Πέτρος Παπαδόπουλος Εισβολή 1570. Εκδόσεις Εν Τύποις, 2025
Ο Πέτρος Παπαδόπουλος τιτλοφορεί «Εισβολή 1570» το νεοεκδοθέν ιστορικό μυθιστόρημά του, ανακαλώντας με πρόδηλους συνειρμούς την Τουρκική Εισβολή του 1974, τη δεύτερη Τουρκοκρατία στο ακριτικό προπύργιο της Ελλάδας και του Ελληνισμού, μετά την κατάληψη της Ενετοκρατούμενης Κύπρου από τους Οθωμανούς το 1570-1571.
Επικεντρώνοντας μάλιστα το ήμισυ της ενδιαφέρουσας αφήγησής του εκ των 407 σελίδων του βιβλίου στην πολιορκία και την άλωση της Αμμοχώστου. Η γενναιότητα, ως γνωστόν, των ολιγάριθμων υπερασπιστών της έναντι των αλλεπάλληλων βομβαρδιστικών εφόδων της εχθρικής υπεροπλίας, κατέγραψε στην Ιστορία της πόλης, καθώς και στη συνείδηση της Ευρώπης του 16ου αιώνος, την αξιοθαύμαστη επική αντίσταση του αμυντικού και επιθετικού της σθένους επί έντεκα μήνες, από τις 16 Σεπτεμβρίου 1570 μέχρι και την 1η Αυγούστου 1571, προτού αναγκαστεί να συνθηκολογήσει λόγω ελλείψεως εφοδίων και διάψευσης των αναμενόμενων Βενετικών ενισχύσεων.
Εμφανής εξ αρχής η πρόθεση του συγγραφέως να αναδείξει τις τραγικές συνθήκες διαβίωσης του Κυπριακού λαού με την ολοένα αυξανόμενη φορολογία, που του επέβαλλε ο κατακτητής, καθιστώντας τον παθητικό δέκτη της ανηλεούς εξουσιαστικής του πυγμής. Μέσα στην εξαθλίωση της υποδούλωσης, της ένδειας και της καταπίεσης ποια θα ήταν η διαφορά της μετάβασης από τη μιαν ξένη τυραννία στην άλλη; Ωστόσο, στα μυθιστορηματικά δρώμενα το «Μυστικό Επαναστατικό Τάγμα» εναντίον της Ενετικής καταδυνάστευσης δεν προσδίδει μόνο έντονους κινηματογραφικούς ρυθμούς, συνέχοντας την ανέλιξη έως την κορύφωση της δράσης μιας πολυπρόσωπης επεισοδιακής πλοκής, αλλά και ανακαλεί τις λαϊκές εξεγέρσεις την περίοδο της Ενετοκρατίας (1489-1571), όπως αυτής του 1562 με επικεφαλής τον Ιάκωβο Διασσωρίνο, τον επονομαζόμενο «Διδάσκαλο», και τον ξεσηκωμό κατά τη μεγάλη ξηρασία του 1565 των αγανακτισμένων αγροτών εναντίον των εκμεταλλευτών της ελάχιστης παραγωγής τους. Παραπέμπει επίσης ετεροχρονισμένα στο κίνημα του Ρε Αλέξη επί Φραγκοκρατίας (1191-1489) και του καλόγερου Ιωαννίκιου στην Καρπασία το 1833.
Μετά λοιπόν την απόβαση του Οθωμανικού στόλου στις Σαλίνες της Λάρνακας και τον στρατό να επελαύνει στη Λευκωσία, το ευφάνταστο σκηνικό στήνεται από τόπο σε τόπο της περιπετειώδους περιπλάνησης των κατατρεγμένων προσφύγων, που ενσαρκώνουν κατά συνεκδοχήν δύο οικογένειες. Ο φαροφύλακας Ισίδωρος και η Κασσιανή με τα δυο τους παιδιά είχαν ζήσει για χρόνια σε ένα νησί του Αιγαίου, παραπέμποντας επίσης στην αναφορά του ημερολογιογράφου Μαρίνο Σανούτο του Νεώτερου ότι το έτος 1518 βρίσκονταν στη Ρόδο περί τους 500 φυγάδες από την Κύπρο. Εγκαταλείποντας τελευταίοι το Λεμεσιανό χωριουδάκι του επαναπατρισμού τους, παίρνουν μαζί τους από το γειτονικό χωριό τους πραματευτάδες φίλους τους, τον Βενέδικτο, άλλοτε μισθοφόρου στον Ενετικό στρατό, και τη σύζυγό του Αικατερίνη, με τη ζωή στη συνέχεια να τους επιφυλάσσει σκανδαλώδεις για την εποχή ερωτικές ανατροπές. Προχωρώντας με φορτωμένα τα λιγοστά τους υπάρχοντα στο γαϊδούρι και στην καμήλα τους, φτάνουν από την Καλαβασό στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά, απ’ όπου θα τους ακολουθήσει ο μοναχός Σεραφείμ στη διαδρομή τους προς τα Λεύκαρα. Κομβικά τα εκεί διαδραματισθέντα. Ο αποκεφαλισμός τριών αντρών από θηριώδεις Οθωμανούς, που αποσκιρτώντας από τη συμφωνία υποταγής επιτίθενται κατά των εισβολέων. Είναι αντάρτες της δικτυωμένης σε πόλεις και χωριά μυστικής οργάνωσης για την αποτίναξη του Ενετικού και Οθωμανικού ζυγού, στην οποία θα προσχωρήσει, παρά τις αρχικές του επιφυλάξεις, ο Βενέδικτος, αφού θα τον ορκίσει στο Ιερό Ευαγγέλιο ανάμεσα σε προκηρύξεις ο Ευμένιος σε ένα κρησφύγετο κάτω από το έδαφος, ενώνοντας ακόμη το αίμα των χεριών τους. Σαφείς οι παραλληλισμοί με τους μυημένους αδελφοποιτούς της Φιλικής Εταιρείας, όπως και με τους ορκισμένους αγωνιστές της ΕΟΚΑ κατά της Βρετανικής αποικιοκρατίας.
