Κάτω από τη βαριά σκιά του Ουκρανικού, αναδιαμόρφωνονται συμμαχίες και φαίνεται πως επιδιώκεται επαναχάραξη συνόρων. Η εποχή Τράμπ αλλάζει τα δεδομένα προκαλεί ρήγματα σε αυτό που λέγεται διεθνές δίκαιο, το οποίο βαθμηδόν παραμερίζεται χωρίς να κρατούνται τα προσχήματα. Με διαδικασίες εξπρές και μεθόδους εκτός του διεθνούς θεσμοθετημένου πλαισίου, προωθείται η επίτευξη συμφωνιών σε μέτωπα εντάσεων και συγκρούσεων.
Η πρόσφατη συμφωνία Αζερμπαϊτζάν – Αρμενίας, η επικείμενη συμφωνία στο Κόσοβο, αλλά κι άλλων ζητημάτων, αποτελούν εν πολλοίς μέρος του αμερικανικού σχεδιασμού. Το Ουκρανικό, παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια, αποτελεί μια μεγάλη πρόβα του νέου συστήματος διαχείρισης διεθνών προβλημάτων.
Η νέα κατάσταση πραγμάτων προκαλεί ανησυχία και είναι σαφές πως σε αυτή τη φάση το καλύτερο σενάριο είναι να περάσει το Κυπριακό κάτω από το ραντάρ του Προέδρου Τραμπ. Μέχρι τώρα, πάντως, τα… ραντάρ του Λευκού Οίκου ασχολούνται με συγκρούσεις, διεθνείς κρίσεις. Το ζητούμενο είναι να μην προκληθεί η όποια ένταση, ενδεχομένως σκόπιμα και μεθοδευμένα, ώστε να χρειαστεί παρέμβαση Τράμπ στο Κυπριακό και στα ελλαδοτουρκικά.
Το Κυπριακό σαφώς και δεν είναι το ίδιο πρόβλημα με το Ουκρανικό.
Οι συγκρίσεις, πέραν του γεγονότος ότι ιστορικά υπάρχουν διαφορές, την ίδια ώρα σημαντικά διαφοροποιούνται τα δεδομένα κι από τις προσεγγίσεις διαχείρισης.
Πρώτο, οι συζητήσεις για την επίτευξη τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία, γίνονται εκτός του θεσμοθετημένου διεθνώς πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών. Τα Ηνωμένα Έθνη, από της ενάρξεως του πολέμου στην Ουκρανία, ήταν παρατηρητής και κανένα ρόλο δεν έχει. Αντίθετα, το Κυπριακό συζητείται στο πλαίσιο του Διεθνούς Οργανισμού. Και οι όποιες πρωτοβουλίες αναλαμβάνονται εντάσσονται στη διαδικασία του ΟΗΕ (όπως οι παρεμβάσεις της Ε.Ε.).
Ερώτημα: Εάν είναι να προχωρήσει η διαδικασία και να σπάσει το παρατεταμένο αδιέξοδο στο Κυπριακό θα μπορούσε να προωθηθεί μια λογική εκτός Ηνωμένων Εθνών; Σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα ληφθούν υπόψη αποφάσεις του ΟΗΕ, κάποιες βασικές παράμετροι και η όποια συζήτηση μπορεί να κινηθεί ανεξέλεγκτα προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, που θα ικανοποιεί την κατοχική πλευρά, έχοντας τη ισχυρή στήριξη του Αμερικανού Προέδρου. Σαφώς και διαχρονικά υπερισχύει το «δίκαιο» του ισχυρού, πλην όμως είναι σαφές πως κάποιες διασφαλίσεις ενδεχομένως να υπάρχουν.
Δεύτερο, η Ουκρανία διά του Ζελένσκι ζητά όπως υπάρξουν εγγυήσεις τρίτων για την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, την εφαρμογή της όποιας συμφωνίας. Η Κυπριακή Δημοκρατία ζητά κατάργηση τους και απορρίπτει τη συνέχιση ή έστω συγκαλυμμένη παρουσία εγγυήσεων με δήθεν παρεμβατικά δικαιώματα, όπως και παρουσία στρατευμάτων, μετά την επίτευξη συμφωνίας στο Κυπριακό. Προτείνει μια άλλης μορφής μοντέλο για την ασφάλεια. Υπενθυμίζεται το «σύμφωνο φιλίας» και συνεργασίας που έχει προταθεί από τον πρώην Έλληνα υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Κοτζιά. Συνεπώς, υπάρχει μια σημαντική διαφορά προσέγγισης.
Σημειώνεται πως τον περασμένο Φεβρουάριο, η Αμερικανίδα δημοσιογράφος Αμάντα Τάουμπ, μετά τη θυελλώδη συνάντηση Τραμπ- Ζελένσκι, έγραψε στην εφημερίδα New York Times, ότι οι απαιτήσεις των ΗΠΑ από την Ουκρανία, δίνουν την έντονη εντύπωση «πληρωμένης προστασίας»…. Καθώς, όπως ανέφερε, «στην πρόσφατη ιστορία δεν υπάρχουν παραδείγματα περιπτώσεων που η Αμερική ζητούσε από τους συμμάχους της ανταλλάγματα σε καιρό πολέμου, οι εταίροι των ΗΠΑ ευλόγως πλέον υποθέτουν πως ο Τραμπ είναι διατεθειμένος να ανταλλάξει τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά οφέλη με μακροπρόθεσμα κέρδη. Γρήγορο κέρδος δηλαδή». Αυτό επιβεβαιώθηκε και στην τελευταία σύναξη στο Λευκό Οίκο. Ο Τράμπ, συζητώντας για την ειρήνη, πώλησε όπλα!
Τρίτο, το εδαφικό δεν συζητήθηκε στη σύναξη της Ουάσινγκτον. Όπως αναφέρθηκε, το κρίσιμο αυτό θέμα αφέθηκε να το συζητήσει ο Ουκρανός Πρόεδρος με τον ομόλογο του της Ρωσίας, Βλαντμίρ Πούτιν, εάν και εφόσον βέβαια συναντηθούν. Τόσο η αμερικανική πλευρά όσο και οι Ευρωπαίοι, δεν θέλησαν να αγγίξουν το θέμα.
Εάν το Κίεβο αποδεχθεί να εκχωρήσει εδάφη στη Ρωσία τότε προφανώς αυτό θα γίνει με τη συναίνεση του. Δεν θα γίνει ευθέως, τουλάχιστον, διά της επιβολής. Μπορεί διά εκβιασμών να δεχθεί, αλλά στο τέλος αυτό θα φανεί ότι είναι επιλογή. Στην περίπτωση της Κύπρου δεν τίθεται θέμα συναίνεσης σε εδαφικό ακρωτηριασμό της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Είναι προφανές πως οι συζητήσεις επί των αποτελεσμάτων που προέκυψαν στο πεδίο των μαχών, ενδέχεται να δημιουργήσουν ένα αρνητικό προηγούμενο, γεγονός που απασχολεί τη Λευκωσία. Η Τουρκία διαχρονικά επιμένει σε συζητήσεις στη βάση των τετελεσμένων. Μια επιδίωξη, που σε μεγάλο βαθμό κέρδισε έδαφος στο παρελθόν και παρουσιάσθηκε ως δήθεν διαπραγματευτικό κεκτημένο και για κάποιους κύκλους και «παράγωγο δίκαιο»!
Ο ρόλος της Τουρκίας
Η Άγκυρα επιδίωκε εξαρχής να εμπλακεί στο Ουκρανικό. Πρώτα ως μεσολαβούσα χώρα κι αυτό το πέτυχε φιλοξενώντας συναντήσεις των εμπλεκομένων. Τόσο οι Αμερικανοί όσο και Ευρωπαίοι αναγνώρισαν στην Τουρκία αυτό το ρόλο, επειδή διατηρούσε «καλές σχέσεις και με τις δυο πλευρές», Ρωσία και Ουκρανία. Από την αρχή, πάντως, η Άγκυρα είχε ξεκαθαρίσει ότι επιδίωκε ρόλο στην επόμενη ημέρα της επίτευξης συμφωνίας στο Ουκρανικό. Έπεισε και τον Ζελένσκι να ζητήσει να συμμετέχει στο σύστημα εγγυήσεων. Δηλαδή, ο καταπατητής, η κατοχική δύναμη, να συμμετέχει σε ένα σύστημα εγγυήσεων για την ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα τρίτης χώρας!
Υπενθυμίζεται συναφώς ότι ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, βρισκόμενος ακόμη στην Ουάσιγκτον, δήλωσε ότι θα πρέπει να συγκληθεί μια διευρυμένη συνάντηση με τη συμμετοχή των Ευρωπαίων και της Τουρκίας. Είναι σαφές πως τέτοιες τοποθετήσεις συνδέονται και με το γεγονός ότι η Άγκυρα είναι πάντα πρόθυμη για αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία, όπως και σε άλλες περιοχές, χώρες. Η άμεση εμπλοκή της θα τη φέρει πιο κοντά στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας, που διαμορφώνει η Ένωση. Αυτό θα βοηθήσει στις προσπάθειες προσέγγισης με τις ΗΠΑ, στον εξοπλιστικό τομέα. Αυτό θα μια ακόμη προσπάθεια ξεπλύματος μιας κατοχικής επιδρομικής, επεκτατικής δύναμης.
Θεατής των γεωπολιτικών εξελίξεων η Ε.Ε.
Το σκηνικό, το οποίο στήθηκε στην Ουάσινγκτον με διευθυντή της ορχήστρας τον Αμερικανό Πρόεδρο, επιβεβαίωσε τις αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παρουσία Ευρωπαίων στη συνάντηση στο Λευκό Οίκο δεν ήταν θεσμική αν και είχε παραστεί η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η επιλογή των προσώπων έγινε στη βάση πιθανού χωριστού, σε εθνικό επίπεδο, ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν κράτη της Ε.Ε. στο Ουκρανικό ενώ επιπροσθέτως οι παρουσίες συνδέονται και με τις διαπροσωπικές σχέσεις του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ.
Η Ε.Ε. ήταν και παραμένει θεατής των διεθνών εξελίξεων, ακόμη κι όταν βρίσκεται εντός της αιθούσης των συζητήσεων, όπως έγινε στην Ουάσιγκτον την περασμένη Δευτέρα. Οι συμμετέχοντες φάνηκαν να κρέμονταν από τα χείλι του Τραμπ και έδειχναν ανά πάσα στιγμή να υιοθετήσουν τις αποφάσεις του. Βέβαια δεν θα μπορούσαν να δεσμεύσουν ολόκληρη την Ευρώπη, κυρίως εκείνους που δεν συμμετείχαν. Αλλά αυτό δεν είναι, όπως φαίνεται, το μείζον. Το θέμα είναι πως με αυτά τα δεδομένα ο ρόλος της Ε.Ε. είναι περιορισμένος και μονίμως υποβαθμισμένος, την ώρα που συμβαίνουν γεωπολιτικές ανατροπές.
Κανένα σινιάλο από την Άγκυρα για αλλαγή πολιτικής στο Κυπριακό
Οι λεγόμενες εκλογές στα κατεχόμενα, που θα διεξαχθούν στις 19 Οκτωβρίου, αποτελούν το κομβικό σημείο για τα επόμενα βήματα στο Κυπριακό. Παρόλο, που δεν αναμένονται ανατροπές, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα τους, οι διάφοροι παίκτες προβλέπουν σε αλλαγή στα κατεχόμενα. Την ίδια ώρα είναι σαφές πως δεν αναμένονται έστω και μικρά βήματα πριν από τις ψευδοεκλογές.
Είναι σαφές πως η Άγκυρα αφήνει την «προεκλογική» να κυλήσει κανονικά και δεν δείχνει να στηρίζει κάποιον από τους υποψήφιους. Το σίγουρο είναι πως είτε θα επιλεγεί ο Ερσίν Τατάρ είτε ο Τουφάν Ερχιουρμάν, δεν υπάρχουν ενδείξεις από την πλευρά της Τουρκίας ότι θα αλλάξει πολιτική στο Κυπριακό. Μπορεί να αλλάξει η ρητορική, πλην όμως επί της ουσίας η πολιτική για λύση δυο κρατών δεν θα αλλάξει. Εάν είχε τέτοια πρόθεση η Άγκυρα, αυτό θα το έδειχνε από τώρα και σίγουρα δεν θα ανέμενε τις «εκλογές». Γιατί μια «μετακίνηση» από την πολιτική των δυο κρατών, έστω σε μια παραλλαγή αυτού του μοντέλου, δεν θα γίνει χωρίς ανταλλάγματα. Παρόλα αυτά επιμένουν οι διάφοροι τρίτοι, των Ηνωμένων Εθνών περιλαμβανομένων, ότι μετά τις ψευδοεκλογές και στην περίπτωση που θα κερδίσει ο Ερχιουρμάν θα εγκαταλειφθεί η πολιτική των δυο κρατών, την οποία διαμόρφωσε και προωθεί η Τουρκία και ακολουθεί σήμερα ο Ερσίν Τατάρ. Αυτή είναι σήμερα η μεγάλη εικόνα.
Το Κυπριακό θα επανέλθει στο προσκήνιο με την προγραμματισμένη συνάντηση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη και τον κατοχικό ηγέτη, Ερσίν Τατάρ, το τρίτο δεκαήμερο Σεπτεμβρίου, στη Νέα Υόρκη. Αυτό συμφωνήθηκε κατά τη διάρκεια της τελευταίας άτυπης Πενταμερούς Διάσκεψης, του περασμένου μήνα. Ενόψει της συνάντησης αυτής στη Νέα Υόρκη έχει ανακοινωθεί η κάθοδος στο νησί της Προσωπικής Απεσταλμένης του Γ.Γ. του ΟΗΕ, Μαρίας Άνχελ Ολγκίν Κουεγιάρ, που χρονικά τοποθετείται το ερχόμενο Σαββατοκύριακο. Κατά την παραμονή της θα έχει χωριστές συναντήσεις με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη ( 2 Σεπτεμβρίου) και με τον κατοχικό ηγέτη ( 1η Σεπτεμβρίου). Η κ. Ολγκίν θα προβεί σε αξιολόγηση των δεδομένων που διαμορφώθηκαν μετά την άτυπη Πενταμερή σε σχέση με την υλοποίηση των όσων συμφωνήθηκαν. Δηλαδή, ΜΟΕ χαμηλής πολιτικής, όπως για παράδειγμα, ο καθαρισμός των κοιμητηρίων. Στην εξίσωση θα μπει και η συζήτηση για το διάνοιγμα νέων οδοφραγμάτων αν και στη συνάντηση της Νέας Υόρκης, δεν υπήρξε συμφωνία.