Η Σουηδική Ακαδημία «επέστρεψε» φέτος στην επιβράβευση της λογοτεχνίας που πηγαίνει την υψηλή τέχνη της γραφής ένα βήμα παραπάνω. Κι ας μην απευθύνεται στους «πολλούς».
Η παρακίνηση τού να διαβάσω πρώτη φορά βιβλίο του -Νομπελίστα πια, από την Πέμπτη- Ούγγρου συγγραφέα, László Krasznahorkai είχε προέλθει από τον πωλητή του υπογείου του βιβλιοπωλείου της «Πολιτείας», της οδού Ασκληπιού, στην Αθήνα– «νέα παραλαβή, ο μοναδικός που γράφει χωρίς ανάσα· κυριολεκτικά».
Πράγματι. Το συγκεκριμένο (ογκώδες) μυθιστόρημά του «Herscht 07769» είναι ένα βιβλίο που δεν έχει πουθενά τελεία -ως σημείο στίξης- παρά μόνο στην 419η- και τελευταία- σελίδα της ελληνικής του μετάφρασης του από την Μανουέλα Μπέρκι («Εκδόσεις Πόλις»). Ως ιδιοσυγκρασιακό «αποτύπωμα» του συγγραφέα; Ως επιβεβαίωση της μοναδικότητάς του (παγκοσμίως) στον τρόπο γραφής; Ως ιδιομορφία;
Πλησιάζοντας σε έναν κόσμο που βρίσκεται λίγο πριν από τη δική του συντριβή (για την οποία ο ήρωας του βιβλίου, ο Φλόριαν, προσπαθεί, από τις πρώτες γραμμές, να προειδοποιήσει την… Άνγκελα Μέρκελ) ο ιδιαίτερος αυτός τρόπος ανάπτυξης της ιστορίας του Κρασναχορκάι επιτείνει την αγωνία δημιουργώντας ένα σπουδαίο έργο, ένα λογοτεχνικό αριστούργημα (κατά τη δική, προσωπική, γνώμη, παρά τις ενστάσεις άλλων), που το χαρακτηρίζει ο προσωπικός «ρυθμός» του Κρασναχορκάι, αυτός που δεν επιτρέπει καμία αναπνοή μέχρι το τέλος.
Για τους άμαθους στο έργο του Ούγγρου Νομπελίστα -πια- συγγραφέα αναγνώστες (ήδη είχαν προηγηθεί «ψήγματά» του στην «Μελαγχολία της Αντίστασης» – «Εκδόσεις Πόλις») αυτό μετατρέπεται ενδεχομένως σε ασφυξία, σε μονοτονία – σίγουρα, ένα απαιτητικό μυθιστόρημα για «έμπειρους» στην ανάγνωση βιβλιοφάγους (κατ’ ουδένα λόγο, δεν θα πρότεινα το συγκεκριμένο βιβλίο στους «αναγνώστες του Καλοκαιριού») που είναι προετοιμασμένοι να αντέξουν στην πίεση του λόγου, και στην συγκεκριμένη μορφή ανάπτυξης της πλοκής.
Από την άλλη, όλο αυτό το «παιχνίδι» του Κρασναχορκάι, αυτή η ιδιαιτερότητα της φόρμας με την επιλεκτικότητα στα σημεία στίξης είναι ταυτόχρονα και γοητευτική τονίζοντας το επικείμενο, το απειλητικό, την ένταση, την αγωνία εν όψει του φόβου για το τέλος και το ενδεχόμενο χάος για το οποίο ο ήρωας του βιβλίου αισθάνεται την ευθύνη να προειδοποιήσει (αφού ξέρει!).
