21 Σεπτεμβρίου, 2025
9:18 πμ

Eίναι κάθετος στην άποψή του: Δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ Ερχιουρμάν και Τατάρ και δεν μπορεί να υπάρξει. Όταν αυτό προέρχεται από ένα τουρκοκύπριο έχει την αξία του. Όπως και η υπόδειξή του ότι  η Τουρκία έχει παίξει αυτό το παιχνίδι πολλές φορές προκειμένου να συντηρήσει την κατοχή και τον εποικισμό. Ο λόγος για τον Οζ Καραχάν, ακτιβιστή και πρόεδρο της Ένωσης Κυπρίων  που ζει στις ελεύθερες περιοχές με ενεργή δράση κατά της τουρκικής κατοχής. Στη συνέντευξή του στο «Φ», σχολιάζει την αναμέτρηση του Οκτωβρίου, στα κατεχόμενα, τονίζοντας ότι μέσα από αυτήν την παράνομη διαδικασία δεν αναδεικνύεται νέος τουρκοκύπριος ηγέτης, αλλά ηγέτης των εποίκων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια της πρόσφατης δημοσιογραφικής διάσκεψης, ο αριθμός των εποίκων στα κατεχόμενα έχει φτάσει τις 400.000, ενώ ο πληθυσμός των λεγόμενων ψηφοφόρων τις 220.000. Με βάση τα στοιχεία της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο αριθμός των τουρκοκύπριων ψηφοφόρων είναι περίπου 100.000, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι τουρκοκύπριοι του εξωτερικού.

Με αυτά τα δεδομένα, ο Καραχάν προειδοποιεί ότι η κατοχή και ο εποικισμός στοχεύουν όχι μόνο τους Τουρκοκυπρίους αλλά και την ίδια την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν πρόκειται, επισημαίνει, απλώς για κοινοτικό ζήτημα, αλλά για εθνικό θέμα κυριαρχίας, δικαιοσύνης και επιβίωσης.

– Πρόσφατα καλέσατε τη Δημοκρατία της Κύπρου να μην αναγνωρίσει τη νέα ηγεσία των Τουρκοκυπρίων και παρουσιάσατε κάποια στοιχεία για τον πληθυσμό στα κατεχόμενα. Ποια είναι η σημερινή κατάσταση στα βόρεια και πόσο παγιδευμένη είναι η τουρκοκυπριακή κοινότητα σήμερα;

– Όταν οι άνθρωποι ακούν τη λέξη «κατοχή», το πρώτο που τους έρχεται στο μυαλό είναι οι στρατιώτες και η στρατιωτική παρουσία. Γι’ αυτό και μερικοί πιστεύουν λανθασμένα ότι μια κατοχή μπορεί να τερματιστεί μόνο μέσω «διαλόγου» με τους κατακτητές. Αυτή είναι επίσης η ψευδαίσθηση που προβάλλει η πολιτική ελίτ στις ελεύθερες περιοχές, η οποία έχτισε καριέρες πάνω στο Κυπριακό. Όμως, η Κύπρος δεν είναι μια τέτοια περίπτωση. Όπως σε πολλές περιοχές του κόσμου, μετά από μια στρατιωτική εισβολή, η κύρια στρατηγική των κατακτητών είναι η αποικιοποίηση, ειδικότερα ο εποικισμός. Στην κατεχόμενη περιοχή της Κύπρου αυτή η πραγματικότητα συνεχίζεται με τον πιο βάναυσο τρόπο. Όπως αναφέραμε στη συνέντευξη Τύπου του Παγκύπριου Κινήματος Ελευθερίας, τα στοιχεία από διάφορους θεσμούς δείχνουν ότι ο πληθυσμός στην κατεχόμενη περιοχή ξεπερνά πλέον το ένα εκατομμύριο. Το κατοχικό καθεστώς παραχωρεί «υπηκοότητες του ψευδοκράτους» σε παράνομους Τούρκους εποίκους από το 1974 και ο αριθμός τους ξεπερνά σήμερα τις 400.000. Γιατί έχει σημασία αυτό; Διότι οι λεγόμενοι ψηφοφόροι του κατοχικού καθεστώτος ανέρχονται περίπου σε 220.000, ενώ τα δικά μας επίσημα μητρώα δείχνουν μόνο περίπου 100.000 Τουρκοκυπρίους άνω των 18 ετών. Ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει μάλιστα και εκείνους που έχουν φύγει από το νησί λόγω πολιτιστικής, κοινωνικής και πολιτικής καταπίεσης. Η κατοχή και ο εποικισμός στοχεύουν όχι μόνο τους Τουρκοκυπρίους, αλλά την ίδια την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν είναι απλώς ένα κοινοτικό ζήτημα, αλλά ένα εθνικό θέμα κυριαρχίας, δικαιοσύνης και επιβίωσης.

