Της συντακτικής ομάδας του Bloomberg
Όταν ο Λευκός Οίκος ανέβαλε την επιβολή των λεγόμενων αμοιβαίων δασμών για τις αρχές του επόμενου μήνα, πολλοί ήλπιζαν ότι η νέα επιθετική εμπορική πολιτική του θα περάσει σε φάση αποκλιμάκωσης. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές είχαν εκφράσει έντονη δυσαρέσκεια, όπως φάνηκε, και η κυβέρνηση είχε πάρει το μάθημά της. Οι όποιοι ενδεχόμενοι δασμοί θα ήταν πολύ χαμηλότεροι από τις απειλές του προέδρου και η αβεβαιότητα σίγουρα θα μειωνόταν.
Πού τέτοια τύχη.
Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε δασμούς 50% στον χαλκό, οριζόντιους δασμούς στις εισαγωγές από τη Βραζιλία και νέο φόρο 25% σε αγαθά από την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, ουσιαστικά σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που είχε υπονοηθεί τον Απρίλιο. Ο πρόεδρος κλιμάκωσε επίσης τη διαμάχη του με τον Καναδά -απειλώντας με δασμό 35% στα αγαθά που δεν καλύπτονται από την εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά- και άφησε να εννοηθεί ότι θα επιβάλει νέους γενικούς δασμούς 15% ή 20% για όλους τους άλλους.
Η άποψη ότι αυτή η ριζική αλλαγή στην οικονομική πολιτική δεν θα προκαλέσει μεγάλη ζημιά αρχίζει να μοιάζει παραπλανητική. Τα μέτρα που έχουν ήδη ανακοινωθεί αυξάνουν τον μέσο δασμό των ΗΠΑ (τον λεγόμενο πραγματικό συντελεστή) από 2% σε 17%, στο υψηλότερο επίπεδό του από τη δεκαετία του 1930. Ακόμη χειρότερα, ο νέος συντελεστής δεν αποτελεί πλέον ένα εύλογο ανώτατο όριο: Η κυβέρνηση φαίνεται να θεωρεί τους δασμούς ως ένα όπλο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οποιονδήποτε σκοπό.
Υπενθυμίζεται ότι το χρονοδιάγραμμα του Απριλίου χρησιμοποίησε την αρχή της “αμοιβαιότητας” – την ιδέα ότι οι εμπορικοί εταίροι θα πρέπει να αντιμετωπίζουν ο ένας τις εξαγωγές του άλλου με τον ίδιο τρόπο – και την αναδιατύπωσε, ως τον ισχυρισμό ότι οι εξαγωγές και οι εισαγωγές θα πρέπει να ισορροπήσουν, ανά χώρα. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, όσοι έχουν μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα με τις ΗΠΑ κλέβουν και θα πρέπει να αντιμετωπίσουν δασμούς ανάλογους με το πλεόνασμά τους. Σίγουρα, αυτό το σκεπτικό δεν έχει κανένα οικονομικό νόημα, αλλά τουλάχιστον σχετίζεται με το εμπόριο.
Οι τελευταίες δηλώσεις δείχνουν ότι η πολιτική των ΗΠΑ δεν περιορίζεται πλέον σε αυτό. Η Βραζιλία θα αντιμετωπίσει δασμούς 50%, για παράδειγμα, παρόλο που εισάγει περισσότερα από τις ΗΠΑ, και όχι το αντίθετο. Στην επιστολή του με την οποία ανακοίνωσε την κίνηση αυτή, ο πρόεδρος ανέφερε ότι σκοπός ήταν να σταματήσει η δίκη του πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρου για μια φερόμενη απόπειρα πραξικοπήματος.
Βέβαια, αυτή η απεριόριστη χρήση των δασμών δεν είναι εντελώς καινούργια. Η διαμάχη της κυβέρνησης με τον Καναδά (όπως και με το Μεξικό και την Κίνα) στρέφεται εν μέρει στην καταγγελία ότι η κυβέρνησή του κάνει πολύ λίγα για να σταματήσει τη διακίνηση φαιντανύλης – η Κολομβία κλήθηκε να δεχτεί πτήσεις απελαθέντων μεταναστών ή αλλιώς να αντιμετωπίσει παρόμοιες κυρώσεις – και η κυβέρνηση έχει πει ότι θεωρεί τους δασμούς νόμιμη απάντηση σε ξένους φόρους σε αμερικανικές εταιρείες.
Ακόμα κι έτσι, η απειλή της περασμένης εβδομάδας κατά της Βραζιλίας ήταν μια αξιοσημείωτη κλιμάκωση – και όχι μόνο επειδή ευθυγράμμισε τον Λευκό Οίκο με έναν πρώην ηγέτη που κατηγορείται ότι προσπάθησε να ανατρέψει τις εκλογές. Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί ρητά τους δασμούς για να παρέμβει στις εσωτερικές υποθέσεις μιας άλλης χώρας.
Αφήνοντας κατά μέρος τη νομιμότητα αυτών των συγκεκριμένων αποφάσεων, η χρήση δασμών για την προώθηση στόχων που δεν σχετίζονται με το εμπόριο είναι αναμφισβήτητα επικίνδυνη. Βραχυπρόθεσμα, ένας τέτοιος εκφοβισμός μπορεί να εξαναγκάσει σε παραχωρήσεις, αλλά με τον κίνδυνο να υπονομευθεί η θέση της Αμερικής στον κόσμο και, τελικά, το καθεστώς ασφαλούς καταφυγίου των περιουσιακών στοιχείων του δολαρίου. Η γνώση ότι οι εμπορικές συμφωνίες μπορεί να ανατραπούν ανά πάσα στιγμή για οποιονδήποτε λόγο καθιστά αδύνατη την εκτίμηση των εμπορικών προοπτικών, γεγονός που δεν μπορεί παρά να καταστείλει τις αμερικανικές επενδύσεις, την ανάπτυξη και το βιοτικό επίπεδο.
Ο γεωπολιτικός κατακερματισμός δεν αποτελεί καλό εργαλείο οικονομικής πολιτικής. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να βλάψει τα συμφέροντα της Αμερικής. Ο Λευκός Οίκος πρέπει να επανεξετάσει αυτή την προσέγγιση προτού προκληθεί μεγαλύτερη ζημιά. Για να είμαστε πιο σαφείς: Ήρθε η ώρα οι Ρεπουμπλικανοί στο Κογκρέσο – πολλοί από τους οποίους συμμερίζονται αυτές τις ανησυχίες – να θυμηθούν τον συνταγματικό τους ρόλο και να αρχίσουν να μιλούν.
Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου
BloombergOpinion