Μια συζήτηση με τον πολυδιαβασμένο Κουβανό πεζογράφο, με αφορμή την έλευσή του στην Κύπρο.
Καταφθάνει για πρώτη φορά στην Κύπρο, κουβαλώντας μαζί του τις ελπίδες και τις απογοητεύσεις ενός λαού που έμαθε να ζει «εκτός της Ιστορίας». Από τα σκιερά σοκάκια της Αβάνας μέχρι τις ενδότερες διαδρομές της οικουμενικότητας και της Ιστορίας, ο Λεονάρδο Παδούρα γράφει με το βλέμμα στραμμένο σ’ έναν κόσμο που διαρκώς διαψεύδει και αναζωπυρώνει τις προσδοκίες του. Οι ήρωές του περιφέρονται σε μέρη όπου η αλήθεια συγκατοικεί με τη λήθη και το έγκλημα με τη συλλογική μνήμη. Στο λογοτεχνικό του σύμπαν δεσπόζει ο Μάριο Κόντε, ο αντισυμβατικός ήρωας που λειτουργεί ως παλμογράφος μιας χώρας ιδιοπρόσωπης, γεμάτης αντιφάσεις και εσωτερικές ρωγμές. Με πρόζα που συνδυάζει την οξυδέρκεια του χρονικογράφου με την τρυφερότητα του πτοημένου ιδεαλιστή, επιχειρεί να αφηγηθεί ό,τι δεν αρθρώνεται. Η έλευσή του, στο πλαίσιο του 17ου Φεστιβάλ Λογοτεχνία Εν Αθήναις, εκδηλώσεις του οποίου φιλοξενούνται φέτος και στην Κύπρο, αποτέλεσε την αφορμή για μια συζήτηση με θέμα τον ρόλο της λογοτεχνίας σε καιρούς φθοράς, τη συνάντηση δύο μοιραίων νησιωτικών πολιτισμών και για την υπαρξιακή ανάγκη να είναι αυτός που είναι και να συνεχίσει να γράφει ακόμη κι όταν όλα μοιάζουν μάταια.
–Πώς εξηγείτε την απήχηση που έχουν τα βιβλία σας στον ελληνόφωνο κόσμο; Πιστεύω ότι μία από τις δυνάμεις της τέχνης είναι η ικανότητά της να οικουμενικοποιεί τις συγκρούσεις, να αποκαλύπτει τις σταθερές της ανθρώπινης κατάστασης μέσα στις διαφορετικές εποχές και γεωγραφίες. Εγώ, τουλάχιστον, προσπαθώ τα μυθιστορήματά μου να έχουν αυτή την ικανότητα και φαίνεται πως το έχω πετύχει. Το γεγονός ότι τα βιβλία μου κυκλοφορούν σε περισσότερες από 30 γλώσσες ίσως είναι η απόδειξη. Όπως έλεγε ο σοφός Μιγκέλ ντε Ουναμούνο: στην τέχνη πρέπει να βρούμε το οικουμενικό μέσα στα σπλάχνα του τοπικού και το αιώνιο μέσα στο περιχαρακωμένο και το περιορισμένο. Κι αυτή είναι η δική μου αισθητική και λογοτεχνική αρχή.
