωσε, όταν πήγε με αντιπροσωπεία, ψήφισμα για την Κύπρο. Ο Ρώσος διπλωμάτης είχε να μεταφέρει μήνυμα προς τον Πρόεδρο. Τον συνόδευσε, όχι από το κανονικό ασανσέρ, για να μην τους δουν οι Αμερικανοί. Αυτή ήταν η εντολή. Ο νεαρός φοιτητής, μέρες μετά και υπό το φως των όσων διαδραματίσθηκαν στη συνέχεια, ήταν πεπεισμένος ότι ο Ρώσος είχε ενημερώσει τον Μακάριο ότι θα γινόταν τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Η είδηση για την εισβολή
Φθάνοντας το βράδυ στο σπίτι του, λίγο μετά τις 11 το βράδυ, είδε από την τηλεόραση ότι έγινε εισβολή στην Κύπρο. Τηλεφώνησε στο ξενοδοχείο και τους ενημέρωσε και του ζήτησαν να πάει εκεί αμέσως. Όταν έφθασε του είπαν ότι ενημέρωσαν τον Μακάριο, ο οποίος κλείσθηκε στο δωμάτιο. Τον ξύπνησαν και «πήγε να ξανακοιμηθεί», είπε κάποιος. Αυτό, μάλλον, ως υπερβολή ακούγεται. Το πιθανότερο ήταν πως κλείσθηκε στο δωμάτιο του και ενδεχομένως να είχε τηλεφωνικές επικοινωνίες. Έξω από το δωμάτιο του Προέδρου γινόταν από τους συνεργάτες του Προέδρου μια προσπάθεια να υπάρξει επικοινωνία με τον Μόνιμο Αντιπρόσωπο, Ζήνωνα Ρωσσίδη. Το τηλέφωνο του βούιζε και τότε αποφάσισαν, ο πρέσβης Νίκος Δημητρίου και ο Περαίος, να πάνε στο σπίτι του. Ήταν περασμένα μεσάνυκτα, δεν έβρισκαν ταξί και πήγαν με τα πόδια. Σύμφωνα με την αφήγηση του Κώστα, σε λίγη ώρα κτυπούσαν το κουδούνι του διαμερίσματος του Ζήνωνα Ρωσσίδη. Άνοιξε με το νυχτικό η σύζυγος του, Τερέζα. Ο Περαίος ανέφερε πως ο Ρωσσίδης κοιμόταν και είχε βγάλει το τηλέφωνο από την πρίζα. Στη συνέχεια, όπως είπε, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος, μετά που κουβέντιασε λίγο μαζί τους, τηλεφώνησε σε κάποιον στα Ηνωμένα Έθνη. Μίλησε για λίγο και μετά έδωσε το ακουστικό στον Δημητρίου. Τους ενημέρωνε για την εισβολή. Ο Νίκος Δημητρίου σε κάποια στιγμή έδωσε το τηλέφωνο στον Περαίο και του είπε να καταγράφει τι έλεγε ο συνομιλητής τους στην άλλη άκρη του σύρματος.«Αποβατικά πλοία… αεροσκάφη…». Ο Περαίος επιμένει πως και ο Ρωσσίδης είχε ενημερωθεί για την εισβολή από το Ρώσο διπλωμάτη, μερικές ώρες πριν την εκδήλωσή της.
Η συνάντηση με Κίσινγκερ
Στο ξενοδοχείο, ο Μακάριος άναβε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο και μιλούσε στο τηλέφωνο συνεχώς. Ο Κώστας, ο οποίος κατέθεσε και στην Ερευνητική Επιτροπή για τον Φάκελο της Κύπρου, της κυπριακής Βουλής, θυμάται και τη συνάντηση Μακαρίου- Κίσινγκερ, που έγινε στη σουίτα του ξενοδοχείου, που διέμενε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, στη Νέα Υόρκη. Αυτός και ο Νίκος Θρασυβούλου, υπασπιστής του Κύπριου Προέδρου, έμειναν στον προθάλαμο. Λίγο πριν ξεκινήσει η συνάντηση, βρισκόμενοι όλοι στον προθάλαμο της σουίτας του Αμερικανού ΥΠΕΞ, ο νεαρός φοιτητής τους φωτογράφισε. Άκουσε δε τον Χένρι Κίσινγκερ να ερωτά: «Ποιος είναι ο Ρωσσίδης που με κατηγορεί;» Ο Ζήνωνας απάντησε αμέσως πως «δεν είμαι, πάντως, εγώ». Επρόκειτο για τον Ευγένιο Ρωσσίδη, που βρέθηκε από την πρώτη στιγμή στο ξενοδοχείο του Μακάριου, ο οποίος ενώ είχε σχέση με τον Νίξον κατηγορούσε τον Κίσινγκερ για τη στάση του έναντι της Κύπρου.
Ο Κώστας Περαίος, έχει επαναπατρισθεί τα τελευταία χρόνια και ζει στη Λευκωσία