–  Τι μπορεί να κάνει πρακτικά η Κυπριακή Δημοκρατία και τι σημαίνει να μην αναγνωρίζει την τουρκοκυπριακή ηγεσία; Σημαίνει ότι αρνείται τον διάλογο με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη;

– Όχι, δεν σημαίνει άρνηση αναγνώρισης της θέσης της «τουρκοκυπριακής ηγεσίας». Αντίθετα, τα γεγονότα δείχνουν ότι οι λεγόμενες εκλογές στα κατεχόμενα δεν μπορούν να αναδείξουν Τουρκοκύπριο ηγέτη, αλλά μόνο ηγέτη των εποίκων. Οι εκλογές αυτές δεν διεξάγονται καν υπό τον τίτλο «ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας», αλλά με τον τίτλο «Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου». Η θέση μας είναι απλή και συνεπής. Οι λεγόμενες «εκλογές», που αφορούν θέση σε ψευδοκράτος και ψηφίζονται από παράνομους εποίκους, δεν πρέπει να αναγνωρίζονται. Οι Τουρκοκύπριοι είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και η θέση του «κοινοτικού ηγέτη» αντλεί τη νομιμοποίησή της από τη Δημοκρατία. Συνεπώς, μόνο οι Τουρκοκύπριοι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας πρέπει να ψηφίζουν σε τέτοιες εκλογές. Αυτές πρέπει να οργανώνονται είτε στις ελεύθερες περιοχές, όπως συμβαίνει στις ευρωεκλογές όπου συμμετέχουν και οι Τουρκοκύπριοι, είτε υπό την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών.

Είναι παράδοξο η κυβέρνησή μας να δηλώνει «δεν αναγνωρίζουμε το ψευδοκράτος και τους εποίκους» και μετά να αναγνωρίζει τον λεγόμενο πρόεδρό του ως «ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας» που κάθεται στο τραπέζι των Ηνωμένων Εθνών. Η Κύπρος πρέπει να χρησιμοποιήσει τη διπλωματία και το διεθνές δίκαιο για να το αμφισβητήσει αυτό. Πρέπει να απαιτήσουμε απογραφή υπό διεθνή εποπτεία και να αξιοποιήσουμε πλήρως διεθνή δικαστήρια, όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Το 2014, ο ευρωβουλευτής Κώστας Μαυρίδης είχε καταθέσει υπόθεση ακόμη και στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, αλλά οι κυβερνήσεις μας ποτέ δεν τη στήριξαν. Η αδράνεια απέναντι στον εποικισμό αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, πράξη προδοσίας.

– Γιατί οι Τουρκοκύπριοι αποδέχονται αυτή την κατάσταση; Πόσοι συμμερίζονται την άποψή σας; Ποιο είναι το πολιτικό κλίμα στα κατεχόμενα σήμερα;

– Οι Τουρκοκύπριοι δεν αποδέχονται αυτή την κατάσταση. Έχουν εκφράσει τη θέση τους πολλές φορές τις τελευταίες δεκαετίες. Αλλά είναι μη ρεαλιστικό να περιμένουμε να υψώσουν ελεύθερα τη φωνή τους, αφού και η Τουρκία έχει δείξει ξεκάθαρα τη στάση της. Από το 1974 σημειώθηκαν πολιτικές δολοφονίες στα κατεχόμενα, με στόχο φωνές που αντιτάχθηκαν στους εποίκους και στην παρανομία των λεγόμενων εκλογών. Η πρώτη ήταν του Ραΐφ Ντενκτάς, γιου του Ραούφ Ντενκτάς, που δολοφονήθηκε τον Δεκέμβριο του 1985, αφού είχε δημόσια αντιταχθεί στη συμμετοχή των εποίκων στις «εκλογές» εκείνης της χρονιάς. Στην περίφημη ομιλία του τον Φεβρουάριο του 1985 είχε προειδοποιήσει ότι δημιουργούνταν νέοι «πολίτες» για εκλογικούς σκοπούς και είχε υποσχεθεί αντίσταση. Λίγους μήνες μετά, στρατιωτικό φορτηγό τον χτύπησε στο καθημερινό του δρομολόγιο προς τη δουλειά.

Η δεύτερη ήταν του δημοσιογράφου Κουτλού Ανταλί, που δολοφονήθηκε το 1996 από ένοπλο. Ακόμη και το τελευταίο του άρθρο ήταν εναντίον της παρουσίας εποίκων. Μέσα σε αυτό το πολιτικό κλίμα, και με την ελληνοκυπριακή πολιτική ελίτ αδρανή απέναντι στην κατοχή και σιωπηλή για τον εποικισμό, οι Τουρκοκύπριοι φοβούνται να μιλήσουν ανοικτά. Ωστόσο, κάτω από τη σιωπή, όλοι βιώνουν την ίδια πραγματικότητα.

