30 Δεκεμβρίου, 2025
4:41 μμ

Στα τέλη Δεκεμβρίου του 1970, το κρύο στην ιταλική πόλη της Μπρέσια φαινόταν να αντανακλά τη διάθεση της Μαρία Κάλλας. Η κορυφαία υψίφωνος βρισκόταν εκεί για επαγγελματικούς λόγους, όμως το εορταστικό κλίμα των ημερών ελάχιστα απάλυνε το βάρος μιας προσωπικής ιστορίας που εξακολουθούσε να τη στοιχειώνει.

Ο έρωτάς της με τον Αριστοτέλη Ωνάση, μια από τις πιο πολυσυζητημένες σχέσεις του 20ού αιώνα, είχε ήδη λήξει με τρόπο που σημάδεψε βαθιά τη ζωή της. Ο Ωνάσης, τον οποίο η Κάλλας αποκαλούσε «Αρίστο», είχε επιλέξει να παντρευτεί την πιο διάσημη χήρα του κόσμου, την Τζάκι Κένεντι, αφήνοντας πίσω του μια σχέση έντονη, παθιασμένη και τελικά οδυνηρή.

Η Κάλλας με τον Μενεγκίνι όταν όλα κυλούσαν αρμονικά στον γάμο τους.

Το μόνο που είχε απομείνει στη διάσημη υψίφωνο ήταν κάποιες σποραδικές συναντήσεις με τον Έλληνα Κροίσο που ήδη είχε μετανιώσει για την επιλογή του και ένα ημιτελές διαζύγιο από τον πρώην μέντορα και σύζυγό της Μπατίστα Μενεγκίνι.

Μέχρι τότε η υπόθεση διαζύγιο λόγω της στάσης που τηρούσε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη υπόθεση και η Κάλλας που είχε χωρίσει ουσιαστικά από το 1959 με τον Ιταλό επιχειρηματία περίμενε ήδη 11 χρόνια.

Ο νέος νόμος που ίσχυσε για τα διαζύγια από την 1η Δεκεμβρίου του 1970 ήταν το μόνο ευχάριστο νέο για την La Divina, που είχε βυθιστεί σε μια μελαγχολία μετά το σοκ του χωρισμού της το 1968 από τον Ωνάση.

Τον άνθρωπο που εισήλθε στη ζωή της σαν μια θύελλα και παρέσυρε τα πάντα στο πέρασμά της, ειδικά τον άχρωμο γάμο της με τον Μενεγκίνι, ο οποίος δεν μπόρεσε να κάνει τίποτε, για να αντιστρέψει την κατάσταση.

Μόνο που από το 1959 χρειάστηκε να περιμένει 11 χρόνια για να μπορέσει να καταθέσει την αίτηση διαζυγίου χάρη στον νέο νόμο της Ιταλίας, ώστε να είναι και τυπικά ελεύθερη.

Η Κάλλας ετοιμάζεται να ανέβει στην Θαλαμηγό όπου φούντωσε ο έρωτάς της για τον Ωνάση.

Από το πάθος στον θυελλώδη έρωτα

Στις επιστολές που περιέχονται στο βιβλίο «Γράμματα και αναμνήσεις» ηχεί παράξενο ότι η Κάλλας αναφέρεται με πάθος στον Μπατίστα Μενεγκίνι κάνοντας λόγο για μια αγάπη «τόσο δυνατή και αληθινή που κάποιες φορές με κάνει και υποφέρω. Προχθές βασανιζόμουν όλη νύχτα και το επόμενο πρωί. Θα μου ήταν αβάσταχτο να σε χάσω».

Στις 24 Απριλίου του 1954 σε ηλικία 31 ετών η Μαρία συντάσσει την ιδιόχειρη διαθήκη της με την οποία χρίζει μοναδικό κληρονόμο τον Ιταλό σύζυγό της.

Μόνο που όταν έρχεται η ρήξη στον γάμο τους ο τελευταίος θα κρατήσει αυτό το χαρτί και θα διεκδικήσει με κατάσχεση πολλά υπάρχοντα της ντίβας επικαλούμενος αυτή την επιστολή της Κάλλας.

Μιας Κάλλας που είχε πλέον ερωτευθεί τον μυθικό Σμυρνιό Αριστοτέλη Ωνάση, σε μια κρουαζιέρα που έμεινε αξέχαστη σε όλους τους προσκεκλημένους.

Στιγμιότυπο από την αρχή της περίφημης κρουαζιέρας όπου Ωνάσης και Κάλλας έγιναν ζευγάρι. Διακρίνεται ο Ουίνστον Τσόρτσιλ (πλάτη) η Μαρία Κάλλας, ο Μενεγκίνι, η Τίνα Λιβανού και ο εφοπλστής.