Η υπόθεση
Η αφήγηση διαδραματίζεται στη φανταστική πόλη Kana, στην ανατολική Θουριγγία της Γερμανίας. Αν και το τοπίο παραπέμπει σε έναν τόπο ξεχασμένο από τον χρόνο, η πραγματικότητα που περιγράφεται είναι, δυστυχώς, οικεία: Άνοδος της ακροδεξιάς, φόβος, αδιαφορία, πολιτιστική και ηθική διάβρωση. Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, Φλόριαν Χέρστ, είναι ένας απλός και ήπιος άνθρωπος– πρώην αρτοποιός, νυν καθαριστής τοίχων (!), ο οποίος εργάζεται για μια εταιρεία που συνδέεται ύποπτα με νεοναζιστικές ομάδες. Στον ήσυχο και περιθωριοποιημένο του βίο, ο Φλόριαν αποκτά πρόσβαση σε κάτι που τον ξεπερνά– σε μια διάλεξη φυσικής για την ασυμμετρία ύλης και αντιύλης, μια ιδέα για τον κατακλυσμό που έρχεται, και ένα απεγνωσμένο, σχεδόν ιεραποστολικό καθήκον: Να προειδοποιήσει.
Ποιον; Την Άνγκελα Μέρκελ (ουσιαστικά την άρχουσα τάξη του κόσμου ολόκληρου, αλλά και του κόσμου του), με την οποία επικοινωνεί επίμονα με επιστολές ήδη από την πρώτη σελίδα του βιβλίου, σε μια απόπειρα να σώσει, αν όχι τον πλανήτη ολόκληρο, τότε τουλάχιστον τη μικρή του κοινότητα από το επικείμενο μεγάλο κακό. Το βιβλίο δεν δίνει ξεκάθαρες απαντήσεις, μέχρι το τέλος. Πολλές φορές, ο Φλόριαν παρανοεί· πολλοί από τους φόβους του πηγάζουν, άλλωστε, από φαντασιώσεις. Όμως, ακόμη και όταν υπάρχει γνώση (επιστημονική, πολιτική), αυτή δεν αρκεί για να ανακόψει τις δυνάμεις της Ιστορίας. Λίγο πριν το επικείμενο (;) τέλος.
Κριτική ανάλυση
Όπως θα έγραφε ο «Guardian» σε ανάλυσή του για το βιβλίο το 2023, η οποία είναι αναρτημένη στην μετάφρασή της σε blogs βιβλιόφιλων: «Το “Herscht 07769” δεν είναι μια απλή ιστορία πολιτικής αφύπνισης. Είναι μια αφήγηση στην οποία το τοπικό γίνεται παγκόσμιο και το κοινωνικό συναντά το μεταφυσικό. Ο φόβος δεν περιορίζεται στη δράση των νεοναζί ή στη σιωπηλή συνενοχή των πολιτών, αλλά διαχέεται και στο φυσικό τοπίο, με τους λύκους να περιφέρονται ως ασαφή σύμβολα αρχαϊκής απειλής στα μνημεία του Μπαχ που βεβηλώνονται στην πορεία, χωρίς να αφήνεται καμία χαραμάδα διαφυγής. Η παράνοια και η βία εμφανίζονται σταδιακά, σχεδόν ανεπαίσθητα: Ένα πικνίκ που καταλήγει σε αποτυχία, ένας άνθρωπος που εξαφανίζεται, μια έκρηξη. Όλα αυτά είναι στοιχεία που λειτουργούν λιγότερο ως συμβάντα και περισσότερο ως περιστατικά τρόμου, ο οποίος κορυφώνεται αργά και ανελέητα».
Ο Κρασναχορκάι, όπως θα δούμε, επιλέγει να εντάξει στο μυθιστόρημά του τη μουσική όχι ως εξωραϊστικό στοιχείο, αλλά ως ηθικό και αισθητικό υπόβαθρο. Όμως, ακόμη και αυτό απειλείται: Τα μνημεία βανδαλίζονται, η μουσική εργαλειοποιείται από τον «Boss», τον ηγέτη της νεοναζιστικής ομάδας που εμμονικά ακούει Μπαχ (σας θυμίζει κάτι αυτό από τον ηγέτη του Γ’ Ράιχ;), κι έτσι το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μίας «ανωμαλίας», η οποία, ωστόσο, δεν μας είναι άγνωστη ιστορικά – τα παραδείγματα δεκάδες: Η υψηλή Τέχνη συνυπάρχει με την απόλυτη παρακμή, η παράδοση συνθλίβεται από το μίσος, η κουλτούρα γίνεται τόσο καταφύγιο όσο και προκάλυμμα. Τόσο επίκαιρα όλα, τόσο σημερινά.