–Κούβα και Κύπρος είναι δύο νησιωτικές χώρες. Πιστεύετε ότι η νησιωτική ζωή μπορεί να δημιουργήσει μια διαφορετική, ίσως πιο εσωστρεφή ή ιδιαίτερη κοσμοθεωρία; Αναμφίβολα. Η νησιωτικότητα έχει ένα πολύ βαθύ ψυχολογικό αποτύπωμα. Στα νησιά, η αίσθηση της απομόνωσης μάς ωθεί να προσπαθούμε να γίνουμε πιο κοσμοπολίτες, πιο οικουμενικοί και νησιά όπως η Κύπρος και η Κούβα το έχουν πετύχει αυτό ίσως πιο εύκολα, επειδή βρίσκονται στη μέση δύο μεσογείων: της ευρωπαϊκής και της καραϊβικής. Δεν νομίζω πως ισχύει το ίδιο για τους Πολυνήσιους ή τους Ισλανδούς, σωστά;
-Γιατί επιλέξατε το είδος της αστυνομικής λογοτεχνίας ως πεδίο στοχασμού πάνω στην Ιστορία; Επειδή είναι ένα λογοτεχνικό είδος πολύ φιλόξενο για την αφήγηση ιστοριών και πολύ ανοιχτό εννοιολογικά, αν θέλεις να πεις κάτι περισσότερο από την εξιχνίαση ενός εγκλήματος. Το αστυνομικό μυθιστόρημα σε φέρνει σε επαφή με τις σκοτεινές πλευρές της κοινωνίας· μπορείς να καταγράψεις το παρόν, αλλά να χρησιμοποιήσεις τις πηγές του για να κοιτάξεις προς το παρελθόν. Στην ουσία, το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι η αναζήτηση μιας κρυμμένης αλήθειας και δεν νομίζω ότι υπάρχει μέρος με περισσότερες κρυμμένες αλήθειες από την Ιστορία, η οποία, όπως γνωρίζουμε, δεν είναι μόνο εύπλαστη, αλλά και βαθιά χειραγωγήσιμη. Και οι εξουσίες την έχουν χειραγωγήσει τόσες και τόσες φορές.
–Ποια ήταν η αφετηρία για να δημιουργήσετε τον Μάριο Κόντε και γιατί τον κρατήσατε ως κεντρικό ήρωα σε τόσα έργα; Γεννήθηκε από μια ανάγκη: την ανάγκη ενός πρωταγωνιστή που να ερευνά. Και στην πραγματικότητα της Κούβας του 1990, αυτός θα μπορούσε να είναι μόνο αστυνομικός. Ωστόσο, τον έφτιαξα ως αντιαστυνομικό: του έδωσα ευαισθησία, ευφυΐα, καλλιέργεια, πολλές ανθρώπινες αδυναμίες και, κυρίως, ένα έντονο αίσθημα δικαιοσύνης, μια απέχθεια για την καταστολή και τη βία που τον απομακρύνουν από το επάγγελμα. Αφού δημοσίευσα το πρώτο μυθιστόρημα, το «Τέλειο Παρελθόν» (εκδ. Καστανιώτη), συνειδητοποίησα ότι ο χαρακτήρας ήταν ακόμα ζωντανός και αποφάσισα να τον κρατήσω. Μάλιστα, τον ανέπτυξα περισσότερο, τον έκανα πιο ανθρώπινο, πιο αληθινό και… λιγότερο αστυνομικό… μέχρι που παύει να είναι αστυνομικός. Αλλά όταν ολοκλήρωσα εκείνη την τετραλογία μυθιστορημάτων που ονόμασα «Οι Τέσσερις Εποχές» (Τέλειο παρελθόν, Άνεμοι της Σαρακοστής, Μάσκες, Φθινοπωρινό τοπίο), ο χαρακτήρας συνέχιζε να με καλεί, να με παρακινεί κι έτσι τον επανέφερα και πλέον έχουμε γράψει μαζί δέκα μυθιστορήματα. Ο Μάριο Κόντε είναι ένα από τα πιο σημαντικά «πρόσωπα» της ζωής μου, αυτό είναι σίγουρο.
–Η μυθοπλασία υπερβαίνει την πραγματικότητα ή συμβαίνει το αντίστροφο; Αυτή είναι μια παγιωμένη φράση που προσπαθεί να εκφράσει πόσο εκπληκτικά μπορούν να συγχέονται τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας. Αλλά δεν μπορείς να κατηγοριοποιήσεις κάτι που δεν μετριέται. Υπάρχουν στιγμές που η πιο αχαλίνωτη φαντασία ξεπερνιέται από γεγονότα της πραγματικής ζωής, αλλά αυτό είναι απλώς ζήτημα αντίληψης. Ένα μυθιστόρημα όπως το «1984» του Τζορτζ Όργουελ στην εποχή του ξεπερνούσε κατά πολύ την πραγματικότητα κι όμως σήμερα, η πραγματικότητα των κοινωνιών ελέγχου έχει ξεπεράσει εκείνη την επιστημονική φαντασία με μεθόδους που ο Όργουελ δεν θα μπορούσε ούτε να φανταστεί.
