Με την πρώτη της ποιητική συλλογή «Τον Ιούλιο πιο προσεκτικά», η φιλόλογος, αρθρογράφος και παιδαγωγός Κυριακή Στυλιανού δεν χαρίζεται στην κυπριακή ιστορία. Με λόγο νηφάλιο αλλά διαπεραστικό, αντιπαρατίθεται στα κακέκτυπα που γεννά το τραύμα της εισβολής, ανοίγοντας έναν διάλογο ειλικρίνειας με τη μνήμη, την κοινωνία και τις σιωπές της. Με αφορμή τη συλλογή, μιλά για τον ρόλο της ποίησης, τις κρυμμένες πληγές της κυπριακής ψυχής και την ανάγκη η ιστορία να πάψει να μεταδίδεται μόνο ως ενοχή ή φόβος.
–Γράφεις με οργή ή με στοργή; Μεγαλώνοντας, οργίζομαι δυσκολότερα και σπανιότερα. Επειδή, όμως, αγαπώ την απλότητα και τη φυσικότητα, με εξοργίζει η υπεροψία, η υποκρισία κι όταν διαπιστώνω ιδιοκτησιακή αντίληψη του κόσμου, είτε αυτό αφορά άνθρωπο, ηγέτη ή εθνική πολιτική. Στην ποίησή μου η οργή μετουσιώνεται σε ειρωνεία. Είναι μηχανισμός άμυνας. Το σύνδρομο της εθνικής ανωτερότητάς μας ως λαού απέναντι σε οικονομικά ασθενέστερες και ευάλωτες ομάδες ή μειονότητες (π.χ. πρόσφυγες, Τουρκοκύπριοι), ο μικρομεγαλισμός μας και η υποτελής κολακεία των «δυνατών» με εξοργίζει κι αυτό βγαίνει στο χαρτί με ειρωνεία. Η ειρωνεία στη γραφή μου είναι ένα είδος ελεγχόμενης οργής. Με στοργή αγκαλιάζω ποιητικά αγαπημένους ανθρώπους που είναι για μένα έμπνευση.
–Πόσο δύσκολο είναι να μιλήσει κανείς ποιητικά για ένα τραύμα χωρίς να το «προδώσει» με ωραιοποιήσεις; Η ερώτηση είναι ο θεματικός άξονας και στόχος της συλλογής μου: να δούμε αυτό το ιουλιανό τραύμα πιο προσεκτικά, πιο ωμά και ορθολογιστικά. Κυρίως, χωρίς τους «επίχρυσους επιδέσμους» και τη φλυαρία, με την οποία οι ποιητές συνηθίζουν να στολίζουν μια συναισθηματική ουλή. Υπήρξαμε θύματα το ‘74, θύματα φρικιαστικών εγκλημάτων και αδικιών που ανέκαθεν οι πόλεμοι και η κτηνώδης και σκοτεινή όψη των ανθρώπων φέρουν. Μα νιώθω πως αυτό κάπως μας βόλεψε ως λαό για να μεμψιμοιρούμε άκαρπα. Χάσαμε στον πόλεμο κι αυτό δεν καταφέραμε να το αποδεχτούμε με τρόπο που να μεριμνήσουμε ώστε να μειώσουμε τις μελλοντικές απώλειες.
