Μέι Μασκ. Η εικόνα της στη Σαντορίνη το 2023 (γυναίκα με άσπρα μαλλιά που χαμογελά κάτω από το φως του Αιγαίου) συνοψίζει το πνεύμα της: δύναμη, κομψότητα και απλότητα.
Μια γυναίκα μπαίνει νωρίς, πάντα νωρίς, σε ένα παλιό τυπογραφείο του Μανχάταν, ντυμένη ολόλευκα, με τα μαλλιά της να αστράφτουν σαν ασήμι στο πρωινό φως. Η τσάντα της γράφει: «A woman makes a plan». Το βλέμμα της δεν έχει τίποτα από την ανασφάλεια των 77 χρόνων· μοιάζει πιο κοντά στη γαλήνη κάποιου που έχει ζήσει αρκετά ώστε να μην της χρειάζεται πλέον η έγκριση κανενός.
Είναι η Μέι Μασκ, η γυναίκα που έμαθε να χαμογελάει μπροστά στις κάμερες και να υπομένει πίσω από κλειστές πόρτες. Η γυναίκα που, αφού επέζησε από μια κακοποιητική σχέση και από τη φτώχεια, έγινε πρόσωπο της Covergirl στα 69 της, περπάτησε στη Νέα Υόρκη στα 67 και πόζαρε στο Sports Illustrated στα 74. Και, φυσικά, η μητέρα του πλουσιότερου ανθρώπου του κόσμου: του Έλον Μασκ.
«Μια γυναίκα βρίσκει πάντα τρόπο»
Η Μέι γεννήθηκε στον Καναδά και μεγάλωσε στη Νότια Αφρική, σε μια οικογένεια αλλόκοτα απομονωμένη και περιπετειώδη. Ο πατέρας της, ο Τζόσουα Χάλντεμαν, ήταν γιατρός, πιλότος και κυνηγός θρύλων: έπαιρνε την οικογένεια και πετούσε με ένα παλιό αεροπλάνο πάνω από την έρημο της Καλαχάρι αναζητώντας μια χαμένη πόλη. Δεν υπήρχε ραδιόφωνο, ούτε GPS· υπήρχε μόνο ο αέρας και η αίσθηση ότι ο κόσμος είναι κάτι που πρέπει να ανακαλύψεις μόνος σου. Από εκεί η Μέι κράτησε δύο πράγματα: την αγάπη για το ρίσκο και την πεποίθηση πως, ό,τι κι αν συμβεί, «μια γυναίκα βρίσκει πάντα τρόπο».
Ξεκίνησε το μόντελινγκ στα δεκαπέντε της. Της είπαν ότι στα δεκαοκτώ η καριέρα της θα τελείωνε. Δεν τελείωσε ποτέ. Όταν οι υπόλοιπες γυναίκες έπαψαν να τη βλέπουν ως «κορίτσι», η Μέι έμαθε να τους δείχνει πως η ομορφιά δεν είναι θέμα ηλικίας αλλά στάσης. Στα πενήντα εννέα της σταμάτησε να βάφει τα μαλλιά της· τα άφησε να ασπρίσουν φυσικά. Για έξι μήνες δεν της τηλεφώνησε κανένα πρακτορείο. Έπειτα ένας art director την είδε στον δρόμο και την κάλεσε για φωτογράφιση στο περιοδικό Time. Από τότε η Μέι Μασκ έγινε σύμβολο μιας νέας, ώριμης ομορφιάς. «Δεν έχω κάνει ποτέ μπότοξ ή πλαστική. Φοβάμαι τις βελόνες», παραδέχεται σε μια εκτενή συνέντευξη-εξομολόγηση στην ισπανική εφημερίδα El Pais. «Με προσλαμβάνουν ακριβώς επειδή δεν έχω κάνει τίποτα».
Ο γάμος, η κακοποίηση, η βία
Η προσωπική της ιστορία, όμως, δεν έχει τίποτα το ρομαντικό. Παντρεύτηκε τον Έρολ Μασκ -τον πατέρα τού Έλον- νεαρή και απροστάτευτη. Ο γάμος μετατράπηκε σε εφιάλτη. Ο Έρολ την κακοποιούσε σωματικά και ψυχολογικά, την απειλούσε με μαχαίρι, την ταπείνωνε μπροστά στα παιδιά. Η Μέι έμεινε μαζί του σχεδόν δέκα χρόνια, μέχρι που μια μέρα αποφάσισε να σωθεί.