–Πώς μπορεί κάποιος να ζήσει «εκτός της Ιστορίας»; Απλά, δεν μπορεί. Το περισσότερο που μπορεί κανείς να πετύχει είναι να ζήσει γυρίζοντάς της την πλάτη, να αποστασιοποιηθεί, να αποξενωθεί απ’ αυτή. Ωστόσο, η Ιστορία, που δεν είναι παρά η ίδια η πραγματικότητα στην πορεία της, είναι πάντα παρούσα, αποφασίζοντας για όλα: ακόμη και για την ίδια τη βούληση κάποιου να επιχειρήσει να ζήσει στο περιθώριό της.
–Έχετε μιλήσει για την «ιστορική κόπωση» στην Κούβα. Πού εντοπίζετε τα βαθύτερα αίτιά της; Είναι πολλά τα αίτια. Ένα από αυτά είναι ο ρητορικός ισχυρισμός ότι η χώρα βρίσκεται εδώ και 65 χρόνια σε Επανάσταση, κάτι που είναι αδύνατο. Αυτή η αξίωση μας έκανε να ζούμε σε μια κατάσταση σχεδόν παγωμένου χρόνου, ενώ στην πραγματικότητα υπήρξε μια διάβρωση των πάντων, ακόμη και στη ρητορική των λόγων. Εδώ και δεκαετίες τα πάντα αποκαλούνται «ιστορικά»: μια στιγμή, μια απόφαση, ένα συνέδριο, ακόμα κι ένας αγώνας μπέιζμπολ βαφτίζεται «ιστορικός», ώστε να πιστοποιείται το μεγαλείο του. Εν τω μεταξύ, η ζωή των ανθρώπων έχει βαλτώσει σε πολλά επίπεδα, κάτι που έχει προκαλέσει αυτή την κόπωση που έχει οδηγήσει σε εξάντληση των ιδεών και βεβαίως στη φυσική εξάντληση του λαού, που, για να πούμε την αλήθεια, κουράστηκε από τα τόσα «ιστορικά» πράγματα κι έχει ανάγκη από ουσιαστικές και πραγματικές λύσεις και λιγότερο από ιστορικές.
–Ποιες είναι οι κύριες αντιφάσεις που παρατηρείτε στη σύγχρονη Κούβα; Η πιο προφανής είναι η αντίφαση ανάμεσα στο θριαμβευτικό λόγο των κυβερνητικών αρχών, του κράτους, του κόμματος (κομμουνιστικού και μοναδικού) από τη μια και στην πραγματικότητα από την άλλη. Αυτός ο λόγος κυριαρχεί στα μέσα ενημέρωσης, όπου η πραγματικότητα παρουσιάζεται μέσα από φίλτρα που συχνά δεν ανταποκρίνονται σε όσα βιώνουν οι πολίτες στην πραγματικότητα του δρόμου. Μια άλλη σημαντική αντίφαση υπάρχει ανάμεσα σε όλα όσα υπόσχεται το πολιτικό πρόγραμμα και σε όσα έχουν επιτευχθεί στην πράξη, σε μια καθημερινότητα όπου ο κόσμος ζει με πολλές ελλείψεις, εντάσεις και δυσαρέσκεια. Ακόμη μία αντίφαση αφορά τις κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές προτάσεις του κράτους και τα πραγματικά τους αποτελέσματα, όπως συνέβη πρόσφατα με την επιβεβλημένη διαδικασία της «νομισματικής και συναλλαγματικής αναδιάρθρωσης», που εξάλειψε το μετατρέψιμο κουβανικό πέσο, καθιστώντας το ισοδύναμο με το δολάριο. Η διαδικασία αυτή προκάλεσε δραματική υποτίμηση του κουβανικού πέσο, εκτόξευσε τον πληθωρισμό και το αποτέλεσμα είναι σήμερα να κυκλοφορούν όχι δύο αλλά τέσσερα ή και πέντε νομίσματα στη χώρα, ανάμεσα στα οποία κι ένα νέο, το MLC, ένα ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα, κάτι που με πολλούς τρόπους οδήγησε σε εξαπάτηση των πολιτών.