– Ερχιουρμάν ή Τατάρ; Υπάρχει πραγματική διαφορά μεταξύ τους; Θα είχε σημασία μια αλλαγή ηγεσίας στο Κυπριακό;

– Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στον Ερχιουρμάν και τον Τατάρ, και δεν μπορεί να υπάρξει. Η Τουρκία έχει παίξει αυτό το παιχνίδι πολλές φορές. Για να συντηρήσει την κατοχή και τον εποικισμό ακολουθεί μια απλή στρατηγική. Δημιούργησε και στήριξε τον Ραούφ Ντενκτάς και αργότερα τον απαξίωσε για να υποστηρίξει τον Ταλάτ στη δεκαετία του 2000. Με τη σημερινή πραγματικότητα του εποικισμού και της συνεχιζόμενης καταπίεσης, σχεδόν κανένας Τουρκοκύπριος δεν μπορεί να μιλήσει έξω από τις θέσεις της Τουρκίας στο Κυπριακό. Ο ίδιος ο Ερντογάν ξεκαθάρισε την κατάσταση πριν λίγες ημέρες δηλώνοντας: «Ακόμη κι αν αλλάξει η σημερινή διοίκηση, η θέση της Τουρκίας θα παραμείνει η ίδια». Ήταν και διαπίστωση της πραγματικότητας και μήνυμα στους εποίκους να μην διστάσουν να στηρίξουν τον Ερχιουρμάν. Και πολλοί το κάνουν.

Η Κύπρος είναι κατεχόμενη και αποικιοποιημένη

– Πιστεύετε ότι μπορεί να υπάρξει πρόοδος στο Κυπριακό; Ποια είναι η εκτίμησή σας;

– Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στο «Κυπριακό», αλλά πρώτα πρέπει να το ορίσουμε πριν μιλήσουμε για λύσεις. Το «Κυπριακό» δεν είναι διακοινοτική διαμάχη ή διαίρεση, όπως προσπαθεί να το παρουσιάσει η Τουρκία και κάποιοι άλλοι. Η Κύπρος είναι κατεχόμενη και αποικιοποιημένη. Η λύση είναι μια στρατηγική εθνικής απελευθέρωσης. Η επίτευξή της εξαρτάται από τη βούληση των Κυπρίων που ζουν στις ελεύθερες περιοχές και από τις αποφάσεις που θα λάβουμε. Αν αρχίσουμε να ενεργούμε με συνέπεια, όλα μπορούν να αλλάξουν προς το καλύτερο, και μάλιστα γρήγορα.

– Πώς βλέπετε το μέλλον της Κύπρου; Είστε αισιόδοξος ότι θα υπάρξει λύση στο Κυπριακό κάποια στιγμή;

– Υπάρχουν εργαλεία διαθέσιμα για μικρά και μεσαία κράτη που δεν διαθέτουν ισχυρή στρατιωτική δύναμη ή ισχυρές οικονομίες. Αυτά τα εργαλεία είναι η προληπτική κρατική διπλωματία, η διπλωματία των πολιτών και το διεθνές δίκαιο. Δυστυχώς, η πολιτική ελίτ και η σημερινή κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεχίζουν να υποτιμούν το διεθνές δίκαιο, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να καταγγελθούν εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Αρνούνται να λάβουν ουσιαστικά μέτρα εναντίον του κατακτητή. Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης μάλιστα εφεύρισκε παιδαριώδεις όρους όπως «αναρχικό διεθνές σύστημα» για να δικαιολογήσει την αδράνεια. Όμως η πραγματικότητα είναι ότι ζούμε σε μια πολυπολική παγκόσμια τάξη, όπου οι υπερεθνικές συμμαχίες χάνουν βάρος και τα κυρίαρχα κράτη ανακτούν σημασία. Αυτό μπορεί να αποτελέσει θετική εξέλιξη για κάθε χώρα που ξέρει να ασκεί διπλωματία πέρα από τα παλιά μπλοκ και να χτίζει διμερείς σχέσεις με κράτη και λαούς. Ακόμη και μικρά και μεσαία κράτη ήδη το κάνουν.

Το διεθνές δίκαιο μάς δίνει λοιπόν έναν ζωτικό ρόλο: να δημιουργήσουμε πίεση ενάντια στο λεγόμενο καθεστώς στα κατεχόμενα και να αποκαλύψουμε τα εγκλήματα που συνεχίζονται στο νησί μας. Είμαι αισιόδοξος γιατί πιστεύω ότι με τις προσπάθειες και την πίεση των πατριωτών πολιτών τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν. Μέσα από αυτές τις προσπάθειες μπορούμε να συμβάλουμε στη διαμόρφωση μιας στρατηγικής εθνικής απελευθέρωσης απέναντι στην κατοχή και τον εποικισμό.

Exit mobile version