Βγαίνοντας από τα Λεύκαρα, στην πορεία των ξεσπιτωμένων και ταλαιπωρημένων εκείνων ανθρώπων θα προστεθούν ακόμη δύο πρόσωπα. Ο σπηλαιόβιος ασκητής Γιωρκής, ο πατέρας του Σεραφείμ, όπως θα αποδειχτεί αργότερα, και η Μαρία, που χάνοντας την οικογένειά της θα τους περιγράψει τις σφαγές των Ενετών για εκδίκηση των συγχωριανών της, αφού είχαν υποκύψει στις φοβέρες των Οθωμανών. Φτάνοντας στην Αμμόχωστο του προορισμού τους με τη βεβαιότητα της ασφάλειας στα ισχυρά της τείχη, θα φιλοξενηθούν στο σπίτι του άρχοντα Θεόφιλου, ενεργού μέλους του «Επαναστατικού Τάγματος», παρότι εφάρμοζε την πολιτική του κατευνασμού, για να έχει την εύνοια των ιθυνόντων. Ωστόσο, έπειτα από πληροφορίες για τη δράση του ιδίου και του Βενέδικτου, δεν θα καταδώσει την κρύπτη του και αφού πρώτα σκοτώσει με το σπαθί του τον προδότη Ισίδωρο, θα οδηγηθεί με εντολή του Καπιτάνου στην εκτέλεση. Παραμονές της Πολιορκίας, ο γιος του Θεόφιλου Στέργιος θα πείσει τον Βενέδικτο, που είχε αναλάβει την αρχηγία του Τάγματος, να ενταχθούν ως επικουρικό σώμα στις τάξεις της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, συνενώνοντας τις χριστιανικές τους δυνάμεις κατά των αλλόθρησκων Μωαμεθανών.
Συγκλονιστικό το κεφάλαιο, που επιγράφεται «Τα Κακά Μαντάτα», καθώς ο απεσταλμένος του Λαλά Μουσταφά διαλαλώντας την πτώση της Λευκωσίας προσκομίζει ως φρικώδη απόδειξη την ακρωτηριασμένη κεφαλή του Τοποτηρητή της νήσου Δάνδολου με αποκορύφωμα την αναδιήγηση του αιμόφυρτου Ζήνωνα για βιασμούς και στοίβες νεκρών εντός και εκτός της Αγίας Σοφίας. Οι πανομοιότυπες αποτροπιαστικές σκηνές από τα Χρονικά της Αλώσεως προανάκρουσμα για τα επικείμενα δεινά στη δεύτερη Βασιλεύουσα. Δεν θα την έσωζαν πλέον ούτε οι αργοπορημένες ενισχύσεις του ναυάρχου Κουιρίνι ούτε τα οχυρά των τειχών της μήτε ο ηρωισμός των Ενετών και Ελλήνων μαχητών της. Μετά τον σφαγιασμό του Μπαγλιόνι και των άλλων στρατηγών από τους αιμοδιψείς βαρβάρους, το μαρτύριο του Μαρκαντώνιου Βραγαδίνου θα επισφράγιζε το τέλος της.
Ο Πέτρος Παπαδόπουλος αποτυπώνει μεταξύ μυθοπλασίας και Ιστορίας, ευτράπελων στιχομυθιών στο Κυπριακό ιδίωμα, ζωντανών εξιστορήσεων και στοχαστικών αποτιμήσεων τα όσα έγιναν και όσα θα μπορούσαν να συμβούν τις ημέρες εκείνες της πρώτης Τουρκοκρατίας στην Κύπρο.
Φιλελεύθερος 25.8.2025