–Πώς συνδιαλέγεται η ποιήτρια με τη φιλόλογο και πώς επηρεάζει η καθημερινή επαφή με τους μαθητές την ποιητική ματιά για τα τραύματα που κληροδοτούνται από γενιά σε γενιά; Ο εργασιακός μου χώρος, δηλαδή το σχολείο, είναι ένας χώρος που μπορείς να ποιήσεις, δηλαδή να δημιουργήσεις. Είναι μεγάλη τύχη να είσαι ανάμεσα σε νέους ανθρώπους με ενέργεια και φαντασία. Φέτος έχω αναλάβει τους μαθητές με μεταναστευτική βιογραφία που οι πλείστοι είναι πρόσφυγες και διαμένουν όλοι σε κέντρο υποδοχής. Η Κύπρος αυτή τη στιγμή είναι ένα «πέρασμα» για ανθρώπους τραυματισμένους από τη φρικαλεότητα του πολέμου. Ελπίζουμε να βρούνε τον δρόμο τους και προσπαθούμε να τους βοηθήσουμε σε αυτό. Γι’ αυτά τα παιδιά το σχολείο πρέπει να είναι ένα σπίτι ζεστασιάς και επούλωσης. Από την άλλη πλευρά, καθημερινά διαπιστώνω την αύξηση του ρατσισμού ανάμεσα στους μαθητές. Αυτό με δυσκολεύει στον ψυχολογικό τομέα. Προσπαθώ να μην απογοητεύομαι και σε μαθήματα που υπάρχει θεματικό έδαφος (π.χ. ιστορία) να τους μάθω να διαλέγονται με νηφαλιότητα και διάθεση διασταύρωσης των πηγών. Το πιο σημαντικό για μένα είναι να τους ανοίξω ένα παραθυράκι στη σκέψη, έναν προβληματισμό για ενδεχόμενη εσφαλμένη θεώρηση των πραγμάτων, ειδικότερα αν έχουν εγκλωβιστεί σε μισαλλόδοξα «φακελάκια» πρόσληψης και ανάγνωσης του κόσμου.
–Έχει η κυπριακή κοινωνία την ωριμότητα να αντιμετωπίσει τη συνθετότητα του παρελθόντος, ή τείνει να απλουστεύει το αφήγημα; Όταν λέμε «κυπριακή κοινωνία», εννοούμε και την τουρκοκυπριακή. Η εκπαιδευτική κοινότητα των Τουρκοκυπρίων είναι φάρος ελπίδας, γιατί είναι προοδευτική. Το αποδεικνύει αυτή τη στιγμή που μιλάμε με τον αγώνα που δίνει για το κοσμικό σχολείο. Οι πολιτικές ηγεσίες, όμως, και των δύο κοινοτήτων, είναι καθρέφτης των δύο πλευρών που παρουσιάζουν απροθυμία συνεννόησης, εγγύτητας και ειρηνικής συμβίωσης στο προσεχές μέλλον. Δυστυχώς, θεωρώ ότι ένα μικρό μόνο κομμάτι της ελληνοκυπριακής κοινότητας έχει την ωριμότητα να κατανοήσει τη συνθετότητα και να μην αρκεστεί στην απλοϊκή ανάγνωση. Ενδεχομένως, η μόνη μας ελπίδα είναι οι Κύπριοι νέοι που είτε λόγω σπουδών είτε εργασιακών αναγκών, θα έχουν ερεθίσματα και εμπειρία από πολυπολιτισμικές κοινωνίες του εξωτερικού και θα φέρουν αυτή τη γνώση και δεξιότητα της ειρηνικής συμβίωσης και στον τόπο μας.
-Συνιστά η επιλεκτική υπερμνημόνευση ένα είδος κληρονομημένης αμνησίας; Πώς παρεμβαίνει η ποίηση σ’ αυτό; Η ποίηση πρέπει να πει τα πράγματα με το όνομά τους χωρίς φρου φρου κι αρώματα, παρουσιάζοντας επιλεκτικά τα γεγονότα χωρίς ανάληψη ευθυνών και προβάλλοντας το κλαψίμοιρο πρόσωπο του λαού μας. Έχουμε -ανθρώπινα- την τάση να ξεχνάμε τις ευθύνες μας, γιατί πονάει περισσότερο. Η δική μου ποίηση θέλω να είναι απλή λεκτικά και καταγγελτική. Ποιητική καταγγελία της συμφεροντολογικής κάρπωσης της διαρκούς εκκρεμότητας του άλυτου κυπριακού ζητήματος από πολιτικούς ηγέτες και κόμματα. Στήθηκαν και συντηρήθηκαν πολιτικές καριέρες στη διαιώνιση αυτής της εκκρεμότητας. Η προοδευτική ποίηση είναι όπως την πολιτική: αν θέλει να παράγει ιδέες και να μην αναπαράγει, πρέπει να οδηγήσει τη θεώρηση των πραγμάτων σε προεκτάσεις, σε αναθεωρήσεις.
Εκδ. Αλμύρα
Σελ. 58
Τιμή: €10.00
Ελεύθερα, 27.4.2025