Σοβαρότατες καταγγελίες για κακόβουλες πυρκαγιές στην περιοχή του Ακάμα περιλαμβάνει η απαντητική επιστολή του Τμήματος Δασών, στην Ειδική Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, αναφορικά με τον χειρισμό των συμβάσεων για έργα στο Εθνικό Δασικό Πάρκο (ΕΔΠ) Ακάμα. Το Τμήμα, σε αυστηρό αλλά αυτοκριτικό τόνο, υπερασπίζεται τη φιλοσοφία και τον σχεδιασμό του Σχεδίου Αειφόρου Ανάπτυξης (ΣΑΑ) του ΕΔΠ, κρούοντας όμως τον κώδωνα του κινδύνου για τις συνέπειες ενδεχόμενης αποσταθεροποίησης στην περιοχή.
Στο πιο ανησυχητικό μέρος της επιστολής, το Τμήμα Δασών αποκαλύπτει πως στην περίοδο 2020–2024 καταγράφηκαν 179 πυρκαγιές στη ζώνη ευθύνης του στην περιοχή του Ακάμα, από τις οποίες οι 125 ήταν κακόβουλες, ποσοστό 70%. Σύμφωνα με την καταγγελία, στην Κύπρο παρατηρείται το φαινόμενο, ορισμένα άτομα, δυσαρεστημένα με αποφάσεις ή ενέργειες του Κράτους που πλήττουν τα προσωπικά τους συμφέροντα, να επιλέγουν την πρόκληση πυρκαγιών ως μέσο «εκδίκησης». Το Τμήμα εκφράζει βαθύτατη ανησυχία για τις πιθανές συνέπειες διατάραξης των υφιστάμενων ισορροπιών στο ΕΔΠ Ακάμα, επισημαίνοντας ότι οι εμπρησμοί αποτελούν έναν από τους σοβαρότερους κινδύνους που απειλούν την περιοχή.
Όπως σημειώνεται, η περιοχή του Ακάμα προσελκύει πάνω από ένα εκατομμύριο επισκέψεις ετησίως, χωρίς να περιλαμβάνονται οι τουρίστες. Η κορύφωση της επισκεψιμότητας παρατηρείται μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου, δηλαδή μέσα στην πιο επικίνδυνη περίοδο για εκδήλωση δασικών πυρκαγιών, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες καταστροφικών συνεπειών σε περίπτωση εμπρησμού. Το Τμήμα υπενθυμίζει πως η ανεξέλεγκτη διακίνηση στον Ακάμα, είτε από κυνηγούς, είτε από εκδρομείς ή εμπορικές δραστηριότητες τύπου «σαφάρι», αυξάνουν τον κίνδυνο. Οι παράνομες διαδρομές, η παντελής έλλειψη ελέγχου και η υπερφόρτωση του οικοσυστήματος, είναι στοιχεία που δημιουργούν ένα εύφλεκτο μείγμα, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά.
Η λέξη-κλειδί στην επιστολή είναι η «ισορροπία». Το Τμήμα Δασών εξηγεί ότι το Σχέδιο Αειφόρου Ανάπτυξης σχεδιάστηκε με στόχο την εξεύρεση ενός κοινού τόπου μεταξύ των περιβαλλοντικών αναγκών, των τοπικών κοινοτήτων, των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και των κρατικών φορέων. Όπως σημειώνει, κανένας δεν έμεινε απόλυτα ικανοποιημένος, αλλά κανένας δεν ένιωσε και πλήρως αδικημένος. Δημιουργήθηκε έτσι μια εύθραυστη ισορροπία, που σήμερα κινδυνεύει. Το Τμήμα προειδοποιεί ότι οποιαδήποτε απόπειρα μονομερούς αλλαγής του πλαισίου ή αμφισβήτησης του σχεδιασμού, μπορεί να πυροδοτήσει αντιδράσεις ακραίας μορφής, με τον εμπρησμό να αποτελεί, δυστυχώς, ένα από τα «μέσα έκφρασης» δυσαρέσκειας. «Το Σχέδιο είχε διαμορφωθεί σε ένα σημείο ισορροπίας, όπου κανένας από τους εμπλεκόμενους φορείς δεν ήταν πλήρως ικανοποιημένος, αλλά ούτε και έντονα δυσαρεστημένος. Μέσα από αυτόν τον συμβιβασμό, κατέστη δυνατός ο συγκερασμός των απόψεων των αρμόδιων Κυβερνητικών Τμημάτων (Τμήμα Δασών, Τμήμα Περιβάλλοντος, Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών, Υπηρεσία Θήρας και Πανίδας, Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων), των περιβαλλοντικών οργανώσεων, των Τοπικών Αρχών και των κατοίκων της περιοχής, των ιδιοκτητών γης, των κυνηγών, των ψαράδων, των επιχειρήσεων ενοικίασης τροχοφόρων και σαφάρι, καθώς επίσης και άλλων εμπλεκόμενων», καταγράφεται επί λέξει. Σύμφωνα με το Τμήμα Δασών αυτή η λεπτή ισορροπία αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο για την επιτυχία του Σχεδίου. «Ήταν και είναι πεποίθησή μας, ότι οποιαδήποτε τροποποίηση του υφιστάμενου πλαισίου, ενέχει σοβαρό κίνδυνο πρόκλησης αναστάτωσης, τριγμών, ή ακόμη και πλήρους κατάρρευσης του συνολικού σχεδιασμού», εξηγεί.
Το Τμήμα Δασών θέτει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο είχαν λειτουργήσει οι Επιτροπές και αναφέρεται στην προστατευόμενη περιοχή της Λάρας. Κρίθηκε σκόπιμο, σημειώνει, να απαγορευτεί η διακίνηση ιδιωτικών οχημάτων στον κυκλικό δρόμο Λάρας και η διακίνηση θα γινόταν με οχήματα του Πάρκου. «Ήταν λοιπόν αναγκαίο να δημιουργηθεί ένας χώρος υποδοχής των ιδιωτικών οχημάτων στην είσοδο και έξοδο του δρόμου αυτού, με μεγάλο αριθμό χώρων στάθμευσης, έτσι αποφασίστηκε η δημιουργία του μεγάλου κόμβου Λάρας- Ίνειας», συμπληρώνει το Τμήμα Δασών. Επιπρόσθετα, το Τμήμα Αλιείας είχε ζητήσει να δημιουργηθούν άλλοι μικρότεροι χώροι υποδοχής του κοινού, εντός του ΕΔΠ Ακάμα για αποσυμφόρηση της Λάρας. Έτσι δημιουργήθηκαν οι μικροί κόμβοι Γερόνησος και Τζιόνι. Επιπρόσθετα, μετά και από τις έντονες αντιδράσεις της Κοινότητας Ίνειας και συναντήσεις με τον υπουργό Γεωργίας, δόθηκε ως αντισταθμιστικό μέτρο η κατασκευή ενός ακόμα κόμβου στην περιοχή, στον Νότιο Κόλπο της Λάρας. Το Τμήμα Δασών σημειώνει ότι το ΣΑΑ ΕΔΠ Ακάμα προέβλεπε ή προβλέπει τη δημιουργία πέντε κόμβων για τη διαχείριση επισκεπτών. Για τους σκοπούς του Τμήματος Δασών, η διαχείριση του Πάρκου θα ήταν πολύ απλούστερη, «όμως είχαμε συναινέσει στη διαδικασία, διότι ακριβώς αντιλαμβανόμασταν την πολυπλοκότητα της χερσονήσου του Ακάμα και επιθυμούσαμε το ΕΔΠ να γίνει ο καταλύτης της ορθολογιστικής διαχείρισης και συμβίωσης της φύσης με τον άνθρωπο, με αμοιβαίο όφελος και ταυτόχρονα υπόδειγμα για άλλες περιοχές».
Όσον αφορά το οδικό δίκτυο, το Τμήμα Δασών υποστηρίζει πως η απόφαση ήταν να δημιουργηθεί ένα κατάλληλο και επαρκές οδικό δίκτυο, το οποίο να καλύπτει τις ανάγκες όλων των ενδιαφερόμενων μερών και χρηστών του ΕΔΠ Ακάμα. Στόχος ήταν η οργάνωση και ρύθμιση της διακίνησης, η οποία αποτελεί ίσως τη σοβαρότερη απειλή για τα δασικά οικοσυστήματα. «Οι οδηγοί σαφάρι και γουρούνων συμπεριφέρονται στο ΕΔΠ Ακάμα ως να βρίσκονται σε πίστα αγώνων. Πέραν αυτού, υπάρχει και η ανεξέλεγκτη διακίνηση των κυνηγών, οι οποίοι είτε για σκοπούς κυνηγίου είτε για σκοπούς εκπαίδευσης σκύλων, διακινούνται εντός των φυσικών οικοτύπων με μεγάλα οχήματα, ανεξέλεγκτα», συμπληρώνει.
Εμπρησμοί η κύρια αιτία των δασικών πυρκαγιών το 2024
Παρά τη μείωση στην καμένη έκταση, η απειλή των δασικών πυρκαγιών παραμένει ενεργή, με την εμπρηστική δραστηριότητα να αναδεικνύεται ως ο σημαντικότερος παράγοντας πρόκλησης πυρκαγιών το 2024. Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του Τμήματος Δασών, το 27% των πυρκαγιών εντός της ζώνης ευθύνης του Τμήματος οφείλονται σε σκόπιμους εμπρησμούς, καθιστώντας τον εμπρησμό την κύρια αιτία για τις φωτιές της χρονιάς. Ακολουθούν οι πυρκαγιές από γεωργικές δραστηριότητες (15%) και βραχυκυκλώματα ηλεκτροφόρων καλωδίων (10%), ενώ μικρότερα ποσοστά καταγράφονται για πυρκαγιές που προκλήθηκαν από ταξιδιώτες (8%), οικιακές δραστηριότητες (5%) και το κάψιμο απορριμμάτων (4%). Οι φυσικές αιτίες, όπως οι κεραυνοί, αποτελούν μόλις το 5%.
Συνολικά, 168 δασικές πυρκαγιές καταγράφηκαν το 2024 στην ευθύνη του Τμήματος Δασών, με συνολική καμένη έκταση 462 εκταρίων. Από αυτές, μόλις 37 εκτάρια αφορούσαν κρατική δασική γη, ενώ οι υπόλοιπες φωτιές ξέσπασαν σε απόσταση δύο χιλιομέτρων από τα όρια των δασών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε ποσοστό 81% των πυρκαγιών η καμένη έκταση δεν ξεπέρασε το ένα εκτάριο, γεγονός που υποδεικνύει την άμεση και αποτελεσματική επέμβαση των δασοπυροσβεστικών δυνάμεων. Μόνο τρεις πυρκαγιές είχαν έκταση άνω των 50 εκταρίων, οι πιο σοβαρές καταγράφηκαν στην Τριμίκλινη-Λάνεια (130 εκτ.), τη Δρούσεια (130 εκτ.) και τη Βάσα Κελλακίου (89 εκτ.).
Σε σύγκριση με τη δεκαετία 2014–2023, καταγράφεται μικρή μείωση στον αριθμό πυρκαγιών κατά 2,3%, αλλά και σημαντική μείωση 28,6% στην καμένη έκταση. Παράλληλα, ο μέσος χρόνος επέμβασης διατηρήθηκε στα 12 λεπτά, ενώ η μέση καμένη έκταση ανά πυρκαγιά μειώθηκε στα 2,7 εκτάρια, από 3,8 εκτάρια την προηγούμενη δεκαετία.
Το Τμήμα Δασών συμμετείχε ενεργά και στην υποστήριξη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, συμβάλλοντας στην κατάσβεση επιπλέον 91 αγροτικών και δασικών πυρκαγιών.