Γι’ αυτό και ο Κρασναχορκάι μετατρέπεται στον συγγραφέα του επέκεινα που επιδιώκει -μέσω του ήρωά του- την αλήθεια με κίνδυνο, ή τουλάχιστον με ενδεχόμενο το προσωπικό του μαρτύριο μέσα στο υπάρχον πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον. Ασφυκτικά (χωρίς ανάσα, χωρίς… τελεία!).
Η περίπτωση του Φλόριαν ως «σύμβολο»
Στον ξένο Τύπο, το «Herscht 07769» έχει αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές. Ο «Guardian» περιέγραψε το μυθιστόρημα ως «σκοτεινό όραμα ενός κοσμικού τρόμου», η «Publishers Weekly» το χαρακτήρισε «μεγαλοπρεπές» και «ηθικό δράμα με υπαρξιακή ένταση», ενώ η «Telegraph» τόνισε «την μελαγχολία και την ακρίβεια με την οποία απεικονίζει τη ζωή σε μια μετασοβιετική Ανατολική Γερμανία».
Πώς, όμως, αποτυπώνονται -ή μεταφέρονται ως μέρος της προσωπικότητάς του- όλα αυτά στον κεντρικό ήρωα του βιβλίου; Ο Φλόριαν, ένας χαρακτήρας ταπεινός, καλοπροαίρετος, σχεδόν αφελής – αλλά με μια επιμονή σχεδόν μεταφυσική- δείχνει αθώος μέσα σε έναν κόσμο που δεν συγχωρεί την αθωότητα. Δεν είναι ήρωας με τη συμβατική έννοια – είναι μάρτυρας (αυτό επιδιώκει να γίνει). Όχι επειδή κυνηγά την αλήθεια, αλλά διότι η ίδια η αλήθεια τον βρίσκει και δεν τον αφήνει σε ησυχία.
Ο τρόπος που αντιμετωπίζει τον φόβο -άλλοτε με απορία, άλλοτε με πείσμα- αναδεικνύει το μεγαλύτερο ερώτημα του έργου, όπως σημειώνει και η μεταφράστρια του απαιτητικού αυτού βιβλίου, Μανουέλα Μπέρκι: Μπορεί ένας απλός άνθρωπος, μόνος του, να αντισταθεί στην Ιστορία όταν αυτή αποφασίσει να επαναληφθεί με τη μορφή του φασισμού; Ρητορικό το ερώτημα. Αλλά -δυστυχώς- υπαρκτό και επίκαιρο.
Ένας νομπελίστας για λίγους και «έμπειρους»

Το «Herscht 07769» του Λάσλο Κρασναχορκάι θεωρείται δύσκολο ανάγνωσμα– και όχι άδικα. Η δυσκολία του δεν σχετίζεται μόνο με το μέγεθος ή με το θέμα του, αλλά κυρίως με τον τρόπο που επιλέγει να το αφηγηθεί, καθώς και με το ύφος και τις -γλωσσικές και συντακτικές- απαιτήσεις που θέτει στον αναγνώστη του. Γι’ αυτό και ο Κρασναχορκάι έχει χαρακτηριστεί ως «ο πιο απαιτητικός συγγραφέας της Ευρώπης»– όχι μόνο λόγω της θεματολογίας του, αλλά και λόγω της πυκνής, λαβυρινθώδους αφήγησής του: Λογοτεχνικά δύσκολη, συχνά πυκνή, με φιλοσοφικούς υπαινιγμούς· ο Ούγγρος συγγραφέας δεν γράφει «ρεαλιστικά», αλλά υπαινικτικά, δεν γράφει με ρυθμό, αποκαλύψεις και σύγκρουση, αλλά «συμβολικά» και, πολλές φορές, με ασάφεια.
Κι έτσι το «Herscht 07769» δεν προσφέρει τίποτα με τον συνηθισμένο τρόπο. Δεν είναι ένα «ψυχαγωγικό» βιβλίο- είναι μια δοκιμασία. Δεν είναι κάτι «εύκολο κι ανώδυνο», αλλά πιο πολύ μοιάζει με ένα βουνό που ανεβαίνεις επίμονα. Όμως, όταν πια καταφέρεις και φτάσεις στην κορυφή του– ω, τι θέα!
xatzigeorgiou@yahoo.com
Ελεύθερα, 12.10.2025