Ζήτησε διαζύγιο χωρίς να απαιτήσει χρήματα, μόνο την επιμέλεια των τριών παιδιών της: του Έλον, του Κίμπαλ και της Τόσκα. Μετά από εκείνη τη νύχτα, όταν ο άντρας της την κυνήγησε στον δρόμο κρατώντας μαχαίρι, ζήτησε περιοριστικά μέτρα. Είχε χάσει σχεδόν τα πάντα, αλλά είχε κερδίσει τον εαυτό της.
Έζησε για χρόνια με τα παιδιά της σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Ντέρμπαν. Τη μέρα δούλευε ως διαιτολόγος, το βράδυ συνέχιζε το μόντελινγκ. «Ήμασταν φτωχοί, τρώγαμε σάντουιτς και φασολόσουπα, αλλά ήμουν ευτυχισμένη. Δεν άκουγα πια κάποιον να μου φωνάζει», εξομολογείται.
Ο Έλον, από μικρός, έδειχνε το ανήσυχο πνεύμα του. Διάβαζε βιβλία χωρίς σταματημό, έφτιαχνε υπολογιστικά προγράμματα στα δώδεκα, ονειρευόταν να φύγει στη Βόρεια Αμερική. Όταν εκείνος την ικέτεψε να τον ακολουθήσει, εκείνη πούλησε ό,τι είχε, μάζεψε τα παιδιά και μετακόμισε στον Καναδά. Ήξερε πως δεν υπήρχε μέλλον για την οικογένειά της στη Νότια Αφρική του Απαρτχάιντ.
Επέστρεψε στον Καναδά – και ξαναγεννήθηκε
Στον Καναδά ξαναγεννήθηκε. Έγινε γνωστή διατροφολόγος, πρόεδρος της Ένωσης Διαιτολόγων του Οντάριο και έπειτα ολόκληρης της χώρας. Όταν ο Έλον και ο Κίμπαλ ξεκίνησαν την πρώτη τους εταιρεία, η Μέι ήταν αυτή που πλήρωνε το ενοίκιο, τα ψώνια, το ρεύμα.
Τους έδινε την κάρτα της για να αγοράζουν υλικά. «Δούλευαν και κοιμόντουσαν στο ίδιο μέρος. Ήταν αηδιαστικό, αλλά δεν το παραδέχονται», θυμάται γελώντας. Εκείνο το μικρό γραφείο έγινε το πρώτο σκαλοπάτι της αυτοκρατορίας του Έλον Μασκ.
Η Μέι παρακολουθεί από μακριά την άνοδο του γιου της. Όταν τη ρωτούν τι σκέφτεται για τον πλουσιότερο άνθρωπο του κόσμου, χαμογελάει και απαντά: «Είναι πολύ γλυκός. Αγαπά τα παιδιά του, δουλεύει ασταμάτητα, ακούει τους ανθρώπους. Δεν λέει ποτέ “όχι” σε κανέναν».
Δεν την τρομάζει η δημόσια εικόνα του, ούτε οι πολιτικές του αντιφάσεις. Τον βλέπει πάντα μέσα από το βλέμμα της μάνας. «Δεν είμαι τόσο έξυπνη όσο εκείνος. Κανείς δεν είναι. Όποτε είχε μια ιδέα, του έλεγαν “είσαι γελοίος”. Και μετά εκείνος αποδείκνυε ότι είχαν άδικο» περιγράφει.
Η σχέση της με τα παιδιά της είναι στενή αλλά απλή. «Έχω δεκαεπτά εγγόνια, και όχι, δεν ζητούν όλοι να με βλέπουν», σχολιάζει με χιούμορ. Μία φορά τον χρόνο ταξιδεύουν όλοι μαζί. Μπορεί να είναι στην Καλιφόρνια, στο Κολοράντο ή στη Μεσόγειο – το 2023 ήταν στην Ελλάδα.
Η Μέι είχε προσκληθεί τότε στη Σαντορίνη, στο 1ο Διεθνές Συνέδριο Πολυτελούς Τουρισμού, προκειμένου να μιλήσει για το πώς η χώρα θα μπορούσε να γίνει κορυφαίος προορισμός υψηλών προδιαγραφών. Ανέβηκε στο βήμα ανάμεσα σε πολιτικούς, πανεπιστημιακούς και επιχειρηματίες, αλλά η παρουσία της ξεχώρισε. Δεν μίλησε με τη γλώσσα της αγοράς, αλλά με τη ζεστασιά της ταξιδιώτισσας.
«Η Ελλάδα είναι μοναδική», έγραψε μετά στο Twitter της, ανεβάζοντας φωτογραφίες από τη Σαντορίνη – μέσα σε ένα Tesla και πάνω σε ένα σκάφος. «A day trip exploring Santorini in a Tesla and on a boat. Love Greece». Δεν ήταν η πρώτη της επίσκεψη στη χώρα· είχε περάσει κι άλλες φορές από νησιά, πάντοτε μαγεμένη από τη φιλοξενία. Η σχέση της με την Ελλάδα είναι, λέει, «μια υπόσχεση επιστροφής».

«Πέφτεις και ξανασηκώνεσαι, αυτό κάνω εδώ και 70 χρόνια»
Η εικόνα της Μέι Μασκ στη Σαντορίνη -μια γυναίκα με άσπρα μαλλιά που χαμογελά κάτω από το φως του Αιγαίου- συνοψίζει το πνεύμα της: δύναμη, κομψότητα και απλότητα. Η ίδια έχει πει πολλές φορές ότι δεν πιστεύει στην τελειότητα αλλά στην επιμονή.
«Πέφτεις και ξανασηκώνεσαι. Αυτό κάνω εδώ και εβδομήντα χρόνια». Και όντως, η πορεία της μοιάζει με αργό, σταθερό χορό απέναντι στον χρόνο. Δεν φοβάται να δουλεύει ακόμη· ετοιμάζει νέο βιβλίο για το 2026 και συνεχίζει να φωτογραφίζεται. Το επόμενο πρωί, μετά τη συνέντευξη στην El País, πέταξε για τη Σκωτία προκειμένου να ποζάρει δίπλα στις ανιψιές τής Νταϊάνα: στην Ελίζα και στην Αμέλια Σπένσερ.
Παρά τη λάμψη και τα εξώφυλλα, η Μέι παραμένει προσγειωμένη. Την ημέρα της φωτογράφισης, φεύγοντας, μαζεύει λίγο φαγητό από το catering. «Για το βράδυ. Το ψυγείο μου είναι άδειο, φεύγω νωρίς αύριο», λέει γελώντας.
Ο γιος της είναι πολυδισεκατομμυριούχος, αλλά εκείνη εξακολουθεί να μετακινείται με Uber, να κουβαλά το δικό της φαγητό και να φθάνει νωρίτερα απ’ όλους. Σαν να μην της χρειάζεται πια καμία επιβεβαίωση· μόνο η συνέπεια.
Η Μέι Μασκ δεν ανήκει πια στο παραμύθι του γάμου ή της επιτυχίας· ανήκει στη σφαίρα των ανθρώπων που ξέρουν να επιβιώνουν χωρίς να σκληραίνουν. Στον κόσμο της μόδας, η ομορφιά συνήθως φθείρεται με τον χρόνο· εκείνη την έκανε διαρκή. Στην κοινωνία της Silicon Valley, όπου οι άνδρες κυνηγούν την αθανασία και τα ρομπότ, εκείνη επιμένει στην απλότητα και στη φροντίδα.
Και πίσω από κάθε της κουβέντα υπάρχει η φράση του πατέρα της, που έγινε οικογενειακό μότο: «Δεν υπάρχει τίποτα που ένας Χάλντεμαν δεν μπορεί να κάνει». Τώρα, η ίδια το έχει μετατρέψει στο εξής: «Δεν υπάρχει τίποτα που ένας Μασκ δεν μπορεί να κάνει».
iefimerida.gr