3 Ιουνίου, 2025
1:57 πμ

Κάθε μεταβίβαση ακινήτου από μέρους οφειλέτη, που γίνεται με σκοπό την αποξένωση προς αποφυγή πληρωμής του οφειλόμενου χρέους προς πιστωτή, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή από το δικαστήριο και, κατόπιν αίτησης του εξ αποφάσεως πιστωτή, μπορεί να ακυρωθεί.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση γονέα οφειλέτη, ο οποίος μπορεί να είναι και εγγυητής, που μεταβιβάζει ακίνητο με δωρεά σε παιδί του, ώστε να μην έχει ακίνητη περιουσία στο όνομα του για να αποφύγει την αποπληρωμή του οφειλόμενου χρέους του.

Η πράξη αυτή γίνεται χωρίς χρηματικό ή άλλο αξιόλογο αντάλλαγμα και τεκμαίρεται ότι είναι δόλια πράξη, με πρόθεση την καταδολίευση του πιστωτή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης για έκδοση διατάγματος ακύρωσης μεταβίβασης ακινήτου είναι η ύπαρξη εξ αποφάσεως χρέους, καθώς και η ύπαρξη πράξης καταδολίευσης του εξ αποφάσεως πιστωτή, ανεξάρτητα εάν η πράξη έγινε πριν ή μετά την έγερση της αγωγής.

Πράξεις καταδολίευσης

Πράξεις καταδολίευσης του εξ αποφάσεως πιστωτή θεωρούνται η δωρεά, μεταβίβαση, επιβάρυνση ή αποξένωση προς όφελος τρίτου, οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη, εφόσον αυτές γίνονται με σκοπό την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση ικανοποίησης του εξ αποφάσεως χρέους του οφειλέτη. Η πρόθεση του οφειλέτη χρέους αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που θα κρίνει κατά πόσο η μεταβίβαση ή η διάθεση θα θεωρηθεί ότι είναι δόλια. Αν υπάρχει ή όχι τέτοια πρόθεση θα αποφασιστεί από το δικαστήριο.

Σύμφωνα με τον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ.62, τεκμαίρονται μέχρι απόδειξης του αντιθέτου, ότι δωρεά, μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσίας έγιναν με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή. Το βάρος απόδειξης σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πάνω στον οφειλέτη χρέους ότι η μεταβίβαση ή η διάθεση έγινε με καλή πίστη και έναντι λογικού ανταλλάγματος. Το ίδιο βάρος απόδειξης έχει και το πρόσωπο που αποκτά την περιουσία ότι ενήργησε με καλή πίστη έναντι λογικού ανταλλάγματος και ότι δεν γνώριζε τις προθέσεις και ενέργειες του οφειλέτη χρέους.

Σκοπός νομοθετικών ρυθμίσεων

Οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις αποβλέπουν στο να διασφαλίσουν την περιουσία του εξ αποφάσεως οφειλέτη, ώστε να παραμείνει διαθέσιμη για την εκτέλεση της δικαστικής απόφασης και την ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους.

Πέραν από την ακύρωση της δόλιας μεταβίβασης, ο Νόμος 134(Ι)/1999 καθιστά αδίκημα την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή από τον εξ αποφάσεως οφειλέτη που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης.

Ακόμη και το πρόσωπο που αποδέχεται δωρεά, πώληση, μεταβίβαση, παράδοση ή φύλαξη οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη χρέους και γνωρίζει ότι η πράξη αυτή γίνεται με σκοπό την καταδολίευση του πιστωτή, διαπράττει και αυτός αδίκημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης.

Απόφαση Εφετείου

Το Εφετείο στην απόφαση στην Π.Ε. Ε48/2020, ημερ.15.5.2025, εξέτασε τα παράπονα εγγυητή πιστωτικών διευκολύνσεων που τράπεζα παραχώρησε προς εταιρεία του και για τις οποίες εκδόθηκαν σχετικές αποφάσεις, ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ως δόλια και ακύρωσε τη μεταβίβαση ακινήτων του προς τα τέσσερα παιδιά του δυνάμει δωρεάς.

Ήταν ο ισχυρισμός ότι η τράπεζα δεν στράφηκε πρώτα στις εμπράγματες εξασφαλίσεις, ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ότι ήταν εγγυητής και ότι η τράπεζα έπρεπε πρώτα να στραφεί εναντίον του πρωτοφειλέτη και μετά εναντίον του και ότι υπάρχει αδικία σε βάρος του, αφού εκδόθηκε απόφαση εναντίον του για μεγαλύτερο ποσό και επιτόκιο από ότι η απόφαση που εκδόθηκε εναντίον του πρωτοφειλέτη.

Το Εφετείο δεν συμφώνησε με τους ισχυρισμούς του και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση. Στη σχετική νομοθεσία, αναφέρει, δεν τίθεται οποιοδήποτε εμπόδιο, ώστε να μην προχωρήσει με την ακύρωση της μεταβίβασης στην περίπτωση που δεν προχωρά η εκποίηση των υποθηκών. Η νομολογία δεν έθεσε οποιαδήποτε δεσμευτική αρχή, αλλά απλά λέχθηκε πως «ορθό και έντιμο και δίκαιο είναι οι δανειστές να στρέφονται κατά πρώτον εναντίον του πρωτοφειλέτη».

Τόνισε ότι περιουσία που μεταβιβάζεται με πρόθεση καταδολίευσης (άρθρο 3(1) του Κεφ.62) ή κάτω υπό τις περιστάσεις του άρθρου 3(2), υπόκειται σε ακύρωση, έστω και αν δεν εκποιήθηκαν οι εμπράγματες εξασφαλίσεις, ή ο χρεώστης έχει άλλη περιουσία που μπορεί να πωληθεί για να ικανοποιήσει το χρέος του, ή αν ο πιστωτής δεν στράφηκε πρώτα εναντίον του εγγυητή.
Η πρώτη απόφαση εκδόθηκε εκ συμφώνου, κατόπιν διαπραγμάτευσης , ενώ η δεύτερη στην απουσία του και η ενώπιον του Εφετείου διαδικασία δεν προσφερόταν προς αμφισβήτηση της εγκυρότητας των αποφάσεων.

*Δικηγόρος στη Λάρνακα

Exit mobile version