Ο Ιούλιος του 1959 θα αποδειχτεί πραγματικά «καυτός» σύμφωνα με τη στενή φίλης της ντίβας και διάσημη κοσμικογράφο Έλσα Μάξουελ, η οποία θα δειπνήσει με την Κάλλας και τον Μενεγκίνι στην θαλαμηγό του Αριστοτέλη Ωνάση «Χριστίνα», που είναι αγκυροβολημένη στο Μονακό.

Λίγες ημέρες μετά θα ξεκινήσει η περιβόητη και μυθική κρουαζιέρα με καλεσμένους μεταξύ άλλων το ζεύγος Μενεγκίνι-Κάλλας και η «Χριστίνα» διασχίζει τη Μεσόγειο με στάσεις αρχικά στην Ελλάδα και μετά στην Τουρκία.

Ο Σμυρνιός δισεκατομμυριούχος φλερτάρει σχεδόν από την πρώτη μέρα την ντίβα της όπερας, που νιώθει πραγματικά όπως θα πει αργότερα αυτό που αποκαλούμε «θυελλώδη έρωτα» για πρώτη φορά στη ζωή της.

Το ζευγάρι σε ευτυχισμένες στιγμές.

Έναν έρωτα που ολοκληρώνεται ένα βράδυ πάνω στη «Χριστίνα» και βάζει «φωτιά» στην κρουαζιέρα, ενώ ο Μενεγκίνι απελπισμένος γράφει αργότερα στην οικονόμο της Μαρίας Μπρούνα Λούπολι: «Εσύ ξέρεις, τα ξέρεις όλα! Ασύλληπτο αυτό που συμβαίνει».

Ο Ωνάσης από την πλευρά του αν και παντρεμένος με την Τίνα Λιβανού, δείχνει να απολαμβάνει τον θόρυβο που ξεσπάει και τα όσα ακούγονται για τη σχέση του με την Κάλλας.

Όταν ένα πρωί κατεβαίνει από το δωμάτιο του στο ξενοδοχείο Danielli της Βενετίας ένα σμάρι δημοσιογράφων τον μπλοκάρει στις σκάλες και οι ερωτήσεις για την Κάλλας και το είδος της σχέση τους πέφτουν σαν βροχή.

Χαμογελώντας και με ένα πούρο στο χέρι τους απαντάει: «Παιδιά, εγώ είμαι ναυτικός και αυτά τα πράγματα συμβαίνουν στους ναυτικούς!».

Ο Αρίστος όπως τον αποκαλούσε η Μαρία Κάλλας, χαμογελαστός δίπλα στην ντίβα της όπερας.

Στις 28 Αυγούστου του 1959 η Κάλλας γράφει σε φιλικό της ζευγάρι ρίχνοντας τη βόμβα, χωρίς όμως να μπει σε λεπτομέρειες: «Φοβάμαι ότι πρέπει να σας πω τα άσχημα νέα, που προφανώς θα σας σοκάρουν. Σας παρακαλώ πάντως να μην πείτε προς το παρόν τίποτε και σε κανέναν. Χωρίζω με τον Μπατίστα».

Ο Μενεγκίνι έκτοτε θα της κάνει τη ζωή δύσκολη ακόμη και με το διαζύγιο, με μια συμπεριφορά που δεν ανέμενε η ντίβα της όπερας, από έναν άνθρωπο του επιπέδου του, τον οποίο όμως πλήγωσε πολύ.

Σε ένα γράμμα προς τη φίλη της Έμιλι Κόλμαν λίγο πριν τις διακοπές για τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους γράφει: «Αυτό που θέλω είναι να ξεκουραστώ και να συνέλθω από το σοκ που ένιωσα συνειδητοποιώντας το ποιόν του «αγαπημένου» μου συζύγου. Δεν λέω ούτε εγώ από την πλευρά μου προσπάθησα να αποτρέψω τον χωρισμό μας, όμως όταν κατάλαβα ότι τα είχε μεταφέρει όλα στο όνομά του! Ένας Θεός-κι εκείνος βέβαια-ξέρει τι τα έκανε τόσα χρήματα…».

Σε μια άλλη που γράφτηκε στο Μονακό στις 2 Μαρτίου του 1962 μιλάει για τον Ωνάση λέγοντας: «Αλλά και ο Αρίστος θα είχε λιγότερες σκοτούρες εξαιτίας μου, τόσο ως επιχειρηματίας όσο και ως άντρας».

«Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατο»

Τελικά το πεπρωμένο έφερε αντιμέτωπες τη Μαρία Κάλλας και την Τζάκι Ωνάση με τον ίδιο άντρα, έναν κοντό τύπο με ανατολίτικη κοψιά και σπινθηροβόλο βλέμμα που είχε κατακτήσει τον κόσμο και ήταν σχεδόν κάθε μέρα αντικείμενο συζήτησης σε όλα τα ΜΜΕ του κόσμου.

«Ο Αρίστος είναι πολύ τρυφερός μαζί μου», «Δεν βρίσκεις πως ο Αρίστος έχει αλλάξει πολύ προς το καλύτερο;» είναι λέξεις της ερωτευμένης Κάλλας προς τη φίλη της Ελβίρα Ντε Ιντάλγκο, όταν όλα κυλούσαν αρμονικά.

Όμως το γράμμα της στις 30 Ιανουαρίου του 1968 προς τον άντρα της ζωής της είναι συγκλονιστικά εξομολογητικό για την αγάπη που του έχει: «Σ’ αγαπώ με όλο μου το σώμα και με όλη μου την ψυχή και μοναδική μου ευχή είναι να νιώθεις κι εσύ το ίδιο. Προσπάθησε, προσπάθησε κι εσύ σε παρακαλώ να μείνουμε μαζί, ενωμένοι για πάντα, γιατί έχω ανάγκη την παντοτινή σου αγάπη και τον παντοτινό σου σεβασμό.
Είμαι δική σου, μπορείς να με κάνεις ότι θέλεις.
Η ψυχή σου, Μαρία».

Ο Αριστοτέλης Ωνάσης κατεβαίνει από την θαλαμηγό «Χριστίνα».

Διαισθανόταν ίσως ότι κάτι κακό θα συμβεί και έξι μήνες μετά δικαιώνεται αφού ο Ωνάσης είναι πλέον μαζί με την Τζάκι σε μια κρουαζιέρα, όταν η Κάλλας αρνήθηκε να είναι η δεύτερη γυναίκα στη ζωή του και τον χωρίζει.

Στην αλληλογραφία με τη φίλη της Ελβίρα Ντε Ιντάλγκο τον Ιούνιο του 1968 γράφει πικραμένη ότι «πρόκειται για άνθρωπο ανεύθυνο, που τελικά η συμπεριφορά του με κάνει και αηδιάζω».

Το βράδυ της 20ης Οκτωβρίου του 1968 στον Σκορπιό βρέχει ασταμάτητα όταν ο Ωνάσης παντρεύεται την πιο διάσημη χήρα του κόσμου, στο εκκλησάκι της Παναγίτσας που τόσο αγαπούσε η ντίβα της όπερας.

Η Μαρία εμφανίζεται το ίδιο βράδυ εκθαμβωτική στο Παρισινό θέατρο Μαρινύ, συνοδευόμενη από την Ελίζαμπεθ Τέιλορ και τον Ρίτσαρντ Μπάρτον, θέλοντας να δείξει ότι δεν την απασχολεί το θέμα.

Στις τελευταίες της εξομολογήσεις στον Στέλιο Γαλατόπουλο, λίγους μήνες πριν πεθάνει μίλησε πιο ανοιχτά από ποτέ για τον Αριστοτέλη Ωνάση λέγοντας: «Η μοίρα ήταν αυτή που γέννησε τη σχέση μου με τον Αρίστο. Ναι, η αγάπη μας ήταν αμοιβαία. Ο Αρίστος ήταν αξιολάτρευτος, ευθύς, ατρόμητος. Το μόνο που θα μπορούσα πραγματικά να του καταλογίσω ήταν η ακόρεστη επιθυμία του να κατακτήσει τα πάντα».

Όταν ο Ωνάσης επέλεξε την ΤζάκιΚένεντι για σύντροφό του, η ντίβα αρνήθηκε να είναι η δεύτερη γυναίκα στην ζωή του.

Λίγα χρόνια μετά όταν ο άρρωστος πλέον μεγιστάνας έφυγε από την Αθήνα για το Παρίσι, το μόνο πράγμα που πήρε μαζί του ήταν μια μικρή κασμιρένια κουβέρτα Hermes, δώρο της Μαρίας.

Η τελευταία πήγε να τον δει λίγα 24ωρα πριν ο Αρίστος της φύγει από τη ζωή, έχοντας απομείνει μια σκιά πλέον του παλιού εαυτού του στο Αμερικάνικο Νοσοκομείο της γαλλικής πρωτεύουσας.

«Όταν είδα τον Αρίστο στο νοσοκομείο λίγο πριν πεθάνει ήταν ήρεμος και νομίζω συμφιλιωμένος με τον εαυτό του. Δεν μιλήσαμε για τις παλιές καλές μέρες που ζήσαμε μαζί. Άλλωστε ούτε και για οτιδήποτε άλλο είπαμε πολλά. Πιο πολύ επικοινωνούσαμε με την σιωπή. Όταν έφευγα κάνοντας μεγάλη προσπάθεια κατάφερε να μου πει: «Σε αγάπησα. Όχι πάντα με τον καλύτερο τρόπο αλλά όσο καλύτερα και όσο περισσότερο μπορούσα».

Η φράση της την ημέρα που πληροφορήθηκε την απώλεια του άνδρα που σημάδεψε τη ζωή της για πάντα αποτυπώνει στο έπακρο και τη μυθιστορηματική τους σχέση: «Όταν πέθανε ο Αρίστος ένιωσα σαν να χήρεψα…».

protothema.gr

Exit mobile version