–Πώς βιώνει σήμερα ο Κουβανός την έννοια της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης; Πιστεύω ότι οι άνθρωποι εξακολουθούν να θεωρούν ότι ζουν σε μια κοινωνία με κάποιο επίπεδο κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζουν πως η απόλυτη ισότητα που υποσχέθηκε η Επανάσταση δεν υφίσταται πια σε μια χώρα όπου ο κοινωνικός ιστός έχει διαρραγεί και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι εξαιρετικά φτωχοί και άλλοι που έχουν πλουτίσει με διάφορους τρόπους. Αυτό ισχύει για όλους τους τομείς της ζωής, από τη διατροφή και τη στέγαση μέχρι την εκπαίδευση και την υγεία, διότι με τα χρήματα μπορείς να αποκτήσεις πράγματα που άλλοι δεν έχουν ή δεν ονειρεύονται καν ότι θα μπορούσαν να αποκτήσουν.
–«Κανείς δεν εγκαταλείπει τον τόπο όπου είναι ευτυχισμένος, εκτός αν αναγκαστεί να το κάνει» έχετε γράψει. Εσείς είστε ευτυχισμένος; Πώς ορίζετε την ευτυχία; Είναι κάτι ιδιωτικό; Η ευτυχία είναι μια παροδική κατάσταση, κατά την οποία οι ισορροπίες της ζωής γέρνουν προς το μέρος σου και σε ικανοποιούν βαθιά. Μπορεί να είναι κανείς ευτυχισμένος ακόμα και με πολύ λίγα. Και μολονότι πρόκειται για ένα ιδιωτικό, προσωπικό συναίσθημα, ασφαλώς έχει μια κοινωνική βάση ή αντανάκλαση. Στη δική μου περίπτωση, μπορώ να σας πω ότι είμαι, γενικά, ευτυχισμένος, γεγονός που δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είμαι, γενικά, αισιόδοξος. Έχει να κάνει με το ότι έχω μια υπέροχη δουλειά, που με γεμίζει και με συντηρεί· έχω μια αρμονική οικογένεια, ένα σπίτι που αγαπώ (το σπίτι που έζησα όλη μου τη ζωή), βιβλία, φίλους, πολύ όμορφα πράγματα γύρω μου. Το ότι έχω όλα αυτά τα θετικά στοιχεία στη ζωή μου είναι καρπός μόχθου, αλλά κι αυτός ο μόχθος με έχει κάνει επίσης ευτυχισμένο. Και για να ολοκληρώσω αυτό που με ρωτάτε: παραμένω στην Κούβα όχι μόνο επειδή είμαι λίγο-πολύ ευτυχισμένος, αλλά γιατί χρειάζομαι αυτόν τον τόπο, με τα προβλήματά του, τους ανθρώπους του, την κουλτούρα του, για να μπορώ να κάνω τη δουλειά που μου επιτρέπει να νιώθω πλήρης και ευτυχισμένος.
–Αν δεν είχατε γεννηθεί στην Κούβα, θα γράφατε με τον ίδιο τρόπο; Είναι η πατρίδα σας που σας δίνει τη φωνή σας; Φυσικά και θα έγραφα διαφορετικά. Είμαι Κουβανός ως άνθρωπος κι ακόμη περισσότερο, νομίζω, ως συγγραφέας. Όλη μου η αντίληψη για τη ζωή, οι συνήθειές μου, ο τρόπος που χρησιμοποιώ τη γλώσσα είναι κουβανέζικος και δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε άλλο. Επιπλέον, η κουβανική πραγματικότητα, τόσο έντονη, ιδιόμορφη, αντιφατική, με τρέφει ως συγγραφέα και, πιστεύω, ότι αυτό αντικατοπτρίζεται όχι μόνο στη λογοτεχνία μου, αλλά και στα δοκίμιά μου και, φυσικά, στη δημοσιογραφική μου δουλειά. Εν ολίγοις, ευτυχώς ή μοιραία, είμαι ουσιαστικά και οργανικά Κουβανός.
–Πώς βλέπετε από την Κούβα την εποχή Τραμπ; Τι σημαίνει αυτή η περίοδος για τον πλανήτη; Στην Κούβα, όπως και σε όλο τον κόσμο, βιώνουμε αυτή την εποχή με τεράστια αβεβαιότητα, που στην περίπτωσή μας εντείνεται από τα περιοριστικά μέτρα που επέβαλε η κυβέρνηση Τραμπ στο νησί, με στόχο να προκαλέσει αλλαγή καθεστώτος… που ούτε επήλθε, ούτε επέρχεται. Μόλις ανέλαβε την προεδρία, ο Τραμπ συμπεριέλαβε ξανά την Κούβα στον κατάλογο των χωρών που δεν καταπολεμούν επαρκώς την τρομοκρατία, κάτι που επιφέρει κάθε είδους περιορισμούς και επηρεάζει, για παράδειγμα, την άφιξη τουριστών στην Κούβα, έναν τομέα από τον οποίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η οικονομία της χώρας. Επιπλέον, πολλοί Κουβανοί που ζουν ήδη στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν να ταξιδέψουν πίσω στο νησί, επειδή φοβούνται, μάλιστα, φοβούνται πιθανά αντίποινα κατά την επιστροφή τους στις ΗΠΑ. Και φυσικά, έχει επιβραδυνθεί η νόμιμη και η παράνομη μετανάστευση Κουβανών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και λάβετε υπόψη ότι μέσα σε δύο ή τρία χρόνια πάνω από μισό εκατομμύριο Κουβανοί εισήλθαν στις ΗΠΑ. Όπως καταλαβαίνετε, πρόκειται για μέτρα που επηρεάζουν άμεσα και βαθιά την πραγματικότητα στο νησί.
–Τι θα λέγατε σε έναν νέο άνθρωπο που ψάχνει νόημα στον σημερινό κόσμο; Να μην πάψει ποτέ να αναζητά αυτό το νόημα… Ζούμε σε έναν πολύπλοκο κόσμο, που έχει κάνει ένα τεράστιο άλμα από την αναλογική στην ψηφιακή εποχή, κάτι που έχει μετασχηματίσει πολλά πρότυπα, τρόπους ύπαρξης και συνύπαρξης, όμως η ουσία της ανθρώπινης κατάστασης– έτσι τουλάχιστον ελπίζω– θα παραμείνει η ίδια. Κι αυτός ο νέος άνθρωπος δεν μπορεί να ζει μόνο μέσα σ’ ένα κινητό τηλέφωνο, γιατί θα χάσει πολλές από τις ομορφιές που μπορεί να του προσφέρει αυτός ο τρελός κωλόκοσμος που μας περιβάλλει, ο οποίος είναι τόσο απωθητικός όσο και μαγνητικός. Θα του έλεγα να ζήσει τη ζωή, γιατί η ζωή είναι ωραία, όπως όλοι ξέρουμε.
- INFO: Φεστιβάλ ΛΕΑ- Λευκωσία, 19/6 Σολώνειον Κέντρο Βιβλίου, 7.30μ.μ. Στο πάνελ «Ανάμεσα στη μνήμη και τη μυθοπλασία: το σύμπαν του Λεονάρδο Παδούρα» συμμετέχουν οι Λεονάρδο Παδούρα και Σταύρος Χριστοδούλου. Συντονίζει: Λίλη Μιχαηλίδου
Ελεύθερα, 8.6.2025