«Η παρατεταμένη απραξία από την αδυναμία εφαρμογής της υφιστάμενης νομοθεσίας για τους δερματοστικτοποιούς (τατουάζ) και διαπερνητών σώματος (piercing), έστω και στο μέτρο του δυνατού, θέτει τους πελάτες, το προσωπικό και την δημόσια υγεία σε κίνδυνο». Αυτά τονίζει σε έκθεσή της, η Επίτροπος Διοίκησης και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με αφορμή το αλαλούμ με τα εργαστήρια τατουάζ και piercing.
Το πλέον παράδοξο που επισημαίνεται στην έκθεση της Επιτρόπου Μαρίας Στυλιανού Λοττίδη, είναι πως στη βάση της νομοθεσίας για να είναι κάποιος δερματοστικτοποιός ή διαπερνητής σώματος νόμιμος, θα πρέπει να παρουσιάσει στο υπουργείο Υγείας βεβαίωση έναρξης άσκησης σε εγκεκριμένο εργαστήριο δερματοστιξίας. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να γίνει, αφού δεν υπάρχει μέχρι σήμερα κανένα εγκεκριμένο/ αδειοδοτημένο εργαστήριο. Αποτέλεσμα, οι επαγγελματίες του είδους να είναι όλοι εκτεθειμένοι.
Αφορμή για την ετοιμασία της έκθεσης ήταν παράπονο που υπέβαλε επαγγελματίας δερματοστικτοποιός, ο οποίος, ενώ ζήτησε να εγγραφεί στο μητρώο ασκουμένων δερματοστικτοποιών και διαπερνητών σώματος, η αίτησή του απορρίφθηκε και, μάλιστα, προφορικώς. Όπως επισημαίνει η Επίτροπος, η αίτηση του παραπονούμενου εξετάστηκε σχεδόν έναν χρόνο μετά την υποβολή της από το Συμβούλιο Εγγραφής δερματοστικτοποιών και διαπερνητών σώματος. Περαιτέρω, αναφέρεται στην έκθεση, προκύπτει ότι, αν και το αίτημα εξετάστηκε, αφενός ως αίτημα εγγραφής στο Μητρώο Εγγεγραμμένων Δερματοστικτοποιών, στη βάση των μεταβατικών διατάξεων του Νόμου (Άρθρο 41), και αφετέρου ως αίτημα εγγραφής στο Μητρώο Ασκουμένων (Άρθρο 20), το Συμβούλιο παράλειψε ή/και αμέλησε και στις δύο περιπτώσεις να κοινοποιήσει εγγράφως τη βούλησή του προς τον παραπονούμενο, η οποία, κατ’ ουσία, συνίσταται σε άρνηση εγγραφής του στα Μητρώα.
Ο χειρισμός αυτός από πλευράς Συμβουλίου, σύμφωνα με την Επίτροπο Διοίκησης, προσκρούει εμφανώς στις γενικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου και συγκεκριμένα, στο άρθρο 26, όπου αφενός η απόφαση ως προφορική παραμένει αναιτιολόγητη μη δυνάμενη σε αναθεωρητικό έλεγχο, αφετέρου στην παραβίαση του άρθρου 5 των περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, εφόσον ο παραπονούμενος δεν ενημερώθηκε για τα ένδικα μέσα που είχε στην διάθεση του για να προσβάλει την απόφαση. Πρέπει να σημειωθεί, αναφέρεται, ότι η έγγραφη κοινοποίηση της απόφασης του διοικητικού οργάνου προς τον αιτητή, καθώς και η αιτιολόγηση αυτής, αποτελούν ασφαλιστικές δικλείδες της διαφάνειας και εχέγγυα της ασφάλειας δικαίου και της χρηστής διοίκησης.
Το πλέον σημαντικό που επισημαίνεται στην έκθεση, είναι πως «ακόμα και αν το πιστοποιητικό που προσκόμιζε ο παραπονούμενος αποτελούσε εν τη εννοία του Νόμου δίπλωμα ή πιστοποιητικό ή άλλο ισότιμο προσόν εκπαίδευσης, το αίτημά του για εγγραφή στο Μητρώο Δερματοστικτοποιών και πάλι θα απορριπτόταν, αφού δεν θα πληρούσε την προϋπόθεση που αφορά στην προσκόμιση βεβαίωσης έναρξης της άσκησης σε εγκεκριμένο εργαστήριο δερματοστιξίας, αφού δεν υπάρχει μέχρι σήμερα εγκεκριμένο /αδειοδοτημένο εργαστήριο.
Η μη ικανοποίηση αυτής της προϋπόθεσης, σαφώς και δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του παραπονούμενου, αφού όπως επεξηγήθηκε από το υπουργείο Υγείας, επί του παρόντος, κανένας χώρος που χρησιμοποιείται ως εργαστήριο δερματοστιξίας ή/και διαπέρνησης σώματος δεν είναι εγκεκριμένος από το Συμβούλιο, καθώς καμία σχετική αίτηση δεν υποβλήθηκε ενώπιον του, πλην μίας». Επιπρόσθετα, επισημαίνεται ότι στη απουσία αδειοδοτημένου εργαστηρίου, το οποίο να νομιμοποιείται με βάση τον οικείο νόμο να παρέχει βεβαίωση άσκησης, κανένας επαγγελματίας δερματοστικτοποιός ή/και διαπερνητής σώματος δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να ασκήσει νόμιμα το επάγγελμά του, εφόσον δεν υπάρχει κανένα εγκεκριμένο εργαστήριο για να πραγματοποιήσει την πρακτική του άσκηση, ως προαπαιτούμενο σύμφωνα με σχετική νομοθεσία. Παράλληλα, τονίζεται, διαφαίνεται ότι, στο παρόν στάδιο λειτουργούν χώροι ως εργαστήρια δερματοστιξίας ή/και διαπέρνησης σώματος, χωρίς άδεια εφόσον δεν έχουν λάβει σχετικής έγκρισης από το Συμβούλιο και χωρίς να μπορεί να πραγματοποιηθεί έλεγχος ως προς την διαπίστωση ή μη της πλήρωσης των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία γενικών αρχών λειτουργίας, ώστε να προστατεύεται η δημόσια υγεία.
Κι’ όλα αυτά εις βάρος της δημόσιας υγείας, αφού δεν ασκείται κανένας έλεγχος και, ευτυχώς, όλοι όσοι ασχολούνται με το επάγγελμα, λαμβάνουν από μόνοι τους όλα τα μέτρα, ώστε να μην προκαλούνται ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια και υγεία.
Νέα νομοθεσία το συντομότερο, ζητά η Μαρία Στυλιανού Λοττίδη
Η Επίτροπος περαιτέρω, επιρρίπτει ευθύνη στο υπουργείο Υγείας ότι παραλείπει να εφαρμόσει αποτελεσματικά τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και να λάβει τα απαραίτητα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα που διαλαμβάνονται στον Νόμο, ώστε, αφενός να προστατεύεται η δημόσια υγεία και, αφετέρου τα συγκεκριμένα εργαστήρια και επαγγελματίες να μπορούν να ασκούν νομότυπα το επάγγελμά τους.
Η Επίτροπος σημειώνει τη βούληση του υπουργείου Υγείας για τροποποίηση του νόμου, περιλαμβανομένης της αλλαγής των προϋποθέσεων για άσκηση επαγγέλματος δερματοστικτοποιού ή διαμπερνητή σώματος, αλλά και την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης εργαστηρίων που σχετίζεται άμεσα με την άδεια άσκησης επαγγέλματος. Παρ’ ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις βαίνουν προς τη σωστή κατεύθυνση και λεπτομερή καταγραφή των προνοιών που χρήζουν επέκτασης ή αναθεώρησης, σημειώνει η κ. Λοττίδη, εντούτοις, η παρατεταμένη απραξία από την αδυναμία εφαρμογής της υφιστάμενης νομοθεσίας έστω και στο μέτρο του δυνατού, θέτει τους πελάτες, το προσωπικό και την δημόσια υγεία σε κίνδυνο.
«Γιατί χωρίς την εφαρμογή του νόμου, δεν υπάρχει αδειοδοτημένο πρόσωπο, να προβαίνει σε δερματοστιξία ή/και διαπέρνηση σώματος, εφόσον δεν υπάρχει αδειοδοτημένο εργαστήριο προς το σκοπό αυτό. Και εφόσον υπάρχει απουσία προκαταρκτικής άδειας έπεται ως αλυσιδωτή συνέπεια και η απουσία συστηματικού ελέγχου από τους επιθεωρητές του υπουργείου Υγείας για να διαπιστώνει κατά τακτά χρονικά διαστήματα αν υπάρχουν υγειονομικές ελλείψεις, παραλείψεις ή συνθήκες που θα μπορέσουν να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία συμβαλλομένων και μη», αναφέρει η Επίτροπος.
Ως απόρροια των πιο πάνω διαπιστώσεων, υποβάλλεται εισήγηση όπως οι αρμόδιοι προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την τήρηση και εφαρμογή των διατάξεων του υπό αναφορά Νόμου, προς εκπλήρωση του σκοπού του, που δεν είναι άλλος αφενός από την προστασία της υγείας των συμβαλλομένων προσώπων, προσωπικού αλλά και της δημόσιας υγείας κατά την παροχή των υπηρεσιών δερματοστιξίας και διαπέρνησης σώματος και αφετέρου την νομοθετική κατοχύρωση του επαγγέλματος του δερματοστικτοποιού και διαπερνητή σώματος.
Περαιτέρω, επειδή επηρεάζονται δικαιώματα και υποχρεώσεις μεγάλου αριθμού ατόμων, αναμένεται ότι οι εμπλεκόμενοι φορείς θα προβούν τάχιστα στα απαραίτητα διαβήματα, ώστε να ολοκληρωθεί η τροποποίηση της νομοθεσίας το συντομότερο δυνατό.










