Πολλοί δανειολήπτες δεν έχουν παρατηρήσει μείωση στις μηνιαίες δόσεις των δανείων τους και δημιουργούνται παράδοξες καταστάσεις, όπως υποδεικνύει μελέτη επτά αναλυτών της ΕΚΤ, με τίτλο «Μετάδοση της νομισματικής πολιτικής: από τα επιτόκια στεγαστικών δανείων στην κατανάλωση».
Οι συντάκτες της έκθεσης στην ανάλυσή τους παραπέμπουν στον τύπο των στεγαστικών δανείων και ειδικά στα δάνεια με σταθερό επιτόκιο, το οποίο είναι κλειδωμένο για συγκεκριμένη χρονική περίοδο, συνεπώς δεν επηρεάζονται από τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.
Να υπενθυμίσουμε ότι μετά τον Ιούλιο του 2022, όταν ξεκίνησε ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων, οι τράπεζες στην Κύπρο, υπό το βάρος της πολιτικής πίεσης, έβγαλαν δάνεια στην αγορά με σταθερό επιτόκιο «κλειδωμένο» για συγκεκριμένη χρονική περίοδο, με αποτέλεσμα να μην επηρεάζονται αυτά τα δάνεια από τις αποφάσεις της ΕΚΤ.
Στην Κύπρο, όμως, να σημειώσουμε ότι τα δάνεια με σταθερό επιτόκιο δεν είναι πολλά και συνήθως προτιμώνται αυτά που είναι συνδεδεμένα με το Euribor, το επιτόκιο της ΕΚΤ ή το επιτόκιο της τράπεζας. Στην Ευρωζώνη, αντίθετα, είναι αρκετά διαδεδομένα τα στεγαστικά δάνεια με «κλειδωμένο» επιτόκιο για μερικά χρόνια ή μέχρι και τη λήξη του συμβολαίου.
Στην έκθεση των αναλυτών της ΕΚΤ αναφέρεται και ότι η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής εξαρτάται και από την κατανομή των τύπων στεγαστικών δανείων. Εξηγείται ότι αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το μερίδιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο (ARMs- adjustable-rate mortgages) και των στεγαστικών δανείων με σταθερό επιτόκιο (FRMs-fixed-rate mortgages) διαφορετικής διάρκειας.
Επισημαίνεται, επίσης, ότι αυτοί οι τύποι στεγαστικών δανείων κατανέμονται άνισα στη ζώνη του ευρώ, τόσο γεωγραφικά, όσο και μεταξύ των νοικοκυριών. Υπάρχει σημαντική ετερογένεια μεταξύ των χωρών, με τα στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο να είναι πιο διαδεδομένα στην Ισπανία και την Ιταλία και με σταθερό επιτόκιο πιο συνηθισμένα στη Γαλλία και τη Γερμανία. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τους αναλυτές, ότι ο άνισος αντίκτυπος των αλλαγών πολιτικής δεν επηρεάζεται μόνο σε επίπεδο νοικοκυριού, αλλά παίζει επίσης αξιοσημείωτο ρόλο και η γεωγραφική θέση.
«Χρησιμοποιώντας δεδομένα σε επίπεδο νοικοκυριών από την Έρευνα Καταναλωτικών Προσδοκιών (CES) της ΕΚΤ, δείχνουμε ότι οι πληρωμές στεγαστικών δανείων αναμένεται να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια, παρά την πρόσφατη μείωση των επιτοκίων λόγω νομισματικής πολιτικής. Αυτό θα μπορούσε να μειώσει περαιτέρω την κατανάλωση. Επιπλέον, δείχνουμε ότι η άνιση κατανομή των τύπων στεγαστικών δανείων θα διαμορφώσει την πορεία των πληρωμών τόκων μεταξύ των εισοδηματικών ομάδων τουλάχιστον μέχρι το 2030, αναφέρουν στην μελέτη τους.
Οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι περίπου το ένα τέταρτο των στεγαστικών δανείων στη ζώνη του ευρώ είναι με κυμαινόμενο επιτόκιο. Για τα νοικοκυριά που κατέχουν αυτά τα στεγαστικά δάνεια, οι επιπτώσεις της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής – και της επακόλουθης χαλάρωσης – έγιναν γρήγορα αισθητές.
Η μερίδα του λέοντος είναι τα στεγαστικά δάνεια με σταθερό επιτόκιο, αναφέρουν. Σχεδιαστικά, εξηγούν, πολλά στεγαστικά δάνεια έχουν προστατευθεί μέχρι στιγμής από τις αλλαγές στο επιτόκιο πολιτικής, όταν ο κύκλος ήταν ανοδικός. Αλλά αυτό θα διαρκέσει μόνο μέχρι να επαναρυθμιστεί το επιτόκιό τους.
«Και εδώ, ο σχεδιασμός των στεγαστικών δανείων παίζει καθοριστικό ρόλο. Περίπου το 10% όλων των στεγαστικών δανείων της κατηγορίας σταθερού επιτοκίου (FRMs) θα ανατιμολογηθούν σε υψηλότερα επιτόκια εντός των επόμενων τριών ετών. Για ένα επιπλέον 20% αυτό θα γίνει